Uploaded by thayup2

Επιτροπή του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιστιστικά Δικαιώματα - Δικαίωμα Συμμετοχής στην Πολιτιστική Ζωή και Προστασία της Μειονοτικής Ετερότητας

advertisement
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ
ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
REVUE HELLÉNIQUE
DES DROITS DE L'HOMME
ΔΙΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΓΙΟΥΨΑΝΗΣ
Επιτροπή του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά,
Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα
Δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή
και προστασία της μειονοτικής ετερότητας
ΑΝΑΤΥΠΟ
60
2014
Επιτροπή του Διεθνούς Συμφώνου
για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και
Πολιτιστικά Δικαιώματα
Δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή
και προστασία της μειονοτικής ετερότητας*
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΓΙΟΥΨΑΝΗΣ
Διάγραμμα
Α. Εισαγωγή.
Β. Ο ορισμός της «πολιτιστικής ζωής» ως τρόπου ζωής.
Γ. Οι φορείς και η φύση των δικαιωμάτων της διάταξης – Το συλλογικό δικαίωμα των μειονοτήτων στη δική τους πολιτιστική ζωή.
Δ. Το κανονιστικό περιεχόμενο της έννοιας της συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή.
Ε. Η αποσαφήνιση του περιεχομένου των κρατικών υποχρεώσεων.
Ε.1. Τα επίπεδα / είδη των κρατικών υποχρεώσεων.
Ε.1.1. Η υποχρέωση σεβασμού.
Ο κ. Αθανάσιος Γιουψάνης είναι δικηγόρος και διδάκτωρ Νομικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
* Η μελέτη αυτή συνιστά τροποποιημένη μορφή της εισήγησης του γράφοντος στην ημερίδα
που διοργάνωσε η Ελληνική Εταιρεία Διεθνούς Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων σε συνεργασία με τη
Νομική Σχολή του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης και τον Δικηγορικό Σύλλογο Ροδόπης
στις 16.05.2010 με θέμα “H Προστασία των Δικαιωμάτων των Μειονοτήτων στις Σύγχρονες Πολυπολιτισμικές Κοινωνίες στο Πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης - Κεκτημένο και Προκλήσεις”. Η αγγλόφωνη εκδοχή της δημοσιεύτηκε στο 55 German Yearbook of International Law
(2012), σσ. 345-383.
σελ. 299-340
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
300
ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΓΙΟΥΨΑΝΗ
Ε.1.2. Η υποχρέωση προστασίας.
Ε.1.3. Η υποχρέωση υλοποίησης.
Ε.1.4. Οι θεμελιώδεις υποχρεώσεις.
ΣΤ. Συμπεράσματα.
Α. Εισαγωγή.
Ο
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΣ των πολιτιστικών δικαιωμάτων ως μιας μέχρι πρότινος παραμελημένης και υποανάπτυκτης κατηγορίας δικαιωμάτων1 ως προς το κανονιστικό τους
περιεχόμενο, την εμβέλεια του πεδίου της προστασίας και την αγωγιμότητά τους2, αποτελεί κοινό τόπο στις μελέτες των σχολιαστών του Διεθνούς Δικαίου που εντρυφούν στα
δικαιώματα αυτά3. Στο πλαίσιο αυτό, άλλωστε, είναι ενδεικτικός και ο χαρακτηρισμός
τους ως «Σταχτοπούτας»4 της οικογένειας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Στην κατηγορία αυτή εντάσσεται και το δικαίωμα της συμμετοχής του καθενός / της καθεμιάς στην
πολιτιστική ζωή, για το οποίο μέχρι και σχετικά πρόσφατα υπήρχε μικρό και αποσπασματικό ενδιαφέρον τόσο από την πλευρά των Η.Ε. και δη της αρμόδιας για την επίβλεψη της εφαρμογής του Επιτροπής του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα (Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ.)5, όσο και από την πλευρά της διεθνούς
ακαδημαϊκής κοινότητας6. Την απουσία ενδιαφέροντος ανατροφοδοτούσε και η δυσχέρεια ενασχόλησης με το θέμα λόγω της ασάφειας που υπήρχε αναφορικά με το περιεχό-
1. JANUSZ SYMONIDES, ‘The Implementation of Cultural Rights by the International Community’, 60 Gazzete (1998), σ. 23.
2. JANUSZ SYMONIDES, ‘Cultural Rights: A Neglected Category of Human Rights’, 158 International Social Science Journal (1998), σ. 559.
3. Για τους λόγους της παραμέλησης των πολιτιστικών δικαιωμάτων, βλ. BRUCE ROBBINS
και ELSA STAMATOPOULOU, ‘Reflections on Culture and Cultural Rights’, 103 South Atlantic Quarterly (2004), σ. 426.
4. HALINA NIEĆ, ‘Casting the Foundation for the Implementation of Cultural Rights’, στο
HALINA NIEĆ (επιμ.) Cultural Rights and Wrongs, UNESCO and Institute of Art and Law, 1998, σ.
176.
5. Βλ. ELSA STAMATOPOULOU, Cultural Rights in International Law: Article 27 of the Universal Declaration of Human Rights and Beyond, Martinus Nijhoff Publishers, Leiden / Boston,
2007, σ. 51.
6. ROGER O’ KEEFE, ‘The “Right to Take Part in Cultural Life” under Article 15 of the
ICESCR’, 47 International and Comparative Law Quarterly (1998), σ. 904.
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
Δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή
301
μενο της έννοιας της συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή7, την ταυτότητα των φορέων του
δικαιώματος και την υφή του, καθώς και το περιεχόμενο και την έκταση των κρατικών
υποχρεώσεων που εγκαθιδρύει για την υλοποίησή του8.
Ειδικότερα μάλιστα σε ότι αφορά το ζήτημα των πτυχών της διάταξης που άπτονται της μειονοτικής προστασίας, η παραμέληση ήταν διπλή, καθώς, όπως επισημάνθηκε
στην πρώτη συζήτηση που έλαβε χώρα εντός της Επιτροπής του Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ. για το
δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή, η απουσία ρητής αναφοράς στις μειονότητες στην υπό εξέταση νόρμα είχε ως αποτέλεσμα την αγνόησή τους ή, στην καλύτερη περίπτωση, την έλλειψη επαρκούς προσοχής σε αυτές κατά το παρελθόν9. Το γεγονός αυτό
μάλιστα, η απουσία δηλαδή ρητής πρόνοιας για τις μειονότητες στη διάταξη, έδωσε λαβή
για τη διατύπωση θέσεων στη θεωρία πως το άρθρο 15 παρ. 1 (α) του Συμφώνου παρουσιάζει μια γενικότερη μόνο σημασία για τα μέλη των μειονοτήτων στο πλαίσιο της ευρύτερης θεωρίας και πρακτικής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, χωρίς ωστόσο να σχετίζεται
ειδικότερα με τη συνθετότητα των μειονοτικών ζητημάτων10. Έτσι, το ενδιαφέρον σε ό,τι
αφορά τη μειονοτική προστασία στο πλαίσιο των διεθνών συμβάσεων περί ανθρωπίνων
δικαιωμάτων ήταν στραμμένο αποκλειστικά σχεδόν στο άρθρο 27 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (Δ.Σ.Α.Π.Δ.), το οποίο αναφέρεται ρητά
με αρνητική διατύπωση στο δικαίωμα των μελών των μειονοτήτων να μη στερούνται του
δικαιώματος να απολαμβάνουν, από κοινού με άλλα μέλη της ομάδας τους, τον πολιτισμό τους. Στο πλαίσιο αυτό ήταν και είναι κοινή η θέση ότι η συγκεκριμένη διάταξη
αποτελεί τη σημαντικότερη διεθνή δεσμευτική νόρμα για τα δικαιώματα των μελών των
7. AUDREY R. CHAPMAN, ‘Development of Indicators for Economic, Social and Cultural
Rights: The Right to Education, Participation in Cultural Life and Access to the Benefits of Science’, στο YVONNE DONDERS και VLADIMIR VOLODIN (επιμ.), Human Rights in Education, Science
and Culture: Legal Developments and Challenges, UNESCO and Ashgate, 2007, σ. 132.
8. Βλ. JULIA HÄUSERMANN, ‘The Right to Participate in Cultural Life’, στο ROD FISHER,
BRIAN GROOMBRIDGE, JULIA HÄUSERMANN και RITVA MITCHELL (επιμ.), Human Rights and Cultural Policies in a Changing Europe: The Right to Participate in Cultural Life, Arts Council of Finland, Helsinki, 1994, σ. 125.
9. Committee on Economic, Social and Cultural Rights, ‘General Discussion on the Right to
Take Part in Cultural Life as Recognized in Article 15 of the Covenant’, UN Doc. E/C.12/1999/SR.
17, 11 December 1992, σσ. 3 (παρ. 9), 11 (παρ. 43).
10. Βλ. GAETANO PENTASSUGLIA, Minorities in International Law, Council of Europe Publishing, Strasbourg, 2002, σ. 51.
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
302
ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΓΙΟΥΨΑΝΗ
μειονοτήτων11. Η θεώρηση αυτή φαίνεται να αλλάζει πλέον με το υπό εξέταση Γενικό
Σχόλιο της Επιτροπής του Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ. για το δικαίωμα της συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή12, που αποσαφηνίζει τις «γκρίζες ζώνες» της διάταξης και δίνει σάρκα και
οστά στο δικαίωμα και δη σε αυτό των μειονοτήτων ως τέτοιων και των μελών τους να
απολαμβάνουν μια γκάμα πολιτιστικών δικαιωμάτων που συνδέονται ή απορρέουν από
αυτό, καθιστώντας το εν δυνάμει πυλώνα προάσπισης της μειονοτικής ετερότητας.
Β. Ο ορισμός της «πολιτιστικής ζωής» ως τρόπου ζωής.
Ένα από τα βασικά ζητήματα που λειτουργούσαν αποτρεπτικά μέχρι πρότινος στην
ενδελεχή εξέταση και ανάλυση του κανονιστικού περιεχομένου του άρθρου 15 παρ. 1 (α)
και του ρόλου που θα μπορούσε αυτό να διαδραματίσει, είναι η ασάφεια της έννοιας της
“πολιτιστικής ζωής”, που με τη σειρά της οφείλεται στο ρευστό, δυναμικό και μεταβαλλόμενο περιεχόμενο της έννοιας culture της οποία συνιστά παράγωγο13. Χαρακτηριστικά
αναφέρεται ότι, ήδη από το 1952, είχαν ανιχνευτεί σε σχετική ανθρωπολογική μελέτη
164 ορισμοί της έννοιας που είχαν επιχειρηθεί μέχρι τότε από διάφορους ανθρωπολόγους14. Η αρχική, πάντως, σύλληψη των συντακτών του άρθρου 15 παρ. 1 (α) του
Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ. περί του περιεχομένου του δικαιώματος της συμμετοχής στην πολιτιστική
ζωή φαίνεται να ήταν η στενή οπτική της «υψηλής τέχνης και των βέλτιστων γραμμάτων», υπό την έννοια ότι θεωρούνταν πως η εγγύηση που κατοχύρωνε η προαναφερόμενη διάταξη επικεντρωνόταν στην υποχρέωση των κρατών «να φέρουν τις μάζες» σε επαφή με τα «αριστουργήματα», «τους θησαυρούς» του πολιτισμού15. Παρατηρείται, λοι11. GAETANO PENTASSUGLIA, ‘Reforming the UN Human Rights Machinery: What does the
Future Hold for the Protection of Minorities and Indigenous Peoples?’,14 International Journal on
Minority and Group Rights (2007), σ. 128.
12. Βλ. Committee on Economic, Social and Cultural Rights, General Comment No 21,
‘Right of Everyone to Take Part in Cultural Life (art. 15, para. 1 (a), of the International Covenant
on Economic, Social and Cultural Rights)’, UN Doc. E/C.12/GC/21, 21 December 2009.
13. Βλ. YORAM DINSTEIN, ‘Cultural Rights’, 9 Israel Yearbook on Human Rights (1979), σ. 74.
Βλ. ήδη στον ΕΜΜ. ΡΟΥΚΟΥΝΑ, στο παρόν τεύχος, σελ. 259 επ., επίσης Π. ΠΑΡΑΡΑ, Συνταγματικός
Πολιτισμός και ΔτΑ, Αντ. Ν. Σάκκ., 2011, ιδίως σελ. 18 επ.
14. Βλ.. B. N. PANDEY, ‘Culture and Cultural Rights’, XI Central India Law Quarterly
(1998), σ. 232.
15. Βλ. International Women’s Rights Action Watch, ‘Equality and the Right to Participate
in Cultural Life’, Day of General Discussion - Right to Take Part in Cultural Life (article 15 (1) (a)
of the Covenant), UN Doc. E/C.12/40/10, 9 May 2008, παρ. 3.
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
Δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή
303
πόν, ότι την εποχή της υιοθέτησης του Συμφώνου (1966) η έννοια της πολιτιστικής ζωής
δεν αναφερόταν σε διαστάσεις, όπως σε κάποιο συγκεκριμένο τρόπο ζωής ή στις παραδόσεις μιας κοινότητας ή σε ζητήματα όπως η γλώσσα και η θρησκεία16, σε στοιχεία δηλαδή που εμφανίζουν ενδιαφέρον για τη μειονοτική ετερότητα. Η θέαση αυτή είχε αρχίσει σταδιακά να μεταβάλλεται από το 1991 με την υιοθέτηση από την Επιτροπή των
αναθεωρημένων οδηγιών για τη σύνταξη των κρατικών εκθέσεων και την υποβολή σχετικών ερωτημάτων έναντι των κρατών μελών αναφορικά με το σεβασμό και την προστασία στοιχείων της πολιτιστικής ταυτότητας των μειονοτήτων τους, στροφή που αποτυπώνεται με τον πλέον επίσημο τρόπο στο υπό εξέταση Σχόλιο.
Η Επιτροπή, λοιπόν, σε συμφωνία και με προηγούμενες σχετικές εννοιολογικές
προσεγγίσεις της ΟΥΝΕΣΚΟ17, στις οποίες παραπέμπει και ρητά σε υποσημείωση στο
Σχόλιο της18, ενστερνίζεται παράλληλα και επίσημα πλέον και μια άλλη προσέγγιση που
παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την προστασία των μειονοτήτων. Έτσι, παρατηρεί
καταρχήν ότι στο παρελθόν έχουν δοθεί διάφοροι ορισμοί για την έννοια culture, κοινό
σημείο των οποίων ήταν το πολυδιάστατο περιεχόμενό τους. Κατά την άποψη της Επιτροπής, ο όρος συνιστά μια ευρεία, περιεκτική έννοια, που περιλαμβάνει όλες τις εκδηλώσεις της ανθρώπινης εμπειρίας. «Η έκφραση “πολιτιστική ζωή” είναι μια ρητή αναφορά στον πολιτισμό ως μια ζωντανή διαδικασία, ιστορική, δυναμική και αναπτυσσόμενη,
με παρελθόν, παρόν και μέλλον»19. Η Επιτροπή καταλήγει, υιοθετώντας ουσιαστικά τον
ορισμό που είχε προταθεί στην πρώτη γενική συζήτηση για το δικαίωμα συμμετοχής
στην πολιτιστική ζωή που είχε λάβει χώρα στους κόλπους της το 1992, δηλώνοντας ότι
θεωρεί πως ο όρος culture στο πλαίσιο της εφαρμογής του άρθρου 15 παρ. 1 (α) περιλαμβάνει, μεταξύ των άλλων, τους τρόπους ζωής, τη γλώσσα, την προφορική και γραπτή
φιλολογία - λογοτεχνία, τη μουσική και τα τραγούδια, τις μη προφορικές μορφές επικοινωνίας, τη θρησκεία και τα συστήματα δοξασιών, τις τελετουργίες και τελετές, τα αθλήματα
16. Βλ. YVONNE DONDERS, ‘Cultural Life in the Context of Human Rights’, Day of General
Discussion - Right to Take Part in Cultural Life (article 15 (1) (a) of the Covenant), UN Doc.
E/C.12/40/13, 9 May 2008, σ. 3.
17. Η ΟΥΝΕΣΚΟ διαδραμάτισε και διαδραματίζει κομβικό ρόλο στην επεξεργασία και αποσαφήνιση των πολιτιστικών δικαιωμάτων έχοντας, μεταξύ των άλλων, υιοθετήσει δεκάδες κείμενα
υπό τη μορφή μη νομικά δεσμευτικών συστάσεων αλλά και νομικά δεσμευτικών συμβάσεων για
αυτά, βλ. JANUSZ SYMONIDES, ‘UNESCO’s Contribution to the Progressive Development of Human
Rights’, 5 Max Planck Yearbook of United Nations Law (2001), σ. 336.
18. Βλ. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., σ. 3 (σημ. 12).
19. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 11.
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
304
ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΓΙΟΥΨΑΝΗ
και τα παιχνίδια, τις μεθόδους παραγωγής ή τεχνολογίας, το φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον, τη τροφή, την ενδυμασία και τους χώρους καταφυγής, τις τέχνες, τα έθιμα και τις
παραδόσεις μέσω των οποίων τα άτομα, οι ομάδες ατόμων και οι κοινότητες εκφράζουν
την ανθρώπινη υπόστασή τους και τη σημασία που προσδίδουν στην ύπαρξή τους, και δομούν τη δική τους οπτική για τον κόσμο αντανακλώντας τις επαφές με τις εξωτερικές δυνάμεις που επηρεάζουν τις ζωές τους20.
Παρατηρείται λοιπόν ότι η Επιτροπή του Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ. προσεγγίζει και επίσημα
πλέον την έννοια culture μέσα από μια παραπλήσια οπτική με αυτή της Επιτροπής του
Δ.Σ.Α.Π.Δ., που στο Σχόλιό της για το άρθρο 27 επισήμανε πως: «[α]ναφορικά με την
άσκηση των πολιτιστικών δικαιωμάτων που προστατεύονται από το άρθρο 27, η Επιτροπή παρατηρεί ότι η πολιτιστική ζωή εκδηλώνεται με διάφορες μορφές, περιλαμβανομένου ενός συγκεκριμένου τρόπου ζωής που συνδέεται με τη χρήση των πόρων της γης,
ιδιαίτερα στην περίπτωση των αυτόχθονων λαών. Αυτό το δικαίωμα μπορεί να περιλαμβάνει παραδοσιακές δραστηριότητες, όπως είναι το ψάρεμα ή το κυνήγι και η διαβίωση
σε καταυλισμούς που προστατεύονται από το νόμο»21. Η διαφορά έγκειται στο ότι η ερμηνευτική προσέγγιση της Επιτροπής του Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ. είναι πολύ πιο λεπτομερής και
περιεκτική και τυγχάνει γενικότερης εφαρμογής από την ειδικότερη περίπτωση των αυτόχθονων λαών. Στο πλαίσιο αυτού του «ανθρωπολογικού» ορισμού η Επιτροπή ζητά
από κράτη μέλη, κατά την εφαρμογή του δικαιώματος που εμπερικλείει το άρθρο 15 παρ.
1 (α) του Συμφώνου, να κινούνται πέρα από τις υλικές διαστάσεις του πολιτισμού (όπως
είναι τα μουσεία, οι βιβλιοθήκες, τα θέατρα, οι κινηματογράφοι και τα μνημεία) και να
υιοθετούν πολιτικές, προγράμματα και υποστηρικτικά μέτρα που να προωθούν επίσης
την αποτελεσματική πρόσβαση όλων στα άϋλα πολιτιστικά αγαθά (όπως είναι η γλώσσα,
οι γνώσεις και οι παραδόσεις)22. Αυτή η προσέγγιση της έννοιας του πολιτισμού ως, με20. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π, παρ. 13. Βλ. και MATTHEW CRAVEN, ‘The Right to Culture
in the International Covenant on Economic, Social and Cultural Rights’, στο ROD FISHER, BRIAN
GROOMBRIDGE, JULIA HÄUSERMANN και RITVA MITCHELL (επιμ.), Human Rights and Cultural Policies in a Changing Europe: The Right to Participate in Cultural Life, Arts Council of Finland, Helsinki, 1994, σ. 166.
21. Human Rights Committee, General Comment No 23: ‘The Rights of Minorities (Art.27)’,
UN Doc. CCPR/C/21/Rev.1/Add.5.08/04/1994, παρ. 7. Βλ. GUDMUNDUR ALFREDSSON, ‘Minimum
Requirements for a New Nordic Sami Convention’, 68 Nordic Journal of International Law (1999),
σσ. 401-402, 404.
22. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 70. Βλ. και KISHORE SINGH, ‘UNESCO and Cultural
Rights’, στο HALINA NIEĆ (επιμ.), Cultural Rights and Wrongs, UNESCO and Institute of Art and
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
Δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή
305
ταξύ των άλλων, τρόπου ζωής που εμπερικλείει συστατικά στοιχεία της ταυτότητας των
μειονοτήτων, όπως γλώσσα, θρησκεία, έθιμα κ.ά. έχει μείζονα σημασία για την προάσπιση της μειονοτικής ετερότητας, καθώς αυτά ακριβώς είναι τα στοιχεία που τελούν υπό
διακινδύνευση με εξαφάνιση ή συρρίκνωση και χρήζουν άμεσης προστασίας23, ενώ κάτι
τέτοιο δεν συντρέχει απαραίτητα για την πλειονότητα, η οποία, π.χ., σπάνια αποκλείεται
από τη χρήση της γλώσσας της ή από τη διδασκαλία αυτής στην εκπαίδευση, από τη διατήρηση των παραδόσεών της κ.ά.24. Για αυτό, άλλωστε, και το δικαίωμα στην απόλαυση
του πολιτισμού / της πολιτιστικής ζωής αναγνωρίζεται στο Διεθνές Δίκαιο κυρίως μέσα
από κείμενα και διατάξεις που αφορούν τα δικαιώματα των μειονοτήτων και των αυτόχθονων λαών (π.χ. άρθρο 27 Δ.Σ.Α.Π.Δ.)25. Σε κάθε περίπτωση είναι ζωτική για τη μειονοτική προστασία η εννοιολογική στροφή που και επίσημα σφραγίζει με το Σχόλιό της η
Επιτροπή του Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ. από την πρόσληψη του πολιτισμού την εποχή της υιοθέτησης του Συμφώνου, υπό μια στενή υλιστική σύλληψη της «υψηλής τέχνης και των βέλτιστων γραμμάτων», σε μια ευρύτερη σύλληψη ως τρόπου ζωής που εμπερικλείει και μια
σειρά άϋλων αγαθών. Μέσα από αυτήν την ερμηνεία και σε συνδυασμό με την αποσαφήνιση των φορέων του δικαιώματος, στους οποίους η Επιτροπή, όπως καταδεικνύεται
παρακάτω, συγκαταλέγει τις μειονότητες ως τέτοιες και τα μέλη τους, η διάταξη αποκτά
νέα, ιδιαίτερη και δυναμική σημασία για την προστασία των μειονοτήτων.
Γ. Οι φορείς και η φύση των δικαιωμάτων της διάταξης – Το συλλογικό δικαίωμα
των μειονοτήτων στη δική τους πολιτιστική ζωή.
Μια από τις πιο σημαντικές πτυχές του Σχόλιου είναι η αποσαφήνιση των φορέων
και συνακόλουθα της φύσης των δικαιωμάτων που αναγνωρίζει, καθώς η σχετική ασάφεια που υπήρχε και ως προς αυτό το ζήτημα συνέβαλε στη διατήρηση της κατάστασης
παραμέλησης της διάταξης. Το θέμα είναι μείζονος σημασίας για τις μειονότητες και τα
Law, 1998, σ. 156, όπου η επισήμανση ότι για πολλές μειονότητες η διατήρηση της άϋλης πολιτιστικής τους κληρονομιάς συνιστά τη βασική πηγή της ταυτότητάς τους.
23. MICHAEL KIRBY, ‘Protecting Cultural Rights: Some Developments’, στο MARGARET WILSON και PAUL HUNT (επιμ.), Culture, Rights, and Cultural Rights - Perspectives from the South Pacific, Huia Publishers, Wellington, 2000, σ. 148.
24. Βλ. LYNDEL PROTT, ‘Understanding One Another on Cultural Rights’, στο HALINA NIEĆ
(επιμ.), Cultural Rights and Wrongs, UNESCO and Institute of Art and Law, 1998, σ. 168.
25. ALEXANDRA XANTHAKI, ‘Multiculturalism and International Law: Discussing Universal
Standards’, 32 Human Rights Quarterly (2010), σ. 26.
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
306
ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΓΙΟΥΨΑΝΗ
μέλη τους, που αρχικά φαίνεται να αποκλείονταν από τη δυνατότητα συμμετοχής στη δική τους πολιτιστική ζωή, καθώς εικάζεται ως δεδομένο - ελλείψει ιδιαίτερων συζητήσεων κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες για το άρθρο 15 παρ. 1 (α) - ότι την εποχή της
υιοθέτησης της διάταξης η συμμετοχή νοούνταν τόσο από τους συντάκτες του Συμφώνου
όσο και ευρύτερα από τη διεθνή κοινότητα αποκλειστικά στο πλαίσιο της «μίας και μοναδικής» κουλτούρας της εθνικής κοινότητας26. Στο πλαίσιο αυτό είναι χαρακτηριστικό
το ότι δεν ευοδώθηκαν οι προσπάθειες της ΟΥΝΕΣΚΟ να εισαγάγει στοιχεία πολιτισμικού πλουραλισμού, προτείνοντας, αφενός, σε πρώτη φάση ενώπιον της τότε Επιτροπής
Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Ο.Η.Ε. την ενσωμάτωση στο άρθρο 15 διατύπωσης που
θα εγγυόταν «την ελεύθερη πολιτιστική ανάπτυξη των φυλετικών και γλωσσικών μειονοτήτων»27 και, αφετέρου, σε δεύτερη φάση ενώπιον της Γ.Σ των Η.Ε., την εισαγωγή διατύπωσης που θα αναγνώριζε στον καθένα / στην καθεμία «δικαίωμα συμμετοχής στην
πολιτιστική ζωή των κοινοτήτων που ανήκει»28.
Σε ό,τι αφορά, λοιπόν, ειδικότερα τις μειονότητες η Επιτροπή διατυπώνει πλέον και
επίσημα – είχαν προηγηθεί σχετικές θέσεις της αρχικά στις αναθεωρημένες οδηγίες του
1991 για τη σύνταξη των κρατικών αναφορών29 και σε σειρά ερωτημάτων προς τα κράτη
26. YVONNE DONDERS, ‘The Legal Framework of the Right to Take Part in Cultural Life’,
στο YVONNE DONDERS και VLADIMIR VOLODIN (επιμ.), Human Rights in Education, Science and
Culture: Legal Developments and Challenges, UNESCO/Ashgate, 2007, σ. 249.
27. Βλ. ‘Draft International Covenant on Human Rights and Measures of Implementation Draft Articles on Educational and Cultural Rights submitted by the Director - General of the United
Nations Educational, Scientific and Cultural Organization’, UN Doc. E/CN.4/541, 18 April 1951,
σ. 3.
28. Βλ. ANA FILIPA VRDOLJAK, ‘Self – Determination and Cultural Rights’, στο FRANCESCO
FRANCIONI και MARTIN SCHEININ (επιμ.), Cultural Human Rights, Martinus Nijhoff Publishers,
Leiden/Boston, 2008, σ. 57.
29. Τα πρώτα σημάδια μιας διαφορετικής προσέγγισης του δικαιώματος της συμμετοχής
στην πολιτιστική ζωή και δη μιας ενδιαφέρουσας ανάγνωσης του άρθρου 15 παρ. 1 (α) για τα μέλη
των μειονοτήτων από την πλευρά της Επιτροπής του Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ. αποτυπώθηκαν καταρχήν στις
αναθεωρημένες γενικές κατευθυντήριες οδηγίες, που υιοθέτησε η Επιτροπή κατά την πέμπτη συνεδρίασή της στα τέλη του 1990 (26 Νοεμβρίου - 14 Δεκεμβρίου 1990) για τη μορφή και το περιεχόμενο των αναφορών - εκθέσεων που υποβάλλουν προς αυτήν τα κράτη μέλη του Συμφώνου, σύμφωνα με τα άρθρα 16 και 17 του Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ. Σε αυτές τις οδηγίες, που παρείχαν ένα ομοιόμορφο πλαίσιο υπόδειξης των τρόπων εφαρμογής των διατάξεων του Συμφώνου, ώστε να διευκολύνεται η επεξεργασία των κρατικών αναφορών, ζητούνταν από τα κράτη μέλη να περιγράψουν στο
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
Δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή
307
μέλη κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 199030 και στη συνέχεια στις οδηγίες του
200831 - την άποψη ότι το άρθρο 15 παρ. 1 (α) περιλαμβάνει το δικαίωμα των μειονοτήτων ως συλλογικοτήτων και των μελών τους αφενός να συμμετέχουν στην πολιτιστική
ζωή της ευρύτερης κοινωνίας και αφετέρου να διατηρούν, να προωθούν και να αναπτύσσουν τo δικό τους πολιτισμό. Το δικαίωμα αυτό, συνεχίζει η Επιτροπή, εμπεριέχει την
υποχρέωση για τα κράτη μέλη να αναγνωρίζουν, να σέβονται και να προστατεύουν τους
πλαίσιο εφαρμογής του άρθρου 15 του Συμφώνου τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που υιοθετούν
για την υλοποίηση του δικαιώματος συμμετοχής του καθενός / της καθεμίας στην πολιτιστική ζωή,
που ο καθένας / η καθεμία θεωρεί σχετική [με τη ταυτότητά του / της]. Ειδικότερα, ζητούνταν από
τα κράτη μέλη να παρέχουν πληροφόρηση, μεταξύ των άλλων, «για την προώθηση της πολιτιστικής ταυτότητας ως παράγοντα αμοιβαίας εκτίμησης μεταξύ ατόμων, ομάδων, εθνών και περιοχών», καθώς και για «την προώθηση της επίγνωσης και απόλαυσης της πολιτιστικής κληρονομιάς
των εθνικών εθνοτικών ομάδων και μειονοτήτων και των αυτόχθονων λαών». Βλ. Committee on
Economic, Social and Cultural Rights, ‘Revised General Guidelines Regarding the Form and Contents of Reports to be submitted by States Parties under Articles 16 and 17 of the International
Covenant on Economic, Social and Cultural Rights’, UN Doc. E/C.12/1991/1, 17 June 1991, ANNEX, σσ. 19-20. Η Επιτροπή λοιπόν κατέστησε, για πρώτη φορά, σαφές με αυτές τις οδηγίες ότι
όλοι/όλες έχουν δικαίωμα να επιλέγουν σε ποια πολιτιστική ζωή επιθυμούν να συμμετάσχουν, υπονοώντας ότι αυτή δεν χρειάζεται να είναι απαραίτητα η επίσημη (εθνική) πολιτιστική ζωή των κρατών, βλ. ATHANASIA SPILIOPOULOU AKERMARK, Justifications of Minority Protection in International Law, Kluwer Law International, London/Hague/Boston, 1997, σ. 192.
30. Βλ., ενδεικτικά, List of Issues to be taken in Connection with the Consideration of the
Third Periodic Report of Portugal Concerning the Rights Referred to in Articles 1 to 15 of the
ICESCR (E/1994/104/Add.20), UN Doc. E/C.12/Q/POR/1, 21 May 1999, παρ. 35. List of Issues to
be taken in Connection with the Consideration of the Initial Report of Georgia Concerning the
Rights Covered by Articles 1 to 15 of the ICESCR (E/1990/5/Add.3) UN Doc. E/C.12/Q/GEO/1,
21 May 1999, παρ. 50.
31. Η Επιτροπή προχώρησε ένα βήμα περαιτέρω στις οδηγίες του 2008, ζητώντας από τα
κράτη μέλη στο πλαίσιο της υλοποίησης των δεσμεύσεων του άρθρου 15 παρ. 1(α) «να υποδεικνύουν τα μέτρα που λαμβάνουν για την προστασία της πολιτισμικής πολυμορφίας, την προώθηση της
επίγνωσης της πολιτιστικής κληρονομιάς των εθνοτικών, θρησκευτικών ή γλωσσικών μειονοτήτων
και των αυτόχθονων λαών και τη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για τη διατήρηση, ανάπτυξη, έκφραση και διάχυση της ταυτότητας, ιστορίας, κουλτούρας, γλώσσας, παραδόσεων και εθίμων
τους». Committee on Economic, Social and Cultural Rights, ‘Guidelines on Treaty - Specific
Documents to be submitted by States Parties under Articles 16 and 17 of the International Covenant
on Economic, Social and Cultural Rights, UN Doc. E/C.12/2008/2, 24 March 2009, παρ. 68.
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
308
ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΓΙΟΥΨΑΝΗ
μειονοτικούς πολιτισμούς, ως βασικό συστατικό της ταυτότητας των ίδιων των κρατών.
Συνακόλουθα, καταλήγει η Επιτροπή, “οι μειονότητες έχουν δικαίωμα στην πολιτιστική
τους πολυμορφία, στις παραδόσεις, στα έθιμα, στη θρησκεία, στις μορφές εκπαίδευσης,
στις γλώσσες, στα μέσα επικοινωνίας (εφημερίδες, ραδιόφωνο, τηλεόραση, διαδίκτυο)
και άλλες εκδηλώσεις της πολιτιστικής τους ταυτότητας και ιδιότητας”32.
Διαπιστώνεται, λοιπόν, ότι η Επιτροπή υιοθετεί εμφατικά την προσέγγιση ότι οι
μειονότητες ως συλλογικότητες και τα μέλη τους έχουν το δικαίωμα να συμμετέχουν και
στη δική τους πολιτιστική ζωή και όχι μόνο αποκλειστικά σε αυτή της κρατούσας εθνικής κοινότητας, όπως θεωρείται ότι ήταν το αρχικό νόημα της διάταξης, σύμφωνα με την
αποδιδόμενη πρόθεση των συντακτών του άρθρου 15 παρ. 1 (α). Ειδικότερα, η Επιτροπή
ενσωματώνει στο δικαίωμα συμμετοχής των μειονοτήτων στην πολιτιστική ζωή τους όλα
εκείνα τα στοιχεία που αποτελούν τον πυρήνα της μειονοτικής ταυτότητας (γλώσσα,
θρησκεία, παραδόσεις, έθιμα) και προσδίδει στην προστασία τους έντονη συλλογική
χροιά, καθώς αναγνωρίζει και τις ίδιες τις μειονότητες per se και όχι μόνο τα μέλη τους
ως φορείς του δικαιώματος. Άλλωστε, η ισχυρή συλλογική διάσταση του δικαιώματος
καταδεικνύεται και από το ότι η Επιτροπή, συντασσόμενη προφανώς με τη θέση ότι αφενός τα πολιτιστικά δικαιώματα είναι εγγενώς (και) συλλογικά δικαιώματα33 και αφετέρου ότι τα τελευταία όχι μόνο δεν υποσκάπτουν τα ατομικά, αλλά τουναντίον τα εμπλουτίζουν και αντίστροφα34, αναγνωρίζει ρητά ως ενεργητικά νομιμοποιούμενους στην
άσκησή του, όχι μόνο μεμονωμένα άτομα ή άτομα με ένωση με άλλα μέλη της ομάδας,
αλλά και τις ομάδες - κοινότητες ως τέτοιες. Έτσι, διευκρινίζει ότι ο όρος «καθένας / καθεμία» (everyone) στην πρώτη γραμμή του άρθρου 15 δύναται να αναφέρεται στο άτομο
ή στη συλλογικότητα (collective). Με άλλα λόγια, επεξηγεί η Επιτροπή, τα πολιτιστικά
δικαιώματα μπορούν να ασκηθούν από ένα πρόσωπο α) ατομικά, β) με ένωση με άλλους,
ή γ) εντός μιας κοινότητας ή ομάδας ως τέτοιας35.
32. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 32.
33. Βλ. ενδεικτικά STEPHEN A. HANSEN, ‘The Right to Take Part in Cultural Life: Toward
Defining Minimum Core Obligations Related to Article 15 (1) (A) of the International Covenant on
Economic, Social and Cultural Rights’, στο AUDREY CHAPMAN και SAGE RUSSEL (επιμ.), Core Obligations: Building a Framework for Economic, Social and Cultural Rights, Intersentia, Antwerp /
Oxford/New York, 2002, σ. 288.
34. FLEUR JOHNS, ‘Portrait of the Artist as a White Man: The International Law of Human
Rights and Aboriginal Culture’, 16 Australian Yearbook of International Law (1995), σ. 173.
35. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 9. Βλ. και την επιδοκιμαστική θέση της ειδικής
εμπειρογνώμονος των Η.Ε. στο πεδίο των πολιτιστικών δικαιωμάτων για την προσέγγιση της ΕπιΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
Δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή
309
Η προσέγγιση είναι ριζοσπαστική και καινοτόμα και υπερβαίνει, σε ό,τι έχει να κάνει ειδικότερα με τις μειονοτικές διαστάσεις του δικαιώματος, την κλασική προσέγγιση
των διεθνών και περιφερειακών μειονοτικών κειμένων που παρέχουν δικαιώματα στα
μέλη των μειονοτήτων και όχι στις μειονότητες καθαυτές36. Βέβαια, αναγνωρίζεται στα
κείμενα και κάποια συλλογική διάσταση στη μειονοτική προστασία μέσω καταρχήν της
δυνατότητας της από κοινού άσκησης των ατομικών δικαιωμάτων37. Έτσι, το άρθρο 27
του ΔΣΑΠΔ, αναγνωρίζει δικαιώματα στα πρόσωπα που ανήκουν σε μειονότητες και όχι
στις ίδιες per se38, παρέχοντας, ωστόσο, στα άτομα - μέλη μιας μειονότητας τη δυνατότητα της από κοινού με άλλα μέλη της ομάδας άσκησης των δικαιωμάτων αυτών39, όπως
έχει επισημάνει και η αρμόδια για τον έλεγχο της εφαρμογής του Συμφώνου Επιτροπή
Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Γενικό Σχόλιο που έχει επεξεργαστεί για τη συγκεκριμένη διάταξη40. Στο πλαίσιο μάλιστα αυτό έχει επιπλέον αποφανθεί, σε υποθέσεις που έχει
επιληφθεί αναφορικά με επικαλούμενες παραβιάσεις της διάταξης, ότι «…μια ομάδα
ατόμων, που διατείνονται πως είναι θύματα της ίδιας παραβίασης, μπορούν να υποβάλουν μαζί μια αναφορά καταγγέλλοντας την προσβολή των δικαιωμάτων τους»41. Αυτή,
ωστόσο, η «συλλογική όψη», όπως έχει χαρακτηρισθεί42, της προστασίας των ατομικών
τροπής, ‘Report of the Independent Expert in the Field of Cultural Rights, Ms. FARIDA SHAHEED,
submitted pursuant to Resolution 10/23 of the Human Rights Council’, UN Doc. A/HRC/14/36, 22
March 2010, παρ. 10.
36. Βλ. ΑΝΤΩΝΗΣ ΜΠΡΕΔΗΜΑΣ, Προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων και Εδαφική Ακεραιότητα των Κρατών, 18 Δικαιώματα του Ανθρώπου (2003), σ. 398.
37. ΜΙΧΑΛΗ Ι. ΧΑΡΟΚΟΠΟΥ και ΒΑΣΙΛΗ Π. ΤΖΕΒΕΛΕΚΟΥ, Το Μειονοτικό Ζήτημα στο Διεθνές
Πολιτικό Στερέωμα: Διαστάσεις και Προοπτικές Διεθνούς Συνεργασίας, Εφαρμογές Δημοσίου Δικαίου, Έτος ΙΔ΄, Τεύχος 1 (2001), σσ. 60-61.
38. ΛΑΜΠΡΟΣ ΜΠΑΛΤΣΙΩΤΗΣ - ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΙΣΤΕΛΙΚΗΣ, Η Μειονοτική Εκπαίδευση της
Θράκης. Συλλογή Νομοθεσίας - Σχόλια, Αθήνα - Κομοτηνή, 2001, σσ. 17-18.
39. ΣΤΕΛΙΟΣ ΠΕΡΡΑΚΗΣ, Προβληματισμοί για το Σύγχρονο Νομικό Καθεστώς των Μειονοτήτων υπό το Φως της Σύμβασης - Πλαισίου για την Προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων: Η Μετεξέλιξη του Δικαιϊκού Πλαισίου, στο Α. ΜΠΡΕΔΗΜΑΣ - Λ.Α. ΣΙΣΙΛΙΑΝΟΣ (Διευθ. Εκδ.), Η Προστασία των
Μειονοτήτων: Η Σύμβαση - Πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης, Αθήνα – Κομοτηνή, 1997, σ. 68.
40. Βλ. UN Doc. CCPR/C/21/Rev.1/Add.5, ό.π., παρ. 6.2.
41. ΣΤΕΛΙΟΥ Ε. ΠΕΡΡΑΚΗ, Τα Δικαιώματα των Λαών. Επιχειρηματολογία για Νομικές Αντιστίξεις και Οριοθετήσεις, στο ΣΤΕΛΙΟΣ Ε. ΠΕΡΡΑΚΗΣ (επιμ.), Τα Δικαιώματα των Λαών και των Μειονοτήτων: Μια Προβληματική σε Εξέλιξη, Αθήνα - Κομοτηνή, 1993, σ. 51.
42. Βλ. ΛΙΝΟΣ - ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΣΙΣΙΛΙΑΝΟΣ, Η Προστασία των Μειονοτήτων στην Ευρώπη:
Συλλογικές Όψεις Ατομικών Δικαιωμάτων, στο Α. ΜΠΡΕΔΗΜΑΣ - Λ.Α. ΣΙΣΙΛΙΑΝΟΣ (Διευθ. Εκδ.), Η
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
310
ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΓΙΟΥΨΑΝΗ
μειονοτικών δικαιωμάτων, που απορρέει από τη δυνατότητα της από κοινού, με άλλα μέλη της ομάδας, άσκησής τους είναι διαφορετική από την έννοια των συλλογικών δικαιωμάτων, όπως, λόγου χάρη, τονίζεται στην Επεξηγηματική Έκθεση της Σύμβασης Πλαίσιο43. Όμως, «η ενδιάμεση λύση της άσκησης «από κοινού» ορισμένων δικαιωμάτων δεν
μπορεί να ικανοποιήσει περιπτώσεις αμιγών συλλογικών δικαιωμάτων, όπου η ομάδα και
μόνον αυτή – από τη φύση του δικαιώματος – μπορεί να είναι υποκείμενο δικαίου»44.
Τέτοια δικαιώματα είναι, π.χ., τα πολιτιστικά δικαιώματα που «...αποκτούν την πλήρη
τους έννοια όταν εκφράζονται σε ένα συλλογικό περιβάλλον...»45, καθώς οι πολιτιστικοί
θεσμοί και παραδόσεις μπορούν να διατηρηθούν μόνο σε συλλογική - κοινοτική βάση,
για αυτό και είναι απαραίτητη η αναγνώριση και προστασία των πολιτιστικών μειονοτικών δικαιωμάτων ως συλλογικών46. Τέτοιο είναι και το δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή, που παραπέμπει έντονα στην έννοια της συλλογικότητας47. Τα κράτη βέΠροστασία των Μειονοτήτων: Η Σύμβαση Πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης, Αθήνα - Κομοτηνή, 1997, σ. 93 επ.
43. Βλ. ‘Explanatory Memorandum on the Framework Convention for the Protection of National Minorities’, 16 Human Rights Law Journal (1995), σσ. 102 (παρ. 13), 103 (παρ. 31). Όπως
εύγλωττα και ρεαλιστικά παρατηρούσε ο ΒΥΡΩΝ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ: «Δεν με παραξενεύει μια τέτοια διγλωσσία στη διατύπωση, γιατί στη δουλειά που άσκησα επί 35 χρόνια, αναγκαζόμαστε συχνά να κατασκευάζουμε τέτοιες διατυπώσεις που να συγκαλύπτουν, προσωρινά έστω, διαφορές
ουσίας. Αλλά λυπάμαι εκείνους που θα πρέπει να αναζητήσουν την ευκρίνεια και σαφήνεια της
νομικής επιστήμης σε τέτοιες διατυπώσεις», «Η Διεθνής Πολιτική και το Διεθνές Δίκαιο στο Θέμα
των Μειονοτήτων», 18 Δικαιώματα του Ανθρώπου (2003), σ. 424.
44. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΙΤΣΕΛΙΚΗ, Το Διεθνές και Ευρωπαϊκό Καθεστώς Προστασίας των
Γλωσσικών Δικαιωμάτων των Μειονοτήτων και η Ελληνική Έννομη Τάξη, Αθήνα - Κομοτηνή,
1996, σ. 212.
45. ΦΩΤΕΙΝΗ ΠΑΖΑΡΤΖΗ, «Μειονοτική Ταυτότητα και Πολιτιστικά Δικαιώματα», στο Α.
ΜΠΡΕΔΗΜΑΣ / Λ.Α. ΣΙΣΙΛΙΑΝΟΣ (Διευθ. Εκδ.), Η Προστασία των Μειονοτήτων: Η Σύμβαση Πλαίσιο
του Συμβουλίου της Ευρώπης, Αθήνα - Κομοτηνή, 1997, σ. 90, όπου και η επισήμανση ότι «[κ]άτω
από αυτή την οπτική, δε μπορεί να νοηθεί ουσιαστική προστασία χωρίς παράλληλη αναγνώριση
της συλλογικής υπόστασης των μειονοτήτων».
46. Βλ. ενδεικτικά RΟDOLFO STAVENHAGEN, ‘Cultural Rights and Universal Human Rights’,
στο ASBJØRN EIDE / CATARINA KRAUSE / ALLAN ROSAS (επιμ.), Economic, Social and Cultural
Right: A Textbook, Dordrecht/Boston/London, 1995, σ. 68.
47. PATRICK THORNBERRY, ‘Cultural Rights and Universality of Human Rights’, Day of General Discussion – Right to Take Part in Cultural Life (article 15 (1) (a) of the Covenant), UN Doc.
E/C.12/40/15, 9 May 2008, σ. 9.
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
Δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή
311
βαια είναι απρόθυμα να αναγνωρίσουν συλλογικά δικαιώματα στις μειονότητες, φοβούμενα ότι κάτι τέτοιο συνεπάγεται κινδύνους για την εδαφική τους κυριαρχία και ακεραιότητα48. Όμως, «...η προστασία συλλογικών δικαιωμάτων των μειονοτήτων δεν οδηγεί
κατ’ ανάγκη σ’ αυτό το αποτέλεσμα...», αφού «[μ]ια μειονότητα, στην οποία αναγνωρίζονται συλλογικά δικαιώματα, είναι απίθανο να στραφεί εναντίον του Κράτους στο οποίο
διαμένει», χωρίς βέβαια αυτό να είναι απόλυτο49. Σε κάθε περίπτωση η έστω «έμμεση αν και διστακτική - αναγνώριση» της ανάγκης προάσπισης της μειονοτικής ταυτότητας
ως τέτοιας50, δια της αναγνώρισης της μειονότητας ως φορέα «δικαιωμάτων ως προς την
προστασία της ύπαρξής της και τη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για τη διατήρηση και
ανάπτυξη της ταυτότητάς της»51, αρχής γενομένης με την παράγραφο 19 του Καταληκτικού Κειμένου της Συνάντησης της Βιέννης της τότε Διάσκεψης για την Ασφάλεια και τη
Συνεργασία στην Ευρώπη (ΔΑΣΕ, 1989) και στη συνέχεια με την παράγραφο 33 του
Κειμένου της Κοπεγχάγης (1990), το άρθρο 1 της σχετικής Διακήρυξης των Η.Ε. (1992)
και το άρθρο 5 παρ. 1 της Σύμβασης Πλαίσιο (1995), δεν είναι άγνωστη στο Διεθνές Δίκαιο. Πάνω σε αυτή την «κοινοτική διεύρυνση»52 της μειονοτικής προστασίας, λοιπόν,
48. RUSSEL LAWRENCE BARSH, ‘The United Nations and Protection of Minorities’, 58 Nordic
Journal of International Law (1989), σ. 188.
49. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ, «Ζητήματα Προστασίας των Δικαιωμάτων των Μειονοτήτων υπό το Φως της Διάλυσης της Πρώην Γιουγκοσλαβίας», 21 Ελληνική Επιθεώρηση Ευρωπαϊκού Δικαίου, Ειδικό Τεύχος (2001), σσ. 86, 88, ο οποίος σχολιάζει πρόσθετα ότι «[τ]ο επιχείρημα
υπέρ της διεθνούς αναγνώρισης συλλογικών δικαιωμάτων σε μειονότητες είναι πράγματι ισχυρό».
Για μια διαμετρικά αντίθετη θέση που υποστηρίζει ότι «[η] αναγνώριση ειδικών συλλογικών δικαιωμάτων σε μειονοτικές ομάδες, παρά την ελπίδα ότι θα αποσυμπιέσει εθνικιστικές εξάρσεις,
δεν αποτελεί λύση…[η] λύση… βρίσκεται στη βαθύτερη και εκτενέστερη προστασία των ατομικών δικαιωμάτων», βλ. ΚΡΑΤΕΡΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ, «Από τα Δικαιώματα των Μειονοτήτων στα Δικαιώματα των Λαών: Η Φαινομενολογία των Εθνικισμών στο Σύγχρονο Διεθνές Δίκαιο», στο ΣΤΕΛΙΟΣ Ε.
ΠΕΡΡΑΚΗΣ (επιμ.), Τα Δικαιώματα των Λαών και των Μειονοτήτων - Μια Προβληματική σε Εξέλιξη,
Αθήνα - Κομοτηνή, 1993, σ. 30.
50. ΠΑΖΑΡΤΖΗ, ό.π., σσ. 85-86.
51. ΛΕΝΑ ΔΙΒΑΝΗ, «Η Σύμβαση - Πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης και το Σύστημα Μειονοτικής Προστασίας της ΚτΕ: Μαθαίνοντας από τα Λάθη του Παρελθόντος», στο Α. ΜΠΡΕΔΗΜΑΣ Λ.Α. ΣΙΣΙΛΙΑΝΟΣ (Διευθ. Εκδ.), Η Προστασία των Μειονοτήτων: Η Σύμβαση Πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης, Αθήνα - Κομοτηνή, 1997, σ. 32.
52. ΧΡΗΣΤΟΥ Π. ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ, «Δικαιώματα Ομάδων: Αυτοδιάθεση, Αυτόχθονες Λαοί,
Μειονότητες», στο ΣΤΕΛΙΟΣ Ε. ΠΕΡΡΑΚΗΣ (επιμ.), Τα Δικαιώματα των Λαών και των Μειονοτήτων Μια Προβληματική σε Εξέλιξη, Αθήνα - Κομοτηνή, 1993, σ. 142.
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
312
ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΓΙΟΥΨΑΝΗ
«χτίζει» η Επιτροπή απαντώντας στο ερώτημα «[σ]υλλογικά ή ατομικά δικαιώματα των
μειονοτήτων[;]»53 με τρόπο συνθετικό και ρεαλιστικά, ικανό να καταστήσει τη διάταξη
πυλώνα ουσιαστικής προστασίας των πολιτιστικών δικαιωμάτων τους.
Δ. Το κανονιστικό περιεχόμενο της έννοιας της συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή.
Η Επιτροπή, μετά την αποσαφήνιση τόσο του πεδίου προστασίας που η διάταξη
καλύπτει μέσω της προαναφερόμενης προσδιοριστικής προσέγγισης της έννοιας κλειδί
culture όσο και των φορέων και της φύσης των δικαιωμάτων του άρθρου 15 παρ. 1 (α)
μέσω της επεξήγησης της έννοιας του «καθενός / της καθεμίας» (everyone), προβαίνει
και σε μια εννοιολογική αποσαφήνιση της έννοιας της «συμμετοχής» της υπό εξέταση
νόρμας, καθιστώντας, πλέον, αρκούντως σαφές το κανονιστικό περιεχόμενο της διάταξης. Η Επιτροπή, λοιπόν, διακρίνει στο δικαίωμα της συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή
τρία κύρια και αλληλοσυνδεόμενα στοιχεία, α) της συμμετοχής (participation), β) της
πρόσβασης (access), και γ) της συμβολής (contribution)54. Επισημαίνεται ότι, και σε αυτήν την περίπτωση, η ερμηνεία της Επιτροπής παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον για τις
μειονότητες και τα μέλη τους, ακόμη κι όταν δεν αναφέρεται ρητά σε αυτές. Έτσι:
«α) η συμμετοχή καλύπτει, μεταξύ των άλλων, το δικαίωμα του καθενός / της καθεμιάς - από μόνου του / μόνης της ως ατόμου ή με ένωση με άλλους ή ως κοινότητας [προσθήκη έμφασης]- να επιλέγει ελεύθερα την ταυτότητά του / της, να ταυτίζεται ή όχι με μία
ή περισσότερες κοινότητες ή να αλλάζει αυτή την επιλογή, να μετέρχεται των δικών του /
της πολιτιστικών πρακτικών και να εκφράζεται στη γλώσσα της επιλογής του / της55.
β) η πρόσβαση αναφέρεται, μεταξύ των άλλων, στο δικαίωμα του καθενός / της
καθεμιάς – από μόνου του / μόνης της ως ατόμου ή με ένωση με άλλους ή ως κοινότητας
[προσθήκη έμφασης]– να γνωρίζει και να κατανοεί τον πολιτισμό του / της και τον πολιτισμό των άλλων μέσω της εκπαίδευσης και της πληροφόρησης και να λαμβάνει ποιοτική εκπαίδευση με δέοντα σεβασμό για την πολιτιστική του / της ταυτότητα. Καθένας /
καθεμία έχει επίσης το δικαίωμα να ακολουθεί ένα τρόπο ζωής που συνδέεται με τη χρήση των πολιτιστικών αγαθών και πόρων, όπως είναι η γη, το νερό, η βιοποικιλότητα, η
γλώσσα ή συγκεκριμένοι θεσμοί56.
53. ΣΤΕΛΙΟΥ ΠΕΡΡΑΚΗ, «Ο Νέος Διευρυμένος Ρόλος των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου», στο
ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΚΟΥΦΑ (Διευθ. Εκδ.), 50 Χρόνια της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του
Ανθρώπου 1948-1998, Θεσσαλονίκη, 1999, σ. 115.
54. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 15.
55. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 15 (a).
56. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 15 (b).
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
Δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή
313
γ) η συμβολή στην πολιτιστική ζωή αναφέρεται στο δικαίωμα συμμετοχής του καθενός / της καθεμιάς στη δημιουργία των υλικών, πνευματικών και συναισθηματικών
εκφράσεων μιας κοινότητας. Αυτό περιλαμβάνει το δικαίωμα συμμετοχής στον ορισμό,
επεξεργασία και εφαρμογή των πολιτικών και αποφάσεων που επιδρούν στην άσκηση
των πολιτιστικών δικαιωμάτων ενός προσώπου»57.
Προβαίνοντας σε κάποιες γενικές επισημάνσεις, παρατηρείται, καταρχάς, η έμφαση
που προσδίδει η Επιτροπή, όπως γίνεται εμφανές και από τις επανειλημμένες αναφορές
της στο Σχόλιο58, στο δικαίωμα της ελεύθερης επιλογής της ταυτότητας που αποτελεί
συστατικό στοιχείο του δικαιώματος του αυτοπροσδιορισμού, το οποίο έχει χαρακτηριστεί ως «πεμπτουσία» της μειονοτικής προστασίας59. Το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού ως δικαίωμα του ανήκειν αποτυπώθηκε για πρώτη φορά στο Καταληκτικό Κείμενο
της Κοπεγχάγης (1990) της τότε ΔΑΣΕ.60 Συγκεκριμένα, η παράγραφος 32 του κειμένου
ορίζει πως «[τ]ο να ανήκει κανείς σε μια εθνική μειονότητα είναι θέμα ατομικής επιλογής και κανένα μειονέκτημα δεν πρέπει να προκύπτει από την άσκηση αυτής της επιλογής»61. Σύμφωνα, μάλιστα, με μια νηφάλια προσέγγιση, η προσωπική αυτή επιλογή των
ατόμων όχι μόνο δεν πρέπει να επιφέρει αρνητικές συνέπειες, αλλά «...ούτε και μπορεί
να αμφισβητηθεί από το κράτος»62. Βέβαια, οι διατάξεις της πρώην ΔΑΣΕ και νυν ΟΑΣΕ
57. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 15 (c).
58. Βλ. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 49 (a), 55, 55 (b).
59. ΜΑΡΙΑΣ ΒΟΝΔΙΚΑΚΗ - ΤΕΛΑΛΙΑΝ, «Η Ανθρώπινη Διάσταση της ΔΑΣΕ», στο ΣΤΕΛΙΟΣ Ε.
ΠΕΡΡΑΚΗΣ (επιμ.), Τα Δικαιώματα των Λαών και των Μειονοτήτων - Μια Προβληματική σε Εξέλιξη,
Αθήνα - Κομοτηνή, 1993, σ. 252.
60. Βλ. Καταληκτικό Κείμενο της Διάσκεψης για την Ανθρώπινη Διάσταση της ΔΑΣΕ (ΔΑΣΕ, Κοπεγχάγη, Ιούλιος 1990), στο ΣΤΕΛΙΟΣ Ε. ΠΕΡΡΑΚΗΣ (επιμ.), Τα Δικαιώματα των Λαών και
των Μειονοτήτων - Μια Προβληματική σε Εξέλιξη, Αθήνα - Κομοτηνή, 1993, σσ. 313 επ.
61. ΑΘΗΝΑ ΣΚΟΥΛΑΡΙΚΗ, «Δηλώσεις Εθνικών Φρονημάτων: Ο Πολιτικός Λόγος και η Δημόσια Αντιπαράθεση στην Ελλάδα· Σχετικά με τον Αυτοπροσδιορισμό των Μειονοτήτων και την Υποψηφιότητα της Γκιουλμπεγιαζ Κάρα Χασάν», στο ΜΙΛΤΟΣ ΠΑΥΛΟΥ και ΑΘΗΝΑ ΣΚΟΥΛΑΡΙΚΗ (επιμ.),
Μετανάστες και Μειονότητες - Λόγος και Πολιτικές, Αθήνα, 2009, σ. 72.
62. Βλ. ΜΑΡΙΑ ΤΕΛΑΛΙΑΝ, «Διεθνή Κείμενα Προστασίας Μειονοτήτων - Νεώτερες Εξελίξεις»,
στο Π. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ / ΑΛ. ΗΡΑΚΛΕΙΔΗΣ / Π. ΚΑΖΑΚΟΣ / ΧΡ. ΡΟΖΑΚΗΣ / Μ. ΤΕΛΑΛΙΑΝ, Ζητήματα Μειονοτήτων στην Ευρώπη, Κείμενο Εργασίας Νο 17, ΕΚΕΜ, Αθήνα, 1992, σ. 43. Βλ. και ΝΙΚΟΣ Κ. ΑΛΙΒΙΖΑΤΟΣ, «Έχουν οι Μειονότητες το Δικαίωμα να Αυτοπροσδιορίζονται;», 35 Ανθρώπινα Δικαιώματα (2007), σ. 846, όπου η θέση ότι «...το δικαίωμα του ατομικού αυτοπροσδιορισμού, όπως όλοι
πλέον δέχονται σήμερα, είναι κατοχυρωμένο και δεν υπόκειται κατ’ αρχήν σε περιορισμούς».
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
5
314
ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΓΙΟΥΨΑΝΗ
είναι, κατά την κρατούσα άποψη, ηθικής και πολιτικής και όχι νομικής υφής63. Ωστόσο,
αυτό δεν συνεπάγεται ότι δεν δημιουργούν δεσμεύσεις, καθώς τα κράτη οφείλουν να εκπληρώνουν τις διατάξεις πολιτικών συμφωνιών σύμφωνα με τη νομική υποχρέωση να
πράττουν με καλή πίστη64. Οι αυτές επισημάνσεις ισχύουν και για τη Διακήρυξη των
Η.Ε. για τα Δικαιώματα των Προσώπων που Ανήκουν σε Εθνικές ή Εθνοτικές, Θρησκευτικές και Γλωσσικές Μειονότητες (1992), η οποία αναφέρεται πιο έμμεσα στο δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού, ορίζοντας στο άρθρο 3 παρ. 2 πως «κανένα μειονέκτημα δεν θα προκύπτει έναντι οποιουδήποτε ατόμου ανήκει σε μειονότητα, ως συνέπεια της
άσκησης ή της μη άσκησης των δικαιωμάτων που τίθενται στην παρούσα Διακήρυξη»65.
Έπεται, σε επίπεδο νομικά δεσμευτικού κειμένου, η Σύμβαση Πλαίσιο για την Προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων (1995) που προβλέπει στο άρθρο 3 παρ. 1 ότι «[κ]άθε
άτομο που ανήκει σε εθνική μειονότητα έχει το δικαίωμα να επιλέγει ελεύθερα αν θα
αντιμετωπίζεται ή όχι βάσει της ιδιότητάς του αυτής και καμία δυσμενής επίπτωση δεν
μπορεί να προκύψει από την επιλογή αυτή»66. Εν προκειμένω, το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού φαίνεται να αναγνωρίζεται υπό μια πιο πλουραλιστική, διττή διάσταση,
αυτή δηλαδή της ελευθερίας των ατόμων να επιλέγουν να ανήκουν στη μειονοτική κοινότητά τους χωρίς να αντιμετωπίζουν διακρίσεις για αυτόν τον λόγο από τις κρατικές
αρχές ή / και τη δεσπόζουσα εθνοτική ομάδα, αλλά και παράλληλα και εναλλακτικά της
ελευθερίας ταύτισης με την πλειονότητα / άρνησης της μειονοτικής ταυτότητας χωρίς
αυτό να συνεπάγεται διακρίσεις και αποκλεισμούς από τους φορείς, θεσμικούς ή άτυπους, μιας μειονότητας67.
63. ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΙΑΚΟΥΜΟΠΟΥΛΟΣ, «Το Μειονοτικό Φαινόμενο στην Ελλάδα και η Ευρωπαϊκή
Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου», στο ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΙΤΣΕΛΙΚΗΣ και ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ (επιμ.), Το Μειονοτικό Φαινόμενο στην Ελλάδα - Μια Συμβολή των Κοινωνικών Επιστημών, Αθήνα, 1997, σ. 28.
64. ΑΛΕΞΗΣ ΗΡΑΚΛΕΙΔΗΣ, «Ο ΟΑΣΕ και η Προστασία των Μειονοτήτων», στο Α. ΜΠΡΕΔΗΜΑΣ/Λ.-Α. ΣΙΣΙΛΙΑΝΟΣ (Διευθ. Εκδ.), Η Προστασία των Μειονοτήτων - Η Σύμβαση - Πλαίσιο του
Συμβουλίου της Ευρώπης, Αθήνα – Κομοτηνή, 1997, σ. 39.
65. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Ε. ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΣ, Η Διεθνής Προστασία των Μειονοτήτων και η Αντιμετώπισή
τους στα Παρευξείνια Κράτη της Πρώην Ε.Σ.Σ.Δ., Αθήνα, 2010, σ. 131.
66. ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΜΑΝΩΛΟΠΟΥΛΟΥ - ΒΑΡΒΙΤΣΙΩΤΗ, Μειονότητες στην Ελλάδα: Η Τρίτη Άποψη,
Αθήνα, 2008, σ. 22.
67. Βλ. ΑΝΤΩΝΗΣ ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, «Τα Συστήματα Μειονοτικής Προστασίας της Κοινωνίας
των Εθνών και του Συμβουλίου της Ευρώπης: Προσπάθεια Συγκριτικής Μελέτης», Εφαρμογές Δημοσίου Δικαίου, Έτος ΙΣΤ΄, Τεύχος III (2003), σ. 828. ΣΙΣΙΛΙΑΝΟΣ, ό.π., σσ. 120-121, ο οποίος σχοΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
Δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή
315
Από τη γραμματική ερμηνεία των προαναφερόμενων διατάξεων δύναται να συναχθεί το συμπέρασμα ότι το εν λόγω δικαίωμα αναγνωρίζεται αποκλειστικά ως ατομικό
δικαίωμα και όχι και ως συλλογικό - ακόμη κι αν αρκετά μέλη μιας μειονότητας επιλέγουν να αυτοπροσδιορίζονται με την ίδια ομαδική ταυτότητα - αφού οι σχετικές διατάξεις το παρέχουν στα μέλη των μειονοτήτων και όχι στις μειονότητες καθαυτές68. Η ερλιάζοντας τη διάταξη παρατηρεί πως «..το άτομο δεν θα πρέπει απαραίτητα να ταυτιστεί με την
ομάδα στην οποία ανήκει “φυσιολογικά”, με βάση δηλαδή τα λεγόμενα αντικειμενικά κριτήρια
προσδιορισμού των μειονοτήτων. Η ομάδα δεν μπορεί να εξαναγκάζει τα μέλη της να αφομοιωθούν σ’ αυτή. Το “δικαίωμα στη διαφορά” ισχύει όχι μόνον προς τη μειονότητα ως σύνολο σε σχέση με την πλειονότητα, αλλά και στο εσωτερικό της ίδιας της μειονοτικής ομάδας».
68. Αυτή λόγου χάρη ήταν και η επίσημη ερμηνεία και θέση της ελληνικής πλευράς απέναντι στο δικαίωμα του μειονοτικού αυτοπροσδιορισμού, βλ. ΑΛΕΞΗΣ ΗΡΑΚΛΕΙΔΗΣ, «Μειονότητες,
Εξωτερική Πολιτική και Ελλάδα», στο ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΙΤΣΕΛΙΚΗΣ και ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ
(επιμ.), Το Μειονοτικό Φαινόμενο στην Ελλάδα: Μια Συμβολή των Κοινωνικών Επιστημών, Αθήνα,
1997, σ. 217. Η στάση αυτή άλλαξε στο βαθμό που η άρνηση αναγνώρισης μιας συλλογικής ενιαίας εθνοπολιτικής ταυτότητας στη μειονότητα της Θράκης δεν γίνεται πλέον με βάση την επίκληση της ατομικής αποκλειστικά υφής του δικαιώματος του αυτοπροσδιορισμού, αλλά με βάση
το επιχείρημα ότι ακριβώς λόγω του σεβασμού του δικαιώματος του αυτοπροσδιορισμού η Ελληνική Πολιτεία αναγνωρίζει τρεις εθνοτικές ομάδες, τους τουρκογενείς, τους πομάκους και τους ρομά, που απαρτίζουν τη μειονότητα, θεωρώντας, έτσι, ότι οποιαδήποτε απόπειρα χαρακτηρισμού
της μειονότητας ως «τουρκικής» συνιστά αφενός παραβίαση του δικαιώματος αυτοπροσδιορισμού
των άλλων δύο εθνοτικών ομάδων που συνθέτουν τη μειονότητα και αφετέρου αφομοίωσής τους
από τη μεγαλύτερη πληθυσμιακή ομάδα κατά καταστρατήγηση των σχετικών διεθνών και περιφερειακών μειονοτικών διατάξεων. Βλ. ‘Consideration of Reports submitted by States Parties under
Article 40 of the Covenant: Greece’, UN Doc. CCPR/C/GRC/2004/1, 15 April 2004, παρ. 899, 903.
Συνιστά δε αναμφίβολα «νίκη» για το ελληνικό κράτος η πρόσφατη αποδοχή αυτής της θέσης της
από την Επιτροπή για την Εξάλειψη των Φυλετικών Διακρίσεων, βλ. Concluding Observations of
the Committee on the Elimination of Racial Discrimination: Greece, UN Doc. CERD/C/GRC/CO/
16-19, 14 September 2009, παρ. 9. Από την άλλη, βλ. τη θέση «…ότι μια τέτοια κατηγοριοποίηση
καθίσταται προβληματική από τη στιγμή που σημαντικό τμήμα του πληθυσμού φαίνεται πως πλέον
έχει εντάξει εαυτόν σε μια συλλογική έκφραση τουρκικής εθνικής συνείδησης». ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
ΤΣΙΤΣΕΛΙΚΗΣ και ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ, «Ο Εντοπισμός του Μειονοτικού Φαινομένου στην Ελλάδα από τη Νομική Επιστήμη και το Δίκαιο», στο ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΙΤΣΕΛΙΚΗΣ και ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ (επιμ.), Το Μειονοτικό Φαινόμενο στην Ελλάδα - Μια Συμβολή των Κοινωνικών Επιστημών, Αθήνα, 1997, σ. 436. Για «σύγκλιση των Πομάκων με τον τουρκόφωνο πληθυσμό» κάνει
λόγο η ΜΑΡΙΛΕΝΑ ΚΟΠΠΑ, Οι Μειονότητες στα Μετα - Κομμουνιστικά Βαλκάνια. Πολιτικές του ΚέΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
316
ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΓΙΟΥΨΑΝΗ
μηνεία αυτή βέβαια, αν και γραμματικώς τουλάχιστον δείχνει να είναι η πιο στέρεα, ενδέχεται να αδυνατεί, κατά περίπτωση, να δώσει λειτουργικές απαντήσεις σε σύνθετα και
πολιτικά φορτισμένα ζητήματα, όταν, λόγου χάριν, η πλειονότητα ή σημαντικό τμήμα
των μελών μιας μειονότητας αυτοπροσδιορίζεται ως έχουσα μια συγκεκριμένη ταυτότητα, αλλά δεν της επιτρέπεται να αυτοπροσδιοριστεί συλλογικά κατά αυτόν το τρόπο69.
Στο συγκεκριμένο σημείο λοιπόν η Επιτροπή, στο πλαίσιο της προαναφερόμενης προσέγγισής της, που αναγνωρίζει το δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή, ως α) ατομικό, β) ως ατομικό ομαδικής δράσης (άσκησή του από κοινού με άλλους / άλλες) αλλά και γ) ως καθαυτό συλλογικό, προβαίνει σε ένα ριζοσπαστικό βήμα μπροστά αναγνωρίζοντας, μεταξύ των άλλων, το δικαίωμα της κοινότητας (community) να επιλέγει ελεύθερα ως τέτοια την ταυτότητά της70.
Ενδιαφέρουσα, επίσης, διάσταση στην προσέγγιση της Επιτροπής στο ζήτημα είναι
ότι αποδεχόμενη ρεαλιστικά πως οι πολιτισμοί δεν έχουν δεδομένα σύνορα71, δεν συνιστούν απομονωμένες εκδηλώσεις ή ερμητικά κλειστούς χώρους, αλλά ζωντανές και αναπτυσσόμενες διαδικασίες αλληλεπίδρασης ατόμων και ομάδων72, αναγνωρίζει το υπό
εξέταση δικαίωμα ως δυνάμενο να ασκηθεί υπό τη μορφή είτε της παράλληλης επιλογής /
ταύτισης με πλείονες των μίας ταυτοτήτων, είτε της καθολικής άρνησης ταύτισης με
οποιαδήποτε ταυτότητα, με διαρκή πάντα δυνατότητα μεταστροφής αυτών των επιλογών.
Πρόκειται, ίσως, για την πιο περιεκτική νομική προσέγγιση που έχει επιχειρηθεί στο
πλαίσιο των Η.Ε. επί του συγκεκριμένου πάντα ζητήματος.
Ένα δεύτερο κομβικό στοιχείο, που τελεί σε αλληλένδετη σχέση με το δικαίωμα της
επιλογής του ανήκειν, συνιστά το δικαίωμα του μετέρχεσθαι των πολιτιστικών πρακτιντρου και Μειονοτικές Απαντήσεις, Αθήνα, 1997, σ. 53. Βλ. επίσης, για μια σύγχρονη κριτική προσέγγιση, ΤΑΣΟΣ ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ, Το “Μακεδονικό” της Θράκης: Κρατικοί Σχεδιασμοί για τους Πομάκους (1956-2008), Αθήνα, 2009.
69. Βλ., π.χ., τη θέση ότι «[ο]ι σχετικές διακηρύξεις Ελλήνων πολιτικών κατά τη δεκαετία
του 1990 για την εφαρμογή της αρχής του αυτοπροσδιορισμού, σε ατομικό και όχι συλλογικό επίπεδο, ασφαλώς απαιτούν μια πιο συγκροτημένη προσέγγιση και επαναδιατύπωση», ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
ΤΣΙΤΣΕΛΙΚΗΣ, «Η Ιστορική Προσέγγιση της Προστασίας των Μειονοτήτων στην Ελλάδα», στο ΜΙΧΑΛΗΣ ΤΣΑΠΟΓΑΣ/ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ (επιμ.), Τα Δικαιώματα στην Ελλάδα 1953-2003: Από
το Τέλος του Εμφυλίου στο Τέλος της Μεταπολίτευσης, Αθήνα, 2004, σ. 122.
70. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 15 (a), 49 (a), 55, 55 (b).
71. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 41.
72. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 11-12. Βλ. και STEPHEN J. TOOPE, ‘Cultural Diversity
and Human Rights (F.R. Scott Lecture)’, 42 McGill Law Journal (1997), σ. 181.
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
Δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή
317
κών της αρεσκείας του καθενός / της καθεμιάς, στο οποίο επανέρχεται συχνά η Επιτροπή
στο Σχόλιό της73. Ένα από τα ζητήματα λοιπόν που άπτονται της θεματικής των πολιτιστικών δικαιωμάτων, αποτελώντας μάλιστα αρκετές φορές τροχοπέδη για τη συζήτησή
τους74, είναι αυτό του πολιτισμικού σχετικισμού, της προβληματικής, δηλαδή, που σε
ό,τι αφορά ειδικότερα τις μειονότητες και τους αυτόχθονες λαούς ανακύπτει σχετικά με
εκείνες τις παραδόσεις τους, έθιμα και πρακτικές που παραβιάζουν ή παρεμποδίζουν την
άσκηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και που παρά ταύτα για ορισμένους δεν μπορούν
να υπαχθούν σε ουδέτερες αξιολογικές κρίσεις από τη στιγμή που απορρέουν από διαφορετικά πολιτισμικά συμφραζόμενα75. Στην αντίθετη περίπτωση σύμφωνα με αυτήν την
άποψη έχουμε επιβολή ξένων πολιτισμικών προτύπων και ειδικότερα, σε ό,τι αφορά την
έννοια και το περιεχόμενο των οικουμενικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των δυτικών αξιών76. Η Επιτροπή εξετάζει ενδελεχώς στο Σχόλιό της το συγκεκριμένο ζήτημα παρέχοντας τους κατευθυντήριους άξονες αντιμετώπισης του. Έτσι, υπενθυμίζει, επαναλαμβάνοντας τη σχετική διατύπωση της Διακήρυξης της Παγκόσμιας Διάσκεψης της Βιέννης
για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, ότι, αν και πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι εθνικές και
περιφερειακές ιδιαιτερότητες και το διαφορετικό ιστορικό, πολιτισμικό και θρησκευτικό
υπόβαθρο, είναι υποχρέωση των κρατών, ανεξαρτήτως των πολιτικών, οικονομικών ή
πολιτιστικών συστημάτων τους, να προωθούν και να προστατεύουν όλα τα ανθρώπινα
δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες77. Στη λογική αυτή, και παραπέμποντας παράλληλα στο ανάλογο άρθρο 4 της πρόσφατης Οικουμενικής Διακήρυξης της ΟΥΝΕΣΚΟ για την Πολιτιστική Πολυμορφία, η Επιτροπή τονίζει ότι «κανείς/καμιά δεν μπορεί
να επικαλείται την πολιτιστική πολυμορφία για να παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα
που αναγνωρίζονται από το διεθνές δίκαιο, ή να περιορίζει την εμβέλειά τους»78. Συνα73. Βλ. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 49 (a), 49 (d), 52 (b), 55 (c).
74. Βλ. ΕΛΣΑΣ ΣΤΑΜΑΤΟΠΟΥΛΟΥ, «Πολιτισμικά Δικαιώματα και Σύγχρονες Πραγματικότητες:
Το Δικαίωμα Συμμετοχής στην Πολιτισμική Ζωή», Αρμενόπουλος, Τεύχος 9, (2006), σ. 1398.
75. Βλ. ΣΟΦΙΑ ΔΑΣΚΑΛΟΠΟΥΛΟΥ, Πολιτισμικά Δικαιώματα και Διαπολιτισμική Επικοινωνία,
28 Δικαιώματα του Ανθρώπου (2005), σ. 1214.
76. Βλ. V. T. THAMILMARAN, ‘Cultural Rights in International Law’, 13 Sri Lanka Journal of
International Law (2001), σ. 80.
77. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 18. Βλ. και JANUSZ SYMONIDES, ‘Reflection on the
Human Rights Agenda at the Dawn of the Next Century’, στο ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΚΟΥΦΑ (Διευθ. Εκδ), 50
Χρόνια της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου 1948-1998, Αθήνα - Θεσσαλονίκη, 1999, σ. 172.
78. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 18. Βλ. και SOPHIA KOUKOULIS - SPILIOTOPOULOS,
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
318
ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΓΙΟΥΨΑΝΗ
κόλουθα και ειδικότερα, η Επιτροπή τονίζει ότι το άρθρο 15 παρ. 1 (α) δεν μπορεί να ερμηνεύεται κατά τρόπο που να υπονοεί για οποιοδήποτε κράτος, ομάδα ή πρόσωπο δικαίωμα να μετέρχεται δραστηριοτήτων ή να προβαίνει σε πράξεις που αποσκοπούν στη
βλάβη οποιουδήποτε από τα δικαιώματα και τις ελευθερίες που αναγνωρίζονται στο
Σύμφωνο79. Ειδικότερα, ως προς το ζήτημα της ισότιμης απόλαυσης από άνδρες και γυναίκες των δικαιωμάτων του Συμφώνου, η Επιτροπή τονίζει πως απαιτείται, μεταξύ των
άλλων, η εξάλειψη των θεσμικών και νομικών εμποδίων, όπως και αυτών που βασίζονται
σε αρνητικές πρακτικές, περιλαμβανομένων όσων αποδίδονται σε έθιμα και παραδόσεις,
που αποτρέπουν τις γυναίκες από το να συμμετέχουν πλήρως στην πολιτιστική ζωή80. Η
Επιτροπή, λοιπόν, επιβεβαιώνει το σχετικό consensus που έχει αναδυθεί σταδιακά και
επίπονα την τελευταία εικοσαετία και αποτυπωθεί και στις ειδικότερες οικείες διατάξεις
των διεθνών συμβατικών και μη κειμένων για τα δικαιώματα των μειονοτήτων και των
αυτόχθονων λαών αναφορικά με την οικουμενικότητα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και
το προβάδισμά τους έναντι πρακτικών που τα παραβιάζουν. Στο πλαίσιο αυτό η Επιτροπή επικεντρώνει ειδικότερα στο ότι η αποτυχία των κρατών να λαμβάνουν μέτρα για την
καταπολέμηση πρακτικών επιβλαβών για την ευημερία κάποιου ατόμου ή ομάδας προσώπων, συνιστά παραβίαση του άρθρου 15 παρ. 1 (α). Συγκεκριμένα, η θεμελίωση της
προαναφερόμενης θέσης της Επιτροπής έγκειται στο ότι οι επιβλαβείς αυτές πρακτικές,
περιλαμβανομένων εκείνων που αποδίδονται σε έθιμα και παραδόσεις, όπως είναι η κλειτοριδεκτομή των γυναικών και οι κατηγορίες για την εξάσκηση μαγείας, θέτουν εμπόδια
στην απόλαυση από τα θιγόμενα πρόσωπα του δικαιώματος της συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή81.
Περαιτέρω, ένα τρίτο ουσιαστικό στοιχείο που η Επιτροπή εντάσσει στο πεδίο
προστασίας της διάταξης, αναφερόμενη επίσης σε αυτό επαναλαμβανόμενο στο Σχόλιό
‘The Limits of Cultural Traditions’, III Annuaire International des Droits de l’ Homme (2008), σ.
419.
79. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 20.
80. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 25.
81. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 64. Βλ. και ΝΙΚΟΣ ΑΛΙΒΙΖΑΤΟΣ, «Μεταξύ Κοινοτισμού
και Ισότητας ή για τη Θρησκευτική Ελευθερία των Μειονοτήτων», στο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ
(επιμ.), Το Ανομολόγητο Ζήτημα των Μειονοτήτων στην Ελληνική Έννομη Τάξη, Αθήνα, 2008, σ.
207, ο οποίος, σχολιάζοντας τις αρνητικές πολιτιστικές πρακτικές, όπως π.χ. την κλειτοριδεκτομή,
παρατηρεί ότι «πέραν της οδύνης που προκαλούν, η βλάβη την οποία επιφέρουν δεν είναι παροδική ούτε ιάσιμη, αλλά διαρκής, αφού τέτοιες αποτρόπαιες επεμβάσεις σημαδεύουν μια ολόκληρη
ζωή».
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
Δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή
319
της82, είναι ο σεβασμός και η προάσπιση της γλωσσικής διάστασης της πολιτισμικής /
μειονοτικής ετερότητας, υπό τη μορφή της ελεύθερης έκφρασης στη γλώσσα επιλογής,
καθώς, όπως έχει τονιστεί, «...η γλώσσα δεν είναι απλά ένας ιμάντας μεταβίβασης γνώσεων, αλλά αποτελεί, ιδιαίτερα για τις μειονότητες, το ίδιο το περιεχόμενο του πολιτισμού τους και της πολιτιστικής τους ταυτότητας»83. Έτσι, η Επιτροπή στο πλαίσιο του
άρθρου 15 παρ. 1 (α) θέτει συχνά ερωτήματα στα κράτη μέλη για τη χρήση των μειονοτικών γλωσσών στην καθημερινή ζωή και δη στην εκπαίδευση84, για τα μέτρα διατήρησης των μειονοτικών γλωσσών, τα περιοδικά που εκδίδονται σ’ αυτές και τις ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές που λαμβάνουν χώρα σε αυτές85, για τη δυνατότητα χρήσης των γλωσσών των διαφόρων γλωσσικών ομάδων ενώπιον των δικαστηρίων και άλλων δημόσιων αρχών86 κ.ά.
Συνεχίζοντας, ένα άλλο σημαντικό στοιχείο που άπτεται της μειονοτικής προστασίας και στο οποίο δίνει ιδιαίτερη έμφαση η Επιτροπή είναι αυτό της εκπαίδευσης, η
οποία στο πλαίσιο του ευρύτερου «ανθρωπολογικού» ορισμού της έννοιας culture θεωρείται από πλειάδα μελετητών, περιλαμβανομένης της ανεξάρτητης εμπειρογνώμονος
των Η.Ε. για τα πολιτιστικά δικαιώματα87, ως καθαυτό πολιτιστικό δικαίωμα88. Το δι-
82. Έτσι, στις παραγράφους 15 (a) και 49 (b) αναφέρεται στο δικαίωμα έκφρασης του καθενός / της καθεμιάς στη γλώσσα επιλογής· στην παράγραφο 16 (b) στο δικαίωμα επιδίωξης, λήψης
και διάχυσης πληροφοριών για όλες τις εκδηλώσεις της κουλτούρας / του πολιτισμού στη γλώσσα
επιλογής· στην παράγραφο 49 (d) στο δικαίωμα πρόσβασης στη γλωσσική κληρονομιά και στην
παράγραφο 55 (c) στο δικαίωμα χρήσης της γλώσσας επιλογής.
83. ΑΝΤΩΝΗΣ ΜΠΡΕΔΗΜΑΣ, «Η Ελληνική Μειονότητα στην Αλβανία και η Σύμβαση - Πλαίσιο
του Συμβουλίου της Ευρώπης», στο Α. ΜΠΡΕΔΗΜΑΣ / Λ.-Α. ΣΙΣΙΛΙΑΝΟΣ (Διευθ. Εκδ.), Η Προστασία
των Μειονοτήτων - Η Σύμβαση - Πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης, Αθήνα-Κομοτηνή, 1997, σ. 194.
84. Βλ. List of Issues to be taken up in Connection with the Consideration of the Initial Report of Slovenia Concerning Articles 1-15 of the ICESCR, UN Doc. E/C.12/Q/SVN/1, 7 June 2004,
παρ. 30.
85. Βλ. List of Issues to be taken up in Connection with the Consideration of the Third Periodic Report of Austria Concerning the Rights Referred to in Articles 1-15 of the ICESCR, UN Doc.
E/C.12/Q/AUT/1, 14 December 2004, παρ. 33-34.
86. Βλ. List of Issues to be taken up in Connection with the Consideration of the Second to
Third Periodic Report of Belgium Concerning the Rights Covered by Articles 1-15 of the ICESCR,
UN Doc. E/C.12/BEL/Q/3, 10 April 2007, παρ. 23.
87. Βλ. UN Doc. A/HRC/14/36, ό.π., παρ. 15.
88. Βλ. ASBJØRN EIDE, ‘Cultural Rights as Individual Human Rights’, στο ASBJØRN EIDE /
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
320
ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΓΙΟΥΨΑΝΗ
καίωμα στην εκπαίδευση, ιδιαίτερα στη μητρική γλώσσα, θεωρείται κομβικό δικαίωμα
για τις μειονότητες καθώς συνιστά τον θεμέλιο λίθο για τη διατήρηση της ταυτότητάς
τους89. Η Επιτροπή λοιπόν τονίζει, όπως και σε προηγούμενο σχετικό Σχόλιο της για το
ζήτημα, ότι η εκπαίδευση πρέπει να είναι πολιτιστικά κατάλληλη90, ώστε να καθιστά τα
παιδιά ικανά να αναπτύσσουν την προσωπικότητα και την πολιτιστική τους ταυτότητα
και να μαθαίνουν και να κατανοούν τις πολιτιστικές αξίες και πρακτικές των κοινοτήτων
που ανήκουν, όπως και αυτές άλλων κοινοτήτων και κοινωνιών91.
Η Επιτροπή σημειώνει, στο πνεύμα της παραγράφου 34 του Κειμένου της Κοπεγχάγης, ότι τα εκπαιδευτικά προγράμματα των κρατών μελών πρέπει να σέβονται τις πολιτισμικές ιδιαιτερότητες των εθνικών ή εθνοτικών, γλωσσικών και θρησκευτικών μειονοτήτων και να ενσωματώνουν την ιστορία, τη γνώση και τις τεχνολογίες τους, όπως επίσης και τις κοινωνικές, οικονομικές και πολιτιστικές αξίες και προσδοκίες τους. Ακόμη,
πρέπει να υιοθετούν μέτρα και να μη φείδονται προσπαθειών για να εξασφαλίζουν τη διεξαγωγή εκπαιδευτικών προγραμμάτων για τις μειονότητες στη γλώσσα τους ή για τη
γλώσσα τους, λαμβάνοντας υπόψη τις επιθυμίες των κοινοτήτων και τα διεθνή standards
των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο πεδίο αυτό. Επιπλέον, τα εκπαιδευτικά προγράμματα
πρέπει να μεταδίδουν τις απαραίτητες γνώσεις ώστε να καθιστούν το καθένα / την καθεμία ικανό-ή να συμμετέχει πλήρως και σε ισότιμη βάση στη δική του / της κοινότητα αλλά και στην εθνική92. Τέλος, η Επιτροπή ενσωματώνει στο σκληρό πυρήνα των θεμελιωδών υποχρεώσεων των κρατών το σεβασμό της ελευθερίας επιλογής και ίδρυσης εκπαιδευτικών ιδρυμάτων93, χωρίς, ωστόσο, να αποσαφηνίζει αν συντρέχει και υποχρέωση
δημόσιας χρηματοδότησής τους.
Έπεται η σημαντική για τη μειονοτική ετερότητα θέση της Επιτροπής, στο πλαίσιο
CATARINA KRAUSE / ALLAN ROSAS (επιμ.), Economic, Social and Cultural Rights: A Textbook,
Martinus Nijhoff Publishers, Boston, 1995, σ. 232.
89. GUDMUNDUR ALFREDSSON και ERICA FERRER, Minority Rights: A Guide to United Nations Procedures and Institutions, Minority Rights Group International and Raoul Wallenberg Institute of Human Rights and Humanitarian Law, 1998, σ. 15.
90. Committee on Economic, Social and Cultural Rights, General Comment No 13: ‘The Right to Education (Art. 13)’, UN Doc. E/C.12/1999/10, 8 December 1999, παρ. 50.
91. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 26.
92 UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 27. Βλ. και IRENE J. TAAFAKI, ‘Cultural Rights: A Curriculum and Pedagogy for Praxis’, στο MARGARET WILSON και PAUL HUNT (επιμ.), Culture, Rights,
and Cultural Rights – Perspectives from the South Pacific, Huia Publishers, Wellington, 2000, σ. 108.
93. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 55 (c).
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
Δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή
321
και της προαναφερόμενης ευρύτατης ερμηνείας που έχει προσδώσει στην έννοια culture,
ότι το δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή περιλαμβάνει το δικαίωμα να ακολουθεί κανείς / καμιά μια κοινότητα, ως τέτοια ή έναν τρόπο ζωής που συνδέεται με τη
χρήση των πολιτιστικών αγαθών και πόρων, όπως είναι η γη, το νερό, η βιοποικιλότητα,
η γλώσσα ή συγκεκριμένοι θεσμοί, θέση που απηχεί την προαναφερόμενη αντίστοιχη
προσέγγιση της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Δ.Σ.Α.Π.Δ. στο Σχόλιό της
για το άρθρο 27 του Συμφώνου94, αλλά και σε σειρά αποφάσεων που έχει εκδώσει επί
προσφυγών σχετικών με επικαλούμενες παραβιάσεις της εν λόγω διάταξης95. Η ευρεία
αυτή πρόσληψη της έννοιας culture ως τρόπου ζωής έχει, όπως επισημάνθηκε, ιδιαίτερη
αξία για τη διατήρηση και προστασία της μειονοτικής ταυτότητας. Σημειώνεται, μάλιστα, η ενδιαφέρουσα σύνδεση που επιχειρεί στο παρόν Σχόλιο η Επιτροπή του
Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ. του στοιχείου της γλώσσας με τον τρόπο ζωής, διάσταση που απουσιάζει
από τις αντίστοιχες προσεγγίσεις της Επιτροπής του Δ.Σ.Α.Π.Δ. αναφορικά με το άρθρο 27
του Συμφώνου, λόγω ίσως και του ότι οι σχετικές υποθέσεις, επί των οποίων έχει επιληφθεί
η τελευταία, αφορούν κατά κόρον τους αυτόχθονες λαούς και τις πιο ιδιαίτερες ανάγκες και
δικαιώματά τους επί των γαιών που διαβιούν και των κείμενων φυσικών πόρων.
Κλείνοντας με τα συστατικά κανονιστικά στοιχεία της έννοιας της συμμετοχής, η
Επιτροπή εμπερικλείει σε αυτήν μια γκάμα δικαιωμάτων συμμετοχής του καθενός / της
καθεμιάς στις διαδικασίες λήψης των αποφάσεων που επιδρούν στην άσκηση και απόλαυση των πολιτιστικών δικαιωμάτων του / της96. Με αυτόν τον τρόπο, η Επιτροπή ερ94. Βλ. FEDERICO LENZERINI, ‘Sovereignty Revisited: International Law and Parallel Sovereignty of Indigenous Peoples’, 42 Texas International Law Journal (2008), σ. 182.
95. Βλ. Human Rights Committee, Communication No 760/1997, J. G. A. (late Captain of
the Rehoboth Baster Community) et al. v. Namibia, UN Doc. CCPR/C/69/D/760/1997, 6 September
2000, παρ. 10.6.
96. Έτσι, στην παράγραφο 15 (c) αναφέρεται στο δικαίωμα συμμετοχής του καθενός / καθεμιάς στον καθορισμό, επεξεργασία και εφαρμογή των πολιτικών και αποφάσεων που έχουν αντίχτυπο στην άσκηση των πολιτιστικών δικαιωμάτων· στην παράγραφο 16 (c) στην ανάγκη διεξαγωγής διαβουλεύσεων (consultations) μεταξύ των κρατών και των ενδιαφερομένων προσώπων και
κοινοτήτων, προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι τα μέτρα για την προστασία της πολιτιστικής πολυμορφίας είναι αποδεκτά· στην παράγραφο 33 στο δικαίωμα συμμετοχής των μειονοτήτων ως τέτοιων και των μελών τους στα προγράμματα που αποσκοπούν σε μια εποικοδομητική ενσωμάτωση· στην παράγραφο 49 (e) στο δικαίωμα του καθενός / της καθεμιάς, αλλά και μιας κοινότητας ως
τέτοιας στην ελεύθερη και ενεργό συμμετοχή σε κάθε σημαντική διαδικασία λήψης αποφάσεων που
δύναται να επηρεάσει τον τρόπο ζωής και τα δικαιώματα του άρθρου 15 παρ. 1 (α) και στην παράΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
322
ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΓΙΟΥΨΑΝΗ
μηνεύει και ως προς αυτήν του τη διάσταση το υπό εξέταση δικαίωμα με όρους ανάλογους με αυτούς της Επιτροπής του Δ.Σ.Α.Π.Δ., η οποία έχει αποφανθεί, αναφορικά με το
άρθρο 27 του Συμφώνου, ότι «[η] απόλαυση αυτών των δικαιωμάτων [του άρθρου 27]
δύναται να απαιτεί... μέτρα για την εξασφάλιση της αποτελεσματικής συμμετοχής των
μελών των μειονοτικών κοινοτήτων στις αποφάσεις που τους επηρεάζουν»97 και ότι
«…η αποδοχή των μέτρων που επηρεάζουν ή παρεμβαίνουν στις πολιτιστικά σημαντικές
οικονομικές δραστηριότητες μιας μειονότητας εξαρτάται από το αν τα μέλη της εκάστοτε
μειονότητας είχαν την ευκαιρία να συμμετέχουν στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων
αναφορικά με τα συγκεκριμένα μέτρα...»98. Επισημαίνεται, ωστόσο, ότι η Επιτροπή του
Δ.Σ.Α.Π.Δ. αναφέρεται σε δυνατότητα (opportunity) και όχι σε δικαίωμα συμμετοχής99,
σε αντιδιαστολή με την Επιτροπή του Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ. που προβαίνει γενικότερα σε πιο
δυναμικές διατυπώσεις, αναγνωρίζοντας δικαιώματα [και όχι απλά δυνατότητες] συμμετοχής τα οποία φτάνουν σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, όπως θα συζητηθεί, μέχρι του
βαθμού της απαίτησης έναντι των κρατών για την επιδίωξη απόσπασης της προηγούμενης και ελεύθερης συναίνεσης των ενδιαφερόμενων προσώπων (όχι όμως και των κοινοτήτων που ανήκουν ως τέτοιων).
Ε. Η αποσαφήνιση του περιεχομένου των κρατικών υποχρεώσεων.
Ε.1. Τα επίπεδα / είδη των κρατικών υποχρεώσεων.
Ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία του Σχόλιου της Επιτροπής είναι η αποσαφήνιση του περιεχομένου της υφής και της έκτασης των κρατικών υποχρεώσεων. Η Επιτροπή επιχειρεί μια ενδελεχή καταγραφή σε βαθμό εξαντλητικό των υποχρεώσεων που
επιβάλλει το άρθρο 15 παρ. 1 (α) στα κράτη, γεγονός που, σε συνάρτηση και με την αποσαφήνιση του κανονιστικού περιεχομένου της έννοιας της συμμετοχής στο αυτό Σχόλιο,
έρχεται να καλύψει ένα μεγάλο μέχρι πρότινος κενό, προσδίδοντας πλέον στο υπό εξέταγραφο 54 (a) στην κρατική υποχρέωση ενεργοποίησης κατάλληλης νομοθεσίας για την εγκαθίδρυση μηχανισμών αποτελεσματικής συμμετοχής των προσώπων, των κοινοτήτων και ομάδων στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων.
97. UN Doc. CCPR/C/21/Rev.1/Add.5, ό.π., παρ. 7.
98. Βλ. Human Rights Committee, Communication No 547/1993, Mahuika et al. v. New Zealand, UN Doc. CCPR/C/70/D/547/1993, 20 October 2000, παρ. 9.5.
99. Βλ. ANNELIES VERSTICHEL, ‘Recent Developments in the UN Human Rights Committee’s
Approach to Minorities, with a Focus on Effective Participation’, 12 International Journal on Minority and Group Rights (2005), σσ. 29-30.
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
Δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή
323
ση δικαίωμα σάρκα και οστά. Κομβικός στο πλαίσιο αυτό είναι ο καθορισμός των κρατικών υποχρεώσεων απέναντι ειδικότερα στο δικαίωμα αφενός των μειονοτήτων ως συλλογικοτήτων και αφετέρου των μελών τους να απολαμβάνουν τη δική τους πολιτιστική ζωή.
Η Επιτροπή αναφέρεται, καταρχάς, κατά τρόπο γενικό, στα τρία επίπεδα των συγκεκριμένων έννομων υποχρεώσεων (specific legal obligations) που το δικαίωμα της συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή, όπως και κάθε άλλο δικαίωμα που περιέχεται στο Σύμφωνο, σύμφωνα και με προγενέστερα Σχόλια της100, επιβάλλει στα κράτη, ήτοι α) την
υποχρέωση σεβασμού (obligation to respect), β) την υποχρέωση προστασίας (obligation
to protect), και γ) την υποχρέωση υλοποίησης / πραγματοποίησης (obligation to fulfill)101.
Σύμφωνα με τη διάκριση της Επιτροπής, η πρώτη υποχρέωση επιβάλλει στα κράτη
αποχή από άμεσες ή έμμεσες ενέργειες / επεμβάσεις που παρεμποδίζουν ή παραβιάζουν
την απόλαυση του δικαιώματος της συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή· η δεύτερη απαιτεί
από τα κράτη τη λήψη μέτρων που να αποτρέπουν τρίτα μέρη από το να παρεμβαίνουν
στην άσκηση του δικαιώματος· και η τρίτη επιβάλλει στα κράτη τη λήψη κατάλληλων
νομοθετικών, διοικητικών, δικαστικών, οικονομικών, προωθητικών και άλλων μέτρων
για την πλήρη υλοποίηση του δικαιώματος102.
Επισημαίνεται ότι η Επιτροπή, κινούμενη στο πνεύμα τόσο της ανάλογης θέσης
που έχει διατυπώσει η Επιτροπή του Δ.Σ.Α.Π.Δ. στο Σχόλιό της για το άρθρο 27 του
Συμφώνου103 όσο και των σχετικών μειονοτικών διεθνών και περιφερειακών διατάξεων
(π.χ. άρθρο 8 παρ. 3 της σχετικής Διακήρυξης των Η.Ε., άρθρο 4 παρ. 3 της Σύμβασης
Πλαίσιο για την Προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων), τονίζει πως τα προσωρινά ειδικά μέτρα (special measures) που υιοθετούνται με σκοπό την επίτευξη πραγματικής ισό-
100. Βλ ενδεικτικά Committee on Economic, Social and Cultural Rights, General Comment
12: ‘The Right to Adequate Food (Art.11)’, UNDoc.E/C.12/1999/5, 12 May 1999, παρ. 15.
101. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 48.
102. Βλ. Committee on Economic, Social and Cultural Rights, General Comment 18: ‘The
Right to Work’, UN Doc. E/C.12/GC/18, 6 February 2006, παρ. 22.
103. “…as long as those measures are aimed at correcting conditions which prevent or impair
the enjoyment of the rights guaranteed under article 27, they may constitute a legitimate differentiation under the Covenant, provided that they are based on reasonable and objective criteria”, UN
Doc. CCPR/C/21/Rev.1/Add.5, ό.π., παρ. 6.2. Βλ. και CHRISTOPHER MCCRUDDEN, ‘International
and European Norms Regarding National Legal Remedies for Racial Inequality’, στο SANDRA
FRENDMAN (επιμ.), Discrimination and Human Rights: The Case of Racism, Oxford University
Press, 2001, σ. 277.
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
324
ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΓΙΟΥΨΑΝΗ
τητας δεν συνιστούν διάκριση104, στο βαθμό βέβαια που αφενός δεν διαιωνίζουν μια ανισότιμη προστασία ή δεν διαμορφώνουν ξεχωριστά συστήματα προστασίας για συγκεκριμένα άτομα ή ομάδες ατόμων και αφετέρου παύουν να ισχύουν όταν οι στόχοι για τους
οποίους ελήφθησαν έχουν πλέον επιτευχθεί105.
Ε.1.1. Η υποχρέωση σεβασμού.
Η Επιτροπή, λοιπόν, συγκεκριμενοποιεί το περιεχόμενο των άνωθι υποχρεώσεων
κατά τρόπο ιδιαίτερα σημαντικό για τη μειονοτική ετερότητα, ακόμη κι όταν προβαίνει
σε γενικότερου τύπου επισημάνσεις, χωρίς να αναφέρεται ρητά σε αυτήν. Έτσι, η Επιτροπή τονίζει ότι η υποχρέωση σεβασμού περιλαμβάνει την υιοθέτηση συγκεκριμένων
μέτρων – και, επομένως, όχι απλώς την ανοχή / αποχή του κράτους – που να αποσκοπούν
στην επίτευξη σεβασμού για το δικαίωμα του καθενός / της καθεμιάς, ατομικά ή με ένωση με άλλους ή στο πλαίσιο μιας κοινότητας ή ομάδας (ως τέτοιας), ως προαναφέρθηκε
ότι ερμηνεύεται ο όρος everyone από την Επιτροπή:
«α) να επιλέγουν ελεύθερα την πολιτιστική τους ταυτότητα, το να ανήκουν ή να
μην ανήκουν σε μια κοινότητα και να γίνεται αυτή η επιλογή τους σεβαστή. Αυτό το δικαίωμα περιλαμβάνει κατά την Επιτροπή το δικαίωμα να μην υπόκεινται σε καμία μορφή διάκρισης που να βασίζεται στην πολιτιστική ταυτότητα, αποκλεισμό ή βίαιη αφομοίωση, καθώς και το δικαίωμα όλων των προσώπων να εκφράζουν ελεύθερα την πολιτιστική
τους ταυτότητα και να ασκούν τις πολιτιστικές πρακτικές και τον τρόπο ζωής τους106,
β) να απολαμβάνουν ελευθερία άποψης και έκφρασης στη γλώσσα ή στις γλώσσες
επιλογής τους (προσθήκη έμφασης) και το δικαίωμα να επιδιώκουν, να λαμβάνουν και να
μεταδίδουν πληροφορίες και ιδέες όλων των ειδών και μορφών ανεξαρτήτως συνόρων
οποιουδήποτε είδους107,
γ) να έχουν πρόσβαση στην πολιτιστική και γλωσσική κληρονομιά τους, καθώς και
σ’ αυτήν των άλλων. Συγκεκριμένα, τα κράτη μέλη πρέπει να σέβονται το δικαίωμα της
ελεύθερης πρόσβασης των μειονοτήτων [ως τέτοιων] στη δική τους κουλτούρα / πολιτισμό
και άλλες μορφές έκφρασης, καθώς και την ελεύθερη άσκηση της πολιτιστικής τους ταυ104. Βλ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΓΙΟΥΨΑΝΗ, «Η Εξέλιξη της Προστασίας των Μειονοτήτων στο Διεθνές
Δίκαιο», 20 Αρμενόπουλος - Επιστημονική Επετηρίδα (1999), σ. 104.
105. UNDoc.E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 24. Βλ. και ΝΙΚΟΣ ΑΛΙΒΙΖΑΤΟΣ, «Χρειάζεται η Πολυπολιτισμικότητα μια Νέα Θεωρία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου;», 28 Δικαιώματα του Ανθρώπου (2005), σ. 1201 επ.
106. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 49 (a).
107 UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 49 (b).
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
Δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή
325
τότητας και πρακτικών (προσθήκη έμφασης). Αυτό περιλαμβάνει το δικαίωμα εκμάθησης
του καθενός / της καθεμιάς της δικής του / της κουλτούρας / πολιτισμού, καθώς και αυτής των άλλων108,
δ) να συμμετέχουν ελεύθερα κατά τρόπο ενεργό, έχοντας επαρκή πληροφόρηση και
χωρίς διάκριση σε οποιαδήποτε σημαντική διαδικασία λήψης αποφάσεων που μπορεί να
έχει επίδραση στο τρόπο ζωής του καθενός / της καθεμιάς και στα δικαιώματά του / της
κατά το άρθρο 15 παρ. 1 (α)»109.
Προβαίνοντας σε κάποιες γενικές επισημάνσεις παρατηρείται, για πολλοστή φορά,
η έμφαση που δίνει η Επιτροπή στο σεβασμό – μέσω πάντα της λήψης θετικών μέτρων –
του δικαιώματος του ατομικού και συλλογικού αυτοπροσδιορισμού, υπό τη μορφή της
ελεύθερης επιλογής του ανήκειν και δη υπό την προαναφερόμενη διττή της διάσταση.
Ιδιαίτερη σημασία προσδίδεται επίσης για μια ακόμη φορά στο σεβασμό της γλωσσικής
διάστασης της πολιτισμικής ετερότητας και στο δικαίωμα έκφρασης και πρόσβασης σε
αυτήν, ζήτημα μείζον για τη μειονοτική προστασία, καθώς η γλώσσα θεωρείται, κατά
κανόνα, δεκτικό βέβαια εξαιρέσεων, συστατικό στοιχείο της ταυτότητας πολλών μειονοτήτων και η διάσωσή της συνακόλουθα απαραίτητη προϋπόθεση για την επιβίωση της
κουλτούρας / του πολιτισμού τους110. Επιπλέον, κομβική είναι η επαναλαμβανόμενη
αναφορά στο σεβασμό, στο πνεύμα και των ανάλογων μειονοτικών διατάξεων, όπως της
παραγράφου 35 του Κειμένου της Κοπεγχάγης, του άρθρου 2 παρ. 3 της σχετικής Διακήρυξης των Η.Ε. και του άρθρου 15 της Σύμβασης Πλαίσιο για την Προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων, του δικαιώματος της ενεργούς συμμετοχής των μειονοτικών, μεταξύ
των άλλων, πολιτών στις σημαντικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων που αφορούν την
απόλαυση των δικαιωμάτων που υπάγονται στο πεδίο της υπό εξέταση νόρμας, αν και δεν
αποσαφηνίζεται τι συνιστά «σημαντική» διαδικασία, ούτε το ποιος την ορίζει ως τέτοια.
Επισημαίνεται, τέλος, ότι σε κάθε περίπτωση ο σεβασμός της μειονοτικής κουλτούρας / πολιτισμού δεν αποσκοπεί στην περιχαράκωση μονολιθικών εθνοτικών ταυτοτήτων και συνακόλουθα στην αποξένωση και περιθωριοποίηση των μειονοτήτων και των
μελών τους, καθώς, όπως προνοεί η Επιτροπή, στο πνεύμα και ανάλογων μειονοτικών διατάξεων, όπως π.χ. του άρθρου 4 παρ. 4 της σχετικής Διακήρυξης των Η.Ε.111, οι μειονό108 UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 49 (d).
109 UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 49 (e).
110. Βλ. ROBERT WINTHROP, ‘Defining a Right to Culture, and Some Alternatives’, 14 Cultural Dynamics (2002), σ. 169.
111. Βλ. ASBJORN EIDE, ‘The Rights of “Old” versus “New” Minorities’, 2 European Yearbook of Minority Issues (2002/2003), σ. 372.
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
326
ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΓΙΟΥΨΑΝΗ
τητες και τα μέλη τους έχουν δικαίωμα τόσο στην πρόσβαση στην πολιτιστική και γλωσσική τους κληρονομιά όσο και στην εκμάθηση του πολιτισμού των άλλων.
Ε.1.2. Η υποχρέωση προστασίας.
Σε ότι αφορά την υποχρέωση προστασίας, η Επιτροπή προσδίδει περιεχόμενο που
επίσης άπτεται άμεσα της μειονοτικής πρόνοιας, χωρίς πάλι να αναφέρεται αναγκαστικά
ρητά σε αυτήν. Έτσι, ορίζει καταρχήν ότι η συγκεκριμένη υποχρέωση πρέπει να λαμβάνεται ως απαίτηση έναντι των κρατών για τη λήψη μέτρων αποτροπής των τρίτων μερών
από παρεμβάσεις στην άσκηση των δικαιωμάτων που υπάγονται στο προαναφερόμενο
επίπεδο της υποχρέωσης σεβασμού. Επιπλέον, τα κράτη μέλη υποχρεούνται, μεταξύ των
άλλων, α) να σέβονται και να προστατεύουν την πολιτιστική κληρονομιά όλων των ομάδων και κοινοτήτων, ειδικότερα των πιο μειονεκτικών και περιθωριοποιημένων ατόμων
και ομάδων112, κατάσταση που χαρακτηρίζει συνήθως τις μειονοτικές ομάδες και τα μέλη τους, και β) να θέσουν σε ισχύ νομοθεσία για την απαγόρευση αφενός των διακρίσεων που βασίζονται στην πολιτιστική ταυτότητα, και αφετέρου της υποστήριξης εθνικού,
φυλετικού ή θρησκευτικού μίσους που συνιστά διέγερση σε διάκριση, εχθρότητα ή βία,
λαμβάνοντας υπόψη τα άρθρα 19 και 20 του Δ.Σ.Α.Π.Δ. και του άρθρου 4 της Σύμβασης
για την Εξάλειψη Όλων των Μορφών Φυλετικών Διακρίσεων113.
Ε.1.3. Η υποχρέωση υλοποίησης.
Τέλος, σε ότι αφορά την υποχρέωση υλοποίησης, η Επιτροπή προβαίνει σε μια λεπτομερή απαρίθμηση κρατικών υποχρεώσεων, πολλές εκ των οποίων παρουσιάζουν άμεσο ενδιαφέρον για την προστασία των μειονοτήτων, ακόμη κι όταν δεν αναφέρονται συγκεκριμένα σε αυτές. Ειδικότερα, η Επιτροπή διακρίνει στην υποχρέωση υλοποίησης
τρεις υποκατηγορίες υποχρεώσεων, α) της διευκόλυνσης (obligation to facilitate), β) της
προώθησης (obligation to promote), και γ) της παροχής (obligation to provide). Κατά την
πρώτη υποκατηγορία τα κράτη τελούν υπό την υποχρέωση να διευκολύνουν το δικαίωμα
συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή λαμβάνοντας μια ευρεία γκάμα θετικών μέτρων, περιλαμβανομένων οικονομικών μέτρων, που να συνεισφέρουν στην υλοποίηση του δικαιώματος, όπως μεταξύ των άλλων:
«α) να υιοθετούν πολιτικές για την προστασία και προώθηση της πολιτιστικής πο-
112. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 50 (b).
113. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 50 (d).
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
Δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή
327
λυμορφίας και μέτρα για την ενδυνάμωση αυτής της πολυμορφίας, μέσω δημοσίων ραδιοφωνικών εκπομπών στις περιφερειακές και μειονοτικές γλώσσες114,
β) να υιοθετούν πολιτικές που να καθιστούν δυνατό στα πρόσωπα που ανήκουν σε
διαφορετικές πολιτισμικές κοινότητες να μετέχουν ελεύθερα και χωρίς διάκριση στις δικές τους πολιτιστικές πρακτικές και αυτές των άλλων και να επιλέγουν ελεύθερα τον
τρόπο ζωής τους115,
γ) να προωθούν την άσκηση του δικαιώματος της συνένωσης των πολιτιστικών και
γλωσσικών μειονοτήτων [ως τέτοιων] για την ανάπτυξη των πολιτιστικών και γλωσσικών τους δικαιωμάτων116,
δ) να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα ή προγράμματα για την υποστήριξη των μειονοτήτων ή άλλων κοινοτήτων στις προσπάθειες τους για τη διατήρηση του πολιτισμού
τους117,
ε) να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για την επανόρθωση των θεσμικών μορφών
διάκρισης, ώστε να εξασφαλίζεται ότι η υποαντιπροσώπευση προσώπων από συγκεκριμένες κοινότητες στη δημόσια ζωή δεν θα επηρεάζει αρνητικά το δικαίωμα συμμετοχής
του στην πολιτιστική ζωή118,
στ) να υιοθετούν τα κατάλληλα μέτρα ώστε να δημιουργούν πρόσφορες συνθήκες
για μια εποικοδομητική διαπολιτισμική σχέση μεταξύ ατόμων και ομάδων βασιζόμενη
στον αμοιβαίο σεβασμό, κατανόηση και ανοχή119,
ζ) να προβαίνουν στη λήψη κατάλληλων μέτρων για τη διεξαγωγή δημόσιων εκστρατειών μέσω των μέσων ενημέρωσης, εκπαιδευτικών θεσμών και άλλων διαθέσιμων
οδών με σκοπό την εξάλειψη οποιασδήποτε προκατάληψης ενάντια σε άτομα ή κοινότητες που βασίζεται στην πολιτιστική τους ταυτότητα»120.
Στα ενδιαφέροντα στοιχεία των άνωθι κρατικών υποχρεώσεων σημειώνεται η υιοθέτηση μέτρων για τη στήριξη ραδιοφωνικών (αλλά και τηλεοπτικών) εκπομπών στις
περιφερειακές και μειονοτικές γλώσσες, ζήτημα που άπτεται του σεβασμού και της
προάσπισης της γλωσσικής ετερότητας στην οποία δίνει ιδιαίτερη σημασία η Επιτροπή,
114. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 52 (a).
115. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 52 (b).
116. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 52 (c).
117. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 52 (f).
118. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 52 (g).
119. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 52 (h).
120. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 52 (i).
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
328
ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΓΙΟΥΨΑΝΗ
εμμένοντας με σχετικά ερωτήματα στη συγκεκριμένη υποχρέωση121. Περαιτέρω, κομβική είναι η έμφαση που προσδίδει η Επιτροπή, στο πνεύμα της παραγράφου 32.2 του
Κειμένου της Κοπεγχάγης, του άρθρου 2 παρ. 4 της σχετικής Διακήρυξης των Η.Ε. και
των άρθρων 7 και 8 της Σύμβασης Πλαίσιο, στη σημασία που ενέχει για τη μειονοτική
προστασία ο σεβασμός του δικαιώματος της συνένωσης / του συνεταιρίζεσθαι. Παρατηρείται, πάντως, ότι η Επιτροπή αναφέρεται, ρητά τουλάχιστον, στο δικαίωμα συνένωσης
μόνο των πολιτιστικών και γλωσσικών μειονοτήτων και όχι των εθνικών και των θρησκευτικών. Σε κάθε περίπτωση είναι μείζονος σπουδαιότητας η ένταξη στο κανονιστικό
πεδίο των κρατικών υποχρεώσεων υλοποίησης του άρθρου 15 παρ. 1 (α) της προώθησης
του δικαιώματος της συνένωσης / του συνεταιρίζεσθαι των μειονοτήτων, ο σεβασμός του
οποίου αναδεικνύεται, όπως καταδεικνύει και η ελληνική πραγματικότητα122, σε δείκτη
αποτίμησης της πλουραλιστικής ή μη λειτουργίας μιας δημοκρατικής κοινωνίας123.
Συνεχίζοντας, η υποχρέωση της προώθησης απαιτεί από τα κράτη να προβούν σε
αποτελεσματικά βήματα για να εξασφαλίσουν την ύπαρξη κατάλληλης εκπαίδευσης και
δημόσιας συνειδητοποίησης αναφορικά με το δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική
121. Βλ. List of Issues to be taken up in Connection with the Consideration of the Fifth Periodic Report of Poland (E/C.12/POL/5) Concerning the Rights Covered by Articles 1 to 15 of the
ICESCR, UN Doc. E/C.12/POL/Q/5, 8 January 2009, παρ. 32. List of Issues to be taken up in Connection with the Consideration of the Fifth Periodic Report of the United Kingdom of Great Britain
and Northern Ireland Concerning the Rights Covered by Articles 1 to 15 of the ICESCR, UN Doc.
E/C.12/GBR/Q/5, 10 June 2008, παρ. 34.
122. Για την «αδυναμία προληπτικής χρήσης της νομολογίας του ΕυρΔΔΑ από τα ελληνικά
δικαστήρια και διοίκηση» στο ζήτημα, βλ. ΔΗΜΗΤΡΗ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΥ, «Υπόθεση Σιδηρόπουλου και
Λοιπών κατά Ελλάδος Ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου», Το
Σύνταγμα, Τεύχος 2, (1999), σ. 307 επ. Στο αυτό πνεύμα και συγκεκριμένα για το ότι «τα ελληνικά
δικαστήρια επιδεικνύουν αδυναμία προσαρμογής στο «ερμηνευτικό» δεδικασμένο των αποφάσεων
του ΕΔΔΑ» σχετικά με το αναφερόμενο δικαίωμα, βλ. ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΑΣΤΥΛΙΑΝΟΣ, «Ετερότητα και
Δημόσια Τάξη: Η Ελευθερία Συνένωσης ως «Μειονοτικό» Δικαίωμα στη Νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Ελληνικών Δικαστηρίων», στο ΔΗΜΗΤΡΗΣ
ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ (επιμ.), Το Ανομολόγητο Ζήτημα των Μειονοτήτων στην Ελληνική Έννομη Τάξη,
Αθήνα, 2008, σ. 167 επ. Βλ. και Π. ΠΑΡΑΡΑ, Το ευρωπαϊκό δίκαιο των ΔτΑ, Αντ. Ν. Σάκκ., 2013,
passim, ιδίως σελ. 62 επ.
123. Βλ. ΕΛΕΝΗ ΚΑΛΑΜΠΑΚΟΥ, «Το Δικαίωμα στη Συνένωση υπό το Φως της Αρχής του Πολιτισμικού Πλουραλισμού - Σχόλιο στην Απόφαση του ΕΔΔΑ “Τουρκική Ένωση Ξάνθης κατά Ελλάδας”», 43 Δικαιώματα του Ανθρώπου (2009), σ. 849 επ. Βλ. επίσης ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΤΙΣΤΑΚΗΣ, «Πότε
Είναι Θεμιτή η Διάλυση Σωματείου», 36 Δικαιώματα του Ανθρώπου (2007), σ. 1295 επ.
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
Δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή
329
ζωή σε συγκεκριμένες καταστάσεις, όπως μεταξύ άλλων, των μειονοτήτων και των αυτόχθονων λαών124.
Τέλος, η τρίτη υποκατηγορία δεσμεύει τα κράτη να παρέχουν όλα όσα είναι απαραίτητα για την πραγμάτωση του δικαιώματος συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή, όταν
τα άτομα ή οι κοινότητες δεν είναι σε θέση, για λόγους ανεξάρτητους από αυτά-ές, να
υλοποιήσουν το δικαίωμα με τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους. Αυτό περιλαμβάνει
μεταξύ των άλλων:
α) τη θέσπιση κατάλληλης νομοθεσίας και την εγκαθίδρυση αποτελεσματικών μηχανισμών που να επιτρέπουν στα πρόσωπα ατομικά, σε ένωση με άλλους ή στο πλαίσιο
μιας κοινότητας ή ομάδας (ως τέτοιας), να συμμετέχουν αποτελεσματικά στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων, να αξιώνουν προστασία του δικαιώματός τους να συμμετέχουν
στην πολιτιστική ζωή και να διεκδικούν και να λαμβάνουν αποζημίωση αν τα δικαιώματά τους έχουν παραβιαστεί125,
β) την εισαγωγή μιας πολιτισμικής εκπαίδευσης σε κάθε επίπεδο των σχολικών
προγραμμάτων, που να περιλαμβάνει την ιστορία, τη φιλολογία - λογοτεχνία, και τη μουσική των άλλων πολιτισμών, σε διαβούλευση με όλους τους ενδιαφερόμενους126.
Ε.1.4. Οι θεμελιώδεις υποχρεώσεις
Τέλος, η Επιτροπή παραπέμπει στο Γενικό Σχόλιο Νο 3 (1990) αναφορικά με τις
θεμελιώδεις υποχρεώσεις (core obligations) που έχουν τα κράτη μέλη για να εξασφαλίζουν την ικανοποίηση τουλάχιστον σε ένα ελάχιστο θεμελιώδες επίπεδο του καθενός από
τα δικαιώματα που θέτει το Σύμφωνο127. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή θεωρεί ότι το άρθρο 15 παρ. 1 (α) εμπεριέχει τουλάχιστον την υποχρέωση δημιουργίας και προώθηση
ενός περιβάλλοντος μέσα στο οποίο ένα πρόσωπο ατομικά, σε ένωση με άλλους ή εντός
μιας κοινότητας ή ομάδας μπορεί να συμμετέχει στην πολιτιστική ζωή της επιλογής του.
Αυτό περιλαμβάνει τις ακόλουθες θεμελιώδεις υποχρεώσεις που είναι άμεσης εφαρμογής
και ιδιαίτερης σημασίας για τις μειονότητες:
«α) λήψη νομοθετικών και άλλων αναγκαίων βημάτων για την εγγύηση της μη διά-
124. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 53.
125. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 54 (α).
126. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 54 (c).
127. Βλ. Committee on Economic, Social and Cultural Rights, General Comment 3: ‘The Nature of States Parties Obligations (Art. 2, par. 1)’, παρ. 10.
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
6
330
ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΓΙΟΥΨΑΝΗ
κρισης και της ισότητας των φύλων στην απόλαυση του δικαιώματος συμμετοχής του
καθενός / της καθεμιάς στην πολιτιστική ζωή»128.
Η Επιτροπή παρατηρεί ότι, ναι μεν τα κράτη έχουν ευρύ περιθώριο διάκρισης ως
προς την επιλογή των βημάτων που θεωρούν πιο κατάλληλα για την υλοποίηση του δικαιώματος, πρέπει ωστόσο να προβαίνουν άμεσα στα βήματα εκείνα που αποσκοπούν
στην εγγύηση της πρόσβασης του καθενός / της καθεμιάς, χωρίς διάκριση, στην πολιτιστική ζωή129. Στο σημείο αυτό, επισημαίνεται ότι η Επιτροπή έχει τονίσει πως η εξάλειψη των διακρίσεων δύναται σε πολλές περιπτώσεις να επιτευχθεί μέσω περιορισμένων
πόρων με την υιοθέτηση, τροποποίηση ή κατάργηση νόμων ή δια της δημόσιας πληροφόρησης. «Ειδικότερα, ένα πρώτο και σημαντικό βήμα προς την κατάργηση των διακρίσεων, άμεσων ή έμμεσων, είναι η αναγνώριση από τα κράτη της ύπαρξης των διαφόρων πολιτιστικών ταυτοτήτων των ατόμων και κοινοτήτων της επικράτειάς τους», (προσθήκη έμφασης)130.
«β) σεβασμό του δικαιώματος του καθενός / της καθεμιάς [ως ατόμου, από κοινού
με άλλους ή μιας κοινότητας ως τέτοιας] να ταυτίζεται ή να μην ταυτίζεται με μία ή περισσότερες κοινότητες, καθώς και του δικαιώματος να μεταβάλλει αυτή την επιλογή131,
γ) σεβασμό και προστασία του δικαιώματος του καθενός / της καθεμιάς να μετέρχεται των δικών του πολιτιστικών πρακτικών, που περιλαμβάνει σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που εμπεριέχονται σε αυτό, ειδικότερα σεβασμό στην ελευθερία της
σκέψης, της πίστης και της θρησκείας, της ελευθερίας της άποψης και της έκφρασης, του
δικαιώματος ενός προσώπου να χρησιμοποιεί τη γλώσσα της επιλογής του, την ελευθερία της συνένωσης και ειρηνικής συνάθροισης και την ελευθερία της επιλογής και ίδρυσης εκπαιδευτικών ιδρυμάτων132,
δ) εξάλειψη των φραγμών ή εμποδίων που απαγορεύουν ή περιορίζουν την πρόσβαση ενός προσώπου στη δική του κουλτούρα / πολιτισμό133,
ε) άδεια και ενθάρρυνση της συμμετοχής των προσώπων που ανήκουν σε μειονοτικές ομάδες στο σχεδιασμό και εφαρμογή των νόμων και πολιτικών που τους επηρεάζουν.
Τα κράτη πρέπει να αποσπούν την ελεύθερη, προηγούμενη και εν πλήρει γνώσει συναίνεσή
128. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 55 (α).
129. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 66.
130. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 23.
131. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 55 (b).
132. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 55 (c).
133. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 55 (d).
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
Δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή
331
τους, όταν η διατήρηση των πολιτιστικών πόρων τους, ιδιαίτερα αυτών που συνδέονται με
τον τρόπο ζωής τους και την πολιτιστική τους έκφραση, τελεί υπό διακινδύνευση (προσθήκη έμφασης)»134.
Επιχειρώντας ορισμένες επισημάνσεις αναφορικά με τις κρατικές υποχρεώσεις που
η Επιτροπή εντάσσει στον πυρήνα των θεμελιωδών δεσμεύσεων παρατηρείται ότι η σύσταση - πρόσκληση της Επιτροπής προς τα κράτη μέλη για αναγνώριση των διαφόρων
πολιτιστικών ταυτοτήτων των ατόμων και κοινοτήτων της επικράτειάς τους δύναται να
ερμηνευτεί ως έμμεση – ή και άμεση ανάλογα με την ανάγνωση και οπτική του καθενός /
της καθεμιάς – παρότρυνση για αναγνώριση, μεταξύ των άλλων, των μειονοτήτων που
διαβιώνουν στο εσωτερικό τους. Στο παρελθόν βέβαια είχε διατυπωθεί η άποψη στο
πλαίσιο τόσο της έκθεσης της συνάντησης των εμπειρογνωμόνων της ΔΑΣΕ (νυν ΟΑΣΕ)
για τις εθνικές μειονότητες135 όσο και της επεξηγηματικής έκθεσης της Σύμβασης Πλαίσιο136, πως η ύπαρξη εθνοτικών, πολιτισμικών, γλωσσικών ή θρησκευτικών διαφορών
μέσα σε ένα κράτος δεν συνεπάγεται απαραίτητα την ύπαρξη εθνικών συγκεκριμένα μειονοτήτων και κατ’ επέκταση θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς γλωσσικών, θρησκευτικών, πολιτιστικών ή εθνοτικών137. Η άποψη αυτή που στηρίζουν κράτη, όπως η Γαλλία
και η Ελλάδα, είναι από την οπτική του δικαίου καταρχήν βάσιμη στο βαθμό που δεν παρουσιάζεται διεκδίκηση για την επίσημη αναγνώριση της ύπαρξης της διαφοράς / ετερότητας και προστασίας της δια ‘ειδικών’ μειονοτικών δικαιωμάτων («η μειονότητα είναι η
διεκδίκησή της»)138. «Άρα, ο προσδιορισμός της μειονότητας δεν είναι συνάρτηση των
134. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 55 (e).
135. Βλ. ‘Report of the CSCE Meeting of Experts on National Minorities, Geneva, 19 July
1991’, 12 Human Rights Law Journal (1991), σ. 332.
136. Βλ. Explanatory Memorandum, ό.π., σ. 104, παρ. 43.
137. Βλ. και την επίσημη ελληνική θέση ότι: “[e]thnic, cultural, linguistic or religious differences alone did not necessarily make a group a national or ethnic minority.”, Committee on the Elimination of Racial Discrimination, Consideration of Reports, Comments, and Information submitted by States Parties under Article 9 of the Convention: Sixteenth to Nineteenth Reports of Greece,
UN Doc. CERD/C/SR.1944, 14 August 2009, παρ. 11.
138. Βλ. ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ, «Ανθρώπινα Δικαιώματα και Μειονοτικός Λόγος στην
Ελλάδα», Σύγχρονα Θέματα, Τεύχος 63, Απρίλιος - Ιούνιος, 1997, σσ. 40-42, ο οποίος προβαίνει
σε αυτή την επισήμανση από την οπτική του δικαίου, καθότι, όπως σημειώνει, οι κοινωνικές επιστήμες (κοινωνιολογία, ανθρωπολογία, γλωσσολογία κ.ά.) «...προφανώς και δεν έχουν την ανάγκη
της διεκδίκησης αναγνώρισης και προστασίας για να προσδιορίσουν τα θεμελιώδη συστατικά του
μειονοτικού λόγου τους».
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
332
ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΓΙΟΥΨΑΝΗ
πρωτογενών εμπειρικά εντοπίσιμων χαρακτηριστικών, τα οποία φαινομενικά τη διαφοροποιούν από το υπόλοιπο του πληθυσμού, αλλά αυτού που εν τέλει ζητά από την έννομη τάξη»139. Στο βαθμό, ωστόσο, που παρουσιάζεται διεκδίκηση για επίσημη αναγνώριση της ομάδας / ταυτότητας και προστασίας της, η άποψη ότι η ύπαρξη εθνοτικών και
άλλων διαφορών δεν συνεπάγεται την ύπαρξη μειονοτήτων, ελέγχεται υπό το σκεπτικό
αφενός ότι «εφόσον αρνείται σε πρόσωπα που έχουν μεταξύ τους αλληλεγγύη και δεσμούς εθνικής, πολιτιστικής, γλωσσικής και θρησκευτικής ταυτότητας να θεωρούνται ότι
ανήκουν σε μειονότητα, φαίνεται να βρίσκεται σε αντίθεση με το καταληκτικό κείμενο
της Κοπεγχάγης του 1990 και τη Σύμβαση – Πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης του
1995 (άρθρο 3, παρ. 1)»140 και αφετέρου ότι δύναται να τύχει καταχρηστικής / προσχηματικής επίκλησης από την πλευρά των κρατών με σκοπό την άρνηση αναγνώρισης μειονοτικού status σε άτομα που νέμονται τους προαναφερόμενους δεσμούς141. Το ζήτημα
είναι ιδιαίτερα σημαντικό, καθώς αρκετά κράτη αρνούνται την αναγνώριση μειονοτήτων
στο εσωτερικό τους142, αρκούμενα στην καλύτερη των περιπτώσεων, όπως π.χ. η Τουρκία, η Βουλγαρία και η Ελλάδα, σε μια φορμαλιστική - νομικίστικη προσέγγιση, αυτή
της αποδοχής της ύπαρξης αποκλειστικά των μειονοτήτων που έχουν αναγνωρίσει σε διμερείς ή πολυμερείς συνθήκες143. Στη θεωρία υποστηρίζεται από την ολότητα σχεδόν
139. ΤΣΙΤΣΕΛΙΚΗΣ και ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ, ό.σημ.68, σ. 422. Βλ. επίσης ΣΤΟΥΣ ΙΔΙΟΥΣ, σσ. 423424, 438-439.
140. ΠΕΡΡΑΚΗΣ, ό.σημ.39, σ. 64.
141. Βλ. GEOFF GILBERT, ‘The Council of Europe and Minority Rights’, 18 Human Rights
Quarterly (1996), σ. 177. STEPHEN J. ROTH, ‘Comments on the CSCE Meeting of Experts on National Minorities and its Concluding Document’, 12 Human Rights Law Journal (1991), σ. 331.
142. Βλ. DIETER KUGELMANN, ‘The Protection of Minorities and Indigenous Peoples Respecting Cultural Diversity’, 11 Max Planck Yearbook of United Nations Law (2007), σ. 246, ο
οποίος αναφέρεται στα “κλασικά” παραδείγματα της Γαλλίας και της Τουρκίας. Αναφορικά με την
Ελλάδα, βλ. την επισήμανση ότι «...ως γνωστό η Ελλάδα αρνείται κατά πάγια τακτική της την
ύπαρξη τέτοιων ομάδων [σημ. πέραν της μουσουλμανικής μειονότητας ως αποκλειστικά θρησκευτικής] στο έδαφός της.», ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΙΤΣΕΛΙΚΗΣ, «Η Θέση σε Ισχύ της Σύμβασης - Πλαίσιο
για την Προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων του Συμβουλίου της Ευρώπης και η Υπογραφή της
από την Ελλάδα», 18 Ελληνική Επιθεώρηση Ευρωπαϊκού Δικαίου (1998), σ. 76. Για μια γόνιμα
κριτική περιγραφή και ανάλυση αυτής της θέσης, βλ. ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ, «Εισαγωγή: Το
Ανομολόγητο Ζήτημα των Μειονοτήτων στην Ελλάδα», στο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ (επιμ.), Το
Ανομολόγητο Ζήτημα των Μειονοτήτων στην Ελληνική Έννομη Τάξη, Αθήνα, 2008, σσ. 9 επ.
143. Βλ., για την επίσημη θέση της Τουρκίας, Note Verbale dated 19 March 2008 from the
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
Δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή
333
των μελετητών ότι η ύπαρξη μιας μειονότητας είναι ζήτημα πραγματικό και όχι νομικό
και συνακόλουθα δεν εξαρτάται από την αναγνώρισή της ή μη από το κράτος που διαβιώνει,144 άποψη που βασίζεται στην ανάλογη θέση τόσο του Διεθνούς Δικαστηρίου Διαρκούς Δικαιοσύνης στην υπόθεση των ελληνο-βουλγαρικών κοινοτήτων145 όσο και στη
πιο σύγχρονη θέση της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Δ.Σ.Α.Π.Δ.146. Από
την άλλη πλευρά, υποστηρίζεται πως «η άποψη περί «πραγματικού» χαρακτήρα των μειονοτήτων προβάλλεται με επιμονή, προκειμένου να αμφισβητηθεί η ικανότητα-νομιμοποίηση του νομοθέτη να (περι)ορίζει τις μειονότητες και τα δικαιώματά τους και να εμφανισθεί ως υποχρέωση των κρατών να αναγνωρίσουν το πραγματικό, εμπειρικό, οιονεί
φυσικό γεγονός της ύπαρξης μειονότητας. Αυτή η άποψη είναι εξόχως προβληματική»147. Σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση «..ο προσδιορισμός της εθνικής μειονότητας
από όργανα του κρατικού μηχανισμού καθώς και η άσκηση σχετικών δικαιωμάτων είναι
Permanent Mission of Turkey addressed to the Secretariat of the Human Rights Council, Annex,
Turkey’s Statement on the Mandate of the Independent Expert on Minority Issues, 18 March 2008,
UN Doc. A/HRC/7/G/14, 26 March 2008. Για την επισήμανση σχετικά με την ανάλογη θέση της
Βουλγαρίας και της Ελλάδας, βλ. ΚΟΠΠΑ, ό.π., σ. 32.
144. Βλ. ενδεικτικά PATRICK THORNBERRY, ‘International European Standards on Minority
Rights’, στο HUGH MIALL (επιμ.), Minority Rights in Europe: The Scope for a Transnational Regime, Royal Institute of International Affairs, London, 1994, σ. 15. Βλ., επίσης, και την πολιτικά
ρεαλιστική θέση του ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ ότι «…στην πρακτική των κρατών η ύπαρξη ή όχι μιας μειονότητας εξαρτάται από το εάν τρίτα Κράτη δέχονται ή όχι ότι μια μειονότητα όντως υπάρχει»,
ό.π., σ. 85.
145. “The existence of communities is a question of fact; it is not a question of law.” Βλ. Interpretation of the Convention between Greece and Bulgaria Respecting Reciprocal Emigration,
Signed at Neuilly-Sur-Seine on November 27th, 1919 (Question of the "Communities"), Advisory
Opinion No 17, PCIJ, Ser.B, No 17, 1930, σ. 22. Βλ., επίσης, ΑΛΕΞΗΣ ΗΡΑΚΛΕΙΔΗΣ, «Τα Αίτια της
Αντιμειονοτικής Στάσης της Ελλάδας: Ορισμένες Υποθέσεις για Έρευνα», στο Μειονότητες στην Ελλάδα, Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας, Αθήνα, 2004, σ. 54.
146. “The existence of an ethnic, religious or linguistic minority in a given State party does
not depend upon a decision by that State party but requires to be established by objective criteria.”,
UN Doc. CCPR/C/21/Rev.1/Add.5, ό.π., παρ. 5.2. Βλ., επίσης, ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΑΣ, Αναζητώντας τα Χαμένα Δικαιώματα στην Ελλάδα - Η Σκοτεινή Πλευρά της Ελληνικής Δημοκρατίας, Αθήνα,
2007, σσ. 178-179.
147. ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΗΜΟΥΛΗΣ, «Οι Αόρατες Εθνικές Μειονότητες της Ελληνικής Έννομης Τάξης», στο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΛΥΛΟΣ (επιμ.), Το Ανομολόγητο Ζήτημα των Μειονοτήτων στην Ελληνική Έννομη Τάξη, Αθήνα, 2008, σ. 137.
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
334
ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΓΙΟΥΨΑΝΗ
κανονιστικό ζήτημα που επιλύεται από το ισχύον δίκαιο...»148 και «..η αναφορά στην
πραγματικότητα ως πηγή ή κριτήριο αποτελεί γνωσιολογικό εμπόδιο στην έγκυρη και γόνιμη συγκρότηση της μειονότητας ως έννοιας και γνωστικού αντικειμένου στις νομικές
προσεγγίσεις του φαινομένου»149. Σε κάθε περίπτωση, από τη στιγμή που δεν υφίσταται
ένας επίσημος, οικουμενικά αποδεκτός ορισμός της μειονότητας στο Διεθνές Δίκαιο150,
ούτε ένας καθορισμός του ελάχιστου αριθμού των μελών που πρέπει αυτή να έχει για να
συγκροτείται και να ορίζεται ως τέτοια151, τα κράτη είναι μεν ελεύθερα, από τη μια, στην
πράξη να αναγνωρίζουν ή όχι την ύπαρξη μιας μειονότητας, από την άλλη, ωστόσο, «το
κάθε κράτος έχει εκ του διεθνούς δικαίου την υποχρέωση να συμπεριφέρεται με «καλή
πίστη», που σημαίνει ότι δεν μπορεί να αυθαιρετεί στο θέμα αυτό, όταν συντρέχουν αντικειμενικά στοιχεία που δείχνουν την ύπαρξη μιας εθνικής μειονότητας στο έδαφός
του»152. Σημειώνεται ότι η Επιτροπή από τη δική της πλευρά αντιμετωπίζει με επιφυλακτικότητα τις θέσεις κρατών, όπως π.χ. της Γαλλίας και της Ελλάδας, που δεν αναγνωρίζουν την ύπαρξη μειονοτήτων εντός της επικράτειάς τους (πλην της επίσημα χαρακτηριζόμενης ως μουσουλμανικής στη δεύτερη περίπτωση), ζητώντας με τη διπλωματική
γλώσσα των Η.Ε. από τις κυβερνήσεις να επανεξετάσουν τη στάση τους153.
148. ΔΗΜΟΥΛΗΣ, ό.π, σ. 136.
149. ΔΗΜΟΥΛΗΣ, ό.π., σ. 137.
150. Σχετικά με το ζήτημα του ορισμού της έννοιας, βλ. VASSILIOS GRAMMATICAS, ‘The Definition of Minorities in International Law: A Problem Still Looking for a Solution’, 52 Revue Hellénique de Droit International (1999), σσ. 321 επ., ΚΩΣΤΑ ΧΑΤΖΗΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ, «Η Έννοια της
Μειονότητας – Δυσκολίες και Προβλήματα Προσδιορισμού», 3 Αρμενόπουλος - Επιστημονική Επετηρίδα (1982), σσ. 261 επ.
151. Στη γνωστή στους μελετητές του μειονοτικού φαινομένου έκθεση του πρώην Ειδικού
Εισηγητή των Η.Ε. Francesco Capotorti καταγράφηκαν θεαματικά αποκλίνουσες κρατικές απόψεις
για το ελάχιστο αριθμητικό μέγεθος που πρέπει να έχει μια ομάδα για να συγκροτεί μειονότητα,
κυμαινόμενες μεταξύ της θέσης της Σουηδίας περί προϋπόθεσης ύπαρξης τουλάχιστον 100 ατόμων
και της Ελλάδας περί αναγκαίας ύπαρξης ευμεγέθους (sizable) ομάδας, βλ. FRANCESCO CAPOTORTI,
Study on the Rights of Persons Belonging to Ethnic, Religious and Linguistic Minorities, UN Doc.
E/CN.4/Sub.2/384/Rev.1, UN Publications Sales No E.78.XIV.1, New York, 1979, σ. 9, παρ. 38
(θέση Σουηδίας), παρ. 41 (θέση Ελλάδας).
152. ΑΝΤΩΝΗΣ ΜΠΡΕΔΗΜΑΣ, «Τα Προβλήματα στις Σχέσεις Ελλάδας - Π.Γ.Δ.Μ. και το Διεθνές Δίκαιο: Η Ονομασία, η Εθνική Ταυτότητα, η Μειονότητα στην Ελλάδα», στο ΣΤΕΛΙΟΣ ΠΕΡΡΑΚΗΣ (επιμ.), Ματιές στο Σύγχρονο Τοπίο των Δυτικών Βαλκανίων, Αθήνα, 2009, σ. 42.
153. “The Committee urges the State Party to reconsider its position with regard to the reΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
Δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή
335
Ένα άλλο καινοτόμο στοιχείο της προσέγγισης της Επιτροπής είναι η εισαγωγή θεμελιώδους υποχρέωσης στα κράτη να αποσπούν την ελεύθερη, προηγούμενη και εν πλήρει
γνώσει συναίνεση των μελών των μειονοτήτων (και όχι των μειονοτήτων καθαυτών), όταν
η διατήρηση των πολιτιστικών πόρων τους, ιδιαίτερα αυτών που συνδέονται με τον τρόπο ζωής τους και την πολιτιστική τους έκφραση, τελεί υπό διακινδύνευση. Δεν αποσαφηνίζεται, ωστόσο, στο Σχόλιο αν απαιτείται να επιτυγχάνεται η συναίνεση των μειονοτικών πολιτών ή απλώς χρειάζεται τα κράτη να επιδιώκουν καλόπιστα την επίτευξη συναίνεσης, άσχετα αν τελικά η προσπάθεια δεν τελεσφορεί, όπως έχει ερμηνευτεί ότι είναι
το πραγματικό νόημα των ανάλογων σχετικών διατάξεων της Σύμβασης Νο 169 της
Δ.Ο.Ε. για τους αυτόχθονες και φυλετικούς λαούς154. Επιπλέον, η κρατική υποχρέωση
φέρεται να υπάρχει αποκλειστικά απέναντι στα άτομα - μέλη των μειονοτήτων και όχι
στις ίδιες per se, αφορά περιορισμένο πεδίο (όταν τελούν υπό διακινδύνευση οι πολιτισμικοί πόροι), ενώ δεν αποσαφηνίζεται ποιος είναι αρμόδιος να κρίνει πότε θεωρείται
απαραίτητη η ενεργοποίησή της.
Κατά τα λοιπά επισημαίνεται για μια ακόμη φορά η έμφαση που επιδεικνύει η Επιτροπή στα κομβικά ζητήματα του ατομικού και συλλογικού αυτοπροσδιορισμού υπό τη
μορφή της ελεύθερης επιλογής του «ανήκειν», της άσκησης των πολιτιστικών πρακτικών, της χρήσης της γλώσσας επιλογής, της ελευθερίας της συνένωσης και της ελευθερίας επιλογής και ίδρυσης εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, εντάσσοντας, λόγω ακριβώς της σηcognition of other ethnic, religious or linguistic minorities which may exist within its territory in
accordance with recognized international standards…”, Concluding Observations of the Committee
on Economic, Social and Cultural Rights: Greece, UN Doc. E/C.12/1/Add. 97, 7 June 2004, παρ.
31. “Although the State party, in its third periodic report to the Human Right Committee
(CCPR/C/76/Add.7, para. 94), has declared that “France is a country in which there are no [ethnic,
religious or linguistic] minorities”, it is obvious that France is characterized by great ethnic and cultural richness”, List of Issues to be Taken Up in Connection with the Consideration of the Second
Periodic Report of France Concerning the Rights Covered by Articles 1 to 15 of the International
Covenant on Economic, Social and Cultural Rights, UN Doc. E/C.12/Q/FRA/1, 18 May 2001, παρ.
28. “The Committee therefore recommends that the State party considers reviewing its position
with regard to the recognition of minorities under the Constitution and recognize officially the need
to protect the cultural diversity of all minority groups under the jurisdiction of the State Party, in
accordance with the provisions of article 15”, Concluding Observations of the Committee on Economic, Social and Cultural Rights: France, UN Doc. E/C.12/FRA/CO/3, 9 June 2008, παρ. 50.
154. Βλ. RUSSEL LAWRENCE BARSH, ‘An Advocate’s Guide to the Convention on Indigenous
and Tribal Peoples’, 15 Oklahoma City University Law Review (1990), σσ. 218-219.
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
336
ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΓΙΟΥΨΑΝΗ
μασίας που ενέχουν για την πολιτισμική ετερότητα, την εγγύηση της απόλαυσής τους
στον πυρήνα των θεμελιωδών υποχρεώσεων των κρατών.
Κλείνοντας, η Επιτροπή τονίζει ότι τα κράτη μέλη πρέπει να λάβουν τα απαραίτητα
μέτρα χωρίς καθυστέρηση για να εγγυηθούν άμεσα τουλάχιστον το ελάχιστο περιεχόμενο
των προαναφερόμενων θεμελιωδών υποχρεώσεων. Μπορεί κάποια από τα μέτρα αυτά,
όπως σημειώνει, να απαιτούν πόρους, είναι ωστόσο βασικά για την εξασφάλιση της
εφαρμογής αυτού του minimum περιεχομένου. Επιπλέον, η Επιτροπή σημειώνει πως τα
μέτρα αυτά δεν είναι στατικά αλλά τα κράτη είναι υποχρεωμένα να κινηθούν προοδευτικά προς την κατεύθυνση της πλήρους υλοποίησης του άρθρου 15 παρ. 1 (α)155.
ΣΤ. Συμπεράσματα.
Η Επιτροπή, ανταποκρινόμενη στις σχετικές επισημάνσεις και παροτρύνσεις για
την υιοθέτηση εκ μέρους της Γενικού Σχόλιου που να αποσαφηνίζει το κανονιστικό πεδίο της διάταξης του άρθρου 15 παρ. 1 (α) Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ.156, έρχεται με το Σχόλιό της να
δώσει σάρκα και οστά στο δικαίωμα της συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή βγάζοντάς το
πλέον από την ιδιότυπη αφάνεια στην οποία τελούσε και καθιστώντας το ίσης αξίας και
σημασίας με τα υπόλοιπα δικαιώματα του Συμφώνου. Συγκεκριμένα, επιχειρεί να καλύψει με τον πλέον λεπτομερή και κατατοπιστικό τρόπο ένα σημαντικό κενό που υφίστατο
μέχρι πρότινος αναφορικά με την ασάφεια του περιεχομένου του δικαιώματος, της εμβέλειας / έκτασης της προστασίας που αυτό παρέχει, των δικαιούχων - υποκειμένων της
διάταξης, της φύσης των δικαιωμάτων που κατοχυρώνει και των κρατικών υποχρεώσεων
που εγκαθιδρύει για την υλοποίησή της. Ουσιαστικά και ειδικότερα σε ό,τι αφορά τις διαστάσεις της διάταξης που άπτονται της μειονοτικής ετερότητας, η Επιτροπή κινείται στο
πνεύμα (στο βαθμό του δυνατού) της σχετικής επισήμανσης ότι «...η διαπραγμάτευση
των νομικών και πολιτικών πτυχών για την διεθνή προστασία των μειονοτήτων απαιτεί
ξεκάθαρους νομικούς ορισμούς των εννοιών, των δικαιούχων των δικαιωμάτων, καθώς
και των μέτρων που πρέπει να ληφθούν για την εφαρμογή τους»157.
155. UN Doc. E/C.12/GC/21, ό.π., παρ. 67.
156. Βλ. ‘Submission of the International Commission of Jurists for the Day of Discussion
on the Right to Participate in Cultural Rights convened by the Committee on Economic, Social and
Cultural Rights – Background Paper Submitted by the International Commission of Jurists’, UN
Doc. E/C.12/40/7, 9 May 2008, σ. 3 (παρ. 4).
157. ΣΤΕΛΙΟΥ ΠΕΡΡΑΚΗ, «Ευρωπαϊκή Πολιτική Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Μειονοτήτων: Πλαίσιο, Επιτεύξεις και Προοπτικές», στο ΝΙΚΟΣ ΛΙΟΥΣΗΣ - ΣΩΤΗΡΗΣ ΝΤΑΛΗΣ (επιμ.), Οι ΔιΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
Δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή
337
Η ερμηνεία που προσδίδει στη διάταξη παρουσιάζει αναμφίβολα μείζονα σημασία
για τη μειονοτική προστασία, καθώς αναγνωρίζει με επίσημο πλέον τρόπο το δικαίωμα
των μειονοτήτων ως συλλογικοτήτων και των μελών τους στη δική τους πολιτιστική ζωή,
αποστασιοποιούμενη πλήρως από τις εικαζόμενες αρχικές βουλήσεις / προθέσεις των
συντακτών της διάταξης, αλλά και από μεταγενέστερες ερμηνείες που ήθελαν τη διάταξη
– απούσης ρητής αναφοράς στις μειονότητες – να κατοχυρώνει δικαίωμα συμμετοχής
αποκλειστικά στην εθνική πολιτιστική ζωή των κρατών και όχι σε επιμέρους μειονοτικές
κουλτούρες προάγοντας, έτσι, την ιδέα μονοεθνοτικών κοινωνιών. Στο πλαίσιο αυτό και
σε συνάρτηση με την ευρεία πρόσληψη της έννοιας culture που επιχειρεί η Επιτροπή, και
η οποία απομακρύνεται από την αρχική στενή υλιστική σύλληψη του όρου υπό τη μορφή
των “υψηλών τεχνών και των βέλτιστων γραμμάτων”, είναι ιδιαίτερα σημαντική η ένταξη στο πεδίο προστασίας της διάταξης μιας σειράς υπό ευρεία έννοια πολιτιστικών δικαιωμάτων που είναι κρίσιμα για την προστασία της μειονοτικής ετερότητας, ακόμη κι
όταν το Σχόλιο δεν αναφέρεται ρητά σε αυτήν, όπως αυτά του ατομικού και συλλογικού
αυτοπροσδιορισμού, της ελευθερίας της συνένωσης, της επιλογής και ίδρυσης εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, της ελεύθερης, υπό τις προϋποθέσεις που αναφέρθηκαν, άσκησης των
πολιτιστικών πρακτικών, της ελευθερίας έκφρασης στη γλώσσα επιλογής και της συμμετοχής στη λήψη των αποφάσεων που αφορούν την απόλαυση του υπό εξέταση δικαιώματος και των πολιτιστικών δικαιωμάτων που συνδέονται με αυτό. Ουσιαστικά, η Επιτροπή
ενσωματώνει στο Σχόλιό της σημαντικά στοιχεία από το υφιστάμενο «μειονοτικό» δίκαιο αλλά και χτίζει πάνω σε αυτό επεκτείνοντάς το ριζοσπαστικά σε ορισμένα σημεία,
όπως σε ότι αφορά την αναγνώριση συλλογικών δικαιωμάτων και συνακόλουθα την
αναγνώριση του δικαιώματος μιας κοινότητας να αυτοπροσδιορίζεται συλλογικά με τον
τρόπο που επιθυμεί. Θα μπορούσε, μάλιστα, να υποστηριχθεί ότι το Σχόλιό της είναι πιο
προωθημένο σε επιμέρους ζητήματα, όπως αυτά των συλλογικών δικαιωμάτων, του αυτοπροσδιορισμού, του σεβασμού της γλώσσας επιλογής, της ελευθερίας της συνένωσης
και του δικαιώματος της αποτελεσματικής συμμετοχής και από το αντίστοιχο Σχόλιο της
Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Δ.Σ.Α.Π.Δ. για το άρθρο 27 του Συμφώνου.
Αυτό, βέβαια, θα μπορούσε σε ένα βαθμό να θεωρηθεί εύλογο, δεδομένου ότι το Σχόλιο
της Επιτροπής του Δ.Σ.Α.Π.Δ. υιοθετήθηκε πριν από δεκαπέντε χρόνια και από τότε
υπήρξαν σημαντικές κατακτήσεις σε διεθνές θεσμικό επίπεδο στο τομέα της μειονοτικής
προστασίας, π.χ. Ευρωπαϊκός Χάρτης για τις Περιφερειακές ή Μειονοτικές Γλώσσες,
εθνείς Σχέσεις στη Μεταψυχροπολεμική Εποχή – Από τη Γεωπολιτική στη Γεωοικονομία και οι Προκλήσεις του 21ου αιώνα, Αθήνα, 1999, σ. 224.
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
338
ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΓΙΟΥΨΑΝΗ
Σύμβαση Πλαίσιο για την Προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων, αλλά και πέρα από
αυτή, π.χ. αναγνώριση ευρείας γκάμας συλλογικών δικαιωμάτων στη Σύμβαση Νο 169
της Δ.Ο.Ε. για τους Αυτόχθονες και Φυλετικούς Λαούς των Ανεξάρτητων Κρατών και
πολύ περισσότερο στη Διακήρυξη των Η.Ε. για τα Δικαιώματα των Αυτόχθονων Λαών.
Η σημασία του Σχόλιου, βέβαια, δεν πρέπει να υπερεκτιμάται, αφού, αφενός τα Γενικά Σχόλια που επεξεργάζεται η Επιτροπή δεν είναι νομικώς δεσμευτικά158 και αφετέρου η απόσταση μεταξύ των θέσεων που υιοθετούν οι διεθνείς επιτροπές επίβλεψης της
εφαρμογής των διεθνών συμβάσεων περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατά την ερμηνεία
των διατάξεών τους και της πραγματικότητας της πρακτικής των κρατών είναι συχνά αρκετά μεγάλη159. Από την άλλη, ωστόσο, δεν πρέπει και να υποβαθμίζεται, καθώς μπορεί
μεν οι ερμηνείες των διατάξεων του Συμφώνου στις οποίες προβαίνει η Επιτροπή μέσα
από τα Σχόλια που εκδίδει να μην είναι νομικά δεσμευτικές, φέρουν όμως αναμφίβολα
ένα αξιοσημείωτο ειδικό βάρος160, καθώς εκδίδονται από ένα διεθνές όργανο που συντίθεται από διεθνώς αναγνωρισμένους εξειδικευμένους εμπειρογνώμονες και συνακόλουθα
συνιστούν την πιο αυθεντική αποσαφήνιση των διατάξεων του Συμφώνου161. Επιπλέον,
σε ό,τι αφορά την απόσταση που υφίσταται στην πρακτική των περισσοτέρων κρατών
από θέσεις, όπως αυτή της αναγνώρισης συλλογικών δικαιωμάτων στο παρόν Σχόλιο,
υπενθυμίζεται ότι η αναφορά της Επιτροπής του ΔΣΑΠΔ, στο Σχόλιό της για το άρθρο 27,
στην αναγκαιότητα λήψης θετικών μέτρων για την υλοποίηση των δικαιωμάτων που κατοχυρώνει, θεωρούνταν πρωτοποριακή την εποχή που αυτό εκδόθηκε και στην καλύτερη περίπτωση αποδεκτή με επιφύλαξη από αρκετά κράτη, ενώ σήμερα, στη θεωρία τουλάχιστον,
158. EIBE RIEDEL, ‘The Development of International Law: Alternatives to Treaty Making?
International Organizations and Non - State Actors’, στο RÜDIGER WOLFRUM και VOLKER RÖBEN
(επιμ.), Development of International Law in Treaty Making, Springer, Berlin/Heidelberg/New
York, 2005, σ. 314.
159. Βλ. ASBJØRN EIDE και RIANNE LETSCHERT, ‘Institutional Developments in the United
Nations and at the Regional Level’, 14 International Journal on Minority and Group Rights (2007),
σσ. 327-328, που σημειώνουν με νόημα ότι “[t]he possible impact of minority and indigenous
rights institutions should therefore not be overestimated. They will always remain dependent on the
willingness of governments to make further progress and will have to continue to act while negotiating the borderline of law and politics”.
160. Βλ. MATTHEW C. R. CRAVEN, The International Covenant on Economic, Social and Cultural Rights - A Perspective on its Development, Oxford University Press, 1995, σ. 91.
161. Βλ. HANS MORTEN HAUGEN, ‘General Comment No 17 on “Authors' Rights”’, 10 The
Journal of World Intellectual Property (2007), σ. 55.
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
Δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή
339
σπάνια απαντάται μελέτη που αμφισβητεί την αναγκαιότητα της λήψης θετικών μέτρων με
σκοπό την επίτευξη πραγματικής ισότητας μεταξύ πλειονότητας και μειονότητας162.
Περαιτέρω, η πιθανή σημαντική συμβολή που δύναται να επιτελέσει το Σχόλιο στο
τομέα της αποτελεσματικότερης μειονοτικής προστασίας τελεί σε συνάρτηση και με μια
άλλη πρόσφατη κομβική εξέλιξη στο πλαίσιο του Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ., την υιοθέτηση Προαιρετικού Πρωτοκόλλου στο Σύμφωνο που δίνει τη δυνατότητα σε άτομα και ομάδες ατόμων να προσφεύγουν στην Επιτροπή επικαλούμενα παραβίαση των διατάξεών του163 και
συνακόλουθα και της υπό εξέταση διάταξης, η οποία σημειωτέον είχε προταθεί ανεπιτυχώς κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες του Πρωτοκόλλου να εξαιρεθεί από την
ομάδα των διατάξεων για τις οποίες θα εγκαθιδρυόταν δικαίωμα προσφυγής164. Βέβαια,
και σε αυτή την περίπτωση οι τυχόν αποφάσεις που ενδέχεται να εκδώσει η Επιτροπή
στο μέλλον αναφορικά με επικαλούμενες από μέλη μειονοτήτων παραβιάσεις του άρθρου 15 παρ. 1 (α) του Συμφώνου δεν θα είναι νομικά δεσμευτικές, αφού η Επιτροπή δεν
(θα) είναι δικαιοδοτικό όργανο, αλλά στην καλύτερη περίπτωση «οιονεί» δικαιοδοτικό,
που σημαίνει ότι οι αποφάσεις της δεν μπορούν να έχουν παρά μόνο μια αυξημένη ηθική
ισχύ, όπως αυτή της Ε.Α.Δ. του Δ.Σ.Α.Π.Δ.165. Στο σημείο αυτό επισημαίνεται, πάντως,
η πρόσφατη θέση της Ε.Α.Δ. του Δ.Σ.Α.Π.Δ αναφορικά με την υφή της λειτουργίας που
επιτελεί κατά την εξέταση των ατομικών προσφυγών που επιλαμβάνεται δυνάμει του
πρώτου άρθρου του Προαιρετικού Πρωτοκόλλου ότι, ναι μεν, αυτή δεν είναι ίδια με εκείνη
ενός δικαστικού οργάνου, αλλά εν τούτοις οι αποφάσεις που εκδίδει επί των προσφυγών
παρουσιάζουν ορισμένα σημαντικά χαρακτηριστικά που διακρίνουν τις δικαστικές αποφάσεις166. Σε κάθε περίπτωση, η συνεκτική, συγκροτημένη, λεπτομερής και πάνω από
162. Βλ. ΣΙΣΙΛΙΑΝΟΣ, ό.π., σσ. 116, 119, 128.
163. Βλ. UN Doc. A/RES/63/117, Optional Protocol to the International Covenant on Economic, Social and Cultural Rights, Annex, 5 March, 2009, άρθρο 2. Βλ., επίσης, ΠΑΡΟΥΛΑΣ - ΝΑΣΚΟΥ - ΠΕΡΡΑΚΗ, «Το Προαιρετικό Πρωτόκολλο στο Σύμφωνο του Ο.Η.Ε. για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα», 12 ΝΟΜΟΣ - Επιστημονική Επετηρίδα του Τμήματος Νομικής της Σχολής Νομικών και Οικονομικών Επιστημών (2010), σ. 271.
164. Βλ. Committee on Economic, Social and Cultural Rights, ‘Report on the Fourteenth and
Fifteenth Sessions (30 April - 17 May 1996, 18 November - 6 December 1996)’, Economic and Social Council, Official Records, 1997, Supplement No 2, UN Doc. E/1997/22–E/C.12/1996/6, σσ.
99-101 (παρ. 24-28).
165. Βλ. ΑΝΤΩΝΗΣ ΜΠΡΕΔΗΜΑΣ, «Μετανάστες - Μέλη των Μειονοτήτων - Έχουν, κατά το Διεθνές Δίκαιο, τα Ίδια Δικαιώματα;», 28 Δικαιώματα του Ανθρώπου (2005), σ. 1268.
166. Βλ. Human Rights Committee, General Comment No 33: ‘The Obligations of States
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
340
ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΓΙΟΥΨΑΝΗ
όλα πλουραλιστική και προοδευτική ερμηνεία του δικαιώματος της συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή από την Επιτροπή του Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ., που υπερκερά, όπως αναφέρθηκε,
σε ότι αφορά τη μειονοτική διάσταση του δικαιώματος, σε ορισμένα σημεία την ανάλογη
ερμηνεία της Επιτροπής του Δ.Σ.Α.Π.Δ. για το άρθρο 27 Δ.Σ.Α.Π.Δ., σε συνάρτηση και
με την υιοθέτηση του Προαιρετικού Πρωτοκόλλου και τη δυνατότητα της ατομικής και
ομαδικής προσφυγής που αυτό αναγνωρίζει, δύνανται να αναβαθμίσουν ουσιαστικά την
παρεχόμενη προστασία, μεταβάλλοντας προς το θετικότερο τη στάση των κρατών μελών
ειδικότερα προς τα πολιτιστικά δικαιώματα των μειονοτήτων167. Στην κατεύθυνση αυτή
είναι δυνατόν να συμβάλλει γόνιμα και ο επίσης πρόσφατος θεσμός του Ανεξάρτητου
Εμπειρογνώμονα των Η.Ε. στο πεδίο των Πολιτιστικών Δικαιωμάτων που έχει, μεταξύ
των άλλων, ως αποστολή τη συνεργασία με τα κράτη με σκοπό την προώθηση της υιοθέτησης μέτρων σε τοπικό, εθνικό, περιφερειακό και διεθνές επίπεδο για την προστασία
των πολιτιστικών δικαιωμάτων168. Στο πλαίσιο, λοιπόν, αυτών των εξελίξεων και δη της
ριζοσπαστικά πλουραλιστικής ερμηνείας της Επιτροπής, δεν θα ήταν αβάσιμο να υποτεθεί ότι, σε ένα όχι ιδιαίτερα μακρινό μέλλον η διάταξη του άρθρου 15 παρ. 1 (α) του
Δ.Σ.ΟΙ.Κ.Π.Δ. θα μπορούσε να καταστεί σε ότι αφορά τη μειονοτική προστασία ισοδύναμη σε συμβολική και πρακτική αξία με αυτή του 27 Δ.Σ.Α.Π.Δ., λειτουργώντας «ως
σημαντικό αντίδοτο στη τάση ομογενοποίησης και ισοπέδωσης των διαφορών και της
πολυμορφίας»169.
Αθανάσιος Γιουψάνης
Parties under the Optional Protocol to the International Covenant on Civil and Political Rights’,
Advanced Unedited Version, UN Doc. CCPR/C/GC/33, Nov. 5, 2008, παρ. 11.
167. Βλ. MARINA HADJIOANNOU, ‘The International Human Right to Culture: Reclamation of
the Cultural Identities of Indigenous Peoples under International Law’, 8 Chapman Law Review
(2005), σ. 212.
168. Βλ. UN Doc. A/HRC/RES/10/23, Independent Expert in the Field of Cultural Rights, 26
March 2009, παρ. 9 (c).
169. Βλ. Committee on Economic, Social and Cultural Rights, ‘Report of the Eighteenth and
Nineteenth Sessions, (27 April-15 May 1998, 16 November - 4 December 1998)’, Economic and
Social Council, Official Records, 1999, Supplement No 2, UN Doc. E/1999/22-E/C.12/1998/26,
παρ. 483.
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΤΑ Ν° 60/2014
Download