Uploaded by lida kefala

Κεφαλά Ελπίδα - Εργασία Εξαμήνου

advertisement
ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ
«ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ / ΕΛΕΓΚΤΙΚΗ»
ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ ΜΕΘΟΔΟΙ ΕΡΕΥΝΑΣ - Λ/Ε
Καθηγητής: Θεόδωρος Μεταξάς
ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΞΑΜΗΝΟΥ
ΤΙΤΛΟΣ
Το Δημοκρατικό Έλλειμμα ως πρόβλημα στο περιβάλλον της Ε.Ε.
Διαστάσεις του προβλήματος και πολιτικές αντιμετώπισης του.
Φοιτήτρια: Ελπίδα-Νικολέττα Κεφαλά
ΑΘΗΝΑ 2021
1
Περιεχόμενα
Περίληψη ......................................................................................................................................... 3
Εισαγωγή .......................................................................................................................................... 3
1.
2.
Προσδιορισμός του Δημοκρατικού Ελλείμματος στο περιβάλλον της ΕΕ ............................. 5
1.1
Το Δημοκρατικό Έλλειμμα στην Ε.Ε. ............................................................................. 5
1.2
Τα χαρακτηριστικά του δημοκρατικού ελλείμματος....................................................... 6
1.3
Αποτύπωση του δημοκρατικού ελλείμματος στο περιβάλλον της ΕΕ ............................ 7
Οι διαστάσεις του δημοκρατικού ελλείμματος ....................................................................... 9
2.1
Θεσμική / διαδικαστική διάσταση ................................................................................... 9
2.2
Νομοθετική / Κανονιστική διάσταση ............................................................................ 10
2.3
Κοινωνική / Ψυχολογική Διάσταση .............................................................................. 11
3.
Αντίλογος .............................................................................................................................. 12
4.
Πολιτικές αντιμετώπισης....................................................................................................... 13
Συμπεράσματα ............................................................................................................................... 14
Βιβλιογραφία.................................................................................................................................. 16
2
Περίληψη
Ο έντονος και εμπλουτισμένος διάλογος που λαμβάνει χώρα σε μεγάλο εύρος ερευνητών,
κοινού, θεσμικών οργάνων, οργανισμών και πολιτών, σε κάθε επίπεδο εθνικό ή ευρωπαϊκό και σε βάθος
χρόνου, καταδεικνύει ταυτόχρονα δύο πράγματα: την παραδοχή ύπαρξης του ζητήματος του
δημοκρατικού ελλείματος και ταυτόχρονα την ύπαρξη και δυναμική εξέλιξη δημοκρατικών
διαδικασιών στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι.
Οι προβληματισμοί δεν γεννούνται επειδή αμφισβητείται η λειτουργία της Ευρωπαϊκής
Ένωσης σε δημοκρατική βάση, αλλά εστιάζουν στο κατά πόσο νομιμοποιείται να ασκεί εξουσίες που
της έχουν παραχωρηθεί και διαφεύγουν του εθνικού κοινοβουλευτικού ελέγχου. Το δημοκρατικό
σύστημα της ΕΕ εξακολουθεί να θεωρείται ελλιπές σε ορισμένες εκφάνσεις του είτε θέλουμε να το
κρίνουμε με όρους συμμετοχικής είτε με όρους αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Πάραυτα, το
δημοκρατικό έλλειμμα που εντοπίζεται σε κάθε περίπτωση έχει την ίδια δυναμική εξέλιξη με την
ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και βελτιώνεται μειούμενο με την αναθεώρηση των Συνθηκών. Τέτοιες
εξελίξεις είναι επί παραδείγματι η Ευρωπαϊκή Πρωτοβουλία των Πολιτών (ΕCΙ), ο ευρωπαίος
συνήγορος, η έμμεση συμμετοχή των εθνικών κοινοβουλίων στην χάραξη πολιτικής. Πρόκειται για ένα
λειτουργικό πρόβλημα που όμως ταυτόχρονα είναι βαθιά πολιτικό.
Οι γενεσιουργοί αιτίες που προκαλούν κυρίως την αμφισβήτηση εδράζονται στην σύγκριση με την
αντιπροσωπευτική δημοκρατία και την απαίτηση η Ευρωπαϊκή Ένωση να ισορροπήσει μεταξύ εθνικής
κυριαρχίας και υπερεθνικής εξουσίας, μεταξύ διαχειριστικού ρόλου και δημοκρατικών όρων λαϊκής
συμμετοχής, μεταξύ διατήρησης εθνικής ταυτότητας των κρατών-μελών και πολιτικής ανοικτών
συνόρων και ελεύθερης αγοράς.
Προκειμένου να υλοποιηθούν οι προσδοκίες για τον εκδημοκρατισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης η οποία
λειτουργεί σε ένα εξαιρετικά ετερογενές περιβάλλον βρισκόμενο σε συνεχή ροή, θα πρέπει να
υιοθετηθούν νέες μορφές παρεμβάσεων ώστε να ενισχυθεί η νομιμότητα σε αντιπροσωπευτικό,
κοινοβουλευτικό, τεχνοκρατικό και διαδικαστικό επίπεδο.
Εισαγωγή
Η δημοκρατία εννοιολογικά και πολιτικά στηρίζεται στην παραδοχή ότι το ανώτατο όργανο
του κράτους είναι ο λαός. Στα σύγχρονα κράτη η δημοκρατία είναι αντιπροσωπευτική και ο λαός ασκεί
εξουσία μέσω των εκλογών (αντιπροσωπευτική δημοκρατία) επιλέγοντας τους αντιπροσώπους που θα
εφαρμόσουν τα οριζόμενα από τους νόμους και το Σύνταγμα.
Ο όρος «Δημοκρατικό Έλλειμμα» στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποδίδεται από όσους
υποστηρίζουν ότι τόσο τα θεσμικά όργανά της όσο και η διαδικασία λήψης αποφάσεων δεν
3
χαρακτηρίζονται από δημοκρατική νομιμοποίηση ενώ ο απλός πολίτης θεωρεί ότι δεν συμμετέχει στη
λήψη αυτών των αποφάσεων εξαιτίας της πολυπλοκότητας λήψης αυτών. Οι πολίτες της ΕΕ, παρά τις
προσπάθειες που έγιναν με τις Συνθήκες του Μάαστριχτ, του Άμστερνταμ, της Νίκαιας και της
Λισαβώνας, αισθάνονται ότι δεν έχουν τη δυνατότητα να ανατρέψουν ή να αλλάξουν την ευρωπαϊκή
διακυβέρνηση και τις πολιτικές της εάν δεν συμφωνούν. Για την ακρίβεια θεωρούν ότι στην ΕΕ
απουσιάζει η πολιτική ζωή και δεν υφίσταται «κυβέρνηση». (EUR-Lex, 2021)
Τόσο σε πολιτικό όσο και ακαδημαϊκό επίπεδο εκφράζονται προβληματισμοί και διεξάγεται
μεγάλη συζήτηση αναφορικά με τη δημοκρατικά διαπιστευτήρια της ΕΕ. Η συζήτηση δεν
επικεντρώνεται στην αμφισβήτηση της δημοκρατίας στην ΕΕ αλλά κατά πόσο αυτή υποφέρει ή όχι από
«δημοκρατικό έλλειμμα». Κατά τον Weiler (1995) το ερώτημα αυτό εδράζεται στην παρατήρηση ότι
τα κράτη-μέλη της ΕΕ μεταβιβάζοντας την εξουσία τους στους υπερεθνικούς θεσμούς οικοδόμησης της
Ένωσης έχασαν την δυνατότητα του εθνικού κοινοβουλευτικού ελέγχου. Όπως χαρακτηριστικά
παρομοιάζει η Christine Neuhold (2009) η συζήτηση γύρω από το πρόβλημα που έχουμε τιτλοφορήσει
ως «δημοκρατικό έλλειμμα», μοιάζει με τη συζήτηση για το «μισοάδειο/μισογεμάτο ποτήρι» όταν
προσπαθούμε να διευκρινίσουμε εάν η ΕΕ αποτελεί ένα νόμιμο, αντιπροσωπευτικό ή δημοκρατικό
σύστημα.
Σύμφωνα με τον φιλόσοφο John Dewey (Ritter, et al., 2011) , η δημοκρατία αποτελεί «τρόπο
ζωής» που εκδηλώνεται με αμοιβαίο σεβασμό, δεσμεύσεις ειρηνικής συνεργασίας και επίλυσης των
προβλημάτων ενός εκάστου των μελών υπό το πρίσμα του κοινού συμφέροντος. Αυτός ήταν και ο
τελικός στόχος των ευρωπαϊκών πολιτικών ελίτ όταν σχεδίαζαν την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση μέσα από
συνεργασίες δευτερεύουσας σημασίας (π.χ. συνθήκη για τον άνθρακα και τον χάλυβα (1950), συνθήκες
της Ρώμης (1957) με τις οποίες ιδρύθηκαν η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ) και η
Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας (Ευρατόμ) (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Γενική Διεύθυνση
Επικοινωνίας, 2021)) αλλά και πλήθος άλλων συνθηκών που βαθμιαία θα οδηγούσαν την ήπειρο σε
συνθήκες ειρήνης και οικονομική ευημερίας. Σύμφωνα με τον Achim Hurrelmann (2007) το εγχείρημα
στηριζόταν στην «ανεκτική / επιτρεπτική συναίνεση» των λαών των κρατών που συμμετείχαν στις
εκάστοτε συμφωνίες και οι οποίοι θα αποδέχονταν την μεταβίβαση εξουσίας από τις εθνικές σε
υπερεθνικές δομές στον βαθμό που αυτές θα είχαν θετικές επιδράσεις στη διαβίωσή τους. Συνεπώς,
μέχρι εκείνη τη στιγμή, η δημοκρατική-νομοπαρασκευαστική διαδικασία που ακολουθείτο δεν
βασιζόταν σε αντιπροσωπευτικές μεθόδους αλλά στα αποτελέσματα που προκύπταν από τις συμφωνίες.
Ωστόσο, τα οικονομικά προβλήματα που ταλάνισαν τα κράτη-μέλη τη δεκαετία του 1970
αμφισβήτησαν έντονα τη δικαιοδοσία της ΕΕ και οδήγησαν στη συμφωνία των κρατών μελών για τη
δημιουργία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου του οποίου τα μέλη εκλέγονται άμεσα από το 1979
(Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 2021). Αυτό ήταν και το πρώτο βήμα προς τη δημοκρατική νομιμοποίηση
των διαδικασιών που δημιουργούν πολιτική στην ΕΕ.
Στόχος της παρούσας εργασίας είναι να διερευνήσει σε ποιο σημείο στο περιβάλλον και στην
λειτουργία της ΕΕ διαφαίνεται δημοκρατικό έλλειμμα, με ποιες αρχές και δημοκρατικές παραδοχές
4
διαφαίνεται να υπάρχει ρήξη, καθώς και τις πολιτικές που προτείνονται ώστε να αντιμετωπιστεί το
πρόβλημα. Σε αυτό το πλαίσιο θα επιχειρηθεί να γίνει ένας απολογισμός της συζήτησης για το εάν και
υπό ποιο πρίσμα οι μελετητές θεωρούν ότι η ΕΕ υποφέρει από δημοκρατικό έλλειμμα. Αρχικά, στο
πρώτο μέρος θα γίνει μια επισκόπηση του τι θα μπορούσε να θεωρηθεί ως δημοκρατικό έλλειμμα στο
περιβάλλον της ΕΕ και ποια είναι τα χαρακτηριστικά που αποδίδονται στο πρόβλημα. Ακολουθεί η
επισκόπηση για το πώς αντιλαμβάνονται το έλλειμμα οι ευρωπαϊκοί λαοί και ποιες οι επιπτώσεις που
επιφέρει στην πολιτική ζωή της Ένωσης. Στο δεύτερο μέρος εξετάζονται οι διαστάσεις υπό τις οποίες
ένα δημοκρατικό έλλειμα διαγιγνώσκεται και χαρακτηρίζεται ως τέτοιο και επιχειρείται μια σύνοψη
των προτάσεων πολιτικής αντιμετώπισης του ζητήματος. Ακολουθεί η παράθεση της αντίθετης άποψης
που θεωρεί ότι η Ένωση δεν είναι δημοκρατικά ελλιπής. Η τελική ενότητα περιλαμβάνει σύνοψη
συμπερασμάτων επί της συνολικής ανάλυσης.
1. Προσδιορισμός του Δημοκρατικού Ελλείμματος στο περιβάλλον της ΕΕ
1.1 Το Δημοκρατικό Έλλειμμα στην Ε.Ε.
Σύμφωνα με τον Karlheinz Neunreither (2014), ο πιο ακραίος ορισμός του δημοκρατικού
ελλείμματος στην ΕΕ αποδίδεται στο αφήγημα που περιλαμβάνει ένα απρόσωπο κέντρο εξουσίας, την
«γραφειοκρατία των Βρυξελλών», που λογοδοτεί ελάχιστα έως καθόλου και την οποία επικαλούνται οι
εθνικές κυβερνήσεις όταν πρέπει να αποδώσουν την ευθύνη λήψης μέτρων ή χρειάζεται να εξηγήσουν
αντιδημοφιλείς αποφάσεις της ΕΕ.
Η αμφισβήτηση αυτή ενισχύεται και από το γεγονός ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρείται
ένας μάλλον αδύναμος θεσμός. Με τη συνθήκη της Λισαβόνας (2007) επιχειρήθηκε να λυθούν
ζητήματα
θεσμικού
πλαισίου
και
θεμελιωδών
αρχών
της
δημοκρατικής
ισότητας,
της
αντιπροσωπευτικής και της συμμετοχικής δημοκρατίας (Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 2021). Παρά την
στόχευση, όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν και οι Simon Hix and Andreas Follesdal (2006), το γεγονός
ότι ο θεσμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου απέτυχε να αποτελέσει επί της ουσίας προϊόν διεθνικών
εκλογών και ταυτόχρονα η έλλειψη ουσιαστικής λειτουργίας ευρωπαϊκών κομμάτων, ενέτεινε έτι
περισσότερο το πρόβλημα και απομάκρυνε περαιτέρω την ΕΕ από τους πολίτες της.
Όταν μετά τη συνθήκη του Μάαστριχτ (1992) η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση γίνεται και μέρος της
εθνικής πολιτικής των κρατών-μελών, οι κεντρικές αποφάσεις πλέον υπόκεινται στην περιοριστική
διαφωνία κατά την οποία όσα μπορούν να υλοποιηθούν σε ευρωπαϊκό κοινοτικό επίπεδο, γίνονται
αντικείμενο επεξεργασίας, διαμάχης και αμφισβητήσεων στο εθνικό πολιτικό πεδίο. (Hooghe & Marks,
2009)
Η συνθήκη του Άμστερνταμ (1999), αναθεωρητική της συνθήκης του Μάαστριχτ, στοχεύοντας
στη βελτίωση της δημοκρατικής λειτουργίας στην ΕΕ, έρχεται να προσδώσει α) νομοθετική εξουσία
στο Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου καθιστώντας το συννομοθέτη με το Συμβούλιο (παραμένουν ρήτρες
5
εξαίρεσης) και β) ελεγκτική εξουσία μέσω της έγκρισης της επιτροπής στο σύνολό της καθώς επίσης
του προσώπου που προτείνεται ως Πρόεδρός αυτής. (Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 2021) Πάραυτα, το
σύστημα λήψης αποφάσεων της ΕΕ εξακολουθεί να αμφισβητείται καθότι τα θεσμικά όργανα που
παράγουν πολιτική δεν λογοδοτούν στους πολίτες της στα πλαίσια των αρχών της δημοκρατικής
λογοδοσίας και της λαϊκής κυριαρχίας. Η κορυφή της θεσμικής πυραμίδας όπως είναι η Ευρωπαϊκή
Επιτροπή, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Συμβούλιο εξακολουθούν να μην εκλέγονται από
τους λαούς της Ευρώπης και ως εκ τούτου δεν λογίζονται ως αντιπροσωπευτικοί, ούτε λογοδοτούν σε
αυτούς.
Η συζήτηση αναφορικά με την ποιότητα της δημοκρατίας στο περιβάλλον της ΕΕ περιπλέκεται
έτι περισσότερο εξαιτίας της ποικιλομορφίας των δημοκρατικών μοντέλων βάσει των οποίων
λειτουργούν σε εθνικό επίπεδο τα κράτη-μέλη. Μοιραία η συζήτηση οδηγείται σε ποιο μοντέλο από
αυτά λειτουργεί πλησιέστερα η ΕΕ, στο συναινετικό ή το πλειοψηφικό δημοκρατικό μοντέλο ( Lijphart,
2012). Ο Lijphart στο βιβλίο του υποστηρίζει ότι η ΕΕ φέρει περισσότερο χαρακτηριστικά συναινετικής
δημοκρατίας. Ωστόσο και αυτό το σύστημα διακυβέρνησης προϋποθέτει αυξημένη συμμετοχή των
πολιτών ως προς την συγκρότηση της πολιτικής ατζέντας και τη διαδικασία λήψης αποφάσεων ώστε η
συναινετική δημοκρατία να μη μεταβληθεί σε καρτέλ εξουσίας.
1.2 Τα χαρακτηριστικά του δημοκρατικού ελλείμματος
Κατά με τον Manfred Schmidt (2004, pp. 69-70) το παρόν στάδιο πολιτικής ολοκλήρωσης της
ΕΕ εκφράζει δημοκρατική θέση εφόσον είναι απόρροια επιθυμίας και απόφασης των κρατών μελών
που απαρτίζουν την Ένωση και τα οποία μπορούν όποτε το επιθυμούν να αναιρέσουν την απόφαση
αυτή. Η δημοκρατική θέση ενισχύεται από τη θεωρία του ρυθμιστικού και του αναθέτοντος κράτους
σύμφωνα με τις οποίες ο νομοθέτης μπορεί να εκχωρήσει ένα σημαντικό τμήμα της δικαιοδοσίας λήψης
αποφάσεων σε θεσμικά όργανα στα οποία δεσπόζουν οι ειδικοί. Σε αυτό το σημείο φαίνεται να
προκύπτει θέμα αναφορικά με τον ορθολογισμό των αποφάσεων και το βαθμό δημοκρατικής σύστασης
των θεσμικών κοινοτικών οργάνων.
Σύμφωνα με τον Κ.Στεφάνου (1996, p. 130) χαρακτηριστικά του δημοκρατικού ελλείμματος
στην ΕΕ αποτελούν η έλλειψη διάκρισης των λειτουργιών και η ελλιπής νομιμοποίηση των θεσμών.
Ειδικότερα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (το ανώτερο θεσμικό όργανο της ΕΕ) συντίθεται από πρόσωπα που
διορίζουν οι εθνικές κυβερνήσεις τα οποία όμως δεν έχουν δικαίωμα να ανακαλέσουν προτού λήξει η
θητεία τους. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συνεδριάζει κλειστών των θυρών (Deloch-Gaudez &
Beaudonnet, 2010) και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καλείται να επικυρώσει ή να αντιταχθεί σε μια
απόφαση που λόγω αδιαφάνειας ή έλλειψης επαρκούς πληροφόρησης, ο μέσος πολίτης δεν γνωρίζει
εάν λήφθηκε σε κοινοτικό ή εθνικό επίπεδο. (Στεφάνου, 1996)
Σύμφωνα με τον Γ.Βοσκόπουλο (2009, pp. 29-32) το γεγονός ότι δεν υπάρχει ενιαίος
ευρωπαϊκός δήμος αλλά πολλαπλοί δήμοι που έχουν διαφορετικά αξιακά και πολιτικά συστήματα και
6
μετεξελίσσονται βάσει κοινών μεν όχι πλήρως ταυτόσημων αξιών δε, θεμελιώνει την άποψη ότι η ΕΕ
δεν μπορεί να λειτουργήσει δημοκρατικά. Στην ΕΕ δεν υφίσταται κοινότητα με ενιαία επικοινωνία,
εμπειρία και μνήμη, δεν υφίστανται πολιτικά κόμματα (λειτουργούν μεν θεσμικά αλλά όχι ουσιαστικά)
και επομένως δεν υφίσταται πολιτικός ανταγωνισμός, δεν υπάρχουν πολιτικοί ηγέτες ούτε ενιαία
συνταγματική τάξη πραγμάτων. Η ΕΕ περιορίζεται σε ένα πολιτικό σύστημα χωρίς εδαφική βάση,
οικουμενική προσωπικότητα, κοινοτικό σύνταγμα και εξουσία άμεσης επιβολής της πολιτικής της. Οι
ιδιαιτερότητες αυτές συνθέτουν μια ιδιάζουσα νομικά, θεσμικά και λειτουργικά πολυεθνική οντότητα.
1.3 Αποτύπωση του δημοκρατικού ελλείμματος στο περιβάλλον της ΕΕ
Σχεδόν σε όλες τις μετρήσεις που διεξάγει το ευρωβαρόμετρο για λογαριασμό της ΕΕ
αποτυπώνεται η άποψη των Ευρωπαίων πολιτών ότι υπάρχει δημοκρατικό έλλειμμα. Το ποσοστό των
Ευρωπαίων πολιτών που αισθάνεται ικανοποιημένο με την δημοκρατική λειτουργία στην ΕΕ και έχουν
θετική εικόνα ως προς τη λειτουργία της είναι μικρότερο του 50%. Το οικονομικό πλαίσιο διαβίωσης
επηρεάζει άμεσα τις απόψεις των Ευρωπαίων πολιτών σχετικά με τον τρόπο που λειτουργεί η
δημοκρατία στην ΕΕ, 46% αυτών δηλώνουν ικανοποιημένοι και 42% δηλώνουν απογοητευμένοι.
Σύμφωνα με την έρευνα του Ευρωβαρομέτρου που εκπονήθηκε για λογαριασμό του Ευρωπαϊκού
Κοινοβουλίου (2018), οι πολίτες ορισμένων χωρών φαίνονται περισσότεροι ικανοποιημένοι ενώ
ορισμένων μεγαλύτερων κρατών-μελών φαίνονται σημαντικά απογοητευμένοι. Οι παρατηρήσεις αυτές
γίνονται ακόμα σαφέστερες υπό το πρίσμα στοιχείων όπως το κατά κεφαλήν εισόδημα (ΑΕΠ) και το
υφιστάμενο ποσοστό ανεργίας. Όσο δυσκολότερες οι οικονομικές συνθήκες αντίστοιχα μεγαλύτερη και
η απογοήτευση από την λειτουργία της ΕΕ. Τους Ευρωπαίους πολίτες απασχολούν κατά προτεραιότητα
θέματα όπως η τρομοκρατία (49%), η ανεργία των νέων (48%), η μετανάστευση (45%) και πολύ
λιγότερο θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δημοκρατίας (35%).
Πίνακας 1-1(Πηγή: Ευρωβαρόμετρο 2018 89.2)
7
Στην ίδια έρευνα (Έρευνα του Ευρωβαρομέτρου, 2018) κοιτώντας τα ευρήματα υπό το πρίσμα
της γεωγραφικής κατανομής παρατηρούμε ότι οι χώρες του Βορρά/Ανατολής παρουσιάζουν
μεγαλύτερο βαθμό ικανοποίησης έναντι των χωρών του Νότου/Δύσης. Εντυπωσιακό επίσης είναι το
εύρημα ότι οι πολίτες τεσσάρων από τις πέντε μεγαλύτερες χώρες της ΕΕ παρουσιάζουν αξιοσημείωτα
χαμηλό βαθμό ικανοποίησης σχετικά με τη λειτουργία της δημοκρατίας στην ΕΕ συγκριτικά του μέσου
όρου. Ο βαθμός ικανοποίησης συσχετίζεται επίσης με τον βαθμό που επωφελήθηκαν οι χώρες-μέλη
από την στήριξη της ΕΕ στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης όπως επί παραδείγματι η Ιρλανδία και η
Πορτογαλία σε αντίθεση με την Ελλάδα που βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις μαζί με την Ισπανία.
Ομοίως, φαίνεται ότι το 38% των ευρωπαίων πολιτών θεωρεί κίνδυνο για την δημοκρατία την
εμφάνιση κομμάτων διαμαρτυρίας έναντι του 50% που δεν ανησυχεί. Έρευνα του κέντρου Pew
κατέδειξε πάραυτα ότι η προσήλωση των ευρωπαίων πολιτών στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία δεν
πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Σε ποσοστό 42% οι ευρωπαίοι δήλωσαν ότι αρέσκονται μεν στην
αντιπροσωπευτική δημοκρατία αλλά δεν θα είχαν πρόβλημα με κάποια άλλη μορφή διακυβέρνησης
όπως έναν ισχυρό ηγέτη, το στρατό ή ομάδα εμπειρογνωμόνων. Σε αυτό το ποσοστό προστίθεται ένα
10% που είναι υπέρ μιας μη δημοκρατικής μορφής διακυβέρνησης. Αφοσιωμένο στην
αντιπροσωπευτική δημοκρατία δηλώνει μόνο το 37% των ευρωπαίων πολιτών.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η σημαντικότητα που αποδίδουν οι ευρωπαίοι πολίτες στις
ευρωεκλογές. Ενώ το 68% δηλώνει ότι οι εθνικές εκλογές είναι υψηλής σημασίας για αυτούς, μόνο το
49% συμμερίζεται το ίδιο για τις ευρωεκλογές και το 31% δηλώνει ως πολύ πιθανό να συμμετάσχει
στις επόμενες εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Πίνακας 1-2 Πηγή: Ευρωβαρόμετρο 2018 89.2, QA9
Η απόσταση που διαφαίνεται μεταξύ πολιτών και ΕΕ έχει τις ρίζες της σε δύο αιτίες. Η πρώτη
αιτία είναι η ανακύπτουσα αδιαφορία λόγω άγνοιας για την λειτουργία και την σημασία της Ένωσης,
είτε συνεπεία ελλιπούς ενημέρωσης με ευθύνη των πολιτών είτε λόγω αδυναμίας των αρμόδιων
8
οργάνων να ενημερώσουν έγκαιρα και σωστά. Δεύτερη αιτία θεωρείται η αποστροφή των πολιτών προς
την ΕΕ και τα θεσμικά της όργανα επειδή οι πολίτες θεωρούν ότι συμμετέχουν σε μια εκλογική
διαδικασία όπου θα κληθούν να ψηφίσουν προσχηματικά εφόσον στην πράξη δεν εκπροσωπούνται, δεν
επηρεάζουν τις πολιτικές και οι αποφάσεις παίρνονται ερήμην τους. Οι αιτίες αυτές πρακτικά
επιβεβαιώνουν ότι οι ευρωπαίοι πολίτες θεωρούν ότι υπάρχει δημοκρατικό έλλειμμα και δεν φαίνεται
να εμπιστεύονται την ΕΕ ώστε να κείτονται θετικά στην κατεύθυνση σύστασης ευρωπαϊκού δήμου.
(Λιάργκοβας & Αποστολόπουλος, 2020)
Σύμφωνα με τον Ν.Μούση (2011) η απομάκρυνση των πολιτών από την πολιτική είναι
ευρύτερο φαινόμενο στις αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες και δεν παρατηρείται μόνο στην ΕΕ, γεγονός
που πιστοποιείται από την απουσία των πολιτών (σε όρια πλειοψηφίας) από τις εθνικές εκλογές.
2. Οι διαστάσεις του δημοκρατικού ελλείμματος
Συνοψίζοντας τους Lord and Magnette (2004), V. Schmidt(2013) και Χ.Φραγκονικολόπουλο
(2016) διαφαίνονται τρεις διαστάσεις του δημοκρατικού ελλείμματος οι οποίες σχετίζονται με τον
τρόπο εισαγωγής και επεξεργασίας της λαϊκής βούλησης στα θεσμικά όργανα της ΕΕ και την εξαγωγή
πολιτικής με τη μορφή αποφάσεων/νομοθεσίας. Οι διαστάσεις αυτές είναι η α) η θεσμική/διαδικαστική
που αφορά κυρίως στο δημοκρατικό έλλειμμα του θεσμικού οικοδομήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
β) η νομοθετική/κανονιστική και η γ) κοινωνική/ψυχολογική που άπτεται του αισθήματος των
Ευρωπαίων πολιτών ότι δεν ανήκουν στον πολιτικό δήμο της Ένωσης και δεν μπορούν να επηρεάσουν
τις αποφάσεις και το μέλλον της.
2.1 Θεσμική / διαδικαστική διάσταση
Η δημοκρατική αμφισβήτηση της λειτουργίας της ΕΕ προκύπτει από τις περιορισμένες
δυνατότητες που έχουν οι πολίτες της στον πολιτικό σχεδιασμό. Στο μοντέλο διακυβέρνησης της ΕΕ
δεν υφίσταται κυβέρνηση που να σχηματίζεται από την λαϊκή ετυμηγορία, όπως συμβαίνει σε εθνικό
επίπεδο. Η παραγωγή νομοθετικού έργου στην ΕΕ διενεργείται από την μη-εκλεγμένη Ευρωπαϊκή
Επιτροπή και το Συμβούλιο της ΕΕ στο οποίο αντιπροσωπεύονται οι εκλεγμένες κυβερνήσεις των
κρατών-μελών. Η κοινωνική πλειοψηφία και η λαϊκή βούληση ως προς την κατεύθυνση της ευρωπαϊκής
πολιτικής εκφράζονται αποκλειστικά από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Παρόλα αυτά, οι ευρωπαϊκές
εκλογές δεν επηρεάζουν τη σύνθεση των μελών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ούτε καθορίζουν τη
νομοθετική ατζέντα. Σύμφωνα με τους Follesdal & Hix (2006) αυτό συμβαίνει γιατί:
i.
Οι Ευρωπαίοι Επίτροποι όχι μόνο είναι υποχρεωμένοι να λειτουργούν ανεξάρτητα από
τα συμφέροντα των εθνικών κυβερνήσεων αλλά και σε περίπτωση απόσυρσης της
εμπιστοσύνης, δεν μπορούν να ανακληθούν μονομερώς. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
περιορίζεται στην έγκριση του Προέδρου του σώματος.
9
ii.
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο είναι πρακτικά ο μοναδικός νομοθέτης και υλοποιεί τις
νομοθετικές πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η σύνδεσή του με την άμεση
δημοκρατία, δηλαδή το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο περιορίζεται στην έγκριση ή
απόρριψη
μιας
νομοθετικής
πρότασης
του
Ευρωπαϊκού
Συμβουλίου.
Το
Ευρωκοινοβουλιο δεν έχει το δικαίωμα να τροποποιήσει παρά μόνο να διαβουλευτεί
σε κάποιες περιπτώσεις τις νομοθετικές προτάσεις του Συμβουλίου.
Υπάρχουν
συγκεκριμένοι τομείς όπου το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδικές νομοθετικές
διαδικασίες με τον ρόλο του Κοινοβουλίου να είναι περιορισμένος. (Ευρωπαϊκό
Συμβούλιο, 2020)
iii.
Η ανάληψη πολιτικής ευθύνης για τις αποφάσεις που έχουν ληφθεί στο πλαίσιο της
νομοθετικής διαδικασίας στην ΕΕ κρίνεται αδύναμη καθώς απουσιάζει η διαμάχη
μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης. Ένα μη εκλεγμένο όργανο, η Ευρωπαϊκή
Επιτροπή εν προκειμένω, δημιουργεί την πολιτική ατζέντα και προτείνει τη νομοθεσία.
Σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Συμβουλίου απαιτείται απλώς συναίνεση μεταξύ των
κυβερνήσεων, το ίδιο με την συναίνεση των πολιτικών κομμάτων σε επίπεδο
Ευρωκοινοβουλίου. Συνεπώς δεν υφίσταται κανένας μηχανισμός ώστε να μπορούν οι
πολίτες των χωρών-μελών να απορρίψουν ή να αντιταχθούν στην πολιτική ατζέντα της
Επιτροπής αλλά και σε πολιτικό επίπεδο δεν υπάρχει εκλογική διαμάχη για την ηγεσία
και την πολιτική που θα πρέπει να χαραχθεί. (Φρανγκονικολόπουλος, 2016)
iv.
Η Συνθήκη της Λισσαβόνας μπορεί μεν να προβλέπει ότι ένα εκατομμύριο πολίτες της
ΕΕ προερχόμενοι από το ¼ των χωρών-μελών μπορούν να υποβάλουν αναφορά στην
Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναφορικά με το νομοθετικό περιεχόμενο της ΕΕ, δεν προβλέπει
όμως την θεσμική υποχρέωση ανάληψης νομοθετικής πρωτοβουλίας. Γενικότερα η
έμμεση λογοδοσία στην ΕΕ κρίνεται περιορισμένη και αυτό διαφαίνεται από την
αντιμετώπιση που τυγχάνουν τα δημοψηφίσματα που έχουν απορρίψει τα κράτη-μέλη
σε κάποιες περιπτώσεις. Στην περίπτωση αυτή, είτε διοργανώνεται νέο δημοψήφισμα
για το ίδιο θέμα ή το απορριφθέν δημοψήφισμα ενσωματώνεται σε μια νέα Συνθήκη
που επικυρώνεται από τα εθνικά κοινοβούλια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί
η Συνταγματική Συνθήκη του 2004 και ο περιπτώσεις της Γαλλίας και της Ολλανδίας.
(Φρανγκονικολόπουλος, 2016)
2.2 Νομοθετική / Κανονιστική διάσταση
Η κανονιστική διάσταση σχετίζεται με την χάραξη πολιτικής. Σύμφωνα με τον S.Bartolini
(2005) η ερμηνεία της ΕΕ βασίζεται σε τρία εννοιολογικά εργαλεία: α)κεντρικός σχεδιασμός, β)
οικοδόμηση συστήματος και γ) χάραξη πολιτικής. Όταν όμως ο κεντρικός σχεδιασμός διαθέτει ισχυρές
10
κανονιστικές και δικαστικές δυνατότητες αλλά ταυτόχρονα περιορισμένες διοικητικές και
δημοσιονομικές (π.χ. ενιαία φορολογία), δεν συμβαδίζει με την πολιτική δόμηση στο τομέα της
πολιτιστικής ολοκλήρωσης, της κοινωνικής οικονομίας και της συμμετοχικής δημοκρατίας. Η
αυξημένη πολιτική πρωτοβουλία της Ένωσης τείνει σε υπονόμευση των εθνικών μηχανισμών πολιτικής
εκπροσώπησης και νομιμοποίησης. Για παράδειγμα, ενώ η ΕΕ διαχειρίζεται κανονιστικά τις πολιτικές
απελευθέρωσης της αγοράς, βάσει των Συνθηκών, δεν προβλέπεται η παρέμβασή της σε ζητήματα που
άπτονται της φορολογίας ή της κοινωνικής οικονομίας. Ένα άλλο παράδειγμα αφορά στις
δημοσιονομικές δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει τα κράτη-μέλη και ιδιαίτερα όσα συμμετέχουν στην
ευρωζώνη. Οι δεσμεύσεις αυτές επηρεάζουν τη δυνατότητα παρεμβάσεων στην κοινωνική οικονομία
και γενικότερα συγκρούονται με τις δημοκρατικές διαδικασίες σε επίπεδο κράτους.
2.3 Κοινωνική / Ψυχολογική Διάσταση
Οι Ευρωπαίοι πολίτες αντιλαμβάνονται την Ευρωπαϊκή Ένωση ως ένα θεσμικό λαβύρινθο με
πολύπλοκες νομικές διακλαδώσεις του οποίου δεν γνωρίζουν αρχή/τέλος και αδυνατούν να
κατανοήσουν τις επιδράσεις του στη ζωή τους. Οι πολίτες ισχυρίζονται ότι υπάρχει «έλλειμα γνώσης»
και απουσία ουσιαστικής συζήτησης για την παραγωγή πολιτικής. Το τακτικό έργο της ΕΕ δεν
γνωστοποιείται από τα ΜΜΕ ή τα κόμματα και τις κυβερνήσεις σε εθνικό επίπεδο. Η ΕΕ απολαμβάνει
αναφοράς κυρίως σε ταραχώδεις περιόδους, έκτακτα ή θορυβώδη γεγονότα όπως επί παραδείγματι μια
οικονομική ή υγειονομική κρίση, ένα συμβούλιο κορυφής κ.α.. Η αδυναμία διαμόρφωσης πολιτικής
από τους πολίτες της Ένωσης σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και η απουσία τέτοιων μηχανισμών εκφράζεται
μέσω της αδιαφορίας που αντιμετωπίζουν τις Ευρωεκλογές όπου επί της ουσίας η ψηφοφορία απηχεί
την κρίση των πολιτών για τις επιδόσεις της εθνικής κυβέρνησης στα ζητήματα που τους απασχολούν.
(Φρανγκονικολόπουλος, 2016)
Οι ρυθμιστικές παρεμβάσεις της Ένωσης για την λειτουργία της ελεύθερης αγοράς σε πολλές
περιπτώσεις δεν είναι αρεστές από τους λαούς οι οποίοι νιώθουν ότι απειλούνται και δεν μπορούν να
προστατέψουν κοινωνικές διευθετήσεις και θεσμούς ιδιαίτερα σε περιόδους οικονομικής κρίσης.
(Glencross, 2014)
Οι Reif & Schmitt (1980) περιγράφουν αυτή την κατάσταση με την φράση «εθνικές
αναμετρήσεις δεύτερης τάξης». Σύμφωνα με τον Bellamy (2012) οι πολίτες των κρατών-μελών δεν
νιώθουν ταύτιση και αλληλεγγύη ως προς το σχέδιο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, παραδοχή η οποία
φαίνεται να απασχολεί τα θεσμικά όργανα και να προβληματίζει ως προς τις εξελίξεις. Στο ίδιος μήκος
κύματος είναι και οι Kohler-Koch (2012) που θεωρεί αποτυχημένες τις προσπάθειες να συμμετέχουν
ενεργά οι πολίτες στην δημιουργία πολιτικής ατζέντας στην ΕΕ και ο Curtin (1999) που
επιχειρηματολογεί ότι οι ανοιχτές διαδικτυακές διαβούλευσης είναι εργαλεία που απευθύνονται σε μια
περιορισμένη ισχυρή ελίτ ενδιαφερομένων.
11
3. Αντίλογος
Η άποψη περί δημοκρατικού ελλείμματος δεν τυγχάνει ομοφωνίας από τους ερευνητές. Όπως
χαρακτηριστικά επισημαίνουν ο Majone (2005) (2006) και ο Moravcsik (2006) (2002) δεν μπορούμε
να αξιολογούμε τα δημοκρατικά πρότυπα της ΕΕ με τα ίδια κριτήρια που αξιολογούμε τη δημοκρατία
σε εθνικό επίπεδο. Επιδίωξη της ΕΕ δεν είναι η αντικατάσταση των εθνικών δημοκρατιών. Η ΕΕ
στηρίζεται και περιβάλλει τις δημοκρατίες των κρατών-μελών της. Οι ευρωπαϊκοί λαοί έχουν επιλέξει
τα πεδία στα οποία επιθυμούν να συνεργάζονται και μέσω των Συνθηκών έχουν εξουσιοδοτήσει την
Ένωση να ασκήσει τη συμφωνημένη πολιτική. Στα υπόλοιπα πεδία η πολιτική θα ασκείται σε τοπικόεθνικό επίπεδο. Όπως επιβεβαιώνεται ιστορικά, το σύστημα αυτό φαίνεται ότι λειτουργεί και αντέχει
παρά τις όποιους τριγμούς και την αμφισβήτηση που επιδέχεται.
Η Nicolaidis (2004) εκφέρει αντίθετη άποψη από τον Majone (1998) που υποστηρίζει την
εκλογή κυβέρνησης πλειοψηφίας απευθείας από τους ευρωπαϊκούς λαούς. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, λόγω
της ιδιαίτερης σύνθεσής της από διαφορετικές δημοκρατικές κοινωνίες κρατών-εθνών, απαρτίζει ένα
δημοκρατικό σύστημα που αναγκαστικά διαφέρει εκείνου που απευθύνεται σε έναν ενιαίο πολιτικό
δήμο. Η οργάνωση της ΕΕ έχει σχεδιαστεί ώστε να συνυπάρχει και να συν-λειτουργεί με τις εθνικές
δημοκρατίες και το αποτέλεσμα των εθνικών εκλογών ενός εκάστης. Συνεπώς είναι
λογικό οι
αποφάσεις που λαμβάνονται από την ΕΕ να είναι απόρροια διαπραγματεύσεων σε ενωσιακό θεσμικό
επίπεδο, στο εσωτερικό των χωρών-μελών αλλά και μεταξύ τους. Σε εθνικό επίπεδο οι κυβερνήσεις
αντιμετωπίζουν πιέσεις ή και σθεναρές αντιδράσεις στις πολιτικές που πρεσβεύει η Ένωση όπως επί
παραδείγματι η ενιαία αγορά ή οι δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί ως προς την ευρωζώνη.
Προκειμένου να ελαττώσουν το εύρος ή την ένταση των αντιδράσεων οι κυβερνήσεις μεταφέρουν σε
ευρωπαϊκό θεσμικό επίπεδο της αντιδράσεις αυτές, διαπραγματεύονται πάνω σε αυτές ή ζητούν
αντισταθμιστικά οφέλη. Συνεπώς μεταξύ ΕΕ και κρατών-μελών έχουν αναπτυχθεί ισχυροί τυπικοί και
άτυποι δεσμοί οι οποίοι προκαλούν αυξημένη συμμετοχή των πολιτών και των εκλεγμένων
αντιπροσώπων τους συγκριτικά με άλλους διεθνείς οργανισμούς (π.χ. ΟΗΕ) που δεν τυγχάνουν της
αυτής αμεσότητας και βαρύτητας με τις αρμοδιότητες και τις επιδράσεις που επιφέρει στους πολίτες
της η ΕΕ.
Η ύπαρξη εκλεγμένου νομοθετικού σώματος όπως το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το οποίο
συναποφασίζει συνδυαστικά με το Συμβούλιο πάνω στις νομοθετικές πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής
επιτροπής καθώς και η ανεξάρτητη οντότητα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου συνθέτουν ένα υπερεθνικό
μοντέλο διακυβέρνησης το οποίο περιορίζει τη δράση των εθνικών κυβερνήσεων στο πλαίσιο των
Συνθηκών. Οι εθνικές κυβερνήσεις εξάλλου διατηρούν το δικαίωμα του βέτο και την δυνατότητα να
αποχωρήσουν από την ΕΕ. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Crombez (2003), για να λειτουργήσει
αποτελεσματικά η ΕΕ απαιτείται η ανάπτυξη συναινετικής κουλτούρας η οποία και εφαρμόζεται
θεσμικά. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαβουλεύεται ταυτόχρονα με τις ομάδες συμφερόντων και το
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο χαράζοντας από κοινού πολιτική στην οποία έχουν γίνει πολιτικές ζυμώσεις
12
που θα ήταν ανέφικτες με μια πλειοψηφική κυβέρνηση και άρα αποφυγή δημιουργίας ισχυρών
πλειοψηφικών τάσεων/θέσεων. Η ενσωμάτωση του κανονισμού της ειδικής πλειοψηφίας επιτρέπει σε
μια μειοψηφία που αντιπροσωπεύει το 35% των πολιτών της Ένωσης και προέρχεται από τουλάχιστον
4 διαφορετικές χώρες να αρνηθούν την ψήφιση ενός νόμου από το Συμβούλιο. Εποπτικό ρόλο έχει και
το Ευρωπαϊκό δικαστήριο το οποίο διασφαλίζει ότι το σύνολο του νομοθετικού έργου που παράγεται
είναι σύμφωνο με της Συνθήκες.
Η ΕΕ ως υπερεθνικός θεσμός κατασκεύασε και διαχειρίζεται την ενιαία αγορά εφαρμόζοντας
πρακτικά την βούληση των κρατών-εθνών. Χωρίς την δημιουργία της Ένωσης αυτό δε θα ήταν εφικτό.
Η ύπαρξή της διευκολύνει την εφαρμογή των νόμων της ελεύθερης αγοράς επιπροσθέτως γιατί
αποδέχεται και χρεώνεται εκείνη την ευθύνη των μεταρρυθμίσεων που απαιτούνται από τα κράτη-μέλη
προς το σκοπό αυτό. (Crombez, 2003) (Majone, 1996)
4. Πολιτικές αντιμετώπισης
Και οι δύο απόψεις, περί ύπαρξης ή μη δημοκρατικού ελλείμματος στους κόλπους της ΕΕ,
στηρίζονται σε ικανά επιχειρήματα αναλόγως το πως βλέπει κάποιος το ποτήρι της δημοκρατίας στην
ΕΕ, μισοάδειο ή μισογεμάτο. Παρόλα αυτά η ύπαρξη προβληματισμών επί του θέματος τόσο από τους
ερευνητές όσο και από την ίδια την ΕΕ καταδεικνύουν ότι το πολιτικό μόρφωμα της ΕΕ έχει αδυναμίες
ακόμα και αν αντιμετωπιστεί με όρους συμμετοχικής δημοκρατίας. Πολλοί μελετητές έχουν καταθέσει
τις προτάσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος.
Οι προτάσεις των Bartolini & Hix (2006) είναι ο μετασχηματισμός της Ένωσης πλησιέστερα
σε μια κοινοβουλευτική δημοκρατία. Προς αυτή την κατεύθυνση προτείνουν:

περαιτέρω αύξηση των αρμοδιοτήτων του Ευρωκοινοβουλίου οι οποίες θα περιλαμβάνουν την
άμεση εκλογή (και όχι απλώς έγκριση όπως ισχύει) του προέδρου και τω μελών της
Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Τη διενέργεια πανευρωπαϊκών εκλογών με ευρωπαϊκή ατζέντα και την ουσιαστική λειτουργία
και συμμετοχή σε αυτές ευρωπαϊκών κομμάτων. Απεμπλοκή συσχετισμού με την εθνική
ατζέντα.

Σχηματισμός κοινοβουλευτικού σώματος από τους εκλεγμένους εκπροσώπους των εθνικών
κοινοβουλίων.
Σύμφωνα με τον Rodrik (2012) αυτό που χρειάζεται η ΕΕ δεν είναι η επιβολή ενός κοινού
πανομοιότυπου μοντέλου ανάπτυξης για όλα τα κράτη-μέλη της αλλά κανονιστικά πρότυπα που θα
βοηθήσουν τα κράτη να ευημερήσουν ανεξάρτητα από το μέγεθος τους και τα πρότυπα που
ακολουθούν. Σε αυτή την περίπτωση η ΕΕ καλείται να διαδραματίσει ένα ρόλο εθνικής-πολιτικής
σύνδεσης μεταξύ των κρατών δημιουργώντας τους αντίστοιχους μηχανισμούς δημιουργίας και
13
επίβλεψης των κανόνων εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς (κεντρικές τράπεζες, ανταγωνισμό,
κερδοσκοπία, προϋπολογισμούς κλπ) (Patomaki, 2013)
Στην ανοιχτή Διάσκεψη για το μέλλον της Ευρώπης (2021-2022) έχουν ήδη δημοσιεύσει τις προτάσεις
τους και τα τρία επικεφαλής θεσμικά όργανα της ΕΕ, το Κοινοβούλιο, η Επιτροπή και το Συμβούλιο.
Μεταξύ άλλων συζητούνται προτάσεις αντιμετώπισης του δημοκρατικού ελλείμματος όπως:

Η ενίσχυση της συμμετοχής των Ευρωπαίων πολιτών στην παραγωγή πολιτικής στην Ένωση.

Η ενίσχυση της συνεργατικής σχέσης ανάμεσα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την
Ευρωπαϊκή Επιτροπή η οποία θα δεσμεύεται να προωθεί τις νομοθετικές πρωτοβουλίες που θα
προτείνει η ολομέλεια του Κοινοβούλιο (σύμφωνα με το άρθρο 225 ΣΛΕΕ) καθώς και να
συναποφασίζουν σε θέματα κοινωνικής, φορολογικής , ενεργειακής και κλιματικής πολιτικής

Την τροποποίηση/αναβάθμιση της διαδικασίας επιλογής των επικεφαλών υποψηφίων σε
συνεργασία μεταξύ Συμβουλίου και Κοινοβουλίου

Οι λίστες των υποψηφίων για το Κοινοβούλιο να είναι διεθνικές και να έχουν δημοσιοποιηθεί
πριν από τις επόμενες ευρωεκλογές.

Μεγαλύτερη διαύγεια επί των νομοθετικών διαδικασιών και την δημιουργία οργάνου που θα
σφυγμομετρεί και θα καταγράφει τη γνώμη και τις αντιδράσεις των πολιτών γύρω από τα ίδια
τα θεσμικά όργανα και τη λειτουργία τους.

Την λήψη μέτρων που θα οχυρώνουν τις δημοκρατικές αρχές όχι μόνο ευρωπαϊκά αλλά και
εθνικά και θα προστατεύουν τη δημοκρατία από εξωτερικούς παράγοντες που θα
προσπαθήσουν να την τραυματίσουν με λόγο μίσους και παραπληροφόρηση.
Μεταξύ των τριών κορυφαίων οργάνων σημειώνονται διαφωνίες κυρίως ως προς το βαθμό που
τα αποτελέσματα της διάσκεψης θα δεσμεύουν τις χώρες-μέλη. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει να
συζητηθούν στη Διάσκεψη η πρόταση για την ενίσχυση της συνεργασίας της με το Ευρωπαϊκό
Κοινοβούλιο και ως προς την επιλογή των επικεφαλής των κορυφαίων θεσμικών οργάνων. Το
Συμβούλιο δεν δέχεται τα αποτελέσματα της Διάσκεψης να είναι δεσμευτικά ή μέσω μελλοντικής
διακυβερνητικής διάσκεψης να οδηγήσουν σε μεταβολή επί των Συνθηκών. Το Κοινοβούλιο προτείνει
τα αποτελέσματα της Διάσκεψης να αποτελέσουν ένα καινούργιο Πολιτικό Σύμφωνο το οποίο θα
εφαρμοστεί έστω κι αν δεν επικυρωθεί από το σύνολο των χωρών-μελών.
Συμπεράσματα
Σε θεωρητικό επίπεδο μπορούμε να συνοψίσουμε ότι το δημοκρατικό έλλειμα στην ΕΕ εντοπίζεται στα
εξής σημεία :

Σε αδύναμα αντιπροσωπευτικά όργανα εθνικού και ευρωπαϊκού επιπέδου έναντι ισχυρής και
ενισχυμένης νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας.
14

Απουσία του βασικού χαρακτηριστικού της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας που αφορά στην
ελλιπή σύνδεση μεταξύ Ευρωκοινοβουλίου και Επιτροπής.

Αδύναμη λογοδοσία και πολιτικός έλεγχος, πυλώνες του δημοκρατικού πολιτεύματος που δεν
ασκούνται στον απαιτούμενο βαθμό κυρίως λόγω πολυπλοκότητας και ιδιαιτεροτήτων στο
ευρωπαϊκό πολιτικό σύστημα.

Απουσία ενιαίου ευρωπαϊκού δήμου, ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και πολιτικού
ανταγωνισμού σε ευρωπαϊκό επίπεδο, συστατικά της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Στην αντίθετη θεώρηση κινούνται τα αντεπιχειρήματα, ήτοι οι απόψεις που υποστηρίζουν ότι είτε δεν
υπάρχει δημοκρατικό έλλειμμα στην ΕΕ είτε αυτό είναι περιορισμένο:

Προοδευτική ανάδειξη ενιαίου ευρωπαϊκού δήμου.

Ύπαρξη αναλογικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.

Η ΕΕ πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ιδιαίτερο πολιτικό εγχείρημα, μια πρωτότυπη μορφή
κοινότητας στην οποία το δημοκρατικό έλλειμμα δεν τίθεται σε όρους δημοκρατίας κράτουςέθνους.

Η δημοκρατία βασίζεται στην διάκριση των εξουσιών και όχι στον κοινοβουλευτισμό.

Υπάρχει έμμεση νομιμοποίηση που αντλείται από τις χώρες-μέλη η οποία προσφέρει
ικανοποιητική νομιμοποιητική βάση για το νομοθετικό έργο και την άσκηση εξουσίας.
Το δημοκρατικό έλλειμμα προτείνεται να αντιμετωπισθεί με:

Μεγαλύτερη διαφάνεια στη λήψη αποφάσεων

Συμμετοχή του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου στην παραγωγή πολιτικής και νομοθετικού έργου

Άμεση εκλογή από την ευρωπαϊκή βάση των επικεφαλής της Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού
Συμβουλίου.

Ενθάρρυνση συμμετοχής των ευρωπαίων πολιτών στα κοινά της ΕΕ.
Η δημιουργία της ΕΕ είναι ένα ιστορικά μοναδικό εγχείρημα με δυναμική πορεία, που θεμελιώνεται
στην δημοκρατική κουλτούρα των κρατών-μελών που την απαρτίζουν. Αντί να προσπαθούμε μάταια
να εφαρμόσουμε στην ΕΕ τα πρότυπα των εθνικών κρατών δημιουργώντας έναν ενιαίο δήμο, είναι
προτιμότερο να αγκαλιάσουμε τη διαφορετικότητα εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Nikolaidis, 2013).
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Kelemen η πραγματική απειλή για την σταθερότητα της ΕΕ φαίνεται
ότι έχεις τις ρίζες της στα ίδια τα θεμέλιά της, στα κράτη μέλη της.
15
Βιβλιογραφία
Lijphart, A., 2012. PATTERNS OF DEMOCRACY: Government Forms and Performance in
Thirty-Six Countries. 2 επιμ. New Haven & London: Yale University Press.
Bartolini, S., 2005. Restructuring Europe: Centre Formation, System Building and Political
Structuring between the Nation State and the European Union. Oxford University Press.
Bartolini, S. & Hix, S., 2006. Politics: The Right or the Wrong Sort of Medicine for the EU?.
Notre Europe Policy Paper, Issue 19.
Bellamy, R., 2012. The Inevitability of the Democratic Deficit. Στο: H. Z. a. A. Dür, επιμ. Key
Controversies in European Integration. s.l.:Palgrave Macmillan, pp. 64-71.
Crombez, C., 2003. The Democratic Deficit in the European Union: Much Ado about Nothing?.
European Union Politics, 4(1), pp. 101-120.
Curtin, D., 1999. Transparency and political participation in EU governance: A role for civil
society. Journal for Cultural Research, 3(4), pp. 445-471.
Deloch-Gaudez, F. & Beaudonnet, L., 2010. Decision-Making in the Enlarged EU Council. Porto,
Fifth PanEuropean Conference on EU Politics.
EUR-Lex, 2021. DEMOCRATIC DEFICIT. [Ηλεκτρονικό]
Available at: https://eur-lex.europa.eu/summary/glossary/democratic_deficit.html
[Πρόσβαση 02 01 2022].
European Movement International, 2021-2022. Διάσκεψη για το μέλλον της Ευρώπης.
[Ηλεκτρονικό]
Available at: https://europeanmovement.eu/conference-on-the-future-of-europe/
[Πρόσβαση 06 01 2022].
Follesdal, A. & Hix, S., 2006. Why There is a Democratic Deficit in the EU: A Response to
Majone and Moravcsik. Journal of Common Market Studies, 44(3), pp. 533-562.
Glencross, A., 2014. The Politics of European Integration. London: Willey-blackwell.
Hooghe, L. & Marks, G., 2009. A Post functionalist Theory of European Integration: From
Permissive Consensus To Constraining Dissensus.. British Journal of Political Science, 39(1), pp. 123.
Hurrelmann, A., 2007. European Democracy, the ‘PermissiveConsensus’ and the Collapse ofthe
EU Constitution. European Law Journal, 13(3), pp. 343-359.
Kohler-Koch, B., 2012. Post-Maastricht civil society and participatory democracy. Journal of
European Integration, 34(7), pp. 809-824.
Lord, C. & Magnette, L., 2004. E pluribus unum? Creative disagreement about legitimacy in the
EU. Journal of Common Market Studies, 42(1), pp. 183-202.
Majone, G., 1996. Regulating Europe. London: Routledge.
16
Majone, G., 1998. Europe’s Democratic Deficit: The Question of Standards. European Law
Journal, 4(1), pp. 5-28.
Majone, G., 2005. Dilemmas of European Integration: The Ambiguities and Pitfalls of Integration
by Stealth, Oxford: Oxford University Press.
Majone, G., 2006. The Common Sense of European Integration. Journal of European Public,
13(5), pp. 607-620.
Moravcsik, A., 2002. Reassessing Legitimacy in the European Union. Journal of Common Market
Studies, Τόμος 40, pp. 603-624.
Moravcsik, A., 2006. What Can We Learn - from the Collapse of the European Constitutional
Project?. ’ Politische Vierteijahresschrift, Τόμος 47, pp. 219-241.
Neuhold, C., 2009. ‘Glass Half Empty or Glass Half-full?’: Accountability Issues in Comitology
and the Role of the European Parliament after the 2006 Reform of Comitology. Στο: Legal Challenges
in EU Administrative Law by the Move to an Integrated Administration. Cheltenham: Edward Elgar
Publishing, pp. 65-89.
Neunreither, K., 2014. The Democratic Deficit of the European Union: Towards Closer
Cooperation between the European Parliament and the National Parliaments. Cambridge University
Press, 29(3), pp. 299-314.
Nicolaidis, K., 2004. We, the Peoples of Europe .... Foreign Affairs, 11, Τόμος 83, pp. 97-119.
Nikolaidis, K., 2013. European demoicracy and its crisis. Journal of Common Market Studies,
51(2), pp. 351-369.
Patomaki, H., 2013. Η αποτυχία της ευρωζώνης: Από την κρίση σε ένα παγκόσμιο Νιου Ντίλ..
Αθήνα: Μεταίχμιο.
Reif, K. & Schmitt, H., 1980. Nine Second-Order National Elections: Α Conceptual Framework
for the Analysis of European Election Results. European Journal of Political Research, 8(1), pp. 3-44.
Ritter, J. K., Powell, D. A., Hawley, T. S. & Blasik, J. L., 2011. Reifying the Ontology of
Individualism at the Expense of Democracy: An Examination of University Supervisors' Written
Feedback to Student Teachers.. Teacher Education Quarterly , Τόμος 38, pp. 29-46.
Rodrik, D., 2012. Το παράδοξο της παγκοσμιοποίησης: Η δημοκρατία και το μέλλον της
παγκόσμιας οικονομίας.. Αθήνα: Κριτική.
Schmidt, M. G., 2004. Θεωρίες της Δημοκρατίας. Αθήνα: Εκδόσεις Σαββάλας.
Schmidt, V., 2013. Democracy and legitimacy in the European Union revisited: Input, output.
Political Studies, Τόμος 61, pp. 2-22.
Weiler, J., 1995. Does Europe need a constitution? Reflections on Demos, Telos, and the.
European Law Journal, 1(3), pp. 219-258.
Weiler, J., Haltern, U. R. & Mayer, F. C., 2007. European democracy and its critique. West
European Politics, 3 12, Issue 3, pp. 4-39.
17
Βοσκόπουλος, Γ., 2009. Ευρωπαϊκή Ένωση, θεσμοί, προκλήσεις, προκλήσεις, προβληματισμοί..
Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο.
Γεωργιάδου, Β., 2015. Arend Lijphart, Patterns of democracy. Government forms and
performance in thirty-six countries. Επιστήμη και Κοινωνία: Επιθεώρηση Πολιτικής και Ηθικής
Θεωρίας, Τόμος 10, pp. 258-267.
Έρευνα του Ευρωβαρομέτρου, 2018. Η Δημοκρατία σε κίνηση - Ευρωπαϊκές Εκλογές - Ένα έτος
πριν, Βρυξέλλες: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο - Γενική Διεύθυνση Επικοινωνίας - Μονάδα
Παρακολούθησης της κοινής γνώμης.
Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Γενική Διεύθυνση Επικοινωνίας, 2021. Ιστορία της ΕΕ, s.l.: Επίσημος
ιστότοπος της ΕΕ.
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 2021. Η Συνθήκη της Λισαβόνας. [Ηλεκτρονικό]
Available at: https://www.europarl.europa.eu/factsheets/el/sheet/5/the-treaty-of-lisbon
[Πρόσβαση 04 01 22].
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 2021. Οι Συνθήκες του Μάαστριχτ και του Άμστερνταμ. [Ηλεκτρονικό]
Available at: https://www.europarl.europa.eu/factsheets/el/sheet/3/%CE%BF%CE%B9%CF%83%CF%85%CE%BD%CE%B8%CE%B7%CE%BA%CE%B5%CF%82%CF%84%CE%BF%CF%85%CE%BC%CE%B1%CE%B1%CF%83%CF%84%CF%81%CE%B9%CF%87%CF%84%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CF%84%CE%BF%CF%85%CE%B1%CE%BC%CF%83%CF%84%CE%
[Πρόσβαση 04 01 2022].
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 2021. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: ιστορική αναδρομή. [Ηλεκτρονικό]
Available at: https://www.europarl.europa.eu/ftu/pdf/el/FTU_1.3.1.pdf
[Πρόσβαση 06 01 2022].
Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, 2020. Η διαδικασία λήψης αποφάσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
[Ηλεκτρονικό]
Available at: https://www.consilium.europa.eu/el/council-eu/decision-making/
[Πρόσβαση 04 01 2022].
Λιάργκοβας, Π. & Αποστολόπουλος, Ν., 2020. Κοινωνική δικτύωση και διάλογος για τη μείωση
του δημοκρατικού ελλείμματος στην Ευρώπη και στην Ελλάδα: Μια πολυκριτηριακή μεθοδολογική
προσέγγιση λήψης αποφάσεων. Αθήνα: Ινστιτούτο Εργασίας Γ.Σ.Ε.Ε..
Μούσης, Ν., 2011. Η Ευρωπαϊκή Ένωση : Δίκαιο, Οικονομία, Πολιτική. Αθήνα: Εκδόσεις
Παπαζήσης.
Στεφάνου, Κ. Α., 1996. Η θεσμική μεταρρύθμιση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αθήνα: Εκδόσεις
Παπαζήση.
Φρανγκονικολόπουλος, Χ., 2016. Το ζήτημα της Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
[Ηλεκτρονικό]
18
Available at: http://jeanmonnetchair.jour.auth.gr/wp-content/uploads/2016/10/Maravegias.pdf
[Πρόσβαση 06 01 2022].
19
Download