Uploaded by NIKOLAOS DIDASKALOU

πολιτικη-οικονομια-

advertisement
Πολιτική Οικονομία
Διδάσκων: Καθηγητής Λευτέρης Τσουλφίδης
Κεφάλαιο 1
1. Συζητήστε και κριτικά αξιολογήστε τις θεωρίες περί Αξίας του Σμιθ.
Οι θεωρίες της Αξίας του Σμιθ ασχολείται όχι με την «αξία χρήσης» (χρησιμότητα)
των εμπορευμάτων, αλλά με το πώς διαμορφώνεται η «αξία ανταλλαγής» (τιμή)
των εμπορευμάτων. Η κοινωνία έχει κάποια ατομικά συμφέροντα και έτσι
αναπτύσσει τον καταμερισμός της εργασίας προς ικανοποίηση αυτών των
συμφερόντων. Βασικοί άξονες οικονομικής ανάλυσης α) Η μη-παρέμβαση του
κράτους στην οικονομία β)Το «αόρατο χέρι» (αυτορρύθμιση) της αγοράς.
Θεωρεί ότι εφόσον το κράτος δεν παρεμβαίνει στην οικονομική ζωή, οι τιμές
των εμπορευμάτων θα διαμορφώνονται μέσω της αγοράς («αόρατο χέρι») στην
χαμηλότερη δυνατή τιμή, με αποτέλεσμα τη μεγαλύτερη κοινωνική ευημερία.
Οι διακυμάνσεις των τιμών πραγματοποιούνται γύρω από ένα «κέντρο
βάρους», δλδ μια «φυσική» τιμή, που προκύπτει με βάση την εργασιακή
θεωρία της αξίας. Η ανταλλακτική αξία (η τιμή δηλαδή στην οποία ένα
εμπόρευμα ανταλλάσσεται στην αγορά) είναι ανάλογη με το χρόνο εργασίας
που δαπανήθηκε για την παραγωγή του εμπορεύματος ή ανάλογη με το χρόνο
εργασίας που μπορεί το εμπόρευμα να αγοράσει. Πρόκειται για δύο
διαφορετικούς ορισμούς της αξίας εντός του έργου του Smith. Ο πλούτος ενός
έθνους αυξάνεται όταν αυξάνεται η παραγωγικότητα της εργασίας ή/και ο
αριθμός των παραγωγικών εργατών.
• Καταμερισμός της εργασίας → Αύξηση της παραγωγικότητας
• Αύξηση της παραγωγικότητας → Αύξηση κεφαλαίου
• Αύξηση κεφαλαίου → Μίσθωση πιο πολλών εργατών κ.ο.κ.
2. Σχολιάστε τη διάκριση του Ρικάρντο περί αγαθών που αναπαράγονται και
αυτών που δεν αναπαράγονται. Ποιο είδος αγαθών τις τιμές επιχείρησε να
εξηγήσει ο Ρικάρντο και γιατί;
Τα εμπορεύματα έχουν χρησιμότητα που αποκτούν από την ανταλλακτική τους αξία
την οποία αποκτούν από δυο πηγές: από τη σπανιότητα τους και από την ποσότητα
εργασίας που απαιτείται για την παραγωγή τους. Μόνο τα αγαθά που αναπαράγονται
δύνανται να θεωρητικοποιηθούν και σε αυτά επικεντρώνεται ο Ρικάρντο. H αξία του
εμπορεύματος ή η ποσότητα οποιουδήποτε άλλου εμπορεύματος, με το οποίο θα
ανταλλαχθεί, εξαρτάται από τη σχετική ποσότητα της εργασίας η οποία είναι
αναγκαία για την παραγωγή του και όχι από τη μεγαλύτερη ή μικρότερη αμοιβή, η
οποία καταβάλλεται για αυτήν την εργασία. Ο Ricardo εκφράζει την επιθυμία του για
την ανεύρεση ενός εμπορεύματος που η παραγωγή του (α) απαιτεί παντού και πάντα
την ίδια ποσότητα εργασίας, και (β) η τιμή του δε μεταβάλλεται σε κάθε μεταβολή
της διανομής του εισοδήματος. Ένα τέτοιο εμπόρευμα ο Ricardo το ονόμασε
αμετάβλητο μέτρο της αξίας.
3. Κάντε τη διάκριση μεταξύ αγοραίας και φυσικής τιμής (ορισμοί). Στη
συνέχεια εξηγήστε τη σχέση μεταξύ των δύο αυτών τιμών. Ποιο από τα δύο
είδη τιμών υπόκειται σε θεωρητικοποίηση; Εξηγήστε την επιλογή σας.
Οι αγοραίες τιμές μεσολαβούν στις πραγματικές συναλλαγές και αντικατοπτρίζουν
όλα τα μεταβατικά χαρακτηριστικά και έτσι δεν μπορεί να αναπτυχθεί θεωρία
για την εξήγηση της μεταβολή τους. Πίσω από τις ορατές αγοραίες τιμές
υπάρχει ένα άλλο είδος πιο θεμελιωδών τιμών που ονομάζονται φυσικές τιμές
που λειτουργούν ως βαρυτικά κέντρα έλξής των αγοραίων τιμών. Οι φυσικές
τιμές συγκεντρώνουν τα μόνιμα και άρα επαναλαμβανόμενα χαρακτηριστικά
των τιμών και συνεπώς είναι επιδεκτικές θεωρητικοποίησης. Ο όρος «φυσική»
υποδηλώνει το γεγονός ότι τα οικονομικά φαινόμενα έχουν τη δική τους
εσωτερική δυναμική, όπως τα φυσικά φαινόμενα, επομένως είναι «ανεξάρτητες
από τη βούληση των ανθρώπων», όπως πρώτος παρατήρησε ο Francois
Quesnay.
4. Ποια θεωρία αξίας ασπάζεται ο Ρικάρντο; Τι παρατήρησε ο Ρικάρντο που
τον διαφοροποίησε από τον Σμιθ;
Παρά την έλλειψη ενός τέλειου αμετάβλητου μέτρου της αξίας ο Ρικάρντο
αποδέχτηκε την αρχή σύμφωνα με την οποία οι σχετικές τιμές των αγαθών
ρυθμίζονται από τις σχετικές ποσότητες εργασίας που ξοδεύτηκαν για την
παραγωγής τους. Η Αρχή αυτή ισχύει όχι μόνο στην πρωτόγονη κοινωνία, όπως
πίστευε ο Σμιθ, αλλά και στη σύγχρονη κοινωνία, δηλαδή στον καπιταλισμό. Η
διαφορά είναι ότι στον καπιταλισμό, η προηγουμένως ορθά διατυπωμένη
ΑΡΧΗ προσδιορισμού των σχετικών τιμών βάσει των σχετικών ποσοτήτων
εργασίας τροποποιείται προκειμένου να συμπεριλάβει την παρουσία και άλλων
παραγόντων που επηρεάζουν τις σχετικές τιμές. Δηλαδή τους (α) διαφορετικούς
λόγους κεφαλαίου-εργασίας (K/L) (β) τις μεταβολές στη διανομή του
εισοδήματος, όπως επίσης και τον (γ) χρόνο που απαιτείται για την
ολοκλήρωση της παραγωγικής διαδικασίας. Η σχετική σημασία αυτών των
τροποποιήσεων είναι μικρή, πολύ μικρή, και γι’ αυτό δεν μεταβάλουν την
αρχικά ορθά διατυπωμένη ΑΡΧΗ της Εργασιακής Θεωρίας των Σχετικών
Τιμών.
5. Ποιος είναι ο ρόλος του αμετάβλητου μέτρου της αξίας (ΑΜΑ); Ποια τα
απαιτούμενα του ΑΜΑ; Υπάρχει τέτοιο αγαθό (θεωρητικά ή πρακτικά) που
να ικανοποιεί αυτά τα απαιτούμενα;
Ο Ricardo εκφράζει την επιθυμία του για την ανεύρεση (θεωρητικά η πρακτικά) ενός
εμπορεύματος που η παραγωγή του (α) απαιτεί παντού και πάντα την ίδια
ποσότητα εργασίας, και (β) η τιμή του δε μεταβάλλεται σε κάθε μεταβολή της
διανομής του εισοδήματος. Ένα τέτοιο εμπόρευμα ο Ricardo το ονόμασε
αμετάβλητο μέτρο της αξίας και για κάθε μεταβολή στο λόγο των σχετικών
τιμών θα μπορούμε να γνωρίζουμε με βεβαιότητα την πηγή αυτής της
μεταβολής . Παρά την έλλειψη ενός τέλειου αμετάβλητου μέτρου της αξίας ο
Ρικάρντο αποδέχτηκε την αρχή σύμφωνα με την οποία οι σχετικές τιμές των
αγαθών ρυθμίζονται από τις σχετικές ποσότητες εργασίας που ξοδεύτηκαν για
την παραγωγής τους.
6. Ποιοι είναι οι λόγοι που κάνουν τις σχετικές τιμές των αγαθών να
αποκλίνουν από τις εργασιακές αξίες τους;
O Ρικάρντο αποδέχτηκε την αρχή σύμφωνα με την οποία οι σχετικές τιμές των
αγαθών ρυθμίζονται από τις σχετικές ποσότητες εργασίας που ξοδεύτηκαν για
την παραγωγής τους. Η Αρχή αυτή ισχύει όχι μόνο στην πρωτόγονη κοινωνία,
όπως πίστευε ο Σμιθ, αλλά και στη σύγχρονη κοινωνία, δηλαδή στον
καπιταλισμό. Η διαφορά είναι ότι στον καπιταλισμό, η προηγουμένως ορθά
διατυπωμένη ΑΡΧΗ προσδιορισμού των σχετικών τιμών βάσει των σχετικών
ποσοτήτων εργασίας τροποποιείται προκειμένου να συμπεριλάβει την παρουσία
και άλλων παραγόντων που επηρεάζουν τις σχετικές τιμές. Δηλαδή τους (α)
διαφορετικούς λόγους κεφαλαίου-εργασίας (K/L) (β) τις μεταβολές στη
διανομή του εισοδήματος, όπως επίσης και τον (γ) χρόνο που απαιτείται για την
ολοκλήρωση της παραγωγικής διαδικασίας.
Ας υποθέσουμε ότι αυξάνεται ο μισθός (ή μειώνεται το ποσοστό κέρδους στην
οικονομία), πώς μεταβάλλονται οι τιμές σύμφωνα με τον Ρικάρντο; Θα
συμφωνούσε ο Σμιθ; Εξηγήστε την όποια απάντησή σας.
Διακρίνουμε 2 περιπτώσεις
1.Ο λόγος κεφαλαίου-εργασίας είναι ίδιος σε όλους τους κλάδους. Η αύξηση του
μισθού οδηγεί σε ομοιόμορφη μείωση των κερδών συνεπάγεται ότι οι σχετικές
τιμές των αγαθών δεν αλλάζουν όπως δεν αλλάζει και το επίπεδο τιμών, έχουμε
μόνο μείωση των κερδών!
2.Ο κλάδος Α είναι έντασης κεφαλαίου, ενώ ο κλάδος Β είναι έντασης εργασίας. Η
αύξηση του μισθού μειώνει τα κέρδη άνισα στους δύο κλάδους. Ο κλάδος
έντασης κεφαλαίου υφίσταται μικρότερη μείωση κερδών από ότι ο κλάδος
έντασης εργασίας. Συνεπώς οι σχετικές τιμή μεταβάλλεται ώστε να επαναφέρει
το ενιαίο ποσοστό κέρδους που βεβαίως είναι μικρότερο. Η σχετική τιμή των
κλάδων που υφίσταται τη μεγαλύτερη απώλεια κέρδους αυξάνει [κλάδος
έντασης εργασίας], ενώ στον κλάδο με τις μικρότερες απώλειες κερδών η τιμή
μειώνεται [κλάδος έντασης κεφαλαίου].
Παρά την έλλειψη ενός τέλειου AMA, ο Ricardo αποδέχθηκε την αρχή ότι οι
σχετικές τιμές των αγαθών εξαρτώνται από τις σχετικές ποσότητες εργασίας
που δαπανώνται για την παραγωγή τους. Αυτή η αρχή ισχύει όχι μόνο για την
πρωτόγονη κοινωνία, όπως πίστευε ο Smith, αλλά και στον καπιταλισμό. Η
διαφορά είναι ότι στον καπιταλισμό η προηγούμενη σωστά αναφερθείσα ΑΡΧΗ
τροποποιείται προκειμένου να λάβει υπόψη (α) διαφορετικούς λόγους
κεφαλαίου / εργασίας (K / L) (β) αλλαγές στη διανομή εισοδήματος (γ)
Απαιτούμενου χρόνου για την ολοκλήρωση της παραγωγής.
7. Ορίστε τις Μαρξικές έννοιες: αφηρημένη εργασία, συγκεκριμένη εργασία,
κοινωνικά αναγκαία εργασία (1η και 2η έννοια), αξία, ανταλλακτική αξία,
αξία χρήσης, άμεση τιμή.
Η παραγωγή κάθε αξίας χρήσης απαιτεί το ξόδεμα ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗΣ
ΕΡΓΑΣΙΑΣ (εργασία επιπλοποιού, ζαχαροπλάστη, μάγειρα, πληροφορικού
κ.ο.κ.). Η εργασία που εμπεριέχεται στο εμπόρευμα καθορίζει τις χρήσιμες
ιδιότητές του που προκύπτει από τη συγκεκριμένη εργασία.
Το είδος αυτό της αδιαφοροποίητης εργασίας λέγεται ΑΦΗΡΗΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
και είναι αυτή που προσδίδει ΑΞΙΑ στα εμπορεύματα.  Η αφηρημένη εργασία
είναι η ιστορική μορφή που εμφανίζεται αποκλειστικά και μόνο στον
καπιταλισμό όπου ομογενοποιούνται οι διαφορετικές συγκεκριμένες εργασίες
και γίνονται συγκρίσιμες μεταξύ τους ήδη από τη σφαίρα της παραγωγής.
H αξία ενός εμπορεύματος ισούται με την ποσότητα της αφηρημένης εργασίας που
είναι Κοινωνικά Αναγκαία για την παραγωγή του. Πρώτη Έννοια προϋποθέτει
την ισότητα προσφοράς (Π) και ζήτησης (Ζ). Ειδικότερα, Η αξία ενός
εμπορεύματος είναι ευθέως ανάλογη της ποσότητας της κοινωνικά αναγκαίας
εργασίας (ΚΑΕ) που απαιτείται για την παραγωγή του και αντιστρόφως
ανάλογη με την παραγωγικότητα της εργασίας.
Αξία ενός προϊόντος = Σύνολο εργάσιμου χρόνου / Άθροισμα παραγόμενων
εμπορευμάτων
Δεύτερη Έννοια αν Προσφορά διαφέρει από την Ζήτηση:
• Αν η Προσφορά > Ζήτηση, τότε ξοδεύτηκε περισσότερη Κοινωνικά Αναγκαία
Εργασία από όση πραγματικά ζητείται στην οικονομία, (P μειώνεται) και
Προσφορά= Ζήτηση
• Αν η Προσφορά < Ζήτηση, ισχύει το αντίθετο, δλδ ξοδεύτηκε λιγότερη Κοινωνικά
Αναγκαία Εργασία από όση πραγματικά ζητείται στην οικονομία, (P αυξάνεται)
και Π=Ζ
ανταλλακτική αξία= θεωρείται η χρηματική αξία ενός αγαθού σε σχέση με άλλα
αγαθά
P0= λ/λg= αξία εμπορεύματος/ αξία εμπορεύματος χρυσός (άμεση τιμή)
Η αξία ενός εμπορεύματος ορίζεται από την ποσότητα εργασίας που μπορεί να αγοράσει.
Αξία χρήσης, ονομάζεται η σημασία που έχει ένα αγαθό για την ικανοποίηση
των αναγκών του ανθρώπου
Η αξία χαρακτηρίζει τη σημασία την οποία έχει ένα αγαθού για την ικανοποίηση
των αναγκών του ανθρώπου
8. Συζητήστε τις λειτουργίες του χρήματος.
1. Μέτρο της Αξίας και Τυποποίησης Τιμών
• Η αποτίμηση της αξίας γίνεται νοητικά, δεν είναι απαραίτητη η φυσική
παρουσία χρήματος. Σημειώνεται ότι η λειτουργία αυτή προηγείται της
ανταλλαγής. Επιπλέον, το ότι ένα εμπόρευμα έχει τιμή δεν σημαίνει ότι κατ’
ανάγκη θα πωληθεί.
• Τυποποίηση της τιμής εννοούμε ότι η χρηματική μονάδα αντιστοιχεί σε κάτι
συγκεκριμένο. Π.χ. Δραχμή, $, 8£.
2. Μέσο Κυκλοφορίας
• Μέσο αγορών
• Μέσο πληρωμών
3. Χρήμα ως Χρήμα Με αυτή την λειτουργία το χρήμα αποσύρεται από την
κυκλοφορία. [Αποθησαυρισμός (hoarding), Αποταμίευση Αξίας Μέσο προστασίας]
9. Γράψτε την εξίσωση της ποσοτικής θεωρίας του χρήματος (ΠΘΧ)
εξηγώντας καθένα από τους όρους της και στη συνέχεια επαναδιατυπώστε
την υπό την θεωρία χρήματος του Μαρξ. Υπάρχουν διαφορές; Και ποιες;
Τι θα συμβεί αν αυξηθεί η προσφορά χρήματος (υπό καθεστώς
μετατρεψιμότητας σε χρυσό) στο επίπεδο τιμών σύμφωνα με τις δύο ΠΘΧ;
Ποιες οι διαφορές μεταξύ τους;
Η συνηθισμένη ποσοτική θεωρία χρήματος γράφεται:
MV=PQ
Όπου Μ = ποσότητα χρήματος, V = ταχύτητα κυκλοφορίας P = επίπεδο τιμών Q =
παραγόμενο προϊόν
Συνήθως, θεωρούμε το V σταθερό (για θεσμικούς λόγους) και το Q επίσης σταθερό λόγω
της υπόθεσης της πλήρους απασχόλησης. Επομένως υποστηρίζεται ότι αν αυξηθεί
(μειωθεί) το Μ θα αυξηθεί (μειωθεί) και το P.
P0= λ/λg= αξία εμπορεύματος/ αξία εμπορεύματος χρυσός (άμεση τιμή)
Υποθέτουμε ότι το χρήμα που βρίσκεται σε κυκλοφορία είναι το ευρώ και ότι η
ισοτιμία του με τον χρυσό (R) είναι: 1 γραμμάριο χρυσού = 52 € Επομένως, η
άμεση τιμή του εμπορεύματος εκφρασμένη σε ευρώ θα είναι: (5) x (52)= 260
EYRO. Άρα η αξία του εμπορεύματος ισούται με 260 ευρώ. Ξαναγράφουμε την
ποσοτική θεωρία του χρήματος: M·k = P·Q Υποθέτουμε σταθερά την ταχύτητα
κυκλοφορίας την οποία τώρα συμβολίζουμε με k και το παραγόμενο προϊόν Q.
Αντικαθιστούμε όπου P = (λ/λg ) (R) άρα
Μ= (λ/λg)(R) (Q)(1/k)
Δεν είναι η ποσότητα χρήματος που προσδιορίζει το γενικό επίπεδο τιμών αλλά το γενικό
επίπεδο τιμών ─ το οποίο καθορίζεται από τον ανωτέρω λόγο αξιών (λ/λg )─ που
προσδιορίζει την ποσότητα του χρήματος.
10. Πώς προκύπτει η εκμετάλλευση; η υπεραξία; Εξηγήστε την άποψη του
Μαρξ.
Σε κάθε κοινωνία, η εργασία παράγει περισσότερες αξίες χρήσης από όσες
απαιτούνται για την δική της αναπαραγωγή. Οι επιπλέον αξίες χρήσης
προκύπτουν από την υπερεργασία, τα αποτελέσματα της οποίας καρπώνονται οι
άρχουσες τάξεις, οι οποίες και επιβάλλουν την υπερεργασία. Το φαινόμενο
αυτό ο Μαρξ το ονομάζει εκμετάλλευση. Η εκμετάλλευση είναι εύκολα
αναγνωρίσιμη στις προ-καπιταλιστικές κοινωνίες. Διάκριση μεταξύ εργασίας (l)
και Εργατικής Δύναμης. Αν π.χ. ο εργάτης δουλεύει 8 ώρες και μόνο 4
απαιτούνται για την αγορά του καλαθιού των αγαθών που συνιστούν τον
πραγματικό του μισθό (v). Οι υπόλοιπες 4 είναι η υπερεργασία του που την
καρπώνεται ο καπιταλιστής.
11. Γράψτε τον ορισμό της αξίας ενός εμπορεύματος εξηγώντας καθένα από
τους όρους που συμπεριλαμβάνεται στη σχέση όπως επίσης και τον ρόλο
του στη διαμόρφωση της αξίας.
λ=c+l=c+v+s
c= H νεκρή εργασία αναφέρεται στις πρώτες ύλες και στο πάγιο κεφάλαιο η
αξία των οποίων μεταβιβάζεται στο παραγόμενο εμπόρευμα.
l= η διάρκεια της εργάσιμης ημέρας. Η ζωντανή εργασία αναφέρεται στη ροή
εργασίας, για παράδειγμα 8 ώρες την ημέρα επί τον αριθμό των εργατών.
v=μεταβλητό κεφάλαιο, διότι στη διαδικασία της παραγωγής η εργασία
εισέρχεται ως η τιμή της ΕργατικηςΔύναμης (=μισθός) και δημιουργεί αξία
περισσότερη απ’ όση χρειάζεται για τη δική της (ανα) παραγωγή, με άλλα
λόγια μεταβάλλει την αξία των εισροών.
s= υπεραξία , ο εργάσιμος χρόνος > από τον απαιτούμενο για την (ανα)
παραγωγή της εργατικής δύναμης
Κεφάλαιο 2.
1. Ποιο ερώτημα επιχειρούν να απαντήσουν τα Σχήματα Αναπαραγωγής (ΣΑ)
του Μαρξ;
Κεντρικό ερώτημα των σχημάτων αναπαραγωγής είναι: πώς θα πρέπει να κατανεμηθεί το
συνολικό προϊόν μεταξύ του πρώτου τομέα παραγωγής και του δεύτερου, ώστε μέσω
της ανταλλαγής να πραγματοποιείται το προϊόν από χρόνο σε χρόνο.
2. Τι ακριβώς είναι οι τομείς παραγωγής; Πώς γίνεται η κατάταξη.
Έστω τρεις τομείς :
Τομέας Ι παραγωγής μέσων παραγωγής,
Τομέας ΙΙ μέσων κατανάλωσης και
Τομέας ΙΙΙ μέσων πολυτελείας. Η απλή αναπαραγωγή απαιτεί Τομέας I: c1 + v1 + s1 = c1 + c2
+ c3 Τομέας II: c2 + v2 + s2 = v1 + v2 + v3 Τομέας III: c3 + v3 + s3 = s1 + s2 + s3 όπου το
αριστερό σκέλος παριστάνει την προσφορά καθενός τομέα παραγωγής, ενώ το δεξί
σκέλος παριστάνει τη ζήτηση.
3. Σε τι διαφέρει η Απλή Αναπαραγωγή (ΑΑ) από την Διευρυμένη
Αναπαραγωγή (ΔΑ).
Η κατανομή του s(υπεραξία) σε κατανάλωση και επένδυση είναι ύψιστης σημασίας
που χαρακτηρίζει μια οικονομία ως, στάσιμη ή μεγεθυνόμενη
 Η κατανάλωση του s = απλή αναπαραγωγή
 Η επένδυση του s = διευρυμένη αναπαραγωγή.
Η απλή αναπαραγωγή είναι υποθετική και όχι ρεαλιστική, γιατί ο καπιταλισμός,
είναι ένα σύστημα με ακατάσχετη ροπή προς επέκταση (μεγέθυνση), μια
επέκταση που διακόπτεται περιοδικά από κρίσεις. Η μετάβαση στη διευρυμένη
αναπαραγωγή γίνεται υποθέτοντας ότι οι καπιταλιστές αποταμιεύουν μέρος
των κερδών τους με σκοπό την επένδυσή τους. Αν, τέλος, υποθέσουμε ότι οι
καπιταλιστές αποταμιεύουν (=επενδύουν) όλα τους τα κέρδη (εισοδήματα), τότε
έχουμε τη μέγιστη δυνατή αναπαραγωγή. Η ανάλυσή περιορίζεται στα σχήματα
διευρυμένης αναπαραγωγής στα οποία επιπλέον κάνουμε την υπόθεση ότι δεν
υπάρχει ζήτημα προσφοράς εργασίας. Η προσφορά εργασίας προσαρμόζεται
τάχιστα στη ζήτηση εργασίας.
4. Σε τι όρους διεξάγει ο Μαρξ την ανάλυσή του στην απλή αναπαραγωγή και τι
μας δείχνουν οι διάφοροι συνδυασμοί τους;
Η ανάλυση στον Μαρξ διεξάγεται ταυτόχρονα σε όρους εργάσιμου χρόνου,
δηλαδή αξιών ,εμπορευμάτων , δηλαδή αξιών χρήσης και άμεσων τιμών, δηλαδή
χρήματος. Ο συνδυασμός αξιών και αξιών χρήσης αναφέρεται στη σφαίρα
παραγωγής ενώ ο συνδυασμός αξιών χρήσης και τιμών στη σφαίρα κυκλοφορίας.
5. Γράψτε τις υποθέσεις της ΑΑ και τις συνθήκες ισορροπίας
Υποθέτουμε ακόμη ότι
 Οι καπιταλιστές καταναλώνουν όλη την s (υπεραξία).
 Οι εργάτες καταναλώνουν όλο το μισθό τους v.
 Ενιαίο ποσοστό υπεραξίας, s/v = 100% και παραμένει ίδιο στους δυο τομείς .
 Ενιαία αξιακή σύνθεση κεφαλαίου, c/v=400% και παραμένει ίδιο στους δυο τομείς.
Η προσφορά του Τομέα Ι που παράγει μέσα παραγωγής θα πρέπει να ισούται με τη
ζήτηση για μέσα παραγωγής και από τους δύο τομείς.
Τομέας Ι: C1 + V1 + S1 = C1 + C2
Προσφορά =Ζήτηση
Τομέας ΙΙ: C2 + V2 + S2 = V1 + V2 + S1 + S2
Προσφορά= Ζήτηση
Συνεπώς λαμβάνουμε τη συνθήκη ισορροπίας: Τομέας Ι: V1 + S1 = C2
Τομέας ΙΙ: C2 = V1 + S1
Η ανισότητα συνεπάγεται διαφορετικά πράγματα για τους Τομείς Ι και ΙΙ
Π.χ. C2 > V1 + S1
Για τον Τομέα Ι  η προσφορά Μέσα Παραγωγής, υπολείπεται της ζήτησης ΜΠ
(Τομέας ΙΙ). Για τον Τομέα ΙΙ η προσφορά Μέσα Κατανάλωσης υπερβαίνει
τη ζήτησης ΜΚ (Τομέας Ι). Διαπιστώσαμε, ότι η συνθήκη ισότητας
συνεπάγεται διαφορετικά πράγματα στον κάθε τομέα παραγωγής, γι’ αυτό θα
πρέπει να λάβουμε υπόψη ΟΧΙ ΜΟΝΟ τις αξίες και τις άμεσες τιμές ΑΛΛΑ
και τις αξίες χρήσης που παράγονται.
6. Γράψτε τις υποθέσεις της ΔΑ και τις συνθήκες ισορροπίας
Η μετάβαση στη διευρυμένη αναπαραγωγή γίνεται υποθέτοντας ότι:
- οι καπιταλιστές αποταμιεύουν μέρος των κερδών τους με σκοπό την επένδυσή τους.
-Δεν υπάρχει ζήτημα προσφορά εργασίας
-Η αξιακή σύνθεση κεφαλαίου, c/v =4 στον Τομέα Ι και c/v =2 στον Τομέα ΙΙ.
-Το ενιαίο ποσοστό υπεραξίας είναι s/v=100%
Συνθήκη ισορροπίας :
C1+V1+S1=C1 + ΔC1+ C2+ΔC2
Προσφορά= Ζήτηση
Κεφάλαιο 3
1. Καθορίστε τους όρους: άμεση τιμή, τιμή παραγωγής, τιμή αγοράς, ποσοστό
υπεραξίας, και μέσο ποσοστό κέρδους.
Ρυθμιστής της αγοραίας τιμής ενός εμπορεύματος x είναι η άμεση τιμή.
PX= λχ/λg= αξία εμπορεύματος χ/ αξία εμπορεύματος χρυσός
Το προιόν που πωλείται σε τιμή που ενσωματώνεί το μέσο ποσοστό κέρδος της
οικονομίας, δηλαδή πωλείται στην τιμή παραγωγής
Η χαρακτηριστική διαφορά μεταξύ άμεσων τιμών και τιμών παραγωγής εντοπίζεται
στον τρόπο κατανομής της υπεραξίας (=του κέρδους).
Οι αγοραίες τιμές ή τιμές αγοράς μεσολαβούν στις πραγματικές συναλλαγές και
αντικατοπτρίζουν όλα τα μεταβατικά χαρακτηριστικά και, ως εκ τούτου, δεν
μπορούμε να αναπτύξουμε θεωρίες για να εξηγήσουμε την μεταβολή τους.
Ο λόγος υπεραξίας προς το μεταβλητό κεφάλαιο (s / v) είναι το ποσοστό υπεραξίας
ή ποσοστό εκμετάλλευσης.
Μέσο ποσοστό κέρδους …..
2. Με τη χρήση ενός σχήματος δείξτε τη διαχρονική εξέλιξη της αγοραίας τιμής
ενός εμπορεύματος, της άμεσης τιμής και τέλος της τιμής παραγωγής.
Σχολιάστε τις σχέσεις αυτών των τιμών μεταξύ τους. Διαφάνεια 98
Στο σχήμα αυτό βλέπουμε τα διάφορα είδη τιμών και η εξέλιξή τους ως προς τον
χρόνο. Παρατηρούμε ότι η αγοραία τιμή(pm) ενός αγαθού υπόκεινται σε πλήθος
μεταπτώσεων, αλλά ως προς αυτήν λειτουργούν δυο εξαρτώμενα μεταξύ τους
κέντρα έλξης : η άμεση τιμή (p0) και η τιμή παραγωγής(p*) που σχετίζονται
στενά μεταξύ τους. Η διαφορά τους είναι ότι η τιμή παραγωγής αποτελεί ένα
πιο συγκεκριμένο και άρα ακριβέστερο κέντρο έλξης της αγοραίας τιμής
πράγμα που αποτυπώνεται και στο εν λόγω σχήμα. Οι τιμές παραγωγής μπορεί
να είναι είτε πάνω από τις άμεσες τιμές είτε κάτω.
3. Σε τι αναφέρεται το πρόβλημα του μετασχηματισμού στον Μαρξ;
Το πρόβλημα του μετασχηματισμού αναφέρεται στη μετάβαση από τις άμεσες τιμές στις
τιμές παραγωγής, μια ακόμη πιο περίπλοκη μορφή εμφάνισης της αξίας . Ειδικότερα,
υποθέτουμε ότι ρυθμιστής της αγοραίας τιμής ενός εμπορεύματος x είναι η άμεση
τιμή . Η ανάλυση του Marx, διεξάγεται βάσει των άμεσων τιμών (εργασιακών αξιών)
και έτσι δείχνει ότι πηγή της υπεραξίας είναι η υπερεργασία . Στη συνέχεια ,
οδηγούμαστε στις τιμές παραγωγής, μια ακόμη πιο περίπλοκη έκφραση της αξίας
των εμπορευμάτων που εμφανίζεται, όταν εισάγεται στην ανάλυση ο ανταγωνισμός.
4. Διατυπώστε τη λύση του Μαρξ και τα δύο αξιώματα ισοδυναμίας.
Έστω τρεις τομείς :
Τομέας Ι παραγωγής μέσων παραγωγής, : c1 + v1 + s1 = c1 + c2 + c3
Τομέας ΙΙ μέσων κατανάλωσης και : c2 + v2 + s2 = v1 + v2 + v3
Τομέας ΙΙΙ μέσων πολυτελείας. : c3 + v3 + s3 = s1 + s2 + s3
όπου το αριστερό σκέλος παριστάνει την προσφορά καθενός τομέα παραγωγής, ενώ
το δεξί σκέλος παριστάνει τη ζήτηση.
Ο Marx πρότεινε στον μετασχηματισμό αξιών σε τιμές παραγωγής ξεκινά με την
εκτίμηση του r βάσει αξιών
r=Σ si/ Σ (ci+vi)
Οι τιμές παραγωγής, για κάθε τομέα θα είναι:
Τομέας Ι: p1 = c1 + v1 + r(c1 + v1 ) = (1 +r)(c1 + v1 )
Τομέας ΙΙ: p2 = c2 + v2 + r(c2 + v2 ) = (1 +r)(c2 + v2 )
Τομέας ΙΙΙ: p3 = c3 + v3 + r(c3 + v3 ) = (1 +r)(c3 + v3 )
θα πρέπει γενικά (p* i ≠ λi )
Ο μετασχηματισμός των άμεσων τιμών σε τιμές παραγωγής συνεπάγονται μιαν
αναδιανομή της υπεραξίας μεταξύ κλάδων παραγωγής. Καθώς έχουμε απλώς
μια μορφική αλλαγή της αξίας, τα συνολικά μεγέθη που δημιουργήθηκαν στη
σφαίρα της παραγωγής παραμένουν αμετάβλητα.
Επομένως, θα πρέπει να ισχύουν οι ακόλουθες ισότητες:
1. Το σύνολο των αξιών ισούται με το σύνολο των τιμών παραγωγής, Σλi = Σpi .
2. Το σύνολο της υπεραξίας θα ισούται με το σύνολο των κερδών, Σsi = Σπi .
5. Γιατί είναι σημαντικό για τη λογική συνοχή της ανάλυσης του Μαρξ η ισχύς
των δύο αξιωμάτων ισοδυναμίας;
Οι δύο ισότητες θεωρούνται κεφαλαιώδους σημασίας, καθώς η αξία και η υπεραξία
δημιουργούνται μόνο στην παραγωγή και οι διαφορετικές μορφές που
λαμβάνουν στην κυκλοφορία (τιμή και κέρδος) δεν μπορούν να μεταβάλλουν
το αρχικό τους μέγεθος.
6. Πώς διατυπώνει το πρόβλημα ο Μπορτκίεβιτς και αν στη λύση που προτείνει
ισχύουν τα δύο αξιώματα ισοδυναμίας;
Ο Bortkiewicz διαπίστωσε δυο λάθη στον μετασχηματισμό του Μαρξ :
P*Ι (1  r)( cΙ  vi)
Α)Μόνο η αξία εκροής του αγαθού i μετασχηματίζεται , οι εισροές, δηλαδή τα ci
και vi , όπως επίσης και το r εξακολουθούν να είναι εκφρασμένα σε όρους αξιών.
Β). Στον μετασχηματισμό τού Marx δεν ισχύουν οι συνθήκες της απλής
αναπαραγωγής Ο Bortkiewicz επαναδιατύπωσε το σύστημα της απλής
αναπαραγωγής:
Τομέας Ι: (1+r’)(c1p1+v1p2 ) = (c1 + c2 + c3 )p1
Τομέας ΙΙ: (1+r’)(c2p1+v2p2 ) = (v1 + v2 + v3 )p2
Τομέας ΙΙΙ: (1+r’)(c3p1+v3p2 ) = (s1 + s2 + s3 ) p3
Όπου p1 , p2 και p3 οι τιμές παραγωγής.
Επισημαίνουμε ότι, oι εισροές είναι εκφρασμένες στο ίδιο σύστημα τιμών με των
εκροών, tο σύστημα δύναται να αναπαραχθεί (απλή αναπαραγωγή). Έχουμε 3
εξισώσεις και 4 αγνώστους (τις 3 τιμές παραγωγής και το r). Επομένως, μπορούμε
να λύσουμε για σχετικές και όχι για απόλυτες τιμές.
Κεφάλαιο 4
1. Ποιες από τις αποδόσεις στην κλίμακα παραγωγής είναι λογικά συνεπείς;
(αναφερθείτε στην κριτική του Σράφφα). Ποιες λύσεις πρότεινε ο Σράφφα;
Τρία είδη Κριτικής: (α) Ιδεολογική (β) Εμπειρική (γ) Λογική Η κριτική του Sraffa
είναι λογική και αφορά το αν και κατά πόσο είναι εφικτός ο προσδιορισμός του
μεγέθους της τέλειας ανταγωνιστικής επιχείρησης και της καμπύλης προσφοράς
της υποθέτοντας τις διαφορετικές αποδόσεις στην κλίμακα (ΑΚ) παραγωγής.
1. Αύξουσες αποδόσεις στην κλίμακα (ΑΑΚ) Η επιχείρηση σε κάθε αύξηση της
παραγωγής μειώνει το κόστος της (λόγω ΑΑΚ). Επομένως η επιχείρηση έχει
διαρκές κίνητρο να αυξάνει το μέγεθός της, μέχρι την απόλυτη επικράτησή της
στην αγορά. Επομένως οι ΑΑΚ και τέλειος ανταγωνισμός αντιφάσκουν και άρα
δεν συνυπάρχουν.
2. Φθίνουσες αποδόσεις στην κλίμακα παραγωγής οι επιχειρήσεις επειδή αγοράζουν
τις εισροές τους σε ανταγωνιστικές αγορές δεν θα συναντούν περιορισμούς
αναφορικά με τις ποσότητες και συνεπώς δεν υπάρχει λόγος να αυξηθεί το μέσο
κόστος τους καθώς αυξάνει το επίπεδο παραγωγής. Επομένως, η μόνη λογικά
συνεπής υπόθεση που απομένει για τον προσδιορισμό του μεγέθους της τέλειας
ανταγωνιστικής επιχείρησης είναι οι
3. Σταθερές αποδόσεις στην κλίμακα παραγωγής (ΣΑΚ). Η υπόθεση αυτή κατά την
οποία το ATC της επιχείρησης είναι ανεξάρτητο του επιπέδου παραγωγής. Το
μέγεθος της επιχείρησης δεν μπορεί να οριστεί αφού ούτε την καμπύλη
προσφοράς της επιχείρησης μπορούμε να ορίσουμε ούτε και την παραγόμενη
ποσότητα ισορροπίας. Η λογική κριτική της τέλεια ανταγωνιστικής επιχείρησης
οδηγεί σε άτοπα (ανακόλουθα) συμπεράσματα. Δεν μπορεί να σταθεί λογικά η
τέλεια ανταγωνιστική επιχείρηση σε καμία από τις υποθέσεις περί αποδόσεων
στην κλίμακα παραγωγής. Στο λογικό αδιέξοδο που διαπίστωσε ο Sraffa στην
ανάλυση της τέλεια ανταγωνιστικής επιχείρησης και της μερικής ισορροπίας
πρότεινε 2 διεξόδους.
Α). Εγκατάλειψη της μερικής ισορροπίας και υιοθέτηση της γενικής ισορροπίας. Κάτι
τέτοιο θα ήταν επιθυμητό αλλά όχι άμεσα εφικτό (1926).
Β). Εγκατάλειψη του τέλειου ανταγωνισμού και υιοθέτηση του ατελούς ή
μονοπωλιακού ανταγωνισμού.
2. Τι τύχη είχαν οι προτάσεις του Σράφφα σε Ευρώπη και ΗΠΑ; Αναφερθείτε
στις μετρήσεις του Harberger.
Η 2η διέξοδος ,δλδ η εγκατάλειψη του τέλειου ανταγωνισμού και υιοθέτηση του
ατελούς ή μονοπωλιακού ανταγωνισμού, που είναι άμεσα εφικτή και
ακολουθήθηκε από την Joan Robinson (Cambridge, Μ. Βρετανία) και τον
Edwin Chamberlin (Cambridge, Mass. Χάρβαρντ). Οι δύο ταυτόχρονα 1931
εξέδωσαν βιβλία με αντικείμενο τον ατελή ή μονοπωλιακό ανταγωνισμό, η μεν
Robinson παραδεχόμενη τον Sraffa ως πηγή έμπνευσής της, ενώ ο Chamberlin
υποστήριζε την πατρότητα του μονοπωλιακού ανταγωνισμού στον οποία
κατέληξε ανεξάρτητα και μέχρι τέλους επιχειρούσε να διαφοροποιήσει (π.χ. δεν
δέχονταν την καμπύλη MR). Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ (Chamberlin, Bain,
Galbraith) βρίσκει ατέλειες στην πραγματική οικονομία, η οποία αποκλίνει
σημαντικά από το υπόδειγμα του τέλειου ανταγωνισμού. (Οικονομολόγοι
αλμυρού νερού). Επομένως, επιβάλλεται η κυβερνητική παρέμβαση για να
διορθώσει τις στρεβλώσεις της αγοράς. Η αντιμονοπωλιακή νομοθεσία των
ΗΠΑ και της ΕΕ έχει τις ρίζες της στην επίδραση αυτής της προσέγγισης. 2.
Πανεπιστήμιο Σικάγου (Stigler, Friedman και Harberger). Οι εμπειρικές
ενδείξεις δεν δείχνουν στρεβλώσεις της πραγματικής οικονομίας. Η εμπειρική
σημασία των αποκλίσεων είναι αμελητέα. (Οικονομολόγοι γλυκού νερού)
Επομένως, η κρατική παρέμβαση δεν μπορεί να πετύχει κάτι τελείως
διαφορετικό από αυτό που προκύπτει από τη λειτουργία της αγοράς.
3. Συζητήστε τα βασικά του υποδείγματος ανταγωνισμού του Μαρξ.
Ειδικότερα, εξηγείστε τα φαινόμενα που παρατηρούνται (α) στον διακλαδικό
ανταγωνισμό και (β) στον ενδοκλαδικό ανταγωνισμό.
Α)Η πρώτη συνέπεια είναι η εξισωτική τάση των ποσοστών κέρδους διακλαδικά (rj )
σε ένα ενιαίο ή μέσο ποσοστό κέρδους (r). Οι επιχειρήσεις που
δραστηριοποιούνται σε κάθε κλάδο πωλούν σε τιμές που ενσωματώνουν το
μέσο ποσοστό κέρδος της οικονομίας, δηλαδή πωλούν στις τιμές παραγωγής
Αν rj > r* (= μέσο % κέρδους της οικονομίας), επιτάχυνση επενδύσεων
(συσσώρευσης κεφαλαίου) στον κλάδο j αύξηση της προσφοράς και μείωση
τιμής μέχρι που η νέα τιμή να ενσωματώσει το r* ( καθιέρωση τιμής
παραγωγής)
Aν ri < r*  επιβράδυνση επενδύσεων (συσσώρευσης κεφαλαίου) έξοδο κεφαλαίων
από τον i, μείωση της προσφοράς και αύξηση της τιμής μέχρι που η νέα τιμή να
ενσωματώνει το r* ( καθιέρωση τιμής παραγωγής).
Η δεύτερη συνέπεια του διακλαδικού ανταγωνισμού είναι ότι τα περιθώρια κέρδους
επί των πωλήσεων (ή στο κόστος) είναι ανάλογα του λόγου κεφαλαίουπροϊόντος. Η σχέση αυτή προκύπτει από τον ορισμό του ποσοστού του
κέρδους:
r= S/K= (S/Q)/(K/Q)= m/ (K/Q) => m= r K/Q
Όπου r = το ποσοστό του κέρδους,
S = τα συνολικά κέρδη,
K = το κεφάλαιο,
Q = παραγόμενο προϊόν ή οι συνολικές πωλήσεις,
m = το περιθώριο κέρδους στις πωλήσεις και
K/Q = ο λόγος κεφαλαίου-προϊόντος.
Για να δείξουμε την ανωτέρω πρόταση έστω i και j δυο κλάδοι με τα αντίστοιχα mi
και mj περιθώρια κέρδους επί των πωλήσεων:
Αν ri = rj = r,  mi = r (K/Q)i  mj = r (K/Q)j
Τρίτη συνέπεια του διακλαδικού ανταγωνισμού: κλάδοι με υψηλό λόγο
κεφαλαίουπροϊόντος και κατά συνέπεια υψηλό κόστος εισόδου και εξόδου, οι
μεταβολές στη ζήτηση εκδηλώνονται σε μεταβολές στο βαθμό χρησιμοποίησης
του κεφαλαίου και όχι στις τιμές.
Β )Πρώτη συνέπεια: Ο νόμος της μιας τιμής (ΝΜΤ) αποδεκτός από όλες τις
προσεγγίσεις, αλλά με διαφορές. Οι κλασικοί και ο Μαρξ με τον ΝΜΤ εννοούν
μία τάση κατανομής των τιμών «συνωστίζονται» στην P* (γράφημα).
Εναλλακτικά ο ΝΜΤ υπονοεί μια κανονική κατανομή με μικρή διακύμανση.
Αντίθετα στη νεοκλασική προσέγγιση π.χ. στον τέλειο ανταγωνισμό ο ΝΜΤ
αναφέρεται κυριολεκτικά σε 1(μία) τιμή!
Η 2η συνέπεια του ενδοκλαδικού ανταγωνισμού είναι η διαφοροποίηση ποσοστών
κέρδους. Ο ΝΜΤ στην κλασική παράδοση συνεπάγεται διαφορετικά περιθώρια
και ποσοστά κέρδους στο εσωτερικό του κλάδου. Συμπέρασμα, εντελώς
διαφορετικό από την νεοκλασική παράδοση (π.χ. τέλειος ανταγωνισμός) όπου ο
ΝΜΤ οδηγεί σε εξομοίωση των οικονομικών μονάδων (επιχειρήσεων). Στην
κλασική παράδοση, ο ΝΜΤ  διαφοροποίηση επιχειρήσεων  ιεραρχία
περιθωρίων και ποσοστών κέρδους και διαχρονικά μεταβολή στην κατάταξη
των επιχειρήσεων
4. Τι είναι ρυθμιστικό κεφάλαιο ; και ποιος είναι ο ρόλος του.
Το ΡΚ καθορίζεται από τον τύπο κεφαλαίου με «τις χαμηλού κόστους μεθόδους
παραγωγής που σχετικά εύκολα μπορούν να υιοθετηθούν». Δεν υιοθετούν όλες
οι επιχειρήσεις του κλάδου αμέσως τη χαμηλού κόστους μέθοδο παραγωγής,
αφού όλες λειτουργούν με πάγιο κεφάλαιο και άρα είναι αγκιστρωμένες σε
αυτό. Τα νέα κεφάλαια, υιοθετούν τη μέθοδο παραγωγής που εύκολα
αντιγράφεται και η κερδοφορία της είναι ελκυστική. Οι τιμές παραγωγής των
κλάδων στη συνέχεια κατασκευάζονται με το ποσοστό κέρδους του
ρυθμιστικού τους κεφαλαίου. Η μέση κερδοφορία των ρυθμιστικών κεφαλαίων
των κλάδων είναι αυτή που χαρακτηρίζεται από την εξισωτική τάση
μακροχρόνια. Το ρυθμιστικό κεφάλαιο αποτελεί τη σύνθεση του ενδοκλαδικού
και του διακλαδικού ανταγωνισμού. Το ποσοστό κέρδους του ρυθμιστικού
κεφαλαίου είναι αυτό που καθορίζει το μέγεθος της απόδοσης στις νέες
επενδύσεις και επίσης το ρυθμό μεγέθυνσης του κλάδου.
Κεφάλαιο 6
1. Ποιο είναι το “παράδοξο” που δημιουργείται στη λειτουργία του
ενδοκλαδικού-διακλαδικού ανταγωνισμού και πώς αυτό αίρεται;
Το παράδοξο είναι πώς είναι δυνατόν τα ποσοστά κέρδους να εξισώνονται στον
διακλαδικό ανταγωνισμό, ενώ την ίδια στιγμή ο ενδοκλαδικός ανταγωνισμός να
επιβάλλει διαφορετική κερδοφορία στις επιχειρήσεις του κλάδου. Το παράδοξο
αίρεται μέσω του ρυθμιστικού κεφαλαίου. Ειδικότερα, η εξίσωση των διακλαδικών
ποσοστών κέρδους αφορά μία κατηγορία επιχειρήσεων και χρησιμοποιούν την
καλύτερη γενικά διαθέσιμη μέθοδο παραγωγής. Οι επιχειρήσεις αυτές συνιστούν το
ρυθμιστικό κεφάλαιο.
2. Σύμφωνα με ποιο μηχανισμό έχουμε πτωτική τάση του ποσοστού του
κέρδους σύμφωνα με τους Smith, Ricardo και Marx;
Η επιχειρηματολογία του Μαρξ για την πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους
βρίσκεται και στους τρεις τόμους του Κεφαλαίου. Ειδικότερα, η ανάλυση έχει
ως αφετηρία τη διττή φύση του εμπορεύματος ως αξίας χρήσης και ως
ανταλλακτικής αξίας. Η παραγωγή για την ανταλλακτική αξία έχει την
προτεραιότητα στον καπιταλισμό και γίνεται ο πρωταρχικός σκοπός της
επιχειρηματικής δραστηριότητας, που είναι η παραγωγή για την ανταλλαγή με
κέρδος. Η αναζήτηση του μεγαλύτερου δυνατού κέρδους ως αυτοσκοπός οδηγεί
τους επιχειρηματίες σε έναν διττό ανταγωνισμό. (α) Με τους εργάτες στην
εργασιακή (παραγωγική) διαδικασία για μισθούς, συνθήκες εργασίας κ.λπ. και
(β) με τους άλλους επιχειρηματίες (εμφύλιος ανταγωνισμός) στην αγορά για
την απόσπαση του μεγαλύτερου δυνατού μεριδίου στις πωλήσεις (βλέπε
επόμενο Σχήμα). Ο Καπιταλιστής που θα καινοτομήσει και έτσι πετύχει τη
μηχανοποίηση της παραγωγικής διαδικασίας θα είναι αυτός που τελικά θα
επικρατήσει και στα δύο μέτωπα του ανταγωνισμού! Αποτελέσματα
Μηχανοποίησης  Ουσιαστική υπαγωγή της εργασίας στο κεφάλαιο. «η
μηχανή είναι ο τέλειος εργάτης και ο εργάτης η ατελής μηχανή»  Αύξηση της
παραγωγικότητας και άρα μείωση του μοναδιαίου κόστους  Απαξίωση της
εργασίας μειώνει το μισθό και, τέλος,  Επιβολή πειθαρχίας μέσω της
πραγματικής υπαγωγής της εργασίας
3. Ποιες είναι οι δυνάμεις που διαμορφώνουν τους κύκλους Kondratiev
σύμφωνα με τον Schumpeter; Σχολιάστε.
Ο Schumpeter,
επηρεασμένος από τη θεωρία του Kondratiev περί
επαναλαμβανόμενων κύκλων οικονομικής ανάπτυξης ασχολήθηκε με την
εξέλιξη της οικονομίας στο πλαίσιο ενός πολύ μακρύ χρονικού ορίζοντα.
Υποστήριξε την άποψη ότι οι κυκλικές αυτές φάσεις (κύματα) οικονομικής
ανάπτυξης που η εμπειρική έρευνα έδειξε ότι επαναλαμβάνονται κάθε 50- 60
χρόνια Για τον Schumpeter η τεχνολογική πρόοδος και η καινοτομία
βρίσκονται στο κέντρο της δυναμικής εξέλιξης του οικονομικού συστήματος
και λειτουργούν ως παράγοντες που προκαλούν ανισορροπία στο σύστημα
αλλά και αντιμετωπίζει την ανάπτυξη της καινοτομίας ως κατεξοχήν κοινωνικό
και όχι μόνο ως οικονομικό φαινόμενο. Η έννοια του κεφαλαίου δεν
αναφέρεται σε αγαθά ή εξοπλισμό ή την κατοχή αυτών αλλά αφορά τον έλεγχο
των μηχανισμών παραγωγής. Ως συνέπεια αυτής της θεώρησης ο Schumpeter
ορίζει την καινοτομικότητα ως τον τρίτο παράγοντα στη συνάρτηση
παραγωγής.
4. Ορίστε τις έννοιες: κοινωνικά αναγκαίος χρόνος εργασίας, σύνθετη
εργασία, εργασιακή αξία, υπεραξία, ποσοστό υπεραξίας, αξιακή σύνθεση
κεφαλαίου, ποσοστό κέρδους, απόλυτο σημείο υπερ-συσσώρευσης
κεφαλαίου,
Ο λόγος υπεραξίας προς το μεταβλητό κεφάλαιο (s / v) είναι το ποσοστό υπεραξίας
ή ποσοστό εκμετάλλευσης.
Ο λόγος της αξίας του κεφαλαίου σε τρέχουσες τιμές προς το μεταβλητό κεφάλαιο
(C/v) είναι η Αξιακή Σύνθεση Κεφαλαίου αν λκ / λv ≈1.
Ο λόγος συνολικής υπεραξίας προς το άθροισμα του σταθερού και του μεταβλητού
κεφαλαίου ή ποσοστό κέρδους: r = s / (c + v)
Η ελαστικότητα του ποσοστού κέρδους ((Δr / ΔC)(C / r)), δηλαδή η ποσοστιαία
μεταβολή στο ποσοστό κέρδους που προξενείται από μια ποσοστιαία μεταβολή
στο επενδυμένο κεφάλαιο. Αν η ελαστικότητα του ποσοστού κέρδους = -1
τότε το σημείο αυτό είναι γνωστό ως σημείο κρίσης ή σημείο απόλυτης
υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου.
Παρά την έλλειψη ενός τέλειου αμετάβλητου μέτρου της αξίας ο Ρικάρντο
αποδέχτηκε την αρχή της εργασιακής θεωρίας της αξίας σύμφωνα με την
οποία οι σχετικές τιμές των αγαθών ρυθμίζονται από τις σχετικές ποσότητες
εργασίας που ξοδεύτηκαν για την παραγωγής τους. Η Αρχή αυτή ισχύει όχι
μόνο στην πρωτόγονη κοινωνία, όπως πίστευε ο Σμιθ, αλλά και στη σύγχρονη
κοινωνία, δηλαδή στον καπιταλισμό. Η διαφορά είναι ότι στον καπιταλισμό, η
αρχή αυτή τροποποιείται προκειμένου να συμπεριλάβει την παρουσία και
άλλων παραγόντων που επηρεάζουν τις σχετικές τιμές. Δηλαδή τους (α)
διαφορετικούς λόγους κεφαλαίου-εργασίας (K/L) (β) τις μεταβολές στη
διανομή του εισοδήματος, όπως επίσης και τον (γ) χρόνο που απαιτείται για την
ολοκλήρωση της παραγωγικής διαδικασίας. Σημασία έχει πώς οι τροποποιήσεις
αυτές είναι τόσο μικρές και γι’ αυτό δεν μεταβάλουν την αρχικά ορθά
διατυπωμένη ΑΡΧΗ της Εργασιακής Θεωρίας των Σχετικών Τιμών.
Κοινωνικά αναγκαίος χρόνος εργασίας είναι ο χρόνος, που απαιτείται για την
παραγωγή ενός εμπορεύματος, κάτω από μέσους κοινωνικά κανονικούς όρους
παραγωγής, δηλαδή με μέσο επίπεδο τεχνικής, με μέση επιδεξιότητα και
εντατικότητα της εργασίας.
Ο κοινωνικά αναγκαίος χρόνος εργασίας αλλάζει με την αύξηση της
παραγωγικότητας της εργασίας.
Η αξία (λ) του εμπορεύματος : λ = c + l συνεπάγεται ότι κέρδη υπάρχουν,
ανν c + l > c + v και l > v άρα s = l – v > 0 όπου s ο εργάσιμος χρόνος > από τον
απαιτούμενο για την (ανα) παραγωγή της εργατικής δύναμης. s= υπερεργασία ή
υπεραξία.
5. Η πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους στον Μαρξ .
Η επιχειρηματολογία του Μαρξ για την πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους
βρίσκεται και στους τρεις τόμους του Κεφαλαίου. Ειδικότερα, η ανάλυση έχει
ως αφετηρία τη διττή φύση του εμπορεύματος ως αξίας χρήσης και ως
ανταλλακτικής αξίας.
6. Γιατί η πτωτική τάση στο ποσοστό κέρδους οδηγεί σε οικονομική κρίση;
Ξαναγράφουμε το ποσοστό κέρδους ως r=s/K και s=rK. Στη συνέχεια παίρνουμε
ρυθμούς μεγέθυνσης: s=r+ K
Το ποσοστό κέρδους έχει αρνητικό πρόσημο γιατί το αναμένουμε πτωτικό, το δε
απόθεμα κεφαλαίου διαρκώς αυξάνεται γι’ αυτό και έχουμε θετικό πρόσημο.
Στο βαθμό που το κεφάλαιο Κ αυξάνεται (μεγεθύνεται) γρηγορότερα από το
ποσοστό κέρδους, r, τα κέρδη, S, αυξάνονται το ίδιο και οι επενδύσεις. Αν όμως
ο ρυθμός (αρνητικής) μεγέθυνσης του ποσοστού κέρδους ισούται με τον ρυθμό
μεγέθυνσης του Κ, τότε τα κέρδη γίνονται στάσιμα αποθαρρύνονται οι
επενδύσεις, το κεφάλαιο υπο-χρησιμοποιείται και απαξιώνεται. Η ανεργία
αυξάνεται και οδηγούμαστε σε Οικονομική Κρίση= Έλλειμμα Επενδύσεων +
Αύξηση Ανεργίας
Download