Uploaded by leonardo marino

paradigmi-greco-antico.ocr

advertisement
www.grecoanticoapp.it
ELENCO COMPLETO PARADIGMI GRECI
Di seguito sono elencati oltre 400 paradigmi di verbi greci in ordine alfabetico e secondo il formato standard tipico dei dizionari e dei libri di testo
VERBO
(Traduzione)
αγαμαι
(Ammiro)
άγανακτέω (Mi
Adiro)
άγαπάω
(Amo)
άγγέλλω
(Annuncio)
άγείρω
(Raduno)
άγνοέω
(Ignoro)
άγορεύω (Parlo in
pubblico)
αγω
(Conduco)
άδικέω
(Commetto
un'ingiustizia)
αδω (Canto /
Suono)
αίδέομαι
(Rispetto / Mi
vergogno)
αίνέω (Lodo)
αίρέω (Prendo /
Scelgo)
αίρω (Sollevo)
IMPERFETTO
ATTIVO
IMPERFETTO
MEDIOPASSIVO
ήγάμην
ήγανάκτουν
FUTURO
ATTIVO
FUTURO
MEDIO
άγάσομαι
FUTURO
PASSIVO
άγασθήσομαι
άγανακτήσω
AORISTO
ATTIVO
AORISTO
MEDIO
ήγασάμην
AORISTO
PASSIVO
ήγάσθην
PERFETTO
ATTIVO
PERFETTO
MEDIOPASSIVO
ήγανάκτησα
ήγανακτήθην
ήγανάκτηκα
ήγανάκτημαι
ήγαπήθην
ήγάπηκα
ήγάπημαι
ήγάπων
ήγαπώμην
άγαπήσω
(άγαπήσομαι)
άγαπηθήσομαι
ήγάπησα
ηγγελλον
ήγελλόμην
άγγελώ
άγγελουμαι
άγγελθήσομαι
ήγγειλα
ήγγειλάμην
ήγγελθην
ηγγελκα
ηγγελμαι
ηγειρον
ήγειρόμην
άγερώ
άγερουμαι
ηγειρα
ήγειράμην
ήγερθην
άγήγερκα
άγήγερμαι
ήγνόουν
ήγνοουμην
άγνοήσω
αγνοήσομαι
ήγνοήθην
ήγνόηκα
ήγνόημαι
ήγόρευον
ήγορευόμην
άγορευσω
ήγον
ήγόμην
αξω
αξομαι
ήδικουν
ήδικουμην
άδικήσω
ηδον
ηδόμην
ασω
ηδουμην
άγνοηθήσομαι
ήγνόησα
ήγόρευσα
ήγορευσάμην
ήγορευθην
ήγόρευκα
ήγόρευμαι
άχθήσομαι
ηγαγον
ήγαγόμην
ηχθην
ήχα
ήγμαι
άδικήσομαι
άδικηθήσομαι
ήδικησα
ήδικησάμην
ήδικήθην
ήδικηκα
ήδικημαι
ασομαι
άσθήσομαι
ησα
ησθην
ησμαι
ηδεσάμην
ηδεσθην
ηδεσμαι
ηνεσα
ηνεσάμην
ηνεθην
ηνεκα
ηνεμαι
αίδεσομαι
ηνουν
ηνουμην
αίνεσω
αίνεσομαι
ηρουν
ηρουμην
αιρήσω
αιρήσομαι
αιρεθήσομαι
ειλον
ειλόμην
ηρεθην
ηρηκα
ηρημαι
ηρουν
ηρουμην
άρώ
άρουμαι
άρθήσομαι
ήρα
ήράμην
ηρθην
ήρκα
ήρμαι
ησθανόμην
αίσθήσομαι
ησθόμην
ησθημαι
αισθάνομαι (Mi
accorgo di)
αίσχύνω
(Disonoro)
αίτέω (Chiedo)
ησχυνον
ησχυνόμην
αίσχυνώ
αίσχυνουμαι
αίσχυνθήσομαι
ησχυνα
(ησχυνάμην)
ησχυνθην
ητουν
ητουμην
αιτήσω
αίτήσομαι
αίτηθήσομαι
ητησα
ητησάμην
ητήθην
άκούω (Sento)
ηκουον
ήκουόμην
(άκουσω)
άκουσομαι
άκουσθήσομαι
ηκουσα
ήκουσάμην
ήκουσθην
ησχυγκα /
ησχυκα
ητηκα
ησχυμμαι
άκήκοα
ηκουσμαι
ητημαι
1
www.grecoanticoapp.it
VERBO
(Traduzione)
άλίσκομαι
(Sono Preso)
άλλάσσω
(Cambio)
αμαρτάνω
(Sbaglio)
άναγκάζω
(Obbligo)
απτω
(Attacco)
άρκέω (Basto)
IMPERFETTO
ATTIVO
IMPERFETTO
MEDIOPASSIVO
ήλισκόμην
FUTURO
ATTIVO
FUTURO
MEDIO
άλώσομαι
FUTURO
PASSIVO
AORISTO
ATTIVO
έάλων / ηλων
AORISTO
MEDIO
AORISTO
PASSIVO
ηλλασσον/
ηλλαττον
ή μάρτανον
ήλλασσόμην/
ήλλατιόμην
ήμαρτανόμην
άλλάξω
άλλάξομαι
άλλαχθήσομαι
/ άλλαγήσομαι
ηλλαξα
ήλλαξάμην
άμαρτήσω
άμαρτήσομαι
ήμαρτησάμην
ήνάγκαζον
ήναγκαζόμην
άναγκάσω
ήμάρτησα /
η μαρτον
ήνάγκασα
ήλλάχθην/
ήλλάγην
ήμαρτήθην
ήναγκασάμην
ήναγκάσθην
ήπτον
ήπτόμην
άψω
ήψα
ήψάμην
ηφθην / ηφην
ήμμαι
ηρκουν
ήρκουμην
άρκεσω
ήρκεσθην
ηρκεσμαι
αρπάζω
(Rapisco)
άρχω
(Comando /
Inizio)
άσκέω
(Forgio)
αύξάνω /
αυξω
(Accresco)
αχθομαι
(Soffro)
βαίνω (Vado /
Conduco)
βάλλω
(Lancio)
βάπτω
(Immergo)
βιάζω
(Costringo a
forza)
βιβρώσκω
(Mangio)
βιόω (Vivo)
η ρπαζον
ήρπαζόμην
ηρχον
ήρχόμην
(άρπάξω) /
άρπάσω
αρξω
ησκουν
ήσκουμην
άσκήσω
άσκήσομαι
αύξήσω
αύξήσομαι
βλάπτω
(Rovino)
βλαστάνω
(Fiorisco)
βλέπω
(Guardo)
ηϋξανον / ηύξον
ηύξανόμην/ηύξόμην
ήχθόμην
άψομαι
άναγκασθήσομ
αι
άφθήσομαι
PERFETTO
ATTIVO
έάλωκα /
ηλωκα
ηλλαχα
PERFETTO
MEDIOPASSIVO
ήμάρτηκα
ήμάρτημαι
ήνάγκακα
ήνάγκασμαι
ηλλαγμαι
άρκεσθήσομαι
ηρκεσα
άρπάσομαι
άρπασθήσομαι
ήρπάσθην
ήρπάχθην
ηρπακα
αρξομαι
άρχθήσομαι
ηρπασα/
(ηρπαξα)
ηρξα
ήρξάμην
ηρχθην
ηρχα
ηρπασμαι /
(ηρπαγμαι)
ηργμαι
ησκησα
ήσκησάμην
ήσκήθην
ησκηκα
ησκημαι
ηϋξησα
ηύξησάμην
ηύξήθην
ηϋξηκα
ηϋξημαι
αύξηθήσομαι
άχθήσομαι
εβαινον
έβαινόμην
βήσω
βήσομαι
εβαλλον
έβαλλόμην
βαλώ
βαλουμαι
εβαπτον
έπαπτόμην
βάψω
έβιαζον
ήχθεσθην
ηχθημαι
εβησα
έβησάμην
εβην
βεβηκα
βληθήσομαι
εβαλον
έβαλόμην
έβλήθην
βεβληκα
βάψομαι
βαφήσομαι
εβαψα
έβαψάμην
έβιαζόμην
βιάσομαι
βιασθήσομαι
έβιασα
έβιασάμην
έβάφθην/
έβάφην
έβιάσθην
έβιβρωσκον
έβιβρωσκόμην
βρώσομαι
βρωθήσομαι
εβρων
εβιουν
έβιουμην
βιώσομαι
εβλαπτον
έβλαπτόμην
βλάψο
βλάψομαι
έβλάστανον
έβλαστανόμην
βλαστήσω
βλαστήσομαι
εβλεπον
έβλεπόμην
βλεψω
βλεψομαι
έβρώθην
έβιωσα /
έβιων
βλαβήσομαι
βλεφθήσομαι
εβλαψα
έβλάστησα /
εβλαστον
εβλεψα
έβλαψ άμην
έβλάφθην/
έβλάβην
έβλεφθην
βεβλημαι
βεβαμμαι
βεβιασμαι
βεβρωκα
βεβρωμαι
βεβιωκα
βεβιωμαι
βεβλαφα
βεβλαμμαι
βεβλάστηκα /
έβλάστηκα
βεβλεφα
βεβλεμμαι
2
www.grecoanticoapp.it
VERBO
(Traduzione)
βλώσκω
(Vado)
βουλεύω
(Delibero /
Discuto)
βούλομαι
(Desidero)
γαμέω (Sposo)
IMPERFETTO
ATTIVO
εβλωσκον
IMPERFETTO
MEDIOPASSIVO
FUTURO
ATTIVO
FUTURO
MEDIO
μολουμαι
FUTURO
PASSIVO
AORISTO
ATTIVO
εμολον
AORISTO
MEDIO
AORISTO
PASSIVO
PERFETTO
ATTIVO
μεμβλωκα
PERFETTO
MEDIOPASSIVO
έβουλευον
έβουλευόμην
βουλευσω
βουλευσομαι
βουλευθήσομα
ι
έβουλευσα
έβουλευσάμην
έβουλευθην
βεβουλευκα
βεβουλευμαι
βουλήσομαι
βουληθήσομαι
έγάμουν
έγαμουμην
γαμώ
γαμουμαι
γαμηθήσομαι
εγημα
έγημάμην
έβουλήθην /
ήβουλήθην
έγαμήθην
γεγάμηκα
γελάω (Rido)
έγελων
έγελώμην
γελάσω
γελάσομαι
γελασθήσομαι
έγελασα
έγελάσθην
(γεγελασμαι)
έγήρασκον
έγηρασκόμην
γηράσω
γηράσομαι
γηράσκω
(Invecchio)
γίγνομαι (Divento
/ Nasco / Capito)
γιγνώσκω
(Conosco /
Comprendo)
γράφω
(Scrivo)
γυμνάζω (Mi
esercito)
δείδω (Temo)
έβουλόμην
γενήσομαι
γενηθήσομαι
δέω (Manco di /
Necessito di)
δηλόω (Mostro /
Dimostro)
διδάσκω
(Insegno)
δικάζω
(Giudico)
διώκω
(Inseguo)
δοκέω (Appaio
/ Sembro)
έγενόμην
έγίγνωσκον
έγιγνωσκόμην
γνώσομαι
γνωσθήσομαι
εγνων
εγραφον
έγραφόμην
γράψω
γράψομαι
εγραψα
έγραψάμην
έγυμναζον
έγυμναζόμην
γυμνάσω
γυμνάσομαι
έγυμνασα
εδειδον
έδειδόμην
(δείσω)
δείσομαι
γραφήσομαι /
γραφθήσομαι
γυμνασθήσομα
ι
εδουν
έδουμην
δήσω
δήσομαι
δεθήσομαι
εδησα
έδεον
έδεόμην
δεήσω
δεήσομαι
δεηθήσομαι
έδεησα
έδήλουν
έδηλουμην
δηλώσω
δηλώσομαι
δηλωθήσομαι
έδήλωσα
έδίδασκον
έδιδασκόμην
διδάξω
διδάξομαι
διδαχθήσομαι
έδίκαζον
έδικαζόμην
δικάσω
δικάσομαι
έδίωκον
έδιωκόμην
διώξω
διώξομαι
έδόκουν
δώξω /
δοκήσω
έγενήθην
γεγονα
γεγενημαι
έγνώσθην
εγνωκα
εγνωσμαι
γεγραφα
γεγραμμαι
έγυμνασάμην
έγράφην /
έγράφθην
έγυμνάσθην
γεγυμνακα
γεγυμνασμαι
έδεξάμην
έδεχθην
εδεισα
δεξομαι
γεγάμημαι
γεγήρακα
έγιγνόμην
έδεχόμην
δέχομαι (Ricevo /
Accetto)
δέω (Lego)
έγήρασα
βεβουλημαι
δεδοικα
έδησάμην
δεδια
δεδεγμαι
έδεθην
δεδεκα
δεδεμαι
έδεήθην
δεδεηκα
δεδεημαι
έδηλωσάμην
έδηλώθην
δεδήλωκα
δεδήλωμαι
έδίδαξα
έδιδαξάμην
έδιδάχθην
δεδίδαχα
δεδίδαγμαι
δικασθήσομαι
έδίκασα
έδικασάμην
έδικάσθην
δεδίκακα
δεδίκασμαι
διωχθήσομαι
έδιωξα
έδιώχθην
δεδίωχα
δεδίωγμαι
εδοξα /
έδόκησα
έδόχθην /
έδοκήθην
δεδόκηκα
δεδόκημαι /
δεδογμαι
3
www.grecoanticoapp.it
VERBO
(Traduzione)
δοκιμάζω (Metto
alla prova l
Approvo)
δοξάζω (Penso l
Ritengo)
δράω (Faccio l
Agisco)
IMPERFETTO
ATTIVO
έδοκίμαζον
IMPERFETTO
MEDIOPASSIVO
έδοκιμαζόμην
FUTURO
ATTIVO
δοκιμάσω /
(δοκιμώ)
FUTURO
MEDIO
FUTURO
PASSIVO
δοκιμασθήσομ
αι
AORISTO
ATTIVO
έδοκίμασα
έδόξαζον
έδοξαζόμην
δοξάσω
δοξάσομαι
δοξασθήσομαι
έδόξασα
εδρών
έδρώμην
δράσω
έδυνάμην
δύναμαι (Posso l
Sono in grado di)
έάω (Lascio l
Permetto)
έθέλω l θέλω
(Voglio l
Acconsento a)
εθίζω (Abituo)
AORISTO
MEDIO
(έδοκιμασάμην)
AORISTO
PASSIVO
έδοκιμάσθην
PERFETTO
ATTIVO
δεδοκίμακα
PERFETTO
MEDIOPASSIVO
δεδοκίμασμαι
έδοξασάμην
έδοξάσθην
δεδόξακα
δεδόξαμαι
έδράσθην
δεδρακα
δεδραμαι
εδρασα
δυνήσομαι
εϊων
έάσω
ηθελον / εθελον
έθελήσω / θελήσω
ε’ίθιζον
έθιώ
δεδυνημαι
έδυνήθην /
έδυνάσθην
έάσομαι
εϊασα
ήθελησα
έθελησα
έθισθήσομαι
είάθην
/
είακα
είαμαι
ήθεληκα /
τεθεληκα
ε’ίθισα
είθίσθην
είθικα
είκάσθην
είκακα
ήλάσθην
έλήλακα
είθισμαι
ε’ίωθα
έθω (Sono solito)
εικάζω
(Rappresento)
ελαύνω
(Spingo)
ελέγχω
(Disprezzo l
Accuso)
ελπίζω (Spero l
Temo)
έπίσταμαι (Sono
capace l
Sperimento)
έραμαι (Amo)
ηκαζον / εϊκαζον
είκαζόμην
εικάσω
είκασθήσομαι
ηλαυνον
ήλαυνόμην
έλάσω / έλώ
έλασθήσομαι
είκασα /
(ηκασα)
ηλασα
ηλεγκον
ήλεγκόμην
έλεγξω
έλεγχθήσομαι
ηλεγξα
ηλπιζον
ήλπιζόμην
έλπίσομαι
ήλεγχθην
ήλπισάμην
ήλπίσθην
έλήλαμαι
έλήλεγμαι
ηλπικα
ηλπισμαι
έλπίσω / έλπιώ
ήπιστάμην
έπιστήσομαι
ήράμην
έργάσομαι
ήργαζόμην / είργαζόμην
εργάζομαι
(Faccio l Lavoro)
ερίζω (Invidio)
ηριζον
έρπω (Striscio)
είρπον
ερψω
έρρω (Cado)
ήρρον
έρρήσω
έρχομαι (Vado l
Vengo)
ηλπισα
ήλασάμην
είκασμαι/ (ηκασμαι)
ήριζόμην
ήρχόμην
έρίσω
ήπιστήθην
έρασθήσομαι
ήρασάμην
ήράσθην
έργασθήσομαι
είργασάμην
είργάσθην
ηρισα
ηρικα
ηρασμαι
έρήρισμαι
είρψα / ήρψα
ηρρησα
έλευσομαι
ήλθον
έλήλυθα
4
/
s
www.grecoanticoapp.it
VERBO
(Traduzione)
έρωτάω
(Chiedo)
έσθίω
(Mangio)
εύρίσκω
(Scopro)
εύχομαι
(Prego)
εχω (Ho / Sto)
ζάω (Sono in
vita)
ήγέομαι
(Governo /
Ritengo)
IMPERFETTO
ATTIVO
ή ρώτων
IMPERFETTO
MEDIOPASSIVO
ήρωτώμην
ησθιον / ε’ίσθιον
ηύρισκον
ηύρισκόμην
θηράω
(Caccio)
θιγγάνω
(Tocco)
θνήσκω
(Muoio)
θραύω
(Spacco)
θρύπτω
(Spacco)
θύω (Sacrifico /
Uccido)
ίκνέομαι
(Arrivo)
καθαίρω
(Purifico)
κάθημαι (Sto
Seduto)
εύρήσω
εύχόμην / ηύχόμην
είχον
FUTURO
MEDIO
(έρωτήσομαι)
FUTURO
PASSIVO
έρωτηθήσομαι
εδομαι
είχόμην
εζων
εύρήσομαι
AORISTO
ATTIVO
ήρώτησα
έξω / σχήσω
ήγουμην
εύρεθήσομαι
σχεθήσομαι
έξομαι / σχήσομαι
ζήσομαι
ήγήσομαι
ηξω
εύρηκα
ηύγμαι
εσχον
έσχεθην
εσχηκα
εζησα
(έζησάμην)
ήγησάμην
ταφήσομαι
θαυμάσομαι
έθαυμασα
εθευσα
θηράσω
θευσομαι/
θευσουμαι
θηράσομαι
θίξω
θίξομαι
εθιγον
θανουμαι
εθανον
θηραθήσομαι
εθραυον
έθραυόμην
θραυσω
θραυσομαι
θραυσθήσομαι
εθραυσα
εθρυπτον
έθρυπτόμην
θρυψω
θρυψομαι
θρυβήσομαι
εθρυψα
εθυον
έθυόμην
θυσω
θυσομαι
τυθήσομαι
εθυσα
καθηρον
καθηρόμην
έκαθήμην/ καθήμην
’ίξομαι
καθαρώ
καθαρουμαι
καθήσομαι
ήγήθην
ηγημαι
έθαυμασάμην
έθαφθην/
έτάφην
έθαυμάσθην
τεθαμμαι
τεθαυμακα
τεθαυμασμαι
έθηρασάμην
έθηράθην
τεθήρακα
τεθήραμαι
έθίχθην
τεθνηκα
έθραυσάμην
έθραυσθην
τεθραυσμαι
τεθρυμμαι
έθυσάμην
έθρυφθην/
έθρυβην
έτυθην
τεθυκα
ίκόμην
καθαρθήσομαι
έκάθηρα/
έκάθαρα
εσχημαι
ήκα
εθαψα
έθήρασα
ηύρημαι / εύρημαι
εζηκα
ήξα
(θαυμάσω)
ίκνουμην
έδήδεσμαι
εύρεθην
έθαυμαζόμην
εθνησκον
έδήδοκα /
εδηδα
ηύρηκα /
ηύρεθην/
έθαυμαζον
έθίγγανον
ήδεσθην
εύρόμην
εύξάμην/
ηύξάμην
έσχόμην
θάψω
έθηρώμην
PERFETTO
MEDIOPASSIVO
ήρώτημαι
ηύρόμην/
έθαπτόμην
έθήρων
PERFETTO
ATTIVO
ήρώτηκα
εύρον
ήγηθήσομαι
ηξομαι
AORISTO
PASSIVO
ήρωτήθην
ηύρον/
εθαπτον
εθεον
AORISTO
MEDIO
εφαγον
εϋξομαι
ζήσω
ήκον
ηκω (Mi trovo /
Sono Arrivato)
θάπτω
(Seppellisco)
θαυμάζω (Mi
meraviglio /
Ammiro)
θέω (Corro)
FUTURO
ATTIVO
έρωτήσω
έκαθηράμην
τεθυμαι
ίγμαι
έκαθάρθην
κεκάθαρκα
κεκάθαρμαι
5
www.grecoanticoapp.it
VERBO
(Traduzione)
καθίζω (Sto
Seduto l Faccio
Sedere)
καίω l κάω
(Brucio)
καλεω
(Chiamo)
καλύπτω
(Nascondo)
κείμαι (Giaccio l
Dormo)
κελεύω
(Ordino)
κερδαίνω
(Traggo
guadagno)
κηρύσσωl
κηρύττω
(Proclamo)
κλάζω
(Risuono)
κλαίω (Mi
lamento)
κλεπτω (Rubo)
IMPERFETTO
ATTIVO
έκάθιζον
IMPERFETTO
MEDIOPASSIVO
έκαθιζόμην
εκαιον / εκαον
έκαιόμην / έκαόμην
έκάλουν
έκαλουμην
έκάλυπτον
έκαλυπτόμην
FUTURO
ATTIVO
FUTURO
MEDIO
καθίσομαι
καθίσω / καθΐ/ καθιουμαι
καθεσω
καυσω
καυσομαι
έκελευόμην
έκερδαινον
έκήρυσσον /
έκήρυτιον
καυθήσομαι
καλούμαι
καλεσω / καλώ
καλυψω
(καλυψομαι)
έκείμην
έκελευον
/
εκλαζον
έκλαιόμην
εκλεπτον
έκλεπτόμην
/
/
AORISTO
MEDIO
έκαθισάμην
AORISTO
PASSIVO
καθεισάμην
έκαυσάμην
PERFETTO
ATTIVO
κεκάθικα
κληθήσομαι
έκάλεσα
έκαλεσάμην
καλυφθήσομαι
έκάλυψα
έκαλυψάμην
έκαλυφθην
κελευσθήσομαι
έκελευσα
έκελευσάμην
έκελευσθην
κερδηθήσομαι
έκερδανα /
έκερδησα
κηρυχθήσομαι
έκήρυξα
κλαυσθήσομαι
εκλαγξα /
εκλαγον
εκλαυσα
κεκληκα
κοιμάω
(Addormento)
κολάζω
(Castigo)
κολούω (Taglio l
Squarcio)
κομίζω
(Amministro)
κόπτω (Taglio l
Trancio)
κοσμεω
(Ordino)
κράζω (Urlo)
εκλινον
έκλινόμην
κεκαυσμαι / κεκαυμαι
κεκλημαι
κεκάλυμμαι
κελευσω
κελευσομαι
κηρυξω
κηρυξομαι
κλεψω
κλαυσομαι
κλαυσουμαι
κλεψομαι
/
κεκελευκα
έκηρυχθην
κεκήρυχα
κλιθήσομαι /
κλινήσομαι
εκλινα
κεκήρυγμαι
κεκλαγγα /
(κεκλαγα)
έκλαυσάμην
έκλαυσθην
εκλεψα
κλινώ
κεκελευσμαι
κεκερδηκα /
κεκερδακα
κεκλαυσμαι
κεκλοφα
έκλεφθην / έκλάπην
κλίνω (Corico l
Giro)
κλύω (Sento)
PERFETTO
MEDIOPASSIVO
κεκαυκα
έκαυθην/ έκάην
έκλήθην
κλάγξω
εκλαιον
AORISTO
ATTIVO
έκάθισα
καθεΐσα
έκαθίζησα
εκαυσα
κείσομαι
κερδανώ /
κερδήσω
έκηρυσσόμην /
έκηρυτιόμην
FUTURO
PASSIVO
καθιζήσομαι
έκλινάμην
κεκλικα
κεκλεμμαι / κεκλαμμαι
κεκλιμαι
έκλίθην / έκλίνην
(εκλυον)
έκοιμώμην
κοιμήσω
κοιμήσομαι
κοιμηθήσομαι
έκοίμησα
έκοιμησάμην
έκοιμήην
κεκοίμημαι
έκόλαζον
έκολαζόμην
κολάσω
κολάσομαι
κολασθήσομαι
έκόλασα
έκολασάμην
έκολάσθην
κεκόλασμαι
έκόλουον
έκολουόμην
κολουσω
κολουθήσομαι
έκόλουσα
έκολουσθην /
έκολουθην
κεκόλουμαι /
κεκόλουσμαι
έκόμιζον
έκομιζόμην
κομισθήσομαι
έκόμισα
έκομισάμην
έκομίσθην
κεκόμικα
κεκόμισμαι
εκοπτον
έκοπτόμην
κοπήσομαι
εκοψα
έκοψάμην
έκόπην
κεκοφα
κεκομμαι
έκόσμουν
έκοσμουμην
έκοσμήθην
έκόσμησα
έκοσμησάμην
κοσμηθήσομαι
κεκόσμηκα
κεκόσμημαι
εκραζον
κομίσομαι
κομίσω / κομιώ κομιουμαι
κόψω
κόψομαι
κοσμήσω
κράξω
κοσμήσομαι
/
εκραξα /
κεκραγα
6
www.grecoanticoapp.it
VERBO
(Traduzione)
IMPERFETTO
ATTIVO
IMPERFETTO
MEDIOPASSIVO
FUTURO
ATTIVO
FUTURO
MEDIO
FUTURO
PASSIVO
AORISTO
ATTIVO
AORISTO
MEDIO
AORISTO
PASSIVO
PERFETTO
ATTIVO
PERFETTO
MEDIOPASSIVO
εκραγον
εκραινον
κραίνω (Governo
/ Faccio)
κρατέω (Regno /
Vinco / Sono
forte)
κρίνω (Scelgo /
Giudico)
κρύπτω
(Nascondo)
κτάομαι (Pago /
Compro)
κτείνω
(Ammazzo)
κτίζω (Fondo)
κυκλόω (Faccio
Girare)
κυλίνδω /
κυλινδέω (Rotolo)
κρανώ
λαγχάνω
(Ottengo in sorte)
λαμβάνω
(Prendo)
λάμπω
(Lampeggio)
λανθάνω / λήθω
(Sto nascosto)
λατρεύω
(Servo)
λέγω (Dico)
εκρανα
έκράνθην
έκρατήθην
κεκράτηκα
κεκράτημαι
έκράτουν
έκρατουμην
κρατήσω
κρατήσομαι
κρατηθήσομαι
έκράτησα
εκρινον
έκρινόμην
κρινώ
κρινουμαι
κριθήσομαι
εκρινα
έκρινάμην
έκριθην
κεκρικα
κεκριμαι
εκρυπτον
έκρυπτόμην
κρυψω
κρυψομαι
κρυφθήσομαι /
κρυβήσομαι
κτηθήσομαι
εκρυψα
έκρυψάμην
έκρυφθην /
έκρυβην
έκτήθην
κεκρυφα
κεκρυμμαι
(έκτάνθην)
εκτονα
εκταμαι
έκτώμην
εκτεινον
έκτεινόμην
κτήσομαι
κτενώ
εκτιζον
έκτιζόμην
κτισω
έκυκλουν
έκυκλουμην
κυκλώσω
έκυλινδόμην /
έκυλινδουμην
κυλισω /
(κυλινδήσω)
έκυλινδον /
έκυλινδουν
εκυπτον
κύπτω (Mi piego)
κωλύω
(Impedisco)
κωμάζω
(Festeggio)
κρανθήσομαι
έκώλυον
(κτανθήσομαι)
κυκλώσομαι
κτισθήσομαι
έκτισάμην
έκτισθην
εκτικα
εκτισμαι
κυκλωθήσομαι
έκυκλωσα
έκυκλωσάμην
έκυκλώθην
κεκυκλωκα
κεκυκλωμαι
κυλισθήσομαι
έκυλισα
(έκυλισάμην)
έκυλισθην
έκώμαζον
εκυψα
κωλυσω
κωλυσομαι
κωμάσω
κωμάσομαι
έλάγχανον
(έλαγχανόμην)
λήξομαι
έλάμβανον
έλαμβανόμην
λήψομαι
ελαμπον
έλαμπόμην
έλάνθανον
κωλυθήσομαι
ληφθήσομαι
λάμψω
λήσω
έλάτρευον
έλατρευόμην
λατρευσω
ελεγον
έλεγόμην
λεξω / έρώ
έκώλυσα
λήσομαι
έκωλυθην
κεκώλυκα
έκώμασα
έκωμάσθην
κεκώμακα
ελαχον
έλήχθην
ε’ιληχα
ειλημμαι
έλήφθην
ε’ιληφα
ειλημμαι
ελαβον
ελαθον
(έκωλυσάμην)
έλαβόμην
ελεξα / είπον /
είπα
κεκώλυμαι
λελαμπα
έλαθόμην
έλάτρευσα
ρηθήσομαι
(κεκυλισμαι)
κεκυφα
ελαμψα
λεξομαι
κεκτημαι / (εκτημαι)
εκτεινα / εκτανον
εκτισα
κυψω
έκωλυόμην
έκτησάμην
λεληθα
έλατρευθην
έλεξάμην
έλεχθην / έρρήθην
λελησμαι
λελάτρευκα
λελεγα /
ειρηκα
λελεγμαι / ειρημαι
7
www.grecoanticoapp.it
VERBO
(Traduzione)
λέγω
(Raccolgo)
λείπω (Lascio)
λήγω (Smetto
di)
λίσσομαι
(Supplico,
prego,
scongiuro)
λογίζομαι
(Conto)
λύω (Sciolgo l
Svincolo)
μαίνω
(Impazzisco)
μακαρίζω (Rendo
felice)
μανθάνω
(Apprendo)
μαρτυρέω
(Testimonio)
IMPERFETTO
ATTIVO
ελεγον
IMPERFETTO
MEDIOPASSIVO
έλεγόμην
FUTURO
ATTIVO
λεξω
FUTURO
MEDIO
λεξομαι
ελειπον
έλειπόμην
λειψω
λειψομαι
εληγον
ελυον
μέλλω (Sto per)
μέλω (Mi
interesso di)
μέμφομαι
(Critico)
μένω
(Rimango)
μερίζω (Spartisco
l Divido)
λήξω
έλισσόμην
λισομαι
έλογιζόμην
λογισομαι /
λογιουμαι
λυσομαι
λογισθήσομαι
λυθήσομαι
μανουμαι
μακαρισομαι
έλυόμην
λυσω
έμακάριζον
έμακαριζόμην
έμάνθανον
έμανθανόμην
έμαρτυρουν
έμαρτυρουμην
μαρτυρήσω
μαρτυρήσομαι
εματιον
(έματτόμην)
μάξω
μάξομαι
μακαριώ
μακαρίσω
έμεθυσκόμην
/
μαθήσομαι
έμαχόμην
έμελόμην
έμεριζον
έλιπόμην
μεθυσω
μελήσω
μεριώ /
(μερίσω)
AORISTO
PASSIVO
(έλεχθην) / έλεγην
έλειφθην
PERFETTO
ATTIVO
ε’ιλοχα /
ε’ιλεχα
λελοιπα
PERFETTO
MEDIOPASSIVO
ειλεγμαι / (λελεγμαι)
λελειμμαι
έλογισάμην
έλογισθην
ελυσα
έλυσάμην
έλυθην
λελυκα
λελυμαι
μανήσομαι
εμηνα (*)
έμηνάμην
έμάνην
μεμηνα
μεμάνημαι
μακαρισθήσομ
αι
έμακάρισα
έμακαρισθην
(μεμακάρικα)
μεμακάρισμαι
μεμάθηκα
μεμάθημαι
μαρτυρηθήσομ
αι
έμαρτυρησα
έμαρτυρήθην
μεμαρτυρηκα
μεμαρτυρημαι
έμάχθην/ έμάγην
μεμαχα
μεμαγμαι
εμαθον
εμαξα
(έμαρτυρησάμη
ν)
έμαξάμην
μεθυσθήσομαι
έμεθυσα
μελήσομαι
(μελεθήσομαι)
έμελλησα /
ήμελλησα
έμελησα
μεμψομαι
μεμφθήσομαι
μεμάχημαι
έμεθυσθην
έμελησάμην
έμελεθην
έμεμψάμην
έμεμφθην
εμεινα
μεριουμαι /
(μερισομαι)
λελόγισμαι
έμαχεσάμην
μενώ
έμεριζόμην
ελιπον
μαχουμαι /
μαχήσομαι
έμεμφόμην
εμενον
AORISTO
MEDIO
έλεξάμην
έλισάμην /
έλιτόμην
μελλήσω
εμελλον / ημελλον
εμελον
AORISTO
ATTIVO
ελεξα
εληξα
έμαινόμην
μάσσω l μάττω
(Mescolo l
Impasto)
μάχομαι
(Combatto)
μεθύσκω
(Ubriaco)
μείρομαι
(Spartisco)
FUTURO
PASSIVO
λεγήσομαι /
(λεχθήσομαι)
λειφθήσομαι
μερισθήσομαι
έμερισα
μεμεθυσμαι
μεμεληκα
μεμελημαι
μεμενηκα
έμερισάμην
έμερισθην
μεμερικα
μεμερισμαι
8
www.grecoanticoapp.it
9
www.grecoanticoapp.it
VERBO
(Traduzione)
μηχανάω (Tramo /
Ordisco)
μιαίνω
(Contamino)
μιμνήσκω
(Faccio
ricordare)
μισέω (Odio /
Disprezzo)
μύζω
(Brontolo)
νέμω (Pascolo)
νεύω
(Annuisco)
νέω (Nuoto)
IMPERFETTO
ATTIVO
IMPERFETTO
MEDIOPASSIVO
έμηχανώμην
FUTURO
ATTIVO
έμιαινον
έμιαινόμην
μιανώ
έμιμνησκον
έμιμνησκόμην
μνήσω
έμισουν
έμισουμην
μισήσω
εμυζον
ενεμον
FUTURO
MEDIO
μηχανήσομαι
FUTURO
PASSIVO
μηχανηθήσομα
ι
AORISTO
ATTIVO
μιανθήσομαι
έμιανα
μνήσομαι
μνησθήσομαι
εμνησα
μισήσομαι
μισηθήσομαι
έμισησα
μυχω
ένεμόμην
ενευον
νεμηθήσομαι
ενειμα
μεμίαγκα
μεμιασμαι
έμνήσθην
μεμνημαι
έμισήθην
μεμισηκα
μεμισημαι
ένεμήθην
νενήμηκα
νενεμημαι
(νευσομαι)
ενευσα
νενευκα
νευσομαι
(ενευσα)
νενευκα
ένικώμην
νικήσω
νικήσομαι
νικηθήσομαι
ένικησα
νοέω
(Percepisco)
νομίζω
(Credo)
ξενίζω
(Accolgo)
οδύρομαι
(Piango)
οζω (Odoro /
Puzzo)
οίκέω (Abito)
ένοουμην
νοήσω
νοήσομαι
νοηθήσομαι
ένόησα
ένόμιζον
ένομιζόμην
νομιουμαι
νομισθήσομαι
έξενιζον
έξενιζόμην
νομιώ /
(νομισω)
ξενιώ /
(ξενισω)
οϊω / οΐομαι /
έμιάνθην
νευσω
ένικων
οίμαι (Penso /
Ritengo)
PERFETTO
MEDIOPASSIVO
μεμηχάνημαι
νεμουμαι
ένόουν
οίκίζω
(Colonizzo)
οίκτίζω (Ho pietà
di)
οιμώζω
(Piango)
οΐχομαι (Vado
/Vengo)
PERFETTO
ATTIVO
μεμηχάνηκα
εμυξα
νικάω (Vinco)
ώζον
έμνησάμην
AORISTO
PASSIVO
έμηχανήθην
νεμώ
ενεον
ώδυρόμην
AORISTO
MEDIO
έμηχανησάμην
ξενισομαι
ένικήθην
νενικηκα
νενικημαι
ένοήθην
νενόηκα
νενόημαι
ένόμισα
ένομισθην
νενόμικα
νενόμισμαι
έξενισα
έξενισθην
έξενικα
έξενισμαι
οδυρουμαι
όζήσω
ένειμάμην
ένοησάμην
ώδυράμην
ώδυρθην
ώζησα
ώκουν
ώκουμην
οίκήσω
οίκήσομαι
οίκηθήσομαι
ώκησα
ώκησάμην
ώκήθην
οδωδα/ (ώζηκα)
ώκηκα
ώκημαι
ώκιζον
ώκιζόμην
οίκιώ
οίκιουμαι
οίκισθήσομαι
ώκισα
ώκισάμην
ώκισθην
ώκικα
ώκισμαι
ώκτιζόμην
οίκτιώ
ώκτισα
ώκτισάμην
(ωκτίσθην)
ώ+μωζον
(οιμώξω)
ώχόμην
οίκτιουμαι/ οίκτισομαι
οίμώξομαι
ώμωξα
ώμώχθην
οίχήσομαι
ώμωγμαι
ώχήθην
ώχημαι
ώχηκα/ ο’ιχωκα /
ώχωκα
ώόμην / ώμην
οίήσομαι
οίηθήσομαι
ώησάμην/
ώήθην
(ώισάμην)
10
www.grecoanticoapp.it
11
/
s
www.grecoanticoapp.it
VERBO
(Traduzione)
όμολογέω
(Concordo)
ονειδίζω
(Sgrido)
ονομάζω (Dico /
Chiamo per
nome)
οξύνω (Affilo)
όπλίζω
(Addestro)
όράω (Vedo)
IMPERFETTO
ATTIVO
ώμολόγουν
IMPERFETTO
MEDIOPASSIVO
ώμολογουμην
FUTURO
ATTIVO
ομολογήσω
ώνείδιζον
ώνειδιζόμην
ώνόμαζον
ώνομαζόμην
όνειδιώ /
ονειδίσω
όνομάσω
ώξυνον
ώξυνόμην
όξυνώ
ώπλιζον
ώπλιζόμην
όπλιώ
έώρων
έωρώμην / ώρώμην
FUTURO
MEDIO
όμολογήσομαι
FUTURO
PASSIVO
όμολογηθήσομ
αι
όνειδισθήσομαι
AORISTO
ATTIVO
ώμολόγησα
όνομασθήσομα
ι
ώνόμασα
όξυνθήσομαι
όπλίσομαι /
όπλιουμαι
οψομαι
όνειδιουμαι
όνομάσομαι
AORISTO
MEDIO
ώμολογησάμην
AORISTO
PASSIVO
ώμολογήθην
PERFETTO
ATTIVO
ώμολόγηκα
PERFETTO
MEDIOPASSIVO
ώμολόγημαι
ώνειδίσθην
ώνείδικα
ώνείδισμαι
ώνομασάμην
ώνομάσθην
ώνόμακα
ώνόμασμαι
ώξυνα
ώξυνάμην
ώξυνθην
ώξυγκα
όπλισθήσομαι
ώπλισα
ώπλισάμην
ώπλίσθην
ώπλικα
ώπλισμαι
όφθήσομαι
είδον
είδόμην
ώφθην
έόρακα/
έόραμαι / έώραμαι /
ώμμαι
ώνείδισα
έώρακα / οπωπα /
οίδα
οργίζω (Faccio
arrabbiare)
όρθόω
(Raddrizzo)
όρίζω (Metto i
confini)
όρμάω
(Spingo)
όρμίζω
(Ancoro)
ορύσσω /
ορύττω
(Scavo)
άρχέω (Faccio
ballare)
οσσομαι
(Vedo)
οφείλω (Sono
debitore)
οχέω
(Sopporto)
παιδεύω
(Educo)
παίζω (Gioco)
παίω
(Colpisco)
πάομαι
(Acquisto)
ώργιζόμην
όργιουμαι /
(όργίσομαι)
όργισθήσομαι
ώργισα
ώργισάμην
ώργίσθην
ώργισμαι
όρθωθήσομαι
ώρθωσα
ώρθωσάμην
ώρθώθην
ώρθωμαι
ώρισα
ώρισάμην
ώρίσθην
ώρικα
ώρισμαι
ώρμηκα
ώρμημαι
ώρθουν
ώρθουμην
ορθώσω
ώριζον
ώριζόμην
ορίσω / όριώ
όριουμαι
ώρμων
ώρμώμην
όρμήσω
όρμήσομαι
όρμηθήσομαι
ώρμησα
ώρμησάμην
ώρμήθην
ώρμιζον
ώρμιζόμην
όρμιουμαι
όρμισθήσομαι
ώρμισα
ώρμισάμην
ώρμίσθην
ώρυσσον/
ώρυτιον
ώρυσσόμην/
ώρυττόμην
ορμίσω /
(όρμιώ)
όρυξω
όρυχθήσομαι /
όρυγήσομαι
ώρυξα
ώρυξάμην
ώρυχθην /
ώρυγην
ώρχησα
ώρχησάμην
ώρχουμην
όρισθήσομαι
όρχήσομαι
οψομαι
ώξυμμαι/ ώξυσμαι
όφθήσομαι
ώφειλον
ώφειλόμην
όφειλήσω
ώφείλησα /
ώφελον
ώχησάμην
ώχουν
ώχουμην
όχήσω
όχήσομαι
έπαίδευον
έπαιδευόμην
παιδεύσω
παιδευσομαι
παιδευθήσομαι
έπαίδευσα
επαιζον
έπαιζόμην
παίξω
παίξομαι
παιχθήσομαι
επαιον
έπαιόμην
παίσω /
παιήσω
πάσομαι
επαισα /
επαιξα
επαισα
ώρμισμαι
όρώρυχα
όρώρυγμαι
ώρχημαι
ώφθην
οπωπα
ώφειλήθην
ώφείληκα
ώμμαι
ώχήθην
έπαιδευσάμην
έπαισάμην
έπασάμην
έπαιδευθην
πεπαίδευκα
πεπαίδευμαι
έπαίχθην
πεπαικα /
πεπαιχα
πεπαικα
πεπασμαι
έπαίσθην
(πεπασμαι)
πεπαμαι
12
Download