Uploaded by Αμαρυλλίς Μπερερη

Growth & BoP

advertisement
“Εφηρμοσμένων Οικονομικών και Περιφερειακής Ανάπτυξης”
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
Θέμα: "Οικονομική μεγέθυνση και περιορισμοί του ισοζυγίου εξωτερικών πληρωμών "
ΜΩΡΑΪΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
Τριμελής Εξεταστική Επιτροπή
Κεραμίδου Ιωάννα (Επιβλέπουσα), Επίκουρος Καθηγήτρια
Χρυσόστομος Στοφόρος, Αναπληρωτής Καθηγητής
Σιουρούνης Γρηγόρης, Επίκουρος Καθηγητής
Αθήνα 2020
1
C2 General
Δήλωση μη Λογοκλοπής και Ανάληψης Προσωπικής Ευθύνης
Με πλήρη επίγνωση των συνεπειών του νόμου περί πνευματικών δικαιωμάτων, δηλώνω
ενυπογράφως ότι είμαι αποκλειστικός συγγραφέας της παρούσας διατριβής, για την
ολοκλήρωση της οποίας κάθε βοήθεια είναι πλήρως αναγνωρισμένη και αναφέρεται
λεπτομερώς στην εργασία αυτή. Έχω αναφέρει πλήρως και με σαφείς αναφορές, όλες τις πηγές
χρήσης δεδομένων, απόψεων, θέσεων και προτάσεων, ιδεών και λεκτικών αναφορών, είτε
κατά κυριολεξία είτε βάσει επιστημονικής παράφρασης. Αναλαμβάνω την προσωπική και
ατομική ευθύνη, ότι σε περίπτωση αποτυχίας στην υλοποίηση των ανωτέρω δηλωθέντων
στοιχείων, είμαι υπόλογος έναντι λογοκλοπής, γεγονός που σημαίνει αποτυχία στη διατριβή
μου, πέραν των λοιπών συνεπειών του νόμου περί πνευματικών δικαιωμάτων. Δηλώνω,
συνεπώς, ότι αυτή η διατριβή προετοιμάστηκε και ολοκληρώθηκε από εμένα προσωπικά και
αποκλειστικά και ότι αναλαμβάνω πλήρως όλες τις συνέπειες του νόμου στην περίπτωση κατά
την οποία αποδειχθεί, διαχρονικά, ότι η εργασία αυτή ή τμήμα της δεν μου ανήκει, διότι είναι
προϊόν λογοκλοπής άλλης πνευματικής ιδιοκτησίας.
Όνομα & Επώνυμο Συγγραφέα:
Υπογραφή:
Ημερομηνία (Ημέρα – Μήνας – Έτος):
17/11/2020
2
C2 General
Περιεχόμενα
Κατάλογος Πινάκων .................................................................................................................. 2
Περίληψη................................................................................................................................... 6
Abstract ..................................................................................................................................... 7
Κεφάλαιο Πρώτο ....................................................................................................................... 9
ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ............................................ 9
1.1. Ισοζύγιο Πληρωμών ..................................................................................................... 10
1.2. Ιστορικό του ισοζυγίου πληρωμών .............................................................................. 12
Π. Ι.2.1.: Σύγκριση μεταξύ Ισοζυγίου Πληρωμών Ε.Ε. και χωρών Λατινικής Αμερικής .. 15
1.3. Λογιστική Αντιμετώπιση του Ισοζυγίου Πληρωμών μίας Χώρας .............................. 16
Π. Ι.3.1. Η Σύνθεση του Ισοζυγίου Πληρωμών ................................................................ 16
1.4. Κυριότεροι Παράγοντες που Επηρεάζουν τα Ισοζύγιο Πληρωμών των
Χωρών ..... 18
Πίνακας Ι.1.4: Ισοζύγιο Πληρωμών της Ελλάδα μέχρι τον Νοέμβριο του 2019 ............. 20
1.5. Παράγοντες για τη Σταθεροποίηση του Ισοζυγίου Πληρωμών των
Χωρών ........... 22
Κεφάλαιο Δεύτερο .................................................................................................................. 38
Περιγραφική Στατιστική και Παρουσίαση Μεταβλητών που θα Χρησιμοποιηθούν στην
Οικονομετρική Ανάλυση......................................................................................................... 38
2.1. Παρουσίαση Μεταβλητών προς Οικονομετρική Ανάλυση.......................................... 38
Κεφάλαιο Τρίτο ....................................................................................................................... 42
2.2. Περίληψη της Ανάλυσης των Οικονομικών Μεταβλητών και της Χρήσης της
Μεθόδου VAR .................................................................................................................... 42
Περιγραφική Στατιστική Ανάλυση Μεταβλητών για την Οικονομοτεχνική Έρευνα
Αναφορικά με τον Περιορισμό της Οικονομικής Μεγέθυνσης Από το Ισοζύγιο Πληρωμών 50
3.1 Εισαγωγή ....................................................................................................................... 50
3.1. Έλεγχος για Σχέση μεταξύ Ισοζυγίου Πληρωμών και Οικονομικής Μεγέθυνσης στην
Ελλάδα και σε Χώρες της Λατινικής Αμερικής .................................................................. 51
3.1.1 Αργεντινή ............................................................................................................... 51
3.1.2. Βολιβία .................................................................................................................. 54
3.2.3 Βραζιλία ................................................................................................................. 57
3.1.4 Χιλή ........................................................................................................................ 60
3.1.5 Ελλάδα.................................................................................................................... 63
3.1.6 Κολομβία ................................................................................................................ 66
3.1.7 Εκουαδόρ................................................................................................................ 69
3.1.8 Μεξικό .................................................................................................................... 72
1
C2 General
3.1.9. Βενεζουέλα ............................................................................................................ 75
3.1.10 Ουρουγουάη ......................................................................................................... 79
3.2. Σύνοψη ......................................................................................................................... 81
Κεφάλαιο Τέταρτο .................................................................................................................. 82
Εμπειρικά Ευρήματα Οικονομοτεχνικής και Στατιστικής Ανάλυσης ..................................... 82
Εισαγωγή ............................................................................................................................. 82
4.1. Ευρήματα Οικονομοτεχνικής Θεωρίας ........................................................................ 82
4.2. Συζήτηση Ευρημάτων .................................................................................................. 83
Όπως παρατηρείται από τα παραπάνω ευρήματα αλλά και με τη γενικότερη πρωτογενή
έρευνα και θεωρία που ήδη υφίσταται, το ισοζύγιο πληρωμών μίας χώρας επηρεάζει και
περιορίζει ή ευεργετεί την οικονομική μεγέθυνση αυτής. Υπό κανονικές συνθήκες μία χώρα
θα πρέπει να προσπαθεί να εξάγει περισσότερα προϊόντα έτσι ώστε να αυξάνει τα έσοδά της
και να πραγματοποιεί τις απαραίτητες για αυτήν εισαγωγές. Όλα βέβαια εξαρτώνται και από
την οικονομική και δημοσιονομική πολιτική που θέλει να ακολουθήσει η χώρα που
εξετάζεται. Στο επόμενο και τελευταίο κεφάλαιο της εργασίας ακολουθεί συζήτηση και
παράθεση των συμπερασμάτων για το σύνολο αυτής. ............................................................ 83
Κεφάλαιο Πέμπτο.................................................................................................................... 84
Συμπεράσματα......................................................................................................................... 84
5.1. Αντικείμενο Έρευνας ................................................................................................... 84
5.2. Μέθοδος Έρευνας ........................................................................................................ 84
5.3. Ευρήματα Διατριβής .................................................................................................... 84
5.4. Συμβολή Διπλωματικής ................................................................................................ 85
Βιβλιογραφία .......................................................................................................................... 85
Κατάλογος Πινάκων
Πίνακας 1.:Σύγκριση μεταξύ Ισοζυγίου Πληρωμών Ε.Ε. και χωρών Λατινικής
Αμερικής
Πίνακας 2: Η Σύνθεση του Ισοζυγίου Πληρωμών
Πίνακας 3: Ισοζύγιο Πληρωμών της Ελλάδα μέχρι τον Νοέμβριο του 2019
Πίνακας 4: Σχέση Ιδίων Κεφαλαίων και Κεφαλαικών Εισροών στις Χώρες της
Λατινικής Αμερικής για την περίοδο 1990- 2011
Πίνακας 5: Μεταβολή Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος
Πίνακας 6: Μεταβολή Εισαγωγών
Πίνακας 7: Μεταβολή Εξαγωγών
Πίνακας 8: Μεταβολή Συναλλαγματικής Ισοτιμίας
Πίνακας 9: Μεταβολή Αποπληθωριστή Α.Ε.Π.
Πίνακας 10:Γραμμική Σχέση μεταξύ Εισαγωγών και Οικονομικής Μεγέθυνσης της
Αργεντινής
2
C2 General
Πίνακας 11: Συσχέτιση Μεταξύ της Οικονομικής Μεγέθυνσης της Αργεντινής και της
Ελαστικότητας των Εισαγωγών της
Πίνακας 12: Η Πορεία του ΑΕΠ της Αργεντινής τα Έτη 1984-2014
Πίνακας 13: Οι Εισαγωγές της Αργεντινής τα Έτη 1984-2014
Πίνακας 14: Οι Εξαγωγές της Αργεντινής τα Έτη 1984-2014
Πίνακας 15:Συσχέτιση Μεταξύ Ελαστικότητας Εισαγωγών και Οικονομικής
Μεγέθυνσης της Βολιβίας
Πίνακας 16:Γραμμική Σχέση Μεταξύ Οικονομικής Μεγέθυνσης και Εισαγωγών της
Βολιβίας
Πίνακας 17: Συσχέτιση Μεταξύ Εξαγωγών και Οικονομικής Μεγέθυνσης της Βολιβίας
Πίνακας 18:Γραμμική Σχέση Μεταξύ Εξαγωγών και Οικονομικής Μεγέθυνσης της
Βολιβίας
Πίνακας 19:Η Πορεία του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος της Βολιβίας τα Έτη
1984-2014
Πίνακας 20:Οι Εισαγωγές της Βολιβίας τα Έτη 1984-2014
Πίνακας 21:Οι Εξαγωγές της Βολιβίας τα Έτη 1984-2014
Πίνακας 22:Συσχέτιση Ελαστικότητας Εισαγωγών και Οικονομικής Μεγέθυνσης της
Βραζιλίας
Πίνακας 23:Γραμμική Σχέση Εισαγωγών και Οικονομικής Μεγέθυνσης της Βραζιλίας
Πίνακας 24:Γραμμική Σχέση Εξαγωγών και Οικονομικής Μεγέθυνσης της Βραζιλίας
Πίνακας 25:Γραμμική Σχέση Εξαγωγών και Οικονομικής Μεγέθυνσης της Βραζιλίας
Πίνακας 26: Το Α.Ε.Π. της Βραζιλίας τα Έτη 1984-2014
Πίνακας 27:Οι Εισαγωγές της Βραζιλίας τα Έτη 1984-2014
Πίνακας 28:Οι Εξαγωγές της Βραζιλίας τα Έτη 1984- 2014
Πίνακας 29:Συσχέτιση μεταξύ Ελαστικότητας Εισαγωγών και Οικονομικής
Μεγέθυνσης της Χιλής
Πίνακας 30:Γραμμική Σχέση μεταξύ Εισαγωγών και Οικονομικής Μεγέθυνσης της
Χιλής
Πίνακας 31:Συσχέτιση Μεταξύ Εξαγωγών και Οικονομικής Μεγέθυνσης της Χιλής
Πίνακας 32:Γραμμική Σχέση Μεταξύ Εξαγωγών και Οικονομικής Μεγέθυνσης της
Χιλής
Πίνακας 33:Η πορεία του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος της Χιλής τα Έτη 19842014
Πίνακας 34:Οι Εισαγωγές της Χιλής για τα Έτη 1984-2014
Πίνακας 35:Οι Εξαγωγές της Χιλής για τα Έτη 1984-2014
Πίνακας 36:Γραμμική Σχέση Εισαγωγών της Ελλάδας και Οικονομικής της
Μεγέθυνσης για τα έτη 1984-2014
Πίνακας 37:Συσχέτιση Μεταξύ Ελαστικότητας Εισαγωγών και Οικονομικής
Μεγέθυνσης της Ελλάδας για τα Έτη 1984-2014
Πίνακας 38: Συσχέτιση Μεταξύ Εξαγωγών και Οικονομικής Μεγέθυνσης της Ελλάδας
για τα Έτη 1984-2014
Πίνακας 39:Γραμμική Σχέση Μεταξύ Εξαγωγών και Οικονομικής Μεγέθυνσης της
Ελλάδα για τα Έτη 1984-2014
3
C2 General
Πίνακας 40: Η Πορεία του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος της Ελλάδας για τα Έτη
1984-2014
Πίνακας 41: Η Πορεία των Εισαγωγών της Ελλάδας για τα Έτη 1984-2014
Πίνακας 42: Η Πορεία των Εξαγωγών της Ελλάδας για τα Έτη 1984-2014
Πίνακας 43:Γραμμική Σχέση Μεταξύ των Εισαγωγών της Κολομβίας και της
Οικονομικής της Μεγέθυνσης
Πίνακας 44:Συσχέτιση Μεταξύ της Ελαστικότητας των Εισαγωγών της Κολομβίας και
της Οικονομικής της Μεγέθυνσης
Πίνακας 45:Συσχέτιση Μεταξύ Εξαγωγών της Κολομβίας και της Οικονομικής της
Μεγέθυνσης
Πίνακας 46:Γραμμική Σχέση Μεταξύ Εξαγωγών της Κολομβίας και της Οικονομικής
της Μεγέθυνσης
Πίνακας 47:Η Πορεία του Α. Ε. Π. της Κολομβίας για τα Έτη 1984-2014
Πίνακας 48:Η Πορεία των Εισαγωγών της Κολομβίας για τα Έτη 1984-2014
Πίνακας 49:Η Πορεία των Εξαγωγών της Κολομβίας για τα Έτη 1984-2014
Πίνακας 50: Γραμμική Σχέση Μεταξύ Εισαγωγών του Εκουαδόρ και της Οικονομικής
του Μεγέθυνσης
Πίνακας 51:Συσχέτιση Μεταξύ των Εξαγωγών του Εκουαδόρ και της Οικονομικής
του Μεγέθυνσης
Πίνακας 52: Γραμμική Σχέση Μεταξύ των Εξαγωγών του Εκουαδόρ και της
Οικονομικής του Μεγέθυνσης
Πίνακας 53:Η Πορεία του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος του Εκουαδόρ από το
1984-2014
Πίνακας 54:Η Πορεία των Εισαγωγών του Εκουαδόρ από το 1984-2014
Πίνακας 55:Η Πορεία των Εισαγωγών του Εκουαδόρ από το 1984-2014
Πίνακας 56:Συσχέτιση μεταξύ Ελαστικότητας των Εισαγωγών του Μεξικό και της
Οικονομικής του Μεγέθυνσης
Πίνακας 57:Γραμμική Σχέση Μεταξύ Εισαγωγών του Μεξικό και της Οικονομικής του
Μεγέθυνσης
Πίνακας 58:Συσχέτιση Μεταξύ Εξαγωγών του Μεξικό και της Οικονομικής του
Μεγέθυνσης
Πίνακας 59:Γραμμική Σχέση Μεταξύ Εξαγωγών του Μεξικό και της Οικονομικής του
Μεγέθυνσης
Πίνακας 60:Η Πορεία του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος του Μεξικό για το 19842014
Πίνακας 61:Η Πορεία των Εισαγωγών του Μεξικό για το 1984-2014
Πίνακας 62: Η Πορεία των Εξαγωγών του Μεξικό για το 1984-2014
Πίνακας 63:Συσχέτιση Οικονομικής Μεγέθυνσης της Βενεζουέλας και Ελαστικότητας
Εισαγωγών της
Πίνακας 64:Γραμμική Σχέση Οικονομικής Μεγέθυνσης της Βενεζουέλας και των
Εισαγωγών
Πίνακας 65:Συσχέτιση της Οικονομικής Μεγέθυνσης της Βενεζουέλας με τις
Εξαγωγές της
4
C2 General
Πίνακας 66:Γραμμική Σχέση της Οικονομικής Μεγέθυνσης της Βενεζουέλας με τις
Εξαγωγές της
Πίνακας 67:Η Πορεία του Α.Ε.Π. της Βενεζουέλας για τα Έτη 1984 – 2014
Πίνακας 68:Η Εισαγωγές της Βενεζουέλας για τα Έτη 1984- 2014
Πίνακας 69:Οι Εξαγωγές της Βενεζουέλας για τα Έτη 1984-2014
Πίνακας 70:Συσχέτιση Οικονομικής Μεγέθυνσης και Ελαστικότητας Εισαγωγών της
Ουρουγουάης
Πίνακας 71:Γραμμική Σχέση Μεταξύ Οικονομικής Μεγέθυνσης και Εισαγωγών της
Ουρουγουάης
Πίνακας 72:Συσχέτιση Μεταξύ Οικονομικής Μεγέθυνσης της Ουρουγουάης και
Εξαγωγών της
Πίνακας 73:Γραμμική Σχέση Μεταξύ Οικονομικής Μεγέθυνσης της Ουρουγουάης και
Εξαγωγών της
Πίνακας 74:Η Πορεία του Α.Ε.Π. της Ουρουγουάης για τα Έτη 1984-2014
Πίνακας 75:Η Πορεία των Εισαγωγών της Ουρουγουάης για τα Έτη 1984-2014
Πίνακας 76:Η Πορεία των Εξαγωγών της Ουρουγουάης για τα Έτη 1984-2014
5
C2 General
Περίληψη
Αντικείμενο: Η διπλωματική εργασία έχει ως στόχο να διερευνήσει τις
επιπτώσεις του εξωτερικού τομέα στην οικονομική μεγέθυνση. Στο πλαίσιο αυτής της
έρευνας εξετάζεται εάν ο ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης επηρεάζεται από
εξωτερικούς εξαναγκασμούς και ειδικότερα από το ισοζύγιο εξωτερικών πληρωμών..
Μεθοδολογία: Για την υλοποίηση αυτού του ερευνητικού στόχου αναλύονται
με τη τεχνική της διανυσματικής διόρθωσης σφάλματος (vector error correction, VEC)
τα δεδομένα από επτά χώρες κατά την περίοδο 1984-2014, Οι χώρες της ανάλυσης
είναι .
Συνεισφορά και Κοινωνικό όφελος: Το πόρισμα που προκύπτει από την
διατριβή αυτή απαντά στο σημαντικό ερώτημα του κατά πόσο επηρεάζεται η οικονομία
και η οικονομική μεγέθυνση μίας χώρας από το ισοζύγιο πληρωμών της. Η έρευνα
αυτή θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο για την αντιμετώπιση μίας κακής οικονομικής
μεγέθυνσης όπως επίσης και για την ανατροπή της. Σκοπός της είναι να δώσει στον
αναγνώστη μία γενική αλλά εμπεριστατωμένη άποψη για έναν πολύ σημαντικό τομέα
της οικονομίας, το ισοζύγιο πληρωμών της.
Λέξεις κλειδιά: Ισοζύγιο Πληρωμών, Οικονομική Μεγέθυνση, Εισαγωγές,
Εξαγωγές, Ελλάδα, Λατινική Αμερική
6
C2 General
Abstract
The subject of this thesis is the study of whether and how the economic
development of a country is affected by its balance of payments. Specifically, it is
examined if there is a connection and to what extent this connection is located in
countries such as Greece but also countries that depend to a greater extent on their
balance of payments such as Latin American countries or Asian countries like
Colombia, Venezuela, Malaysia and Argentina.
In order to complete the examination and answer the research question, research
will be carried out in the existing literature, as well as mathematical and economic
analysis using historical economic data for different countries. During the research,
reference will be made to scientific articles and books that refer to the balance of
payments as well as to the economy and economic figures of the countries that will be
examined. Regarding the analysis, the main methods that will be used are the method
of regression and correlation through the SPSS program on the data that will emerge
from the research. In addition, the BoP (Balance of Payments Constrained Growth
Model) model will be used, as well as more general economic and mathematical models
that refer to the imports and exports of each country.
The conclusion that emerges from this thesis answers the important question of
whether the economy and economic development of a country is affected by its balance
of payments. This research can be used both to tackle poor economic growth and how
to reverse it. Its purpose is to give the reader a general but thorough view of a very
important sector of the economy, its balance of payments.
Keywords: Balance of Payments, Economic Growth, Imports, Exports,
Greece, Latin America
7
C2 General
Εισαγωγή
Η σύνδεση της οικονομικής μεγέθυνσης μίας χώρας και του ισοζυγίου των
εξωτερικών πληρωμών της είναι το θέμα στο οποίο καλείται να απαντήσει η παρούσα
διατριβή. Η οικονομική μεγέθυνση είναι από τις σημαντικότερες συνισταμένες της
τόσο για την μεγέθυνση της χώρας αυτής όσο και για την ζωή των πολιτών της. Αυτή
είναι άμεσα συνδεδεμένη τόσο με την εσωτερική εξωτερική της κατάσταση όσο και με
τις συναλλαγές τις οποίες μία χώρα πραγματοποιεί με τους εταίρους της στο εξωτερικό.
Στα παρακάτω κεφάλαια εξετάζεται η σχέση αυτή, τόσο θεωρητικά αλλά και πρακτικά
με δευτερογενή έρευνα και με τη χρήση οικονομικών και μαθηματικών μεθόδων.
Αναφορικά με τη σύνδεση του ισοζυγίου πληρωμών και της οικονομικής
μεγέθυνσης χωρών ανά τον κόσμο, υπάρχουν ολιγάριθμες σχετικά έρευνες, παρόλο
που, για κάθε θέμα ξεχωριστά, υπάρχει μεγάλη ποικιλία συγγραμμάτων για διερεύνηση
και μελέτη. Το αντικείμενο της έρευνας αυτής είναι να καταφέρει να συνδέσει τα δύο
αυτά θέματα, εξετάζοντάς τα τόσο ξεχωριστά όσο και σε συνάρτηση μεταξύ τους. Για
την διεκπεραίωση του ερευνητικού ερωτήματος θα αναλυθούν τα δύο αυτά θέματα
στην αρχή της διατριβής και στη συνέχεια θα ερευνηθεί η συσχέτιση.
Καταρχάς, θα πραγματοποιηθεί θεωρητική προσέγγιση αναφορικά με τα θέματα
της οικονομικής μεγέθυνσης όπως επίσης και του ισοζυγίου πληρωμών. Θα
παρατεθούν τα βασικότερα χαρακτηριστικά αυτών όπως επίσης και θα αναφερθούν
παραδείγματα χωρών οι οποίες είχαν μία οικονομική κατάσταση στο εσωτερικό τους
συνυφασμένη με το ισοζύγιο πληρωμών τους. Μετά την θεωρητική προσέγγιση
ιδιαίτερη έμφαση θα δοθεί στην πρακτική προσέγγιση
του θέματος αυτού με
οικονομετρικές μεθόδους και με τη χρήση προγραμμάτων. Θα χρησιμοποιηθεί το
μοντέλο του Thirwall το οποίο αναπτύχθηκε από τον ίδιο το 1979 και υπολογίζεται σε
σχέση με τις εισαγωγές μίας χώρας, την οικονομική της μεγέθυνση καθώς και την
ελαστικότητα της ζήτησης, τόσο για τις εισαγωγές αλλά και για τις εξαγωγές.
Επιπρόσθετα, θα γίνει αναζήτηση για τα οικονομικά μεγέθη συγκεκριμένων χωρών και
θα συγκριθούν μεταξύ τους τόσο με τη χρήση του στατιστικού προγράμματος SPSS
για να εξεταστεί με τη μέθοδο της παλινδρόμησης αν υπάρχει συσχέτιση μεταξύ τους
και αν αυτή είναι θετική ή όχι. Τέλος θα χρησιμοποιηθεί και η οικονομετρική μέθοδος
Vector Autoregressive για την ανάλυση των δεδομένων αυτών έτσι ώστε να
διαλευκανθεί αν υφίσταται η θεωρία ότι η οικονομική μεγέθυνση συγκεκριμένων
χωρών περιορίστηκε στην ιστορία τους λόγω του ισοζυγίου πληρωμών τους.
8
C2 General
Στο πρώτο κεφάλαιο παρουσιάζεται σύντομα το θεωρητικό πλαίσιο και οι
υποθέσεις έρευνας της παρούσας εργασίας. Στο δεύτερο κεφάλαιο ακολουθεί η
στατιστική περιγραφή των μεταβολών των μεταβλητών ενδιαφέροντος κατά την
περίοδο στις χώρες της ανάλυσης. Το τρίτο κεφάλαιο περιγράφεται η μεθοδολογία
ανάλυσης των δεδομένων. Στο τέταρτο κεφάλαιο παρουσιάζονται και σχολιάζονται τα
εμπειρικά ευρήματα της οικονομετρικής προσέγγισης. Στο τέλος συνάγονται και
συζητούνται ορισμένα κρίσιμα συμπεράσματα όσον αφορά τις επιπτώσεις του
εξωτερικού τομέα στην οικονομική μεγέθυνση μιας χώρας.
Κεφάλαιο Πρώτο
ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
Η οικονομική μεγέθυνση σε εθνικό επίπεδο είναι άμεσα συνδεδεμένη με όλα τα
μακροοικονομικά μεγέθη μιας οικονομίας.. Το ισοζύγιο πληρωμών και ειδικότερα οι
9
C2 General
παράγοντες που το καθορίζουν όπως οι εισαγωγές, και οι εξαγωγές τα χρηματικά
διαθέσιμα, τα δανειακά κεφάλαια, όπως επίσης και τα χρηματοοικονομικά προϊόντα τα
οποία εκδίδει και διαχειρίζεται μια χώρα συμβάλλουν μεταξύ άλλων στη διαμόρφωση
της γενικότερης οικονομικής κατάστασης ενός έθνους. Το πρώτο κεφάλαιο της
διπλωματικής εργασίας εστιάζεται στη θεωρία σχετικά με τις επιπτώσεις του ισοζυγίου
πληρωμών στην οικονομική μεγέθυνση.
1.1. Ισοζύγιο Πληρωμών
Το ισοζύγιο πληρωμών είναι ένα λογιστικό μέγεθος το οποίο αφορά τα έσοδα
και τα έξοδα που προκύπτουν από τις συναλλαγές μιας εθνικής οικονομίας με άλλες
χώρες. Μεγέθη όπως οι εισαγωγές μίας χώρας, τα δανεικά κεφάλαια που αυτή
λαμβάνει όπως επίσης και τα χρηματοοικονομικά προϊόντα που αυτή αγοράζει από το
εξωτερικό είναι τα μεγέθη άρρητα που καταγράφονται στο ισοζύγιο πληρωμών.
Στο ισοζύγιο πληρωμών δηλώνονται ακριβέστερα όλες οι πραγματοποιηθείσες
συναλλαγές των οντοτήτων σε μια χώρα με τον υπόλοιπο κόσμο κατά τη διάρκεια μιας
ορισμένης χρονικής περιόδου, ενός τριμήνου ή έτους.
Το ισοζύγιο πληρωμών, επίσης γνωστό ως ισοζύγιο διεθνών συναλλαγών
περιλαμβάνει όλες τις συναλλαγές που ολοκληρώνουν όλοι οι οικονομικοί παράγοντες
σε μια χώρα, όπως τα άτομα, οι εταιρείες και οι δημόσιοι φορείς με άτομα, εταιρείες
και δημοσίους φορείς άλλων χωρών. Πρόκειται ουσιαστικά για τις εισαγωγές και
εξαγωγές αγαθών, υπηρεσιών, και κεφαλαίου, καθώς και για μεταβιβαστικές πληρωμές
(ξένη βοήθεια και εμβάσματα). Το ισοζύγιο πληρωμών μιας χώρας και η καθαρή
διεθνής επενδυτική θέση αποτελούν μαζί τους διεθνείς λογαριασμούς της. Το ισοζύγιο
πληρωμών χωρίζει τις συναλλαγές σε δύο λογαριασμούς: των τρεχουσών συναλλαγών
(current accounts) και του κεφαλαίου (capital accounts). Μερικές φορές ο λογαριασμός
κεφαλαίου ονομάζεται χρηματοοικονομικός λογαριασμός, με έναν ξεχωριστό,
συνήθως πολύ μικρό, λογαριασμό κεφαλαίου που αναφέρεται χωριστά.
Ο λογαριασμός τρεχουσών συναλλαγών περιλαμβάνει συναλλαγές σε αγαθά,
υπηρεσίες, έσοδα από επενδύσεις και τρέχουσες μεταβιβάσεις. Ο λογαριασμός
κεφαλαίου, σε γενικές γραμμές, περιλαμβάνει τις συναλλαγές σε χρηματοοικονομικά
μέσα και τα αποθεματικά κεντρικής τράπεζας. Στενά ορισμένος, περιλαμβάνει μόνο
συναλλαγές σε χρηματοοικονομικά μέσα. Ο λογαριασμός τρεχουσών συναλλαγών
περιλαμβάνεται στους υπολογισμούς της εθνικής παραγωγής, ενώ ο λογαριασμός
10
C2 General
κεφαλαίου δεν είναι. Το άθροισμα όλων των συναλλαγών που καταγράφονται στο
ισοζύγιο πληρωμών πρέπει να είναι μηδέν, εφόσον ο λογαριασμός κεφαλαίου ορίζεται
ευρέως. Ο λόγος είναι ότι κάθε πίστωση που εμφανίζεται στον λογαριασμό τρεχουσών
συναλλαγών έχει αντίστοιχη χρέωση στον λογαριασμό κεφαλαίου και αντίστροφα. Εάν
μια χώρα εξάγει ένα είδος (μια συναλλαγή λογαριασμού τρεχουσών συναλλαγών ),
εισάγει πραγματικά ξένο κεφάλαιο όταν πληρώνεται το στοιχείο (συναλλαγή
λογαριασμού κεφαλαίου).
Εάν μια χώρα δεν μπορεί να χρηματοδοτήσει τις εισαγωγές της μέσω εξαγωγών
κεφαλαίου, πρέπει να το πράξει μειώνοντας τα αποθεματικά της. Αυτή η κατάσταση
αναφέρεται συχνά ως έλλειμμα ισοζυγίου πληρωμών, χρησιμοποιώντας τον στενό
ορισμό του λογαριασμού κεφαλαίου που αποκλείει τα αποθεματικά της κεντρικής
τράπεζας. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, το ευρέως καθορισμένο ισοζύγιο πληρωμών
πρέπει να προσθέσει έως και μηδέν εξ ορισμού. Στην πράξη, οι στατιστικές αποκλίσεις
προκύπτουν λόγω της δυσκολίας καταμέτρησης με ακρίβεια κάθε συναλλαγής μεταξύ
μιας οικονομίας και του υπόλοιπου κόσμου, συμπεριλαμβανομένων των διαφορών που
προκαλούνται από μεταφράσεις σε ξένο νόμισμα.
Τα στοιχεία για το ισοζύγιο πληρωμών και τη διεθνή επενδυτική θέση είναι
κρίσιμα για τη διαμόρφωση εθνικής και διεθνούς οικονομικής πολιτικής. Ορισμένες
πτυχές των δεδομένων ισοζυγίου πληρωμών, όπως οι ανισορροπίες πληρωμών και οι
άμεσες ξένες επενδύσεις, είναι βασικά ζητήματα που επιδιώκουν να αντιμετωπίσουν
οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής μιας χώρας. Οι οικονομικές πολιτικές στοχεύουν
συχνά σε συγκεκριμένους στόχους που, με τη σειρά τους, επηρεάζουν το ισοζύγιο
πληρωμών. Για παράδειγμα, μια χώρα μπορεί να υιοθετήσει πολιτικές ειδικά
σχεδιασμένες για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων σε έναν συγκεκριμένο τομέα,
ενώ μια άλλη μπορεί να προσπαθήσει να διατηρήσει το νόμισμά της σε τεχνητά χαμηλό
επίπεδο, προκειμένου να τονώσει τις εξαγωγές και να αυξήσει τα συναλλαγματικά της
αποθέματα. Ο αντίκτυπος αυτών των πολιτικών καταγράφεται τελικά στα δεδομένα
ισοζυγίου πληρωμών.
Ενώ το ισοζύγιο πληρωμών μιας χώρας απαλλάσσει απαραιτήτως τους
λογαριασμούς τρεχουσών συναλλαγών και κεφαλαίων, οι ανισορροπίες μπορούν και
εμφανίζονται μεταξύ των τρεχουσών λογαριασμών διαφορετικών χωρών. Σύμφωνα με
την Παγκόσμια Τράπεζα, οι ΗΠΑ είχαν το μεγαλύτερο έλλειμμα τρεχουσών
11
C2 General
συναλλαγών στον κόσμο το 2019, στα 498 δισεκατομμύρια δολάρια. Η Γερμανία είχε
το μεγαλύτερο πλεόνασμα στον κόσμο, στα 275 δισεκατομμύρια δολάρια.
1.2. Ιστορικό του ισοζυγίου πληρωμών
Πριν από τον 19ο αιώνα, οι διεθνείς συναλλαγές γίνονται με πολύτιμα μέταλλα
(χρυσό κά), παρέχοντας μικρή ευελιξία σε χώρες που αντιμετωπίζουν εμπορικά
ελλείμματα. Η μεγέθυνση ήταν χαμηλή, οπότε η τόνωση του εμπορικού πλεονάσματος
ήταν η κύρια μέθοδος ενίσχυσης της οικονομικής θέσης ενός έθνους.
Οι εθνικές οικονομίες δεν ήταν καλά ενσωματωμένες μεταξύ τους, ωστόσο, οι
απότομες εμπορικές ανισορροπίες προκαλούσαν σπάνια κρίσεις. Η βιομηχανική
επανάσταση αύξησε τη διεθνή οικονομική ολοκλήρωση και οι κρίσεις του ισοζυγίου
πληρωμών άρχισαν να εμφανίζονται συχνότερα. Η Μεγάλη Ύφεση οδήγησε τις χώρες
να εγκαταλείψουν το χρυσό κανόνα
και να συμμετάσχουν σε ανταγωνιστική
υποτίμηση των νομισμάτων τους, αλλά το σύστημα Bretton Woods που επικράτησε
από το τέλος του Β 'Παγκοσμίου Πολέμου μέχρι τη δεκαετία του 1970 εισήγαγε ένα
δολάριο μετατρέψιμο σε χρυσό με σταθερές συναλλαγματικές ισοτιμίες των άλλων
νομισμάτων (Bernstein, 1984). Καθώς η προσφορά χρήματος στις ΗΠΑ αυξήθηκε και
το εμπορικό έλλειμμα βαθαίνει, ωστόσο, η κυβέρνηση δεν μπόρεσε να εξαργυρώσει
πλήρως τα αποθέματα δολαρίων ξένων κεντρικών τραπεζών για χρυσό και το σύστημα
εγκαταλείφθηκε.
Δεδομένου ότι το σοκ του Νίξον –όπως είναι γνωστό το τέλος της
μετατρεψιμότητας του δολαρίου σε χρυσό– τα νομίσματα έχουν μετακινηθεί ελεύθερα,
πράγμα που σημαίνει ότι μια χώρα που αντιμετωπίζει εμπορικό έλλειμμα μπορεί να
μειώσει τεχνητά το νόμισμά της –συσσωρεύοντας ξένα αποθέματα, για παράδειγμα–
καθιστώντας τα προϊόντα της πιο ελκυστικά και αύξηση των εξαγωγών (Kenen, 2008).
Λόγω της αυξημένης κινητικότητας του κεφαλαίου διασυνοριακά, μερικές φορές
εμφανίζονται κρίσεις στο ισοζύγιο πληρωμών, προκαλώντας έντονες υποτιμήσεις
νομισμάτων, όπως αυτές που σημειώθηκαν στις χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας το
1998 (Patinkin, 2018).
Κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης, αρκετές χώρες ξεκίνησαν την
ανταγωνιστική υποτίμηση των νομισμάτων τους για να προσπαθήσουν να ενισχύσουν
τις εξαγωγές τους. Όλες οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες του κόσμου ανταποκρίθηκαν
12
C2 General
στη χρηματοπιστωτική κρίση εκείνη την εποχή εκτελώντας δραματικά επεκτατική
νομισματική πολιτική. Αυτό οδήγησε στα νομίσματα άλλων χωρών, ειδικά στις
αναδυόμενες αγορές, ανατιμώντας έναντι του δολαρίου ΗΠΑ και άλλων σημαντικών
νομισμάτων. Πολλά από αυτά τα έθνη απάντησαν χαλαρώνοντας περαιτέρω τα ηνία
της νομισματικής τους πολιτικής προκειμένου να στηρίξουν τις εξαγωγές τους, ειδικά
εκείνες των οποίων οι εξαγωγές ήταν υπό πίεση από τη στάσιμη παγκόσμια ζήτηση
κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης (Bordο, 2008).
Το ισοζύγιο πληρωμών ή αλλιώς ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών αποτελεί
κατά κάποιο τρόπο ένα λογιστικό βιβλίο όπου πραγματοποιούνται όλες οι εγγραφές οι
οποίες αφορούν τις συναλλαγές μίας χώρας με χώρες του εξωτερικού, είτε οι
συναλλαγές αυτές γίνονται ενδοκοινοτικά είτε με τρίτες χώρες, αναφορικά πάντα με
τη χώρα που εξετάζεται.
Εκτός βέβαια από τις συναλλαγές ή τις εξαγωγές που καταγράφονται στο
ισοζύγιο πληρωμών, εκεί καταγράφονται και οι διάφορες χρηματοοικονομικές
κινήσεις που ενδέχεται να πραγματοποιεί μία χώρα με άλλα κράτη. Οι συναλλαγές
αυτές καταγράφονται σύμφωνα με τις ισχύουσες ισοτιμίες και μέσα από το ισοζύγιο
μπορεί και ο εκάστοτε αναλυτής να καθορίσει την προσφορά και τη ζήτηση τόσο ενός
νομίσματος αλλά και μίας ολόκληρης χώρας (McCombie, 2009).
Το ισοζύγιο πληρωμών μίας χώρας αποτελείται τόσο από τα πραγματικά
κεφάλαια, τα οποία αφορούν τα κεφάλαια τα οποία ήδη υπάρχουν σε μία χώρα όπως
επίσης αφορούν και τα κεφάλαια τα οποία υπολογίζεται ότι μία χώρα θα αποκτήσει
στο μέλλον, τα οποία αφορούν κυρίως χρηματοπιστωτικές συμφωνίες.
Το ισοζύγιο πληρωμών δεν αποτελεί ένα ενιαίο έντυπο ή μία έννοια αλλά
αποτελείται από άλλα ισοζύγια τα οποία διαμορφώνονται κατά τη διάρκεια μίας
οικονομικής χρήσης σε κάποιο κράτος. Συγκεκριμένα, ένα ισοζύγιο πληρωμών
χωρίζεται στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών το οποίο αποτελείται από:
 Ισοζύγιο Τρεχουσών Μεταβιβάσεων δηλαδή, τα διάφορα κονδύλια που
λαμβάνει μία χώρα όπως για παράδειγμα η Ελλάδα από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
 Ισοζύγιο Υπηρεσιών, το οποίο αφορά τις εισαγωγές και τις εξαγωγές
υπηρεσιών που καταγράφει μία χώρα σε ένα ημερολογιακό έτος.
 Το ισοζύγιο εισοδημάτων μίας χώρας, το οποίο αφορά κυρίως τα έσοδα που
έχει ένα κράτος από τα χρηματοοικονομικά προϊόντα που εκδίδει ή έχει αγοράσει, και
τέλος,
13
C2 General
 Το εμπορικό ισοζύγιο το οποίο αφορά όλες τις συναλλαγές ενσώματων
προϊόντων, παγίων και εμπορευμάτων (Sharma, 2005).
Αναφορικά με το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, αυτό αποτελείται από το
εμπορικό ισοζύγιο μιας χώρας όπου και καταγράφονται όλες οι συνναλαγές με ξένα
κράτη καθώς επίσης και οι εισαγωγές και οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών. Ακόμα
αυτό εμπεριέχει το ισοζύγιο των άδηλων πόρων όπου καταγράφονται τα έκτακτα έσοδα
και έξοδα μίας χώρας. Αν δεν έχει δημιουργηθεί ισοζύγιο άδηλων πόρων τότε συνήθως
τη θέση του στο ισοζύγιο πληρωμών μίας χώρας παίρνουν το ισοζύγιο υπηρεσιών το
οποίο αφορά τις που γίνονται μεταξύ χωρών με υπηρεσίες, το ισοζύγιο εισοδημάτων
αλλά και το ισοζύγιο μεταβιβάσεων.
Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών θεωρείται το πιο σημαντικό ισοζύγιο που
έχει να επιδείξει μία χώρα αναφορικά με το σύνολο του ισοζυγίου πληρωμών της.
Συγκεκριμένα, στο ισοζύγιο αυτό εντοπίζεται η οικονομική ισχύς που παρουσιάζει μία
χώρα, τόσο διαχρονικά αλλά και σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες του κόσμου.
Επιπρόσθετα είναι και το κύριο ισοζύγιο το οποίο καθορίζει το ύψος του Εθνικού
Εισοδήματος αλλά και του Α.Ε.Π. Όταν το ισοζύγιο αυτό παρουσιάζει πλεόνασμα
επηρεάζει θετικά τη γενικότερη οικονομική κατάσταση μίας χώρας αλλά και το
αντίθετο, όταν αυτό παρουσιάζει έλλειμμα τότε η οικονομική κατάσταση μίας χώρας
παρουσιάζει παρακμιακές τάσεις. Τέλος, αν ένας οικονομικός αναλυτής εξετάσει το
ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μίας χώρας τότε μπορεί να διακρίνει το κατά πόσο
μία χώρα στηρίζεται σε ξένα δανειακά κεφάλαια ή όχι (Κολτσίδα, 2017).
Πέρα από το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, υπάρχει και το ισοζύγιο
κεφαλαιακής διαχείρισης που μπορεί να έχει ένα κράτος. Στο ισοζύγιο αυτό
καταγράφονται όλες οι συνδιαλλαγές που αφορούν ένα κράτος αλλά αναφορικά με τα
δάνεια τα οποία αυτό λαμβάνει ή για παράδειγμα με τα ομόλογα που αυτό εκδίδει. Το
ισοζύγιο κεφαλαιακής διαχείρισης αποτελείται από τρεις κύριους λογαριασμούς οι
οποίοι εν μέρει βρίσκονται και στο ισοζύγιο χρηματοοικονομικών συνδιαλλαγών μίας
χώρας και αυτοί είναι οι άμεσες επενδύσεις, οι επενδύσεις χαρτοφυλακίου και οι λοιπές
επενδύσεις, λογαριασμοί οι οποίοι επηρεάζουν τόσο το χαρτοφυλάκιο αξιών της χώρας
που εξετάζεται αλλά και το χρηματοοικονομικό ισοζύγιό της.
Τέλος υπάρχει και το ισοζύγιο χρηματοοικονομικών συνδιαλλαγών μίας χώρας.
Στο συγκεκριμένο ισοζύγιο καταγράφονται οι επενδύσεις που πραγματοποιεί ένα
κράτος ή ακόμα και οι πολίτες του σε χώρες του εξωτερικού ή και οι επενδύσεις που
14
C2 General
πραγματοποιούνται εντός κάποιου κράτους από χώρες του εξωτερικού. Αφορά
επιπρόσθετα τα χαρτοφυλάκια τα οποία διαχειρίζεται μία χώρα, δηλαδή τις απαιτήσεις
και τις υποχρεώσεις των χαρτοφυλακίων αυτών και οποιαδήποτε άλλη επένδυση ή
χρηματοοικονομική κίνηση μπορεί να έχει πραγματοποιηθεί (Lima, 2007).
Όντας ένα λογιστικό βιβλίο καθώς επίσης όπως και διέπεται από λογιστικές
αρχές, στο τέλος των εγγραφών που αφορούν μία οικονομική χρήση για το ισοζύγιο
πληρωμών, η χρέωση και η πίστωση θα πρέπει να ταυτίζονται. Μία χώρα δεν μπορεί
να κλείνει το ισοζύγιο πληρωμών της ούτε και τον ετήσιο προϋπολογισμό της αν δεν
υπάρχει μία ισορροπία μεταξύ των χρεώσεων και των πιστώσεων αυτών. Σε περίπτωση
που το ισοζύγιο αυτό δεν μηδενίζεται, δηλαδή μία χώρα δεν μπορεί να διαχειριστεί τις
εισαγωγές της μέσω των εξαγωγών της ή παρουσιάζει μεγαλύτερο όγκο εξαγωγών από
ότι εισαγωγές, τότε θα πρέπει να πραγματοποιήσει κινήσεις όπως δανεισμούς
κεφαλαίων ή τη χρησιμοποίηση των αποθεματικών της (Λεβεντάκης, 2003).
Π. Ι.2.1.: Σύγκριση μεταξύ Ισοζυγίου Πληρωμών Ε.Ε. και χωρών Λατινικής Αμερικής
Πηγή: Eurostat1
Η διαμόρφωση του ισοζυγίου πληρωμών της εκάστοτε χώρας καθορίζεται σε
μεγάλο βαθμό από την οικονομική πολιτική που αυτή θέλει να εγκαθιδρύσει. Αν μία
χώρα θέλει να αυξήσει την ποσότητα του χρήματος που εισρέει στην οικονομία της
τότε πραγματοποιεί κινήσεις όπως για παράδειγμα μείωση των εισαγωγών και στη
συνέχεια προσπαθεί να αυξήσει τις εξαγωγές της. Σε περίπτωση που μία χώρα
παρουσιάζει οικονομική ύφεση τότε προσπαθεί να λάβει δανειακά κεφάλαια από άλλες
χώρες όπως έχουν κάνει πολλές χώρες τα τελευταία χρόνια, μεταξύ αυτών η Ελλάδα,
η Αργεντινή, η Ιρλανδία. Ακόμα και με ακριβείς υπολογισμούς και συνεχή
1
https://ec.europa.eu/eurostat/statisticsexplained/index.php?title=Archive:%CE%A3%CF%84%CE%B1%CF%84%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%
B9%CE%BA%CE%AD%CF%82_%CE%B9%CF%83%CE%BF%CE%B6%CF%85%CE%B3%CE%AF%CE%BF%C
F%85_%CF%80%CE%BB%CE%B7%CF%81%CF%89%CE%BC%CF%8E%CE%BD&oldid=338581
15
C2 General
παρακολούθηση, δεν είναι σπάνιο φαινόμενο να εμφανίζονται αποκλίσεις στα ισοζύγια
πληρωμών της κάθε χώρας, όπου κάθε φορά υπάρχουν και σοβαρές συνέπειες. Για
παράδειγμα το μεγαλύτερο έλλειμμα στο ισοζύγιο πληρωμών παγκοσμίως
παρουσιάστηκε το 2019 από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερική, έλλειμμα το οποίο
ανήλθε στα 498 δισεκατομμύρια δολάρια. Το μεγαλύτερο πλεόνασμα σε ισοζύγιο
πληρωμών έχει παρατηρηθεί στη Γερμανία και αυτό ανήλθε στα 275 δισεκατομμύρια
ευρώ. Σε τέτοιες περιπτώσεις δημιουργείται συνήθως ύφεση στις χώρες που
παρουσιάζουν έλλειμμα αλλά και μία γενικότερη ανισορροπία σε χώρες που μπορεί να
παρουσιάζουν πλεόνασμα. Τρανό παράδειγμα τέτοιων καταστάσεων είναι τα
εμπάργκο τα οποία μπορεί να επιβάλλει μία χώρα σε μία άλλη, όπως έγινε για
παράδειγμα μεταξύ Η.Π.Α. και Κίνας το 2018 και συνεχίζεται σε λιγότερο έντονο
βαθμό μέχρι και σήμερα. Οι καταστάσεις αυτές έχουν άμεση επίδραση στην
οικονομική μεγέθυνση των χωρών παγκοσμίως, είτε αυτές αντιμετωπίζουν πρόβλημα
με κάποιο ισοζύγιο πληρωμών, είτε άμεσα είτε έμμεσα (Krugman,2011).
1.3. Λογιστική Αντιμετώπιση του Ισοζυγίου Πληρωμών μίας Χώρας
Το ισοζύγιο πληρωμών μίας χώρας διαχειρίζεται από το Υπουργείο Οικονομικών
καθώς επίσης και από το Λογιστήριο του κράτους, αρχές οι οποίες με τη σειρά τους
συμβάλλουν στη δημιουργία οικονομικής στρατηγικής για τη χώρα.
Οι εγγραφές που πραγματοποιούνται για τη διαχείριση του ισοζυγίου αυτού
ακολουθούν τις βασικές αρχές της λογιστικής. Δηλαδή κάθε εγγραφή που
πραγματοποιείται γίνεται με τη διπλογραφία και χρεώνονται τόσο οι χρεωστικοί αλλά
και οι πιστωτικοί λογαριασμοί. Στο τέλος της διαχειριστικής περιόδου εξετάζεται το
υπόλοιπο το οποίο υφίσταται στο ισοζύγιο αυτό και ανάλογα, αν είναι χρεωστικό ή
πιστωτικό, τότε πραγματοποιούνται και οι κατάλληλες κινήσεις για την εξισορρόπησή
του.
Π. Ι.3.1. Η Σύνθεση του Ισοζυγίου Πληρωμών
ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΠΛΗΡΩΜΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΟ
ΙΣΟΖΥΓΙΟ
C2 General
ΙΣΟΖΥΓΙΟ
ΤΡΕΧΟΥΣΩΝ
ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ
16
ΙΣΟΖΥΓΙΟ
ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ
ΕΜΠΟΡΙΚΟ
ΙΣΟΖΥΓΙΟ
ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΟ
ΙΣΟΖΥΓΙΟ
ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ
ΙΣΟΖΥΓΙΟ
Σε περίπτωση που ένα κράτος εισπράττει χρήματα από το εξωτερικό τότε οι
εγγραφές πωλήσεων οι παροχών που πραγματοποιούνται αφορούν την πίστωση του
ισοζυγίου. Τέτοιες συναλλαγές μπορεί να είναι οι εισπράξεις από τουριστικά προϊόντα,
τα εμβάσματα, τα χρηματοοικονομικά προϊόντα που διαχειρίζεται μία χώρα καθώς
επίσης και οι επενδύσεις που πραγματοποιούνται σε μία χώρα (Καζάκης, 2017).
Όταν ένα κράτος παρουσιάζει ταμειακές εκροές προς το εξωτερικό τότε αυτές
παρουσιάζονται στη χρέωση του ισοζυγίου πληρωμών του. Τέτοιες συναλλαγές
αφορούν τι εισαγωγές που κάνει μία χώρα, τα χρηματοοικονομικά προϊόντα που
καλείται να αποπληρώσει ή αυτά που αγοράζει, οι επενδύσεις της σε ξένα κράτη καθώς
επίσης και τραπεζικά προϊόντα. Εξαγωγή αλλά και έξοδο για μία χώρα θεωρούνται και
τα διαθέσιμα τα οποία αυτή επιλέγει να διακρατά σε τράπεζες και χρηματοπιστωτικά
ιδρύματα εκτός των συνόρων της. Τέτοια περίπτωση είναι και ο χρυσός που η Ελλάδα
έχει επιλέξει να διατηρεί στη Γερμανία.
Με βάση τη λογιστική, όταν στο ισοζύγιο πληρωμών μίας χώρας παρουσιάζεται
χρεωστικό υπόλοιπο, τότε η χώρα αυτή παρουσιάζει και αντίστοιχα έλλειμμα στο
ισοζύγιο πληρωμών της. Αντίθετα, όταν το υπόλοιπο είναι πιστωτικό, τότε η χώρα αυτή
παρουσιάζει πλεόνασμα στο ισοζύγιο πληρωμών της, κατάσταση η οποία στις
περισσότερες περιπτώσεις θα πρέπει να επιδιώκεται από όλα τα κράτη.
17
C2 General
1.4. Κυριότεροι Παράγοντες που Επηρεάζουν τα Ισοζύγιο
Πληρωμών των Χωρών
Εκτός από τις συναλλαγές που πραγματοποιεί μία χώρα με τους εταίρους της στο
εξωτερικό, το ισοζύγιο πληρωμών της επηρεάζεται και από άλλους παράγοντες οι
οποίοι έχουν άμεσο αντίκτυπο τόσο στο ισοζύγιο αυτό κάθε αυτό αλλά και στη
γενικότερη οικονομική κατάσταση της χώρας.
Στην ουσία, το ισοζύγιο πληρωμών είναι ένα αρχείο όλων των οικονομικών
συναλλαγών μεταξύ μιας χώρας και του υπόλοιπου κόσμου. Οι πηγές εισερχόμενων
κεφαλαίων, όπως οι εξαγωγές, επισημαίνονται ως θετικές και η εκροή κεφαλαίων,
όπως οι εισαγωγές, καταγράφονται ως αρνητικές στο φύλλο. Το ισοζύγιο πληρωμών
αποτελείται από τρία συστατικά:
α) Λογαριασμός τρεχουσών συναλλαγών
απεικονίζει τη ροή αγαθών και
υπηρεσιών (εξαγωγές και εισαγωγές), άλλα έσοδα και τρέχουσες μεταβιβάσεις
β) Λογαριασμός κεφαλαίου - δείχνει τον όγκο των μεταβιβάσεων κεφαλαίου,
όπως οι άμεσες ξένες επενδύσεις, δάνεια και επιχορηγήσεις και απόκτηση / διάθεση μη
παραχθέντων, μη χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων.
γ) Επίσημα αποθεματικά περιουσιακά στοιχεία - Αυτός ο λογαριασμός είναι ένα
στοιχείο εξισορρόπησης στην εξίσωση του ισοζυγίου πληρωμών που εξασφαλίζει ότι
οι συναλλαγές τρεχούμενου λογαριασμού και λογαριασμού κεφαλαίου ανέρχονται στο
μηδέν. Αυτά περιλαμβάνουν περιουσιακά στοιχεία που κατέχονται από την εθνική
τράπεζα της χώρας, όπως χρυσό απόθεμα και μετατρέψιμα ξένα νομίσματα. Τα
κεφάλαια χρησιμοποιούνται από αυτόν τον λογαριασμό όταν η συνολική εκροή
κεφαλαίων υπερβαίνει τη συνολική εισροή κεφαλαίων στους τρεχούμενους και
κεφαλαιακούς λογαριασμούς. Έτσι, εάν το υπόλοιπο στους λογαριασμούς τρεχουσών
συναλλαγών και κεφαλαίων είναι αρνητικό, θεωρείται έλλειμμα και εάν το υπόλοιπο
είναι θετικό, θεωρείται πλεόνασμα. Το ισοζύγιο πληρωμών είναι εξαιρετικά σημαντικό
στον σημερινό κόσμο καθώς λειτουργεί ως δείκτης της οικονομικής θέσης μιας χώρας
σε σχέση με άλλες χώρες. Για παράδειγμα, στις αναπτυσσόμενες χώρες, το ισοζύγιο
πληρωμών δείχνει την εξάρτηση των χωρών από την εξωτερική βοήθεια από τις
ανεπτυγμένες χώρες. Η ιστορική τάση του ισοζυγίου πληρωμών λειτουργεί ως
πολύτιμο εργαλείο για την αξιολόγηση των οικονομικών προοπτικών μιας χώρας και
επίσης την κατάλληλη συναλλαγματική ισοτιμία του νομίσματός της.
18
C2 General
Η συναλλαγματική ισοτιμία είναι «η τιμή του νομίσματος μιας χώρας σε σχέση
με μια άλλη». Οι συναλλαγματικές ισοτιμίες επηρεάζονται από τις δυνάμεις της
προσφοράς και της ζήτησης στην αγορά και αντικατοπτρίζει τη συνολική διεθνή
ανταγωνιστικότητα της χώρας. Παράγοντες όπως ο πληθωρισμός, οι οικονομικές
πολιτικές, τα πλεονάσματα / ελλείμματα του κρατικού προϋπολογισμού, η οικονομική
παραγωγικότητα και η μεγέθυνση και οι συνολικές συναλλαγές με βάση το
συνάλλαγμα επηρεάζουν επίσης τη συναλλαγματική ισοτιμία μιας χώρας. Μεταξύ των
πολλών δυνάμεων που είναι εσωτερικές σε μια χώρα, η αντιληπτή αγοραστική του
δύναμη είναι ένας από τους κύριους παράγοντες που συμβάλλουν στη ροή της
συναλλαγματικής ισοτιμίας της. Παράγοντες όπως η ανεργία, τα επίπεδα
πληθωρισμού, οι λιανικές πωλήσεις είναι μερικοί, μεταξύ άλλων, που επηρεάζουν την
αγοραστική δύναμη και, συνεπώς, τη συναλλαγματική ισοτιμία.
Εκτός από τις πολλές δυνάμεις που επηρεάζουν τις συναλλαγματικές ισοτιμίες,
οι πιο σημαντικές παρακολουθούνται μέσω του καθεστώτος ισοζυγίου πληρωμών μιας
χώρας - όπως εισαγωγές και εξαγωγές, ροές κεφαλαίων με τη μορφή άμεσων ξένων
επενδύσεων και ξένη βοήθεια / χρέος. Η επικρατούσα συναλλαγματική ισοτιμία ενός
νομίσματος μιας χώρας επηρεάζει τη ζήτηση συναλλάγματος (πληρωμή για εισαγωγές)
και την προσφορά ανταλλαγής (που λαμβάνεται για εξαγωγές) που με τη σειρά της
επηρεάζει την εξωτερική ζήτηση των εξαγωγών και την εσωτερική ζήτηση για
εισαγωγές και επηρεάζει έτσι το ισοζύγιο πληρωμών που αποτελείται εμπόριο και
ισοζύγιο κεφαλαίου.
Ένας πολύ σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει το ισοζύγιο πληρωμών μίας
χώρας είναι η νομισματική πολιτική που αυτή ασκεί, όπως επίσης και οι διαφορές
νομισματικών πολιτικών που εντοπίζονται με τις χώρες που αυτή συναλλάσσεται.
Συγκεκριμένα, όταν μία χώρα θέλει να αυξήσει τις εξαγωγές της, τότε οι χώρες με τις
οποίες συναλλάσσεται θέλουν να τις μειώσουν και να αυξήσουν τις εισαγωγές τους,
τότε μοιραία η μία χώρα θα παρουσιάσει μεγαλύτερο πλεόνασμα στο ισοζύγιο
πληρωμών της και συγκεκριμένα στο εμπορικό της ισοζύγιο. Κατά τον ίδιο τρόπο θα
λειτουργήσει μία χώρα η οποία έχει ανάγκη από δανειακά κεφάλαια ή μία χώρα στην
οποία έχουν επιβληθεί συνθήκες εμπάργκο από μία άλλη ισχυρότερη χώρα. Όλες οι
παραπάνω περιπτώσεις πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν όταν διαμορφώνεται η
στρατηγική μίας χώρας που αφορά το ισοζύγιο πληρωμών της (Francis, 2008).
19
C2 General
Πολύ σημαντικός παράγοντας είναι και οι συνθήκες προσφοράς αλλά και
ζήτησης που επικρατούν στο εσωτερικό μίας χώρας. Όταν ένα κράτος έχει αυξημένες
ανάγκες για εισαγωγή αγαθών και υπηρεσιών τότε θα αυξηθεί η ζήτηση του κράτους
αυτού από τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που έχει αυτό ανάγκη. Τέτοιες περιπτώσεις
παρουσιάζονται και κατά τη διάρκεια ειδικών συνθηκών, όταν για παράδειγμα ένα
κράτος ή μία ένωση κρατών έχουν ανάγκη από συγκεκριμένα φαρμακευτικά προϊόντα.
Στην περίπτωση της Ελλάδα για παράδειγμα, ανά τακτά χρονικά διαστήματα
παρουσιάζεται ανάγκη για την εισαγωγή εξοπλιστικών προγραμμάτων λόγω εντάσεων
στο γεωπολιτικό γίγνεσθαι.
Πίνακας Ι.1.4: Ισοζύγιο Πληρωμών της Ελλάδα μέχρι τον Νοέμβριο του 2019
ΙΣΟΖΥΓΙΟ
ΠΛΗΡΩΜΩΝ
(εκατ.
ευρώ)
(προσωρινά στοιχεία)
2019
ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΤΡΕΧΟΥΣΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ ( Ι.Α + Ι.Β + Ι.Γ + Ι.Δ )
-2.032,0
ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΑΓΑΘΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ( I.Α + I.B)
-618,0
ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΑΓΑΘΩΝ ( I.Α.1 - I.Α.2)
-21.204,8
ΙΣΟΖΥΓΙΟ καυσίμων
-4.751,9
ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΑΓΑΘΩΝ χωρίς καύσιμα
-16.452,9
ΙΣΟΖΥΓΙΟ πλοίων
-269,1
ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΑΓΑΘΩΝ χωρίς πλοία
-20.935,7
ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΑΓΑΘΩΝ χωρίς καύσιμα και πλοία
-16.183,8
Εξαγωγές αγαθών
29.681,8
Καύσιμα
8.254,1
Πλοία (πωλήσεις)
83,7
Αγαθά χωρίς καύσιμα και πλοία
21.344,1
Εισαγωγές αγαθών
50.886,6
Καύσιμα
13.005,9
Πλοία (αγορές)
352,8
Αγαθά χωρίς καύσιμα και πλοία
37.527,8
Ι.Β
ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ( I.Β.1 - I.Β.2)
20.586,8
I.B.1
Εισπράξεις
37.876,0
Ταξιδιωτικό
17.862,7
I
Ι.A
I.A.1
I.A.2
20
C2 General
Μεταφορές
15.867,4
Λοιπές υπηρεσίες
4.146,0
Πληρωμές
17.289,2
Ταξιδιωτικό
2.489,3
Μεταφορές
10.371,9
Λοιπές υπηρεσίες
4.428,0
Ι.Γ
ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΠΡΩΤΟΓΕΝΩΝ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΩΝ (I.Γ.1 - I.Γ.2)
-1.359,6
I.Γ.1
Εισπράξεις
5.434,2
Από εργασία (αμοιβές,μισθοί)
224,5
Από επενδύσεις (τόκοι,μερίσματα,κέρδη)
2.538,9
Λοιπά πρωτογενή εισοδήματα
2.670,8
Πληρωμές
6.793,8
Από εργασία (αμοιβές,μισθοί)
1.294,4
Από επενδύσεις (τόκοι,μερίσματα,κέρδη)
5.113,9
Λοιπά πρωτογενή εισοδήματα
385,5
Ι.Δ
ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟΓΕΝΩΝ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΩΝ (I.Δ.1 - I.Δ.2)
-54,5
I.Δ.1
Εισπράξεις
2.953,0
Γενική κυβέρνηση
1.637,3
Λοιποί τομείς
1.315,7
Πληρωμές
3.007,5
Γενική κυβέρνηση
1.708,3
Λοιποί τομείς
1.299,2
ΙΙ
ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ (II.1 - II.2)
463,6
II.1
Εισπράξεις
930,1
Γενική κυβέρνηση
780,3
Λοιποί τομείς
149,8
Πληρωμές
466,5
Γενική κυβέρνηση
4,4
Λοιποί τομείς
462,1
ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΤΡΕΧΟΥΣΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ ΚΑΙ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ ( Ι + ΙΙ)
-1.568,5
I.B.2
I.Γ.2
I.Δ.2
II.2
ΙΣΟΖΥΓΙΟ
ΙII
ΙII.Α
ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΙII.Α+III.Β+ΙII.Γ+III.Δ )
(
-377,5
ΑΜΕΣΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ *
-2.977,9
Απαιτήσεις
469,5
Υποχρεώσεις
3.447,4
21
C2 General
ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ
ΙII.Β
ΙII.Γ
ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΧΑΡΤΟΦΥΛΑΚΙΟΥ *
24.138,2
Απαιτήσεις
26.420,1
Υποχρεώσεις
2.282,0
ΛΟΙΠΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ *
-21.435,2
Απαιτήσεις
-1.649,0
Υποχρεώσεις
19.786,1
(Δάνεια γενικής κυβέρνησης)
-4.740,9
III.Δ
ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΘΕΣΙΜΩΝ * *
-102,6
IV
ΤΑΚΤΟΠΟΙΗΤΕΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ( Ι + ΙΙ - III + IV=0)
1.191,0
Πηγή: Τράπεζα της Ελλάδας
Στην αντίθετη κατεύθυνση κινείται η περίπτωση που ένα κράτος έχει αυξημένες
ανάγκες να αυξήσει την προσφορά των προϊόντων ή των υπηρεσιών της. Τέτοιες
συνθήκες παρουσιάζονται κυρίως σε κράτη τα οποία έχουν παραγωγή για παράδειγμα
αγροτικών προϊόντων τα οποία υπερβαίνουν την εγχώρια ζήτηση και πρέπει με κάποιο
τρόπο να καταναλωθούν ή σε περίπτωση που ένα κράτος δημιουργεί μία πατέντα
απαραίτητη για χρήση σε όλο τον κόσμο. Σε τέτοιες καταστάσεις ένα κράτος έχει
ραγδαία αύξηση της προσφοράς και «αναγκάζεται» να εξάγει πολύ περισσότερο από
τις εισαγωγές που έχει πραγματοποιήσει.
1.5. Παράγοντες για τη Σταθεροποίηση του Ισοζυγίου
Πληρωμών των Χωρών
Όταν παρατηρείται μία μεγάλη αναταραχή στα ισοζύγια πληρωμών των χωρών
τότε είναι επιτακτική η ανάγκη αυτά να εξισορροπούνται τόσο για να βελτιωθεί η
οικονομική κατάσταση της χώρας που εξετάζεται αλλά και για να μην επηρεάζεται η
οικονομική μεγέθυνση της χώρας αυτής. Παρακάτω παρουσιάζονται κάποιες
στρατηγικές οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να επιτευχθεί η κατάσταση
αυτή.
Μία τακτική η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την εξισορρόπηση του
ισοζυγίου πληρωμών μία χώρας είναι να μεταβάλλει μία χώρα τις τιμές που υφίστανται
εντός αυτής όπως επίσης και να προσπαθήσει να μεταβάλλει τη ζήτηση και την
προσφορά στο εσωτερικό της. Μέσω της μεταβολής των τιμών των προϊόντων αλλά
22
C2 General
και των υπηρεσιών που υπάρχουν σε ένα κράτος μπορούν και να μεταβληθούν η
ζήτηση και η προσφορά. Κατά αυτό τον τρόπο μεταβάλλονται και οι ανάγκες αλλά και
οι δυνατότητες προσφοράς του κράτους αυτού και κατά επέκταση μεταβάλλονται και
οι εισαγωγές αλλά και οι εξαγωγές του κράτους. Τέλος, πολύ σημαντικό είναι να
λαμβάνονται υπόψιν και οι αποταμιεύσεις που επιθυμεί ένα κράτος να διατηρεί (E.C.B.
2006).
Επιπρόσθετα, για την εξισορρόπηση του ισοζυγίου των πληρωμών ενός
κράτους, αυτό μπορεί να προσπαθήσει να διαφοροποιήσει τα επιτόκια με τα οποία
δανείζει ή με αυτά τα οποία δανείζεται και αγοράζει χρηματοοικονομικά προϊόντα ,
κατάσταση η οποία είναι σχετικά δύσκολο να επιτευχθεί, ειδικά για κράτη τα οποία
αποτελούν κράτη μέλη ενώσεων, όπως είναι η Ελλάδα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τέλος, η αύξηση ή η μείωση της προσφοράς του χρήματος εντός κάποιο
κράτους είναι μία κατάσταση ικανή να μεταβάλλει την κατάσταση του ισοζυγίου
πληρωμών της. Μέσω της αύξησης ή της μείωσης της προσφοράς του χρήματος σε μία
οικονομία τότε στη συνέχεια μειώνεται και η προσφορά ή η ζήτηση προϊόντων και
υπηρεσιών. Ως εκ τούτου μειώνεται η αυξάνεται και η ζήτηση η οποία αφορά προϊόντα
τα οποία προέρχονται από το εξωτερικό. Αν τέτοιες στρατηγικές διατηρούνται εντός
μίας χώρας για μεγάλο χρονικό διάστημα και συγκεκριμένα για τουλάχιστον μία
διαχειριστική χρήση, τότε θα μεταβληθεί και σε μεγάλο βαθμό το ισοζύγιο πληρωμών
της χώρας αυτής (Francis,2008).
1.6. Επιπτώσεις του Ισοζύγιου Πληρωμών στην οικονομική
μεγέθυνσης
Το ισοζύγιο πληρωμών μίας χώρας επηρεάζει στο βραχυπρόθεσμο και
μακροχρόνιο ορίζοντα την μεγέθυνση μιας εθνικής οικονομίας. Όταν μία χώρα θέτει
συγκεκριμένους στόχους για το τι θέλει να επιτύχει αναφορικά με το ισοζύγιο
πληρωμών της και οι στόχοι αυτοί συμβαδίζουν με την οικονομική της μεγέθυνση τότε
κατά πάσα πιθανότητα η χώρα αυτή θα παρουσιάσει και μεγεθυμένα οικονομικά
μεγέθη. Σε περίπτωση όμως που μία χώρα παρουσιάζει μεγάλα ελλείμματα στο
ισοζύγιο πληρωμών της και γενικότερα δεν δείχνει να μπορεί να διαχειριστεί την
κατάσταση αυτή, τότε θα παρουσιάζει και μεγάλο πρόβλημα στην οικονομική της
κατάσταση με αποτέλεσμα να μην μπορεί να αναπτυχθεί.
23
C2 General
Για την διερεύνηση τέτοιων περιπτώσεων έχουν δημιουργηθεί συγκεκριμένες
στρατηγικές και θεωρίες για την παρακολούθηση της οικονομικής μεγέθυνσης μίας
χώρας όπως επίσης και θεωρητικά μοντέλα. Ένα πολύ σημαντικό μοντέλο που έχει
αναπτυχθεί για την εξέταση αυτής της σχέσης μεταξύ οικονομικής μεγέθυνσης και
ισοζυγίου πληρωμών είναι ο νόμος του Thirwall. Το μοντέλο αυτό στηρίζεται στη
σχέση:
y=x/π
όπου y
είναι ο ρυθμός οικονομικής που είναι συμβατός με ένα ισοζύγιο
πληρωμών σε ισορροπία , το χ είναι ο ποσοστό μεταβολής των εξαγωγών και τέλος το
π αφορά την εισοδηματική ελαστικότητα της ζήτησης για εισαγωγές. Συνεπώς, ο
ρυθμός αύξησης του πραγματικού εγχώριου εισοδήματος σε οποιαδήποτε χώρα
μακροπρόθεσμα ισούται με τον όγκο της αύξησης των εξαγωγών διαιρεμένο με την
εισοδηματική ελαστικότητα της ζήτησης για εισαγωγές.
Ωστόσο, αυτή η προσέγγιση δεν εξηγεί ικανοποιητικά την εμπειρία των
αναπτυσσόμενων χωρών, έτσι ώστε άλλοι οικονομολόγοι, κάποιοι που συνεργάζονται
με τον ίδιο τον εαυτό της, το έχουν εμπλουτίσει ώστε να συμπεριλάβουν και άλλα
στοιχεία του ισοζυγίου πληρωμών, όπως οι ροές κεφαλαίων (Thirlwall και Hussain,
1982) ή περιορισμός εξωτερικού χρέους (Moreno-Brid, 1989–99), ή περιορισμός
εξωτερικού χρέους συν πληρωμές τόκων (Moreno-Brid, 2003), καθώς και μια
προσέγγιση χωρίς περιορισμό εξωτερικού χρέους (Lima και Carvalho, 2009). Η
Βραζιλία επιλέγεται επειδή Είναι μια από τις μεγαλύτερες οικονομίες στη Λατινική
Αμερική, με μέσο ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης 5 τοις εκατό την περίοδο 1951–2008.
Το ερευνητικό ερώτημα στο οποίο βασίζεται η ανάλυση μπορεί να συνοψιστεί ως εξής:
Η οικονομική ανάπτυξη της Βραζιλίας περιορίστηκε από το ισοζύγιο πληρωμών κατά
την εν λόγω περίοδο; η μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε είναι η διόρθωση
σφαλμάτων φορέα (VEc). Για την εκτέλεση του VEc απαιτήθηκαν δοκιμές συνένωσης,
κάτι που δείχνει εάν υπάρχει μακροπρόθεσμη σχέση μεταξύ των χρονοσειρών. Η
εφαρμογή στο πρόβλημα των εξωτερικών περιορισμών ανάπτυξης απλοποιείται στον
τύπο που είναι γνωστός ως νόμος του thirlwall, ο οποίος εκφράστηκε παραπάνω. Το
πρώτο τεστ που χρησιμοποιήθηκε είναι η μέθοδος που πρότεινε ο Mccombie (1989), η
οποία ορίζει την υποθετική ελαστικότητα ως τον ρυθμό ανάπτυξης που κάνει το
πραγματικό και θεωρητικοί ρυθμοί ίσοι:
24
C2 General
(1)
όπου το a αντιπροσωπεύει τους μέσους ρυθμούς αύξησης των εξαγωγών και
εσόδων σε μια δεδομένη περίοδο. Επομένως, εάν το π * είναι στατιστικά διαφορετικό
από τον προβλεπόμενο ρυθμό, η υπόθεση ότι ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης
περιορίζεται από το ισοζύγιο πληρωμών απορρίπτεται. Μια εναλλακτική δοκιμασία
για το Mccombie's συνίσταται στην υποβάθμιση του πραγματικού εισοδήματος όσον
αφορά τους ρυθμούς ανάπτυξης και τη σύγκριση με το εισόδημα που εκτιμάται από το
μοντέλο που χρησιμοποιεί VEc, όπως προτάθηκε από τον Alonso (1999) Εάν το
εισόδημα που εκτιμάται από το μοντέλο είναι στατιστικά διαφορετικό από το μηδέν,
μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η ανάπτυξη περιορίζεται από το ισοζύγιο
πληρωμών. Αυτό σημαίνει ότι οι ρυθμοί ανάπτυξης μπορεί να συσχετιστούν
μακροπρόθεσμα. Οι Britto και Mccombie (2009) χρησιμοποιούν μια παρόμοια
μεθοδολογία. Η δοκιμή περιορισμού του ισοζυγίου πληρωμών στοχεύει να
προσδιορίσει εάν η ανάπτυξη της Βραζιλίας περιορίστηκε από τον εξωτερικό τομέα,
υπολογίζοντας την πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία με βάση το ακαθάριστο
εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) αποπληθωριστής. Πραγματοποιήθηκε επίσης μια δοκιμή
διαρθρωτικών διακοπών, όπως περιγράφεται αργότερα σε αυτήν τη μελέτη. Οι
ακόλουθες πηγές δεδομένων χρησιμοποιήθηκαν για την έρευνα που συνοψίζεται σε
αυτήν τη μελέτη. Τα στατιστικά στοιχεία των εισαγωγών της Βραζιλίας συλλέχθηκαν
από την κεντρική τράπεζα της βάσης δεδομένων της Βραζιλίας και αποπληθωρισμένο
από τις ΗΠΑ δείκτης τιμών παραγωγού (PPI) για το 2005. Τα δεδομένα για το
βραζιλιάνικο ΑΕΠ σε σταθερές τιμές συλλέχθηκαν από το IBgE, το εθνικό γραφείο
απογραφής και στατιστικών. η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία υπολογίστηκε
χρησιμοποιώντας τιμές διαπραγματεύσιμων αποπληθωρισμένων από τις ΗΠΑ ΔΤΙ για
το 2005 και εγχώριες τιμές αποπληθωρισμένες από τον έμμεσο αποπληθωριστή τιμών
του ΑΕΠ η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία υπολογίστηκε με τον συνήθη τρόπο:
(2)
Όπου:

R * είναι u.S. οι τιμές παραγωγού βασίζονται σε 100 το 2005
25
C2 General

P είναι οι τιμές καταναλωτή της Βραζιλίας με βάση 100 το 2005

E είναι η ονομαστική συναλλαγματική ισοτιμία αγοράς Brl / uSD (αγορά) στο
τέλος της περιόδου

ER είναι η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία.
Συγκεντρώθηκαν δεδομένα για το αποπληθωριστή της έμμεσης τιμής του ΑΕΠ
από το IPEA-DAtA. Τα δεδομένα ισοζυγίου πληρωμών συλλέχθηκαν από την κεντρική
τράπεζα της Βραζιλίας (BcB) και ξεφουσκώθηκαν από τις ΗΠΑ δείκτης τιμών
καταναλωτή (cPI). Έτσι, οι κύριες πηγές δεδομένων ήταν IPEA-DAtA, IBgE και BcB.
Μια ανάλυση της προσέγγισης του Thirlwall και των θεωρητικών εξελίξεων που
βασίζονται σε αυτόν. Ένας τρόπος για να προσδιοριστεί εάν μια οικονομία περιορίζεται
από το ισοζύγιο πληρωμών είναι να χρησιμοποιηθεί η προσέγγιση που αναπτύχθηκε
αρχικά από το Thirlwall (1979). Ξεκινώντας από την απλοποίηση της υπόθεσης ότι οι
καθαρές ροές ξένου κεφαλαίου είναι μηδενικές και οι όροι του εμπορίου παραμένουν
σταθεροί, ο Thirlwall και οι συγγραφείς που τον ακολούθησαν καταλήγουν στο
συμπέρασμα ότι ο μακροπρόθεσμος ρυθμός αύξησης του εισοδήματος μιας χώρας
εξαρτάται από τον ρυθμό αύξησης των εξαγωγών σε σχέση με το ελαστικότητα
εισοδήματος της ζήτησης για εισαγωγές και επίσης, σε πιο πολύπλοκα μοντέλα, το
μακροπρόθεσμο καθαρό υπόλοιπο του λογαριασμού κεφαλαίου (Barbosa Filho, 2002,
2004; Moreno-Brid, 1998–99, 2003; Thirlwall and Hussain, 1982). Ο νόμος, ο οποίος
μπορεί να εκπροσωπείται περίπου με y = x / π, σημαίνει ότι, μακροπρόθεσμα, ο ρυθμός
αύξησης του εγχώριου εισοδήματος αντιστοιχεί στον ρυθμό αύξησης των εξαγωγών
δια του ελαστικού εισοδήματος της ζήτησης για εισαγωγές. Αυτό είναι το δυναμικό
ανάλογο του πολλαπλασιαστή εμπορίου Harrod (Harrod, 1933), όπως αναθεωρήθηκε
από τον Kaldor (1966, 1970, 1972, 1975) και από τους Kennedy και Thirlwall (1979).
Ο αρχικός πολλαπλασιαστής σκληρού εμπορίου προϋποθέτει ότι οι όροι του εμπορίου
είναι σταθεροί και ότι δεν υπάρχει καμία αποταμίευση, επένδυση ή κυβερνητική
δραστηριότητα. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι όροι του εμπορίου θεωρούνται σταθεροί
στο έργο του Thirlwall και τα μοντέλα που βασίζονται σε αυτό από πολλούς μετέπειτα
συγγραφείς.
Η προσέγγιση τoυ Thirlwall στην εξωτερική περιορισμένη ανάπτυξη, αυτή η
ενότητα εξετάζει τα εξωτερικά περιορισμένα μοντέλα ανάπτυξης που προέρχονται από
το αρχικό μοντέλο Thirlwall. Το μοντέλο αύξησης του ισοζυγίου πληρωμών που
αναπτύχθηκε από τον Thirlwall λέει ότι ο ρυθμός ανάπτυξης που είναι συμβατός με
26
C2 General
την ισορροπία ισοζυγίου πληρωμών για οποιαδήποτε χώρα είναι μια άμεση σχέση
μεταξύ της ελαστικότητας εισοδήματος της εξωτερικής ζήτησης για τις εξαγωγές της
και της ελαστικότητας εισοδήματος της ζήτησης για εισαγωγές.
Σε ισορροπία:
(3)
Όπου:

Yd = ρυθμός αύξησης του εγχώριου εισοδήματος

Yw = ρυθμός αύξησης εισοδήματος από το εξωτερικό

ξ = ελαστικότητα εισοδήματος της ζήτησης για εξαγωγές

π = ελαστικότητα εισοδήματος της ζήτησης για εισαγωγές.
Στην αρχική διατύπωση, ο Thirlwall (1979) καθορίζει την κατάσταση εξωτερικής
ισορροπίας ως εξής:
(4)
Όπου:

X είναι όγκος εξαγωγών

Pd είναι η εγχώρια τιμή των εξαγωγών

M είναι ο όγκος των εισαγωγών

Pf είναι η ξένη τιμή των εισαγωγών και το E είναι η ονομαστική
συναλλαγματική ισοτιμία.
Η εξίσωση (2) εκφραζόμενη σε όρους ανάπτυξης είναι:
(5)
Επειδή η εξωτερική ζήτηση για εξαγωγές, καθώς και η εσωτερική ζήτηση για
εισαγωγές, εξαρτάται από σχετικές τιμές, ελαστικότητα τιμών και εισοδήματος και από
το εγχώριο και το εξωτερικό εισόδημα (Y και z, αντίστοιχα), προκύπτει ότι:
27
C2 General
(6)
Όπου:

a και b είναι σταθερές

ψ είναι η ελαστικότητα των τιμών των εισαγωγών

π είναι η ελαστικότητα εισοδήματος της ζήτησης για εισαγωγές

η είναι η ελαστικότητα των τιμών των πρώτων λιμένων και ε είναι η
ελαστικότητα εισοδήματος της ζήτησης για εξαγωγές.
Οι εξισώσεις (4) και (5) εκφρασμένες σε όρους ρυθμού ανάπτυξης είναι οι εξής:
(7)
Η αντικατάσταση (6) και (7) στο (3) και η επίλυση για y δίνει τη λύση για τον
ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης που συνάδει με την αύξηση του ισοζυγίου πληρωμών.
(8)
Εάν οι όροι του εμπορίου ή η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία είναι
σταθεροί (e = 0) και εάν υποτεθεί επίσης ότι ο εξωτερικός πληθωρισμός είναι ίσος με
τον εγχώριο πληθωρισμό (pd - pf = 0), τότε η Εξίσωση (8) απλοποιείται στην έκφραση
γνωστός ως νόμος του Thirlwall:
(9)
Έτσι, η μακροχρόνια επέκταση του πραγματικού εγχώριου εισοδήματος μιας
χώρας οφείλεται στον λόγο αύξησης των εξαγωγών προς την ελαστικότητα
εισοδήματος των εισαγωγών (Moreno-Brid και Pérez, 2003). Οι συνεχείς όροι της
εμπορικής υπόθεσης έχουν επικριθεί, κυρίως από νεοκλασικούς οικονομολόγους γιατί
σημαίνει ότι το ισοζύγιο πληρωμών (BOP) προσαρμόζεται μέσω εισοδήματος και όχι
28
C2 General
τιμών, ένας πολύ σημαντικός παράγοντας για τους νεοκλασικούς. Ο Thirlwall (1979)
υποστηρίζει ότι η προσαρμογή BOP μέσω των τιμών δεν υποστηρίζεται από τα
εμπειρικά στοιχεία. Συμπεριλαμβανομένου του περιορισμού του εξωτερικού χρέους:
Moreno-Brid (2003) Moreno-Brid (2003) αναδιατυπώνει το συμβατικό μοντέλο
Thirlwall για να αποτυπώσει την επίδραση του περιορισμού που δημιουργείται από τις
ροές κεφαλαίου , συμπεριλαμβανομένων ρητά πληρωμών τόκων, οι οποίες λείπουν
από το μοντέλο του 1998–99. Ξεκινώντας από τις συναρτήσεις εξαγωγής και ζήτησης
εισαγωγής, Εξισώσεις (6) και (7), προτείνει μια εναλλακτική μορφή για αυτές,
προσθέτοντας στις εξισώσεις του αρχικού μοντέλου για τις εξαγωγές και εισάγει μια
άλλη συνθήκη για την ισορροπία BOP, που εκφράζεται ως εξής:
Όπου:

r είναι η μεταβολή του καθαρού ενδιαφέροντος

θ1 και θ2 είναι οι λόγοι που μετρήθηκαν στην αρχική περίοδο:
Εισάγει επίσης σε αυτές τις λειτουργίες ζήτησης εξαγωγής και εισαγωγής μια
βιώσιμη συνθήκη συσσώρευσης χρέους που καθορίζεται από την αναλογία του
τρεχούμενου λογαριασμού προς το ΑΕΠ:
Όσον αφορά τα ποσοστά διακύμανσης, αυτή η εξίσωση αποδίδει:
Αντικαθιστώντας αυτόν τον περιορισμό χρέους Εξίσωση (14) στην Εξίσωση (10)
και λύνοντας για το y, το σύστημα Εξισώσεων (6), (7), (10), (11) και (12) επιτυγχάνει
τον ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης σύμφωνα με το ισοζύγιο -ισορροπία πληρωμών,
29
C2 General
συμπεριλαμβανομένων τώρα ρητά πληρωμών τόκων και επιβολής περιορισμού στο
εξωτερικό χρέος:
Επιπλέον, εάν pd = e + pf, δηλαδή, υποθέτοντας ότι οι εξωτερικοί και εσωτερικοί
ρυθμοί πληθωρισμού είναι οι ίδιοι και η ονομαστική συναλλαγματική ισοτιμία δεν
επηρεάζει μακροπρόθεσμα, τότε:
Είναι προφανές από την εξίσωση ισορροπίας BOP, επομένως, ότι το
μακροπρόθεσμο επιτόκιο ισορροπίας μπορεί να αλλάξει εντελώς με την εισροή και
εκροή κεφαλαίου, καθώς και τις πληρωμές τόκων και αποπληρωμών. Η Moreno-Brid
(2003) δοκιμάζει την εμπειρική επάρκεια του μοντέλου εφαρμόζοντάς το στην
υπόθεση του Μεξικού την περίοδο 1967–99, χρησιμοποιώντας τη μεθοδοδολογία που
πρότεινε ο Mccombie (1997) περιλαμβάνει μεταβλητές για την εκτίμηση των εμποδίων
μη δασμών στην προδιαγραφή της ελαστικότητας της ζήτησης εισαγωγής.
Συμπεριλαμβανομένων των ροών κεφαλαίου χωρίς περιορισμούς στο εξωτερικό χρέος:
οι εκδόσεις Lima και Carvalho (2009) και Carvalho (2009) μεταβάλλουν ορισμένες
σχέσεις στο μοντέλο που πρότεινε ο Moreno-Brid (2003), το οποίο τώρα εκφράζεται
ως εξής:
Αναδιατύπωση
της εξίσωσης (17) όσον αφορά τους ρυθμούς ανάπτυξης
αποφέρει:
Όπου:

f είναι η πραγματική αξία των ροών κεφαλαίου

r είναι η πραγματική αξία των κεφαλαιακών υπηρεσιών
30
C2 General
Και οι δύο μετρούνται σε ξένο νόμισμα. Έτσι, χρησιμοποιώντας τις λειτουργίες
ζήτησης εισαγωγής και εξαγωγής, λύνοντας το σύστημα Εξισώσεων (6), (7), (11), (12)
και (10), και η επίλυση για y αποδίδει τον ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης σύμφωνα με
το ισοζύγιο πληρωμών ισορροπία, λογιστική για τις ροές κεφαλαίου και το εξωτερικό
ενδιαφέρον και χωρίς να επιβάλλει περιορισμούς στις εισροές κεφαλαίων, όπως και ο
Moreno-Brid (2003):
Οι προδιαγραφές του μοντέλου που ανέπτυξαν οι Lima και Carvalho (2009) είναι
ενδιαφέρουσες επειδή καταγράφουν τον λογαριασμό κεφαλαίου και τις πληρωμές για
κεφαλαιουχικές υπηρεσίες, καθώς και τους όρους συναλλαγής. Είναι σημαντικό να
σημειωθεί η απουσία περιορισμών στην ξένη χρηματοδότηση ή στο εξωτερικό χρέος,
μια βασική μεταβλητή υπό το φως της πρόσφατης εξέλιξης του ισοζυγίου πληρωμών
για τη Βραζιλία. Ορισμένες αιτήσεις στη Βραζιλία –69, καταλήγοντας στο
συμπέρασμα ότι οι εξαγωγές αντιστοιχούσαν στο 4 τοις εκατό, οι σχετικές κινήσεις
των τιμών για το 0,1 τοις εκατό και οι ροές κεφαλαίου για το 5,4 τοις εκατό του μέσου
ρυθμού ανάπτυξης, που ήταν 9,5 τοις εκατό ετησίως κατά την περίοδο. Σε μια μελέτη
του νόμου του Thirlwall όπως ισχύει στην Αργεντινή, τη Βραζιλία, το Μεξικό και την
Κολομβία, οι López και Cruz (2000) εστιάζουν στη σημασία των όρων του εμπορίου
ως καθοριστικού παράγοντα της οικονομικής ανάπτυξης. Αντιμετωπίζουν την
πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία ως εργαλείο οικονομικής πολιτικής που μπορεί
να ευνοήσει την ανάπτυξη ακόμη και όταν υπάρχουν περιορισμοί στο ισοζύγιο
πληρωμών. Οι López και Cruz (2000) καταλήγουν σε τρία σημαντικά συμπεράσματα:
επιβεβαιώνουν το νόμο του Thirlwall για τις εν λόγω οικονομίες. καταδεικνύουν μια
μακροπρόθεσμη σχέση μεταξύ του ΑΕΠ και της πραγματικής συναλλαγματικής
ισοτιμίας · και δείχνουν επίσης μια σχέση μεταξύ της συναλλαγματικής ισοτιμίας και
της συνολικής ζήτησης για τις επιλεγμένες χώρες. Οι López και Cruz (2000) ξεκινούν
με μια συζήτηση γραφημάτων που δείχνουν σαφώς τις σχέσεις μεταξύ της αύξησης του
ΑΕΠ και των ρυθμών αύξησης των εξαγωγών και των εισαγωγών. Η μελέτη δείχνει
επίσης σαφώς μια μακροπρόθεσμη σχέση μεταξύ της συναλλαγματικής ισοτιμίας και
του εμπορικού ισοζυγίου, αμφισβητώντας την υπόθεση ότι οι όροι του εμπορίου είναι
σταθεροί ή άυλοι μακροπρόθεσμα. Από την άλλη πλευρά, σε μια ανάλυση
συγχώνευσης των μεταβλητών του ΑΕΠ και των εξαγωγών βρίσκουν έναν φορέα
31
C2 General
ολοκλήρωσης που αρκεί για να επιβεβαιώσει την εγκυρότητα του νόμου του Thirlwall
για όλες τις ενδιαφερόμενες χώρες. Επιπλέον, Granger Οι δοκιμές αιτιότητας
υποδεικνύουν την κατεύθυνση της αιτιώδους συνάφειας από τις εξαγωγές στο ΑΕγχΠ,
επιβεβαιώνοντας και πάλι το νόμο του Thirlwall. Χρησιμοποιούν φορέα
αυτοανάπτυξης (VAr) για να ελέγξουν την υπόθεση ότι οι όροι συναλλαγών είναι
σταθεροί. Ωστόσο, για την Αργεντινή και τη Βραζιλία, η υποτίμηση του νομίσματος
θα μείωνε το ΑΕΠ, ενώ για την Κολομβία και το Μεξικό ισχύει το αντίστροφο - η
υποτίμηση αυξάνει το ΑΕΠ. για να αναλύσει την κατάσταση Marshall-lerner
χρησιμοποιούν το VAr για να ελέγξουν το εμπορικό ισοζύγιο ως εξαρτημένη
μεταβλητή και για να ελέγξουν το εξωτερικό παραγωγή, εγχώρια παραγωγή και οι όροι
του εμπορίου ως ανεξάρτητες μεταβλητές. Όπως αναμενόταν, η ξένη παραγωγή
συσχετίζεται θετικά με το ισοζύγιο πληρωμών και το εγχώριο προϊόν συσχετίζεται
αρνητικά. Τα ευρήματά τους επιβεβαιώνουν την ύπαρξη μακροχρόνιων σχέσεων για
τη Βραζιλία μεταξύ των μεταβλητών, των όρων του εμπορίου και του παγκόσμιου
εισοδήματος. εφαρμόζουν επίσης ένα μοντέλο διόρθωσης σφαλμάτων και
καταφέρνουν να εξηγήσουν βραχυπρόθεσμες παραλλαγές σε αυτές τις μεταβλητές.
διαιρούν την περίοδο που αναλύθηκε ως εξής: πρώτα, ανάπτυξη με γνώμονα τις
εξαγωγές, 1890-1930. δεύτερον, υποκατάσταση εισαγωγών, 1930–73. τότε σταματούν
γιατί κατά την άποψή τους ο λογαριασμός κεφαλαίου γίνεται σχετικός με την
οικονομική ιστορία της Βραζιλίας μετά το 1930 και το μοντέλο τους δεν περιλαμβάνει
τον
λογαριασμό
κεφαλαίου.
η
επιλογή
της
περιόδου
δικαιολογείται
ως
αντιπροσωπεύοντας κατά προσέγγιση τη διαδικασία υποκατάστασης εισαγωγών, όταν
η οικονομική ανάπτυξη στη Βραζιλία οδήγησε σε υποκατάσταση εισαγωγών, ειδικά
μετά το 1930, και οι περιορισμοί του ισοζυγίου πληρωμών έγιναν ιδιαίτερα εμφανείς,
ειδικά γύρω στο 1970. , Bértola et al. (2002) ξεκίνησαν να προσδιορίζουν τη σειρά
ολοκλήρωσης των μεταβλητών που περιλαμβάνονται στο μοντέλο, δηλαδή, εγχώρια
παραγωγή, όροι συναλλαγών και εξωτερικό εισόδημα. Όταν αντιμετωπίζουν τα
δεδομένα λαμβάνοντας την πρώτη διαφορά και χρησιμοποιώντας λογάριθμους στις
μεταβλητές, το αποτέλεσμα της επαυξημένης δοκιμής Dickey – Fuller (ADF) είναι ότι
οι μεταβλητές συσχετίζονται μακροπρόθεσμα. η συνθήκη Marshall-lerner δεν
επικυρώνεται για τα δεδομένα της Βραζιλίας. το σύμβολο είναι το αντίθετο από αυτό
που αναμένεται κανονικά και το αποτέλεσμα δεν είναι στατιστικά σημαντικό. Στην
περίπτωση της παραγωγής και του εξωτερικού εισοδήματος, ωστόσο, οι παράμετροι
διαφέρουν σημαντικά από το μηδέν. το τεστ αιτιότητας επιβεβαιώνει την υπόθεση ότι
32
C2 General
η οικονομική ανάπτυξη της Βραζιλίας καθορίζεται από τις εξαγωγές, τουλάχιστον
όσον αφορά το ισοζύγιο πληρωμών. Οι όροι του εμπορίου δεν είναι σημαντικοί για
βραχυπρόθεσμες διακυμάνσεις, αλλά το 41% αυτών των παραλλαγών που
παρατηρήθηκαν κατά την περίοδο μπορεί να αποδοθεί στο νόμο του Thirlwall.
Ο Jayme (2003) δοκιμάζει το νόμο του Thirlwall για τη Βραζιλία το 1955–98
χρησιμοποιώντας συντεταγμένο και VEc για να κατανοήσει τη βραχυπρόθεσμη
δυναμική των εξαγωγών μεταβλητών και της εγχώριας παραγωγής ή του ΑΕγχΠ. Οι
δοκιμές επικυρώνουν την υπόθεση ότι οι εξαγωγές εξηγούν τη δυναμική της εγχώριας
παραγωγής. Τα ευρήματά του επιβεβαιώνουν τον νόμο του Thirlwall στην περίπτωση
της Βραζιλίας, όπου η αύξηση του ΑΕΠ σχετίζεται με τις εξαγωγές τουλάχιστον όσον
αφορά το ισοζύγιο πληρωμών. Χρησιμοποιώντας συναρτήσεις απόκρισης, καταλήγει
στο συμπέρασμα ότι η αιτιότητα είναι αμφίδρομη, με την εγχώρια παραγωγή να
επηρεάζει τις εξαγωγές και το αντίστροφο. Lima και Carvalho (2009) αναλύουν την
οικονομία της Βραζιλίας από το 1930–2004. Η συζήτηση επικεντρώνεται αρχικά σε
μια ιστορική ανάλυση, ξεκινώντας από τη διαδικασία υποκατάστασης εισαγωγών και
παρουσιάζοντας μια κριτική για το νέο οικονομικό μοντέλο που υιοθέτησε η
βραζιλιάνικη κυβέρνηση τη δεκαετία του 1990, όταν η οικονομική ανάπτυξη ήταν πιο
αργή από ό, τι τα προηγούμενα χρόνια. η συζήτησή τους για την ανάπτυξη που
περιορίζεται από το ισοζύγιο πληρωμών καινοτομεί συμπεριλαμβάνοντας τις ροές
κεφαλαίων και τις υπηρεσίες χωρίς εξωτερικούς περιορισμούς οποιουδήποτε είδους.
Αρχικά εκτιμούν τη συνάρτηση εισαγωγής για το 1930–2004 χρησιμοποιώντας τη
συνένωση. Βρίσκουν τουλάχιστον μία ρίζα μονάδας για κάθε μεταβλητή, πράγμα που
σημαίνει ότι η παλινδρόμηση δεν είναι πλαστή και οι μεταβλητές συσχετίζονται σε
κάποιο βαθμό μακροπρόθεσμα. Ωστόσο, η εκτίμηση VAr της συνάρτησης εισαγωγής
δείχνει ότι η συναλλαγματική ισοτιμία δεν είναι σημαντική. Ορισμένοι συγγραφείς,
όπως η Barbosa-Filho (2001), αυξάνουν την πιθανότητα ότι η συναλλαγματική
ισοτιμία μπορεί να επηρεάσει τις παραμέτρους ελαστικότητας, συμπεριλαμβανομένης
της ελαστικότητας εισοδήματος των εισαγωγών. Στη συνέχεια, εκτελούν μια
συνηθισμένη παλινδρόμηση ελάχιστων τετραγώνων (OlS) για την περίοδο 1930–2004
και δοκιμάζουν μια πιθανή διαρθρωτική διακοπή του ελαστικού εισοδήματος των
εισαγωγών χρησιμοποιώντας πλαγιές. Αυτή η δοκιμή επικυρώνει την υπόθεση ότι ένα
τέτοιο διάλειμμα πράγματι συμβαίνει με την εφαρμογή ενός νέου οικονομικού
μοντέλου το 1994. Τέλος, αναλύουν τους συσχετισμούς μεταξύ της ελαστικότητας και
33
C2 General
της δυναμικής της βιομηχανίας, επιβεβαιώνοντας την υπόθεση ότι το νέο οικονομικό
μοντέλο οδηγεί σε αποσύνδεση βιομηχανικής δυναμικής και αυτών των συσχετίσεων,
χωρίς εμφανή σχέση μεταξύ της τεχνολογικής συνιστώσας και της τελευταίας για το
νέο μοντέλο μακροοικονομικής διαχείρισης, πράγμα που σημαίνει ότι στο νέο μοντέλο
το τεχνολογικό στοιχείο δεν επηρεάζει την αύξηση του ΑΕΠ. το έργο των Lima και
Carvalho ( 2009) είναι ενδιαφέρον με διάφορους τρόπους. Είναι σημαντικό να
σημειωθεί ότι κατά την περίοδο πριν από το 1973, η δυναμική της οικονομικής
ανάπτυξης στη Βραζιλία φαίνεται να επηρεάστηκε περισσότερο από παράγοντες που
σχετίζονται με την εγχώρια αγορά ή με το μοντέλο υποκατάστασης εισαγωγών παρά
από ορισμένα στοιχεία του ισοζυγίου πληρωμών, όπως οι υπηρεσίες και οι ροές ξένων
κεφαλαίων. Από την άποψη αυτή, οι Bértola et al. (2002) φαίνεται να προσφέρουν μια
καλύτερη εξήγηση της οικονομικής ανάπτυξης μεταξύ του 1930 και του 1973. Από την
άλλη πλευρά, οι προδιαγραφές που πρότειναν οι Lima και Carvalho (2009), όπως
περιγράφεται στις προηγούμενες παραγράφους, φαίνεται να εξηγεί καλά τα dy-namics
της οικονομικής ανάπτυξης μετά το 1973, όπου αυτά τα στοιχεία μπορεί να έχουν
επηρεάσει τον περιορισμό του ισοζυγίου πληρωμών. Οι Britto και Mccombie (2009)
δοκιμάζουν το νόμο του Τhirlwall για τη Βραζιλία στην περίοδο 1951–2006. Με βάση
το ADF, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι χρονικές σειρές για τις εισαγωγές, το
εγχώριο εισόδημα και οι όροι του εμπορίου είναι σταθερές εάν χρησιμοποιείται η
πρώτη διαφορά καταγραφής. Βρίσκουν επίσης ότι η σειρά είναι VAr (2), η οποία είναι
ισοδύναμη με το VEc (1), πράγμα που σημαίνει ότι υπάρχει μακροπρόθεσμη συσχέτιση
μεταξύ των μεταβλητών εκτός από τους όρους συναλλαγών, οι οποίοι δεν είναι
σημαντικοί για τη συγκεκριμένη περίοδο. υποστηρίζουν ότι ο νόμος του τhirlwall και
η επικύρωσή του με οικονομετρικές μεθόδους δείχνουν τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη
σύμφωνα με τη θεωρία των Καλδόρων, στην οποία η μακροπρόθεσμη ανάπτυξη
αντανακλά τα χαρακτηριστικά της παραγωγής σε οποιαδήποτε δεδομένη χώρα και
αυτά με τη σειρά τους αντικατοπτρίζονται από την ελαστικότητά του. Έτσι, οι σχέσεις
μεταξύ των ελαστικών μεταβάλλονται μετά την υιοθέτηση ενός νέου μοντέλου
μακροοικονομικής διαχείρισης από τη Βραζιλία με την εφαρμογή του πραγματικού
σχεδίου, οδηγώντας σε απώλεια δυναμισμού από τη βραζιλιάνικη οικονομία. Τέλος, ο
Silveira et al (2010) ξεκίνησε να διερευνά ορισμένες από τις αιτιώδεις σχέσεις μεταξύ
της ανάπτυξης του Εθνικού Συστήματος Καινοτομίας της Βραζιλίας (SNI), της
ελαστικότητας εισοδήματος της ζήτησης για εισαγωγές και εξαγωγές και της
οικονομικής ανάπτυξης. Καταβάλλουν κάθε προσπάθεια να δείξουν πώς οι διαφορές
34
C2 General
μεταξύ των ποσοστών αύξησης της εγχώριας παραγωγής συνδέονται με διαφορετικές
ελαστικότητες εισοδήματος, οι οποίες καθορίζονται από τον βαθμό ωριμότητας του
SNI. το λίτρο σχετικά με τα εθνικά συστήματα καινοτομίας προτείνει ότι η
διαφοροποίηση της εγχώριας παραγωγής επηρεάζει άμεσα τις εμπορικές ροές,
ευνοώντας τις εξαγωγές αγαθών με περισσότερο τεχνολογικό περιεχόμενο και υψηλή
ελαστικότητα εισοδήματος, καθώς και τις εισαγωγές πιο βασικών αγαθών και
χαμηλότερη ελαστικότητα εισοδήματος. Επομένως, δοκιμάζουν τη σχέση μεταξύ
εξαγωγών και εισαγωγών αγαθών υψηλής τεχνολογίας και αιτήσεων διπλωμάτων
ευρεσιτεχνίας ως πληρεξούσιο για την ανάπτυξη του SNI. Τα ευρήματά τους
επιβεβαιώνουν την υπόθεση ότι ένα υψηλότερο ποσοστό εγχώριων και ξένων
διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας αυξάνει τις εξαγωγές αγαθών υψηλής τεχνολογίας μέσω
λειτουργιών απόκρισης παλμών και πρόβλεψης αποσύνθεσης σφαλμάτων.
Στην συγκεκριμένη σχέση όμως δεν λαμβάνεται υπόψη η οικονομική δυναμική
των υπο μελέτη οικονομιών, η οποία συνιστά μία σημαντική συνισταμένη. Ως εκ
τούτου, έχουν έκτοτε αναπτυχθεί και άλλα μοντέλα τα οποία μπορούν να απαντήσουν
στην ερώτηση του αν η οικονομική μεγέθυνση μίας χώρας επηρεάζεται από το ισοζύγιο
πληρωμών της και σε ποιο βαθμό.
Οι βασικότερες σχέσεις που έχουν αναπτυχθεί διαχρονικά για την εξέταση της
σχέσης αυτής είναι η προσέγγιση του Thirwall, η οποία αναπτυχθείσα το 1982,
εισηγείται την σύγκριση των ροών των κεφαλαίων με τους ρυθμούς οικονομικής
μεγέθυνσης των διαφόρων χωρών. Η θεώρηση των Moreno και Brid (2003) η οποία
συνυπολογίζει στην εξίσωση και το εξωτερικό χρέος μία χώρας. Η οικονομετρική
μέθοδος Vector Autoregressive, με την βοήθεια της οποίας διερευνώνται οι επιπτώσεις
του εξωτερικού τομέα στην οικονομική μεγέθυνση. Τα εμπειρικά ευρήματα
ταξινομούνται ανά κλίμακα στην οποία εισάγονται διάφορες τιμές των χωρών της
ανάλυσης. Με την τελευταία τεχνική δύναται να βγουν ασφαλή πορίσματα σχετικά με
τον εάν η οικονομική μεγέθυνση των υπό εξέταση χωρών εξαρτάται από το ισοζύγιο
πληρωμών τους (Mc Combie, 2009).
Η σχέση μεταξύ ισοζυγίου πληρωμών και οικονομικής μεγέθυνσης διερευνάται
συμπεριλαμβάνοντας στην ανάλυση με τη ζήτηση και προσφορά τόσο στο εσωτερικό
μίας χώρας αλλά και αναφορικά με τις εισαγωγές και της εξαγωγές της, η ελαστικότητα
των εισαγωγών και εξαγωγών ως προς τις τιμές τους, η γενικότερη οικονομική της
κατάσταση, το εξωτερικό χρέος, η συναλλαγματική ισοτιμία και οι ροές κεφαλαίων.
35
C2 General
1.7. Οι υποθέσεις έρευνας της διπλωματικής εργασίας
Για τη διερεύνηση της επίδρασης του ισοζυγίου πληρωμών μίας χώρας στην
οικονομική
της
μεγέθυνση
θα
χρησιμοποιηθούν
και
θα
εξεταστούν
με
οικονομοτεχνικές αλλά και στατιστικές μεθόδους, τα δεδομένα επτά χωρών κατά την
περίοδο . Πρόκειται για τέσσερεις χώρες της Λατινικής Αμερικής, και συγκεκριμένα
για την Αργεντινή, Βραζιλία, Ουρουγουάη, Βενεζουέλα, σε αυτές προστίθεται και η
Ελλάδα καθώς και δύο ακόμη πιο ανεπτυγμένες οικονομικά χώρες, η Γερμανία και η
Σουηδία. Το κριτήριο επιλογής των χωρών ανάλυσης ήταν το επίπεδο οικονομικής
ανάπτυξης της χώρας.
Είναι χρήσιμο να εξεταστούν χώρες διαφόρων δυναμικοτήτων καθώς είναι εν
μέρει λογικό κράτη τα οποία κατά τα άλλα βρίσκονται σε κακή οικονομική κατάσταση
να έχουν και μειωμένη οικονομική μεγέθυνση, ανεξάρτητα από το ισοζύγιο πληρωμών
τους. Για αυτό και θα συμπεριληφθούν κράτη τα οποία βρίσκονται σε μία γενικά καλή
κατάσταση αναφορικά με την οικονομία τους.
Για την εξέταση των δεδομένων αυτών θα χρησιμοποιηθούν οι μέθοδοι οι
οποίοι προαναφέρθηκαν έτσι ώστε να προκύψει το συμπέρασμα του αν και σε ποιο
βαθμό υπάρχει εξάρτηση ισοζυγίου πληρωμών και οικονομικής μεγέθυνσης. Καταρχάς
θα παρατεθούν τα δεδομένα της εκάστοτε χώρας, θα εξεταστούν με βάση τις
οικονομοτεχνικές μεθόδους και θα προκύψει τέλος ένα συνολικό συμπέρασμα
(Sharma, 2005).
Οι υποθέσεις στις οποίες βασίζεται η έρευνα μας είναι:
 Οι διεθνείς οικονομικές συναλλαγές επηρεάζουν το ισοζύγιο πληρωμών μιας
χώρας
 Οι διεθνείς οικονομικές συναλλαγές επηρεάζουν την ελευθερία και την
αποτελεσματικότητα με την οποία οι κυβερνήσεις χρησιμοποιούν τη
δημοσιονομική και τη νομισματική πολιτική για σκοπούς οικονομικής
σταθερότητας και οικονομικής ανάπτυξης.
 Η άσκηση διαφορετικής νομισματικής πολιτικής στο εσωτερικό από αυτή που
ακολουθούν οι χώρες με τις οποίες το κράτος συναλλάσσεται επηρεάζεται το
ισοζύγιο πληρωμών της χώρας.
36
C2 General
 Ελλείμματα και πλεονάσματα στο ισοζύγιο πληρωμών είναι δυνατό να
δημιουργηθούν και με την αύξηση της ζήτησης για εισαγόμενα προϊόντα ή και
από περιορισμούς στις εισαγωγές εναντίον αλλοδαπών προϊόντων
 Οι διακυμάνσεις στις προτιμήσεις των καταναλωτών, η τεχνολογική εξέλιξη
και οι μεταβολές στην κοινωνία επηρεάζουν, συνήθως αρνητικά, το ισοζύγιο
πληρωμών, όσον αφορά την προσφορά αγαθών και υπηρεσιών.
37
C2 General
Κεφάλαιο Δεύτερο
Περιγραφική Στατιστική και Παρουσίαση Μεταβλητών που θα
Χρησιμοποιηθούν στην Οικονομετρική Ανάλυση
2.1 Εισαγωγή
Στο δεύτερο κεφάλαιο της διατριβής, αναφορικά με τη σχέση που έχουν τα
ισοζύγια πληρωμών συγκεκριμένων κρατών, παρουσιάζεται θεωρητικά το πως
ακριβώς θα πραγματοποιηθεί η ανάλυση της σχέσης αυτής και συγκεκριμένα της
θεωρίας του BoP (Balance of Payments). Προσθέτονται τα σημαντικότερα οικονομικά
στοιχεία των χωρών που εξετάζονται, όπως επίσης και πίνακες που παρουσιάζουν τα
στοιχεία αυτά. Στοιχεία όπως ο πληθωρισμός μίας χώρας, οι εισαγωγές και οι εξαγωγές
της καθώς επίσης και ο ρυθμός με τον οποίο μεταβάλλεται το Α.Ε.Π. της εξετάζονται
ως σημαντικά στοιχεία προς υπολογισμό και περιλαμβάνονται στη δοκιμασία της
θεωρίας BoP.
Επιπρόσθετα, στο δεύτερο μέρος του κεφαλαίου πραγματοποιείται μία
παρουσίαση του τρόπου με τον οποίο θα αναλυθούν οι μεταβλητές που παραθέτονται
στο πρώτο μέρος του κεφαλαίου, που αποσκοπεί η εκάστοτε ανάλυση και με ποιον
ακριβώς τρόπο θα προκύψουν τα συμπεράσματα που ερευνά η παρούσα διατριβή.
Στόχος του δεύτερου κεφαλαίου είναι να καταφέρει να αποδώσει στον
αναγνώστη τον λόγο και τον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιείται μία ανάλυση VAR
όσον αφορά την θεωρία BoP, καθώς επίσης και το ποιες άλλες αναλύσεις μπορούν να
πραγματοποιηθούν για την διεξαγωγή παρεμφερών και βοηθητικών συμπερασμάτων.
2.1. Παρουσίαση Μεταβλητών προς Οικονομετρική Ανάλυση
Για την διεκπεραίωση της οικονομετρικής ανάλυσης με σκοπό να δημιουργηθεί
το πόρισμα, για τον αν και κατά πόσο επηρεάζεται μακροπρόθεσμα η οικονομική
μεγέθυνση μίας χώρας από το ισοζύγιο πληρωμών της, έχει πραγματοποιηθεί έρευνα
και έχουν βρεθεί συγκεκριμένες μεταβλητές οι οποίες και θα χρησιμοποιηθούν για την
οικονομετρική ανάλυση. Οι μεταβλητές αυτές είναι οι εξής παρακάτω:
 Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν
 Ρυθμός Μεταβολής Εισαγωγών
38
C2 General
 Ρυθμός Μεταβολής Εξαγωγών
 Πραγματική Συναλλαγματική Ισοτιμία
 Αποπληθωριστής Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος
Όσον αφορά το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν μίας χώρας (Α.Ε.Π.), αυτό ορίζεται
ως η αξία που θα αποδώσει ένας καταναλωτής για να αγοράσει όλα τα αγαθά και όλες
τις υπηρεσίες που παράγονται σε μία χώρα εντός μίας οικονομικής χρήσης. Το μέγεθος
αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό όταν εξετάζεται η γενική οικονομική κατάσταση μία
χώρας (Krugman, 2011).
Π.ΙΙ.2.1. Σχέση Ιδίων Κεφαλαίων και Κεφαλαιακών Εισροών στις Χώρες της Λατινικής
Αμερικής για την περίοδο 1990- 2011
Αναφορικά με το ρυθμό μεταβολής των εισαγωγών και των εξαγωγών μίας
χώρας, αυτός υπολογίζεται πάντα σε σχέση με τις εξαγωγές ή τις εισαγωγές οι οποίες
έχουν πραγματοποιηθεί στο παρελθόν με αυτές που εξετάζονται στο παρόν. Η διαφορά
η οποία προκύπτει από τις μεταβλητές αυτές δημιουργεί τον ρυθμό μεταβολής των
εισαγωγών ή των εξαγωγών μίας χώρας.
Η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία συνιστά τη σχέση που υπάρχει ανά πάσα
στιγμή μεταξύ του νομίσματος που χρησιμοποιεί μία χώρα και του νομίσματος που
εισάγει ή εξάγει προϊόντα. Η ισοτιμία αυτή, εκτός του ότι θα πρέπει να υπολογίζεται
από τους οικονομικούς αναλυτές και να εξάγονται συμπεράσματα με βάση τα
αποτελέσματα, απεικονίζει και την ισχύ που έχει ένα νόμισμα σε σχέση με κάποιο
άλλο. Όταν η ισχύς αυτή μεταβάλλεται, τότε κατά πάσα πιθανότητα η δύναμη ενός
κράτους είτε μειώνεται είτε αυξάνεται (Κουτεντάκης, 2015).
39
C2 General
Τέλος θα παρατεθεί και θα αναλυθεί ο αποπληθωριστής του Ακαθάριστου
Εθνικού Προϊόντος, για τα κράτη από τα οποία θα αντληθούν δεδομένα για να
διαπιστωθεί αν υπάρχει σχέση μεταξύ της οικονομικής τους μεγέθυνσης και του
ισοζυγίου πληρωμών τους. Ο Αποπληθωριστής του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος
είναι ένας χρηματοοικονομικός αριθμοδείκτης ο οποίος υπολογίζει το ακαθάριστο
εθνικό προϊόν μία χώρας αλλά σε σχέση με τον πληθωρισμό που εντοπίζεται στη χώρα
αυτή. Για τον υπολογισμό του αποπληθωριστή του Α.Ε.Π. μίας χώρας ισχύει ότι:
Αποπληθωριστής Α.Ε.Π.= Ονομαστικό Α.Ε.Π./ Πραγματικό Α.Ε.Π. * 100%
( Hal, 2018)
Για την εξέταση της συσχέτισης μεταξύ οικονομικής μεγέθυνσης και ισοζυγίου
πληρωμών θα εξεταστούν όλες οι παραπάνω μεταβλητές για τις εξής χώρες: Ελλάδα,
Αργεντινή, Βολιβία, Βραζιλία, Χιλή, Κολομβία, Ισημερινό, Μεξικό, Ουρουγουάη και
Βενεζουέλα. Οι πίνακες που ακολουθούν αφορούν τις μεταβλητές που θα εξεταστούν
για την εκάστοτε χώρα.
Π.ΙΙ.2.2. Μεταβολή Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος
Π.ΙΙ.2.3. Μεταβολή Εισαγωγών
Π.ΙΙ.2.4. Μεταβολή Εξαγωγών
40
C2 General
Π.ΙΙ.2.5. Μεταβολή Συναλλαγματικής Ισοτιμίας
Π.ΙΙ.2.6. Μεταβολή Αποπληθωριστή Α.Ε.Π.
Οι παραπάνω πίνακες παρουσιάζουν τα στοιχεία και τα μεγέθη τα οποία θα
αναλυθούν με συγκεκριμένες οικονομικές και μαθηματικές τεχνικές. Η τεχνική η οποία
χρησιμοποιήθηκε κυρίως είναι το μοντέλο VAR.
41
C2 General
Κεφάλαιο Τρίτο
Μεθοδολογία της ανάλυσης των δεδομένων
3.1. Περίληψη της Ανάλυσης των Οικονομικών Μεταβλητών και της
Χρήσης της Μεθόδου VAR
Ορίζουμε το VaR ως κατηγορία πιθανολογικών μέτρων κινδύνου αγοράς. Η
μέτρηση VaR είναι συνάρτηση της διανομής και της τρέχουσας αγοραίας αξίας του
χαρτοφυλακίου. Οι αρχικές ρίζες της θεωρίας του χαρτοφυλακίου, μπορούν να
εντοπιστούν σε μη μαθηματικές συζητήσεις, γύρω από τη δημιουργία χαρτοφυλακίων.
Συγγραφείς όπως ο Hardy (1923) και Hicks (1935) ανέλυσαν εμπεριστατωμένα
τα πλεονεκτήματα της διαφοροποίησης του χαρτοφυλακίου. Ο Leavens (1945)
συνέγραψε ένα ποσοτικό παράδειγμα, το οποίο μπορεί να θεωρηθεί η πρώτη εφαρμογή
VaR στην βιβλιογραφία. Συγκεκριμένα περιέγραψε τη συμπεριφορά ενός
χαρτοφυλακίου δέκα ομολόγων, για μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Κάθε ομόλογο
θα είχε αξία στη λήξη της περιόδου, ίση με 1000 USD, ή θα είχε χάσει εντελώς της
αξία του (default and worthless). Σαν ανεξάρτητες μεταβλητές, συμπεριλήφθηκαν
γεγονότα που επηρέαζαν αρνητικά την απόδοση των ομολόγων Αναλύοντας την αξία
του χαρτοφυλακίου αυτού στο τέλος της συγκεκριμένης χρονικής περιόδου, κατέληξε
ότι στο χαρτοφυλάκιό του εμφανιζόταν μια διωνυμική κατανομή. Ο Leavens στο
σύγγραμμά του, δεν περιέγραψε ένα μετρικό μοντέλο VaR, όμως κατέληγε στην
υφιστάμενη διαφορά (spread), μεταξύ των αναμενόμενων αποδόσεων και των
απωλειών του χαρτοφυλακίου. Φαίνεται να υπήρχε στο μυαλό του, η ιδέα της τυπικής
απόκλισης της αγοραίας αξίας (market value) των χαρτοφυλακίων. Στο παράδειγμά
του, υπολόγισε ότι η αξία VaR του χαρτοφυλακίου του ανερχόταν σε 948,69 USD.
Ο Markowitz (1952) και τρεις μήνες αργότερα, ο Roy (1952), δημοσίευσαν
ανεξάρτητα ο καθένας τους, εκτιμήσεις VaR και το αξιοσημείωτο είναι ότι κατέληξαν
σε πανομοιότυπα αποτελέσματα. Και οι δύο εργάζονταν πάνω στη δημιουργία ενός
χαρτοφυλακίου, στο οποίο θα διδόταν κάποια ανταμοιβή για την ανάληψη του
ανάλογου ρίσκου. Για το σκοπό αυτό, τα προτεινόμενα μέτρα VaR ενσωματώνουν τις
συν-διακυμάνσεις μεταξύ των διαφόρων παραγόντων κινδύνου, ώστε να αντανακλούν
την αντιστάθμιση και τη διαφοροποίηση στα αποτελέσματα. Τόσο Markowitz όσο και
ο Roy προσπάθησαν να απαντήσουν στο ερώτημα, για το κατά πόσο οι πιθανολογικές
42
C2 General
υποθέσεις τους, θα μπορούσαν να ποσοτικοποιηθούν. Η μέθοδος του Roy απαιτεί τη
χρησιμοποίηση του μέσου και ενός πίνακα συν-διασποράς για τους παράγοντες
κινδύνου. Από την άλλη η μέθοδος του Markowitz, απαιτεί μόνο μια μήτρα συνδιακύμανσης των παραγόντων κινδύνου.
Ο Dusak (1972) περιέγραψε τη λήψη απλών μέτρων VaR για χαρτοφυλάκια
futures, χωρίς όμως να αντιμετωπίσει θέματα δομής και εποχικότητας του
χαρτοφυλακίου. Ο Lietaer (1971) περιγράφει ένα πρακτικό μέτρο VaR για το
συναλλαγματικό κίνδυνο. Λόγω της μυστικοπάθειας που διατηρούσαν οι κυβερνήσεις,
από την εποχή του Β Παγκοσμίου Πολέμου, για επερχόμενες υποτιμήσεις των εθνικών
τους νομισμάτων, οι επιχειρήσεις είχαν βρεθεί σε αδιέξοδο και ήταν αναγκασμένες να
διατηρούν μεγάλα ρευστά διαθέσιμα, πράγμα που περιόριζε τις επενδύσεις και την
μεγέθυνση. Ο Lietaer (1971), πρότεινε μια μέθοδο για εξορθολογισμό αυτών των
αναγκαστικών ρευστών διαθεσίμων. Δημιούργησε ένα μέτρο VaR, το οποίο είχε σαν
μεταβλητή την αγοραία αξία (market value). Κατά πολλούς, ο Lietaer είναι ο
εμπνευστής της μεθόδου Monte Carlo για τις εκτιμήσεις VaR.
Τη δεκαετία του ΄80 οι αλλαγές που πραγματοποιήθηκαν στην παγκόσμια
οικονομία, έκαναν όλο και πιο σημαντική την ανάγκη εκτίμησης του κινδύνου. Οι
επιχειρήσεις κινδύνευαν πλέον όσο ποτέ, να πέσουν θύμα μόχλευσης και πλέον ήταν
επιτακτική η εκτίμηση οικονομικού κινδύνου με τη χρησιμοποίηση μεθόδων όπως το
VaR. Το σημαντικότερο πάντως βήμα για την διάδοση και την ευρεία χρήση των
μέτρων VaR, έγινε από την JP Morgan (1994). Δημοσίευσε δεδομένα διακυμάνσεων
και συν-διακυμάνσεων για διάφορα είδη χρηματοοικονομικών τίτλων, τα οποία τα
χρησιμοποιούσε για πάνω από 10 έτη ενδοεταιρικά, για την εκτίμηση του κινδύνου και
συνέβαλε με αυτό τον τρόπο στην μεγέθυνση λογισμικού για τη μέτρησή του.
Για τον υπολογισμό του VaR, πρέπει πρώτα να δημιουργήσουμε προβολικά
σενάρια των συνθηκών της αγοράς. Σε γενικές γραμμές, υπάρχουν δύο τρόποι για να
αντλήσουμε αυτό το σύνολο σεναρίων, το μοντέλο προσομοίωσης Monte Carlo και το
ιστορικό μοντέλο προσομοίωσης.
3.1.1. Μοντέλο προσομοίωσης Monte Carlo
Πολλοί εμπορικοί πάροχοι προσομοιώνουν τις μελλοντικές συνθήκες της αγοράς
χρησιμοποιώντας την προσομοίωση Monte Carlo. Για να γίνει αυτό, πρέπει πρώτα να
43
C2 General
εκτιμήσουν τις κατανομές των παραγόντων κινδύνου, συμπεριλαμβανομένων των
συσχετίσεων μεταξύ παραγόντων κινδύνου. Η χρήση συσχετίσεων που προέρχονται
από ιστορικά δεδομένα κάνει τη γενική υπόθεση ότι οι συσχετίσεις είναι σταθερές
εντός της περιόδου. Όπως φαίνεται στην ακαδημαϊκή βιβλιογραφία, οι συσχετίσεις
τείνουν να αλλάζουν, ειδικά σε ακραίες κινήσεις της αγοράς - ακριβώς το είδος των
κινήσεων που τείνουν να καθορίζουν το όριο VaR. . Για να ληφθεί υπόψη αυτό,
ορισμένοι πάροχοι επιτρέπουν στους χρήστες να «στρες» συσχετίσεις αυξάνοντας ή
μειώνοντας τους. Ένα τέτοιο σενάριο άγχους είναι είτε αυθαίρετο, είτε ενημερώνεται
με τη χρήση συσχετίσεων από άλλη μια χρονική περίοδο (για παράδειγμα,
χρησιμοποιώντας συσχετίσεις από μια εποχή άγχους της αγοράς), ανάμιξη και
αντιστοίχιση δεδομένων της αγοράς με έναν ad hoc τρόπο.
Επιπλέον, πολλοί παράγοντες κινδύνου της αγοράς συσχετίζονται ιδιαίτερα, κάτι
που ισχύει ιδιαίτερα για την καμπύλη επιτοκίου. Για να ληφθεί υπόψη αυτό, ορισμένοι
πάροχοι χρησιμοποιούν έναν μόνο παράγοντα για το επίπεδο ρυθμού και στη συνέχεια
έναν δεύτερο ή τρίτο παράγοντα για κλίση και καμπυλότητα της καμπύλης. Αν και
αυτό μπορεί να είναι ευρέως αντιπροσωπευτικό, αυτή η προσέγγιση ενδέχεται να μην
αποτυπώνει λεπτές αλλαγές σε άλλα μέρη της καμπύλης. Αυτή η περιορισμένη
προσέγγιση είναι αποδεκτή για μη κατοχυρωμένους τίτλους σταθερού εισοδήματος,
αλλά αποδεικνύεται προβληματική κατά την εφαρμογή καμπυλών αλλαγών σε
πολύπλοκους τίτλους όπως το MBS, όπου η αξία ασφάλειας είναι συνάρτηση των
προθεσμιακών επιτοκίων υποθηκών, η οποία με τη σειρά της είναι μια
πολυπαραγοντική συνάρτηση των σημείων στο καμπύλη και συχνά υπονοούμενη
μεταβλητότητα.
Η τεχνική προσομοίωσης Monte Carlo θεωρείται η πιο ευέλικτη και έγκυρη,
δεδομένου ότι είναι σε θέση να λαμβάνει υπόψη όλες τις μη γραμμικότητες ενός
χαρτοφυλακίου σε σχέση με τον υποκείμενο παράγοντα κινδύνου, και να ενσωματώνει
όλες τις μεταβλητές παραμέτρους. Επίσης, η τεχνική προσομοίωσης Monte Carlo
μπορεί να επεκταθεί ώστε να εφαρμοστεί σε μεγαλύτερες χρονικές περιόδους,
καθιστώντας δυνατή τη χρήση αυτής για τη μέτρηση διαφορετικών ειδών κινδύνου.
Ωστόσο, αυτή η τεχνική αποτελεί με διαφορά την πιο ακριβή υπολογιστικά.
Η βασική διαφορά μεταξύ της ιστορικής προσομοίωσης Monte Carlo είναι ότι το
ιστορικό μοντέλο προσομοίωσης πραγματοποιεί την προσομοίωση χρησιμοποιώντας
τις πραγματικές παρατηρούμενες αλλαγές στην αγορά κατά τις τελευταίες Χ περιόδους
44
C2 General
(χρησιμοποιώντας ιστορικά δεδομένα τιμών αγοράς) για να δημιουργήσει Υ υποθετικά
κέρδη ή απώλειες, ενώ στην προσομοίωση Monte Carlo χρησιμοποιείται μία γεννήτρια
τυχαίων αριθμών για την δημιουργία δεκάδων χιλιάδων υποθετικών αλλαγών στην
αγορά. Αυτές χρησιμοποιούνται στη συνέχεια για την κατασκευή χιλιάδων υποθετικών
κερδών και ζημιών στο τρέχον χαρτοφυλάκιο και για τη μεταγενέστερη κατανομή
πιθανών κερδών ή ζημιών του. Τέλος, η VAR προσδιορίζεται από αυτή την κατανομή
σύμφωνα με τις καθορισμένες παραμέτρους (π.χ. επίπεδο εμπιστοσύνης 5%).
Άλλες μέθοδοι της μορφής Monte Carlo μπορεί να ποικίλουν στο πρώτο βήμα,
δημιουργώντας σενάρια από κατανομές που χρησιμοποιούν τυχαίους ψευδοαριθμούς
ή οιονεί τυχαίους αριθμούς. Τα επόμενα δύο βήματα παραμένουν τα ίδια. Στη συνέχεια
υπολογίζεται η VAR, όπως και στην ιστορική μέθοδο προσομοίωσης.
Βασικό πλεονέκτημα της μεθόδου προσομοίωσης Monte Carlo είναι ότι αποτελεί
μία πολύ απλή μέθοδο καθώς στηρίζεται σ ’έναν απλό υπολογιστικό αλγόριθμο.
Επίσης, είναι αρκετά ευέλικτη και δυνατή καθώς κατά τη δημιουργία των σεναρίων
λαμβάνει υπόψη τις παχιές ουρές και τις ακραίες τιμές όταν αυτές συμπεριλαμβάνονται
στα δεδομένα. Όπως και η μέθοδος της ιστορικής προσομοίωσης, δεν προϋποθέτει ότι
οι παράγοντες του κινδύνου ακολουθούν μία συγκεκριμένη κατανομή, οπότε δεν
υπάρχει πρόβλημα υπολογισμού σε περιπτώσεις μη κανονικότητας και μη
γραμμικότητας. Ακόμα, η συγκεκριμένη μέθοδος προσφέρει μεγάλη ακρίβεια στους
υπολογισμούς της αφού ο αριθμός των προσομοιωμένων αριθμών είναι κατά πολύ
μεγαλύτερος από αυτό που προσφέρουν η μέθοδος της ιστορικής προσομοίωσης και η
μέθοδος Διακύμανσης-Συνδιακύμανσης
Το μεγαλύτερο μειονέκτημα της μεθόδου είναι ο χρόνος που απαιτείται για τον
υπολογισμό της. Η σύγκλιση της μεθόδου είναι ∝ 1/√𝛮, όπου Ν είναι ο αριθμός των
δοκιμών ή ο αριθμός του δείγματος. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι για να μειωθεί το
σφάλμα κατά 1/10, δηλαδή για να αυξηθεί η ακρίβεια κατά ένα δεκαδικό ψηφίο, πρέπει
να αυξηθεί το Ν κατά ένα παράγοντα 100. Η μέθοδος, εκτός από χρονοβόρα, είναι και
αρκετά δαπανηρή για να εφαρμοστεί και αυτό οφείλεται στα εξελιγμένα συστήματα
και στο εξειδικευμένο προσωπικό που απαιτούνται για τον τεράστιο όγκο δεδομένων
που υπάρχουν. Τέλος, μία ενδεχόμενη αδυναμία είναι κατά τη μοντελοποίηση του
κινδύνου να επιλεγεί μία στοχαστική διαδικασία η οποία να μην αντιπροσωπεύει
επαρκώς το δείγμα. Ως εκ τούτου, τα αποτελέσματα πρέπει πάντα να ενισχύονται και
45
C2 General
να συνοδεύονται από αναλύσεις ευαισθησίας (sensitivity analysis), Stress-testing,
Backtesting.
Σε κάθε περίπτωση, η μέθοδος προσομοίωσης Monte Carlo οδηγεί σε ορθότερα
και εγκυρότερα αποτελέσματα, καθώς η κατανομή στην οποία βασίζεται προκύπτει
από κατάλληλες στατιστικές προσεγγίσεις, γι’ αυτό και έχει χαρακτηριστεί ως η πιο
κατάλληλη για τον υπολογισμό της VAR.
3.1.2. Μέθοδος ιστορικής προσομοίωσης
Μια άλλη μέθοδος ελέγχου του VAR είναι η ιστορική προσομοίωση. Η βασική
παραδοχή στην συγκεκριμένη μέθοδο είναι ότι το σύνολο των πιθανών μελλοντικών
σεναρίων αντιπροσωπεύεται πλήρως από αυτό που συνέβη σε ένα συγκεκριμένο
διάστημα του παρελθόντος. Αυτή η μεθοδολογία περιλαμβάνει τη συλλογή του
συνόλου των αλλαγών των παραγόντων κινδύνου σε ένα ιστορικό χρονικό διάστημα:
για παράδειγμα, τις καθημερινές αλλαγές τα τελευταία πέντε χρόνια.
Το σύνολο των σεναρίων που προκύπτουν κατά αυτό τον τρόπο θεωρείται ότι
αποτελεί μία καλή αναπαράσταση όλων των δυνατών περιπτώσεων που θα μπορούσαν
να συμβούν μεταξύ του σήμερα και του αύριο. Τα χρηματοοικονομικά στοιχεία του
χαρτοφυλακίου επανεκτιμώνται κατ’ επανάληψη σε κάθε σενάριο. Αυτό παράγει μία
κατανομή των τιμών του χαρτοφυλακίου, ή ισοδύναμα, μία κατανομή των μεταβολών
στην αξία του χαρτοφυλακίου από τη σημερινή αξία. Συνήθως, ορισμένες από αυτές
τις μεταβολές θα περιλαμβάνουν κέρδη ενώ άλλοτε θα συνεπάγονται απώλειες. Η αξία
του χαρτοφυλακίου από το χειρότερο στο καλύτερο, π.χ. το 99% , υπολογίζεται ως η
ζημία έτσι ώστε το 1% των κερδών να είναι κάτω από αυτό και το 99% να είναι πάνω
από αυτό. Με την ιστορική μέθοδο, αυτό που κάνουμε είναι, πρώτον, στοίβα
κατάταξης είδος ιστορικών αποδόσεων από χαμηλό σε υψηλό και, στη συνέχεια,
υπολογίζοντας το χαμηλότερο 5% των αποδόσεων, και στη συνέχεια χρησιμοποιούμε
την υψηλότερη τιμή από το χαμηλότερο 5% και αυτό γίνεται είδος της αξίας μας 5%
σε κίνδυνο για τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο, η οποία είναι συνήθως καθημερινή.
Έτσι, εάν έχουμε 40 παρατηρήσεις, το χαμηλότερο 5% από αυτές θα είναι οι 2
χαμηλότερες παρατηρήσεις. Για να υπολογίσουμε το VaR, παίρνουμε το υψηλότερο
από αυτά τα δύο χαμηλότερα σχόλια πολλαπλασιάζουμε αυτό με την αξία του
χαρτοφυλακίου και, στη συνέχεια υπολογίζουμε την αξία του χαρτοφυλακίου.
46
C2 General
Το κύριο πλεονέκτημα της ιστορικής προσομοίωσης είναι ότι δεν κάνει
υποθέσεις σχετικά με τις αλλαγές των παραγόντων κινδύνου που οφείλονται σε μία
συγκεκριμένη κατανομή. Συνεπώς , αυτή η μέθοδος είναι συνεπής με τις αλλαγές των
παραγόντων κινδύνου που οφείλονται σε οποιαδήποτε κατανομή. Ένα άλλο σημαντικό
πλεονέκτημα είναι ότι η ιστορική προσομοίωση δεν περιλαμβάνει την εκτίμηση τυχόν
στατιστικών παραμέτρων, όπως η διακύμανση, και συνεπώς απαλλάσσεται από
αναπόφευκτα σφάλματα εκτίμησης. Είναι επίσης μία μέθοδος που είναι εύκολο να
εξηγηθεί και να αναλυθεί σε ένα μη τεχνικό και καταρτισμένο ακροατήριο, όπως είναι
ένα εταιρικό διοικητικό συμβούλιο.
Όπως συμβαίνει συνήθως, η μέθοδος αυτή
παρουσιάζει και ορισμένα μειονεκτήματα. Το πιο προφανές μειονέκτημα, στην απλή
μορφή της, μπορεί να είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί επειδή απαιτεί δεδομένα,
σχετικά με τους παράγοντες κινδύνου, που να είναι διαθέσιμα σε μία σχετικά μακρά
ιστορική περίοδο για να δώσουν μία καλή εκτίμηση του τι μπορεί να συμβεί στο
μέλλον. Ένα άλλο μειονέκτημα είναι ότι η ιστορική προσομοίωση δεν συνεπάγεται
διαδοχικές υποθέσεις, τα σενάρια που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό της VAR
περιορίζονται σε αυτά που συνέβησαν στο ιστορικό δείγμα. Στο επόμενο κεφάλαιο θα
αναλυθεί πως η προσομοίωση Monte Carlo μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την
αντιμετώπιση αυτού του περιορισμού της ιστορικής προσομοίωσης.
3.1.3. Μέθοδος Διακύμανσης- Συνδιακύμανσης(VarianceCovariance method)
Η Μέθοδος Διακύμανσης-Συνδιακύμανσης ή Δέλτα- Κανονική μέθοδος( DeltaNormal method) είναι μία παραμετρική, αναλυτική τεχνική όπου η υπόθεση της
κατανομής είναι ότι οι ημερήσιες αποδόσεις των μεταβλητών της αγοράς είναι
πολυμεταβλητές κανονικά κατανεμημένες με μέση απόδοση μηδέν. Έτσι, θεωρώντας
ότι η απόδοση ενός χαρτοφυλακίου είναι ένας γραμμικός συνδυασμός των μεταβλητών
αυτών που ακολουθούν την κανονική κατανομή, τότε και η απόδοσή του χρησιμοποιεί
την κανονική κατανομή.
Η μέθοδος χρησιμοποιεί τα ιστορικά δεδομένα για τη μέτρηση των κύριων
παραμέτρων, μέσες τιμές, τυπικές αποκλίσεις και συσχετίσεις για όλους τους
παράγοντες που οφείλονται για την ύπαρξη των κινδύνων. Όταν η αγοραία αξία του
χαρτοφυλακίου είναι γραμμική συνάρτηση των υποκείμενων παραμέτρων, η κατανομή
των κερδών είναι φυσιολογική. Η VAR υπολογίζεται πολλαπλασιάζοντας το διάνυσμα
47
C2 General
των πρώτων παραγώγων της αξίας του χαρτοφυλακίου σε σχέση με τις μεταβλητές των
παραγόντων κινδύνου (μεταβλητές delta) από τον καθορισμένο πίνακα συνδιακύμανσης και έπειτα πολλαπλασιάζοντας με έναν πολλαπλασιαστή, ο οποίος
εξαρτάται από το σημείο της κανονικής κατανομής για το επίπεδο εμπιστοσύνης που
υπολογίζεται η VAR.
Τα πλεονεκτήματα αυτής της μεθόδου περιλαμβάνουν την ταχύτητα και την
απλότητα υπολογισμού της καθώς επίσης και το γεγονός ότι η κατανομή που
χρησιμοποιείται δεν χρειάζεται να θεωρηθεί ότι είναι στατική καθ’ όλη τη διάρκεια του
χρόνου, δεδομένου ότι η ενημέρωση της μεταβλητότητας ενσωματώνεται στην
εκτίμηση των παραμέτρων. Επίσης, η ύπαρξη του Κεντρικού Οριακού Θεωρήματος το
οποίο συνδέει οποιαδήποτε κατανομή με την κανονική, εξασφαλίζει την εφαρμογή της
μεθόδου όταν οι παράγοντες κινδύνου δεν είναι κανονικοί, με την προϋπόθεση όμως
ότι είναι πολυάριθμοι και ανεξάρτητοι. Η μέθοδος Διακύμανσης-Συνδιακύμανσης
μπορεί να υποβληθεί και σε μία σειρά κριτικών. Ένα πρώτο πρόβλημα είναι η ύπαρξη
των παχών ουρών32 στην κατανομή των αποδόσεων των περισσοτέρων
χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων. Η κατανομή των ημερήσιων
αποδόσεων οποιουδήποτε παράγοντα κινδύνου παρουσιάζει σημαντική θετική
κύρτωση. Αυτό είναι που οδηγεί σε παχύτερες ουρές και ακραία αποτελέσματα που
συμβαίνουν πολύ συχνότερα απ’ ότι θα προβλεφθεί από την κανονική υπόθεση,
γεγονός που οδηγεί σε υποεκτίμηση της VAR, δεδομένου ότι η VAR ενδιαφέρεται για
την ουρά της κατανομής (ζημιά).
Καταρχάς, για τον υπολογισμό της συσχέτισης μεταξύ της οικονομικής
μεγέθυνσης μίας χώρας και του ισοζυγίου πληρωμών της, θα πρέπει να υπολογιστεί η
ελαστικότητα της ζήτησης τόσο των εισαγωγών αλλά και των εξαγωγών μίας χώρας.
Στη συνέχεια, με βάση τα αποτελέσματα που θα προκύψουν, θα πραγματοποιηθεί
έλεγχος στασιμότητας της εκάστοτε εξαρτημένης μεταβλητής (Α.Ε.Π.) με τις
δοκιμασίες Augmented Dickey- Fuller και KPS Stationarity. Μετά από την εξέταση
των παραπάνω μεταβλητών με τις συγκριμένες οικονομοτεχνικές μεθόδους θα
διαπιστωθεί αν η θεωρία BoP είναι βάσιμη, δηλαδή αν σε συγκριμένες χώρες
επηρεάζεται η οικονομική τους μεγέθυνση λόγω του ισοζυγίου των πληρωμών τους,
και συγκεκριμένα για 30 χρόνια, από το 1984 μέχρι και το 2014 (Αστερίου,2011).
Εκτός από τις δοκιμασίες που προαναφέρθηκαν θα εξεταστεί και η συσχέτιση
των μεταβλητών αυτών με τη μέθοδο της απλής αλλά και της πολλαπλής
48
C2 General
παλινδρόμησης με χρήση του συντελεστή Pearson για να διαπιστωθεί και το κατά
πόσο ισχυρή είναι η συσχέτιση της θεωρίας ΒοP αλλά και αν η συσχέτιση αυτή είναι
θετική ή αρνητική.
Στο παρακάτω κεφάλαιο παρουσιάζεται η οικονομετρική ανάλυση με την οποία
και θα προκύψει η ύπαρξη ή όχι σχέσης μεταξύ των δύο ζητουμένων. Θα
πραγματοποιηθούν οι απαραίτητοι υπολογισμοί τόσο στις πρωταρχικές ισότητες όπως
επίσης θα προστεθούν και οι πίνακες και τα γραφήματα τα οποία προκύπτουν
αναφορικά με την εξέταση της θεωρίας BoP (Lima, 2007).
49
C2 General
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΕΤΑΒΛΗΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ
ΟΙΚΟΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ
ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΓΕΘΥΝΣΗΣ ΑΠΟ ΤΟ
ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΠΛΗΡΩΜΩΝ
4. 1. Εισαγωγή
Στο παρόν κεφάλαιο εξετάζεται με οικονομοτεχνικές και στατιστικές μεθόδους
η σχέση που υπάρχει μεταξύ του ισοζυγίου πληρωμών μίας χώρας και της οικονομικής
της μεγέθυνσης, και συγκεκριμένα για 30 έτη, από το 1984 μέχρι και το 2014. Η
μέθοδος η οποία θα χρησιμοποιηθεί καταρχάς θα είναι η Vector Autoregressive μέσω
της οποίας θα υπάρξει καταρχάς υπολογισμός της ελαστικότητας της ζήτησης των
εισαγωγών για τις διάφορες χώρες που θα αναλυθούν οι οποίες στη συνέχεια, μέσω της
παλινδρόμησης θα υπάρξει σύγκριση με την μεταβολή του Ακαθάριστου Εθνικού
Προϊόντος της κάθε χώρας. Επιπρόσθετα θα χρησιμοποιηθούν οι έλεγχοι Augmented
Dickey- Fuller, Phillips Perron και KPSS Stationarity για να διαπιστωθεί αν υπάρχει
στασιμότητα στον έλεγχο.
Εκτός από την ελαστικότητα της ζήτησης, η μεταβολή του Ακαθάριστου
Εθνικού Προϊόντος θα συγκριθεί και με τις εξαγωγές της κάθε χώρας έτσι ώστε να
υπάρχει μία γενική σύγκριση και με τις δύο παραμέτρους των ισοζυγίων των
πληρωμών των δύο χωρών. Εκτός των παραπάνω, για κάθε χώρα θα προστεθούν
διαγράμματα τα οποία δείχνουν και την πορεία των μεταβλητών τους οι οποίες θα είναι
το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν και οι εισαγωγές και οι εξαγωγές
Οι χώρες οι οποίες θα αναλυθούν για να διαπιστωθεί αν υπάρχει συσχέτιση
μεταξύ του ισοζυγίου πληρωμών τους και της οικονομικής τους μεγέθυνσης είναι οι
εξής:
 Αργεντινή
 Βολιβία
 Βραζιλία
 Χιλή
 Ελλάδα
 Κολομβία
50
C2 General
 Εκουαδόρ
 Βενεζουέλα
 Ουρουγουάη
 Μεξικό
4.2. Έλεγχος για Σχέση μεταξύ Ισοζυγίου Πληρωμών και
Οικονομικής Μεγέθυνσης στην Ελλάδα και σε Χώρες της
Λατινικής Αμερικής
4.2.1. Αργεντινή
Για την Αργεντινή, αναφορικά με τους έλεγχους στασιμότητας Augmented
Dickey- Fuller, Phillips Perron και KPSS Stationarity, ισχύει ότι: DF: 1, PP: 1 και
KPSS: 0, οπότε και υπάρχει στασιμότητα.
Π. IV.2.1.1 Γραμμική Σχέση μεταξύ Εισαγωγών και Οικονομικής Μεγέθυνσης της
Αργεντινής
51
C2 General
Π. IV.2.1.2.Συσχέτιση Μεταξύ της Οικονομικής Μεγέθυνσης της Αργεντινής και της
Ελαστικότητας των Εισαγωγών της
GDP
Pearson Correlation
GDP
Εισαγωγές
1
.541**
Sig. (2-tailed)
Εισαγωγές
.002
N
31
31
Pearson Correlation
.541**
1
Sig. (2-tailed)
.002
N
31
31
Όσον αφορά τις εξαγωγές που πραγματοποιούσε η Αργεντινή την ίδια περίοδο,
συγκριτικά πάντα με την οικονομική της μεγέθυνση, ισχύει ότι:
Π. IV.2.1.3. Η Πορεία του ΑΕΠ της Αργεντινής τα Έτη 1984-2014
GDP
Pearson Correlation
GDP
Εξαγωγές
1
-.359*
Sig. (2-tailed)
Εξαγωγές
.047
N
31
31
Pearson Correlation
-.359*
1
Sig. (2-tailed)
.047
N
31
31
Π. IV.2.1.4. Γραμμική Σχέση Μεταξύ Εξαγωγών της Αργεντινής και της Οικονομικής της
Μεγέθυνσης
52
C2 General
Για τις υπό εξέταση μεταβλητές της Αργεντινής, δηλαδή για το Ακαθάριστο
Εθνικό Προϊόν της και για τις εισαγωγές και τις εξαγωγές της τα έτη 1984-2014
ισχύουν τα παρακάτω γραφήματα:
Π. IV.2.1.5. Η Πορεία του ΑΕΠ της Αργεντινής τα Έτη 1984-2014
Α.Ε.Π
GDP
Π. IV.2.1.6. Οι Εισαγωγές της Αργεντινής τα Έτη 1984-2014
Εισαγωγές
Π. IV.2.1.7. Οι Εξαγωγές της Αργεντινής τα Έτη 1984-2014
53
C2 General
Εξαγωγές
4.2.2. Βολιβία
Για τη Βολιβία, αναφορικά με τους ελέγχους στασιμότητας, ισχύει ότι DF: 0, PP:
0 και ΚPSS: 1 οπότε οι προβλέψεις οι οποίες μπορούν να πραγματοποιηθούν δεν θα
είναι φερέγγυες.
Π. IV.2.2.1. Συσχέτιση Μεταξύ Ελαστικότητας Εισαγωγών και Οικονομικής Μεγέθυνσης
της Βολιβίας
Correlations
Εισαγ
GDP ωγές
GD
P
1
Sig. (2-tailed)
Εισ
αγωγές
Pearson Correlation
.587**
.001
N
31
31
Pearson Correlation
.587**
1
Sig. (2-tailed)
.001
N
31
31
Π. IV.2.2.2. Γραμμική Σχέση Μεταξύς Οικονομικής Μεγέθυνσης και Εισαγωγών της
Βολιβίας
54
C2 General
Π. IV.2.2.3. Συσχέτιση Μεταξύ Εξαγωγών και Οικονομικής Μεγέθυνσης της Βολιβίας
Correlations
GDP
Pearson Correlation
GDP
Εξαγωγές
1
.302
Sig. (2-tailed)
Εξαγωγές
.099
N
31
31
Pearson Correlation
.302
1
Sig. (2-tailed)
.099
N
31
31
Π. IV.2.2.4. Γραμμική Σχέση Μεταξύ Εξαγωγών και Οικονομικής Μεγέθυνσης της Βολιβίας
55
C2 General
Για τις υπό εξέταση μεταβλητές της Βολιβίας, δηλαδή για το Ακαθάριστο Εθνικό
Προϊόν της, για τις εισαγωγές και τις εξαγωγές της καθώς επίσης και για την
συναλλαγματική ισοτιμία της για τα έτη 1984-2014 ισχύουν τα παρακάτω γραφήματα:
Π. IV.2.2.5. Η Πορεία του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος της Βολιβίας τα Έτη 1984-2014
Α.Ε.Π.
Π. IV.2.2.6. Οι Εισαγωγές της Βολιβίας τα Έτη 1984-2014
Εισαγωγές
Π. IV.2.2.7. Οι Εξαγωγές της Βολιβίας τα Έτη 1984-2014
56
C2 General
Εξαγωγές
4.2.3. Βραζιλία
Αναφορικά με τη Βραζιλία, οι έλεγχοι στασιμότητας έχουν ως εξής: DF: 1, PP:
1 και KPSS:0, οπότε υπάρχει στασιμότητα για το κράτος αυτό και άρα οι προβλέψεις
που προκύπτουν θα είναι ακριβής
Π. IV.2.3.1. Συσχέτιση Ελαστικότητας Εισαγωγών και Οικονομικής Μεγέθυνσης της Βραζιλίας
Correlations
GDP
Pearson Correlation
GDP
Εισαγωγές
1
.015
Sig. (2-tailed)
Εισαγωγές
.937
N
31
31
Pearson Correlation
.015
1
Sig. (2-tailed)
.937
N
31
31
Π. IV.2.3.2. Γραμμική Σχέση Εισαγωγών και Οικονομικής Μεγέθυνσης της Βραζιλίας
57
C2 General
Π. IV.2.3.3. : Γραμμική Σχέση Εξαγωγών και Οικονομικής Μεγέθυνσης της Βραζιλίας
Π. IV.2.3.4. Συσχέτιση μεταξύ Εξαγωγών και Οικονομικής Μεγέθυνσης της Βραζιλίας
Correlations
GDP
Pearson Correlation
GDP
Εξαγωγές
1
.123
Sig. (2-tailed)
EKSAGO
.511
N
31
31
Pearson Correlation
.123
1
Sig. (2-tailed)
.511
N
31
58
C2 General
31
Για τις υπό εξέταση μεταβλητές της Βραζιλίας, δηλαδή για το Ακαθάριστο
Εθνικό Προϊόν της, για τις εισαγωγές και τις εξαγωγές της καθώς επίσης και για την
συναλλαγματική ισοτίμια της για τα έτη 1984-2014 ισχύουν τα παρακάτω γραφήματα:
Π. IV.2.3.5. Το Α.Ε.Π. της Βραζιλίας τα Έτη 1984-2014
Α.Ε.Π.
Π. IV.2.3.6. Οι Εισαγωγές της Βραζιλίας τα Έτη 1984-2014
Εισαγωγές
Π. IV.2.3.7. Οι Εξαγωγές της Βραζιλίας τα Έτη 1984- 2014
Εξαγωγές
59
C2 General
4.2.4 Χιλή
Αναφορικά με τη Χιλή, οι έλεγχοι στασιμότητας έχουν ως εξής: DF: 0, PP: 0 και
KPSS:1, οπότε δεν υπάρχει στασιμότητα για το κράτος αυτό και άρα οι προβλέψεις
που προκύπτουν ενδέχεται να μην είναι ακριβείς.
Π. IV.2.4.1. Συσχέτιση μεταξύ Ελαστικότητας Εισαγωγών και Οικονομικής Μεγέθυνσης της
Χιλής
Correlations
GDP
Pearson Correlation
GDP
Εισαγωγές
1
-.188
Sig. (2-tailed)
.310
N
Εισαγωγές Pearson Correlation
31
31
-.188
1
Sig. (2-tailed)
.310
N
31
31
Π. IV.2.4.2. Γραμμική Σχέση μεταξύ Εισαγωγών και Οικονομικής Μεγέθυνσης της Χιλής
Π. IV.2.4.3. Συσχέτιση Μεταξύ Εξαγωγών και Οικονομικής Μεγέθυνσης της Χιλής
60
C2 General
Correlations
GDP
Pearson Correlation
GDP
Εξαγωγές
1
.669**
Sig. (2-tailed)
Εξαγωγές
.000
N
31
31
Pearson Correlation
.669**
1
Sig. (2-tailed)
.000
N
31
31
Π. IV.2.4.4. Γραμμική Σχέση Μεταξύ Εξαγωγών και Οικονομικής Μεγέθυνσης της Χιλής
Για τις υπό εξέταση μεταβλητές της
Χιλής, δηλαδή για το Ακαθάριστο Εθνικό
Προϊόν της, για τις εισαγωγές και τις εξαγωγές της καθώς επίσης και για την
συναλλαγματική ισοτίμια της για τα έτη 1984-2014 ισχύουν τα παρακάτω γραφήματα:
Π. IV.2.4.5. : Η πορεία του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος της Χιλής τα Έτη 1984- 2014
61
C2 General
Α.Ε.Π
Π. IV.2.4.6. Οι Εισαγωγές της Χιλής για τα Έτη 1984-2014
Εισαγωγές
Π. IV.2.4.7. Οι Εξαγωγές της Χιλής για τα Έτη 1984-2014
Εξαγωγές
62
C2 General
4.2.5 Ελλάδα
Αναφορικά με την Ελλάδα, οι έλεγχοι στασιμότητας έχουν ως εξής: DF: 0, PP: 0
και KPSS:1, οπότε δεν υπάρχει στασιμότητα για το κράτος αυτό και άρα οι προβλέψεις
που προκύπτουν ενδέχεται να μην είναι ακριβείς.
Π. IV.2.5.1. Γραμμική Σχέση Εισαγωγών της Ελλάδας και Οικονομικής της Μεγέθυνσης για τα
έτη 1984-2014
Π. IV.2.5.2. Συσχέτιση Μεταξύ Ελαστικότητας Εισαγωγών και Οικονομικής Μεγέθυνσης της
Ελλάδας για τα Έτη 1984-2014
Correlations
Εισαγωγές
GDP
GDP
Pearson Correlation
1
Sig. (2-tailed)
N
Εισαγωγές Pearson Correlation
.247
31
31
-.214
1
Sig. (2-tailed)
.247
N
31
63
C2 General
-.214
31
Π. IV.2.5.3. Συσχέτιση Μεταξύ Εξαγωγών και Οικονομικής Μεγέθυνσης της Ελλάδας για τα
Έτη 1984-2014
Correlations
GDP
Pearson Correlation
GDP
Εξαγωγές
1
.340
Sig. (2-tailed)
Εξαγωγές
.061
N
31
31
Pearson Correlation
.340
1
Sig. (2-tailed)
.061
N
31
31
Π. IV.2.5.4. Γραμμική Σχέση Μεταξύ Εξαγωγών και Οικονομικής Μεγέθυνσης της Ελλάδα για
τα Έτη 1984-2014
64
C2 General
Για τις υπό εξέταση μεταβλητές της
Ελλάδας, δηλαδή για το Ακαθάριστο
Εθνικό Προϊόν της, για τις εισαγωγές και τις εξαγωγές της καθώς επίσης και για την
συναλλαγματική ισοτίμια της για τα έτη 1984-2014 ισχύουν τα παρακάτω γραφήματα:
Π. IV.2.5.5. Η Πορεία του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος της Ελλάδας για τα Έτη 1984-2014
Α.Ε.Π
Π. IV.2.5.6. Η Πορεία των Εισαγωγών της Ελλάδας για τα Έτη 1984-2014
Εισαγωγές
Π. IV.2.5.7. Η Πορεία των Εξαγωγών της Ελλάδας για τα Έτη 1984-2014
65
C2 General
Εξαγωγές
4.2.6 Κολομβία
Αναφορικά με την Κολομβία, οι έλεγχοι στασιμότητας έχουν ως εξής: DF: 0, PP:
0 και KPSS:1, οπότε δεν υπάρχει στασιμότητα για το κράτος αυτό και άρα οι
προβλέψεις που προκύπτουν ενδέχεται να μην είναι ακριβείς.
Π. IV.2.6.1. Γραμμική Σχέση Μεταξύ των Εισαγωγών της Κολομβίας και της Οικονομικής της
Μεγέθυνσης
Π. IV.2.6.2. Συσχέτιση Μεταξύ της Ελαστικότητας των Εισαγωγών της Κολομβίας και της
Οικονομικής της Μεγέθυνσης
Correlations
GDP
Pearson Correlation
66
C2 General
GDP
Εισαγωγές
1
.124
Sig. (2-tailed)
.508
N
Εισαγωγές Pearson Correlation
31
31
.124
1
Sig. (2-tailed)
.508
N
31
31
Π. IV.2.6.3. Συσχέτιση Μεταξύ Εξαγωγών της Κολομβίας και της Οικονομικής της Μεγέθυνσης
Correlations
GDP
Pearson Correlation
GDP
Εξαγωγές
1
.192
Sig. (2-tailed)
EKSAGO
.301
N
31
31
Pearson Correlation
.192
1
Sig. (2-tailed)
.301
N
31
31
Π. IV.2.6.4. Γραμμική Σχέση Μεταξύ Εξαγωγών της Κολομβίας και της Οικονομικής της
Μεγέθυνσης
67
C2 General
Για τις υπό εξέταση μεταβλητές της
Κολομβίας, δηλαδή για το Ακαθάριστο
Εθνικό Προϊόν της, για τις εισαγωγές και τις εξαγωγές της καθώς επίσης και για την
συναλλαγματική ισοτιμία της για τα έτη 1984-2014 ισχύουν τα παρακάτω γραφήματα:
Π. IV.2.6.5. Η Πορεία του Α. Ε. Π. της Κολομβίας για τα Έτη 1984-2014
Α.Ε.Π
Π. IV.2.6.6. Η Πορεία των Εισαγωγών της Κολομβίας για τα Έτη 1984-2014
Εισαγωγές
Π. IV.2.6.7. Η Πορεία των Εξαγωγών της Κολομβίας για τα Έτη 1984-2014
68
C2 General
Εξαγωγές
4.2.7 Εκουαδόρ
Αναφορικά με το Εκουαδόρ, οι έλεγχοι στασιμότητας έχουν ως εξής: DF: 0, PP:
0 και KPSS:1, οπότε δεν υπάρχει στασιμότητα για το κράτος αυτό και άρα οι
προβλέψεις που προκύπτουν ενδέχεται να μην είναι ακριβείς
Π. IV.2.7.1. Γραμμική Σχέση Μεταξύ Εισαγωγών του Εκουαδόρ και της Οικονομικής του
Μεγέθυνσης
Π. IV.2.7.2. Συσχέτιση Μεταξύ Ελαστικότητας Εισαγωγών του Εκουαδόρ και της Οικονομικής
του Μεγέθυνσης
Correlations
GDP
Pearson Correlation
69
C2 General
GDP
Εισαγωγές
1
.359*
Sig. (2-tailed)
Εισαγω
γές
.047
N
31
31
Pearson Correlation
.359*
1
Sig. (2-tailed)
.047
N
31
31
Π. IV.2.7.3 Συσχέτιση Μεταξύ των Εξαγωγών του Εκουαδόρ και της Οικονομικής του
Μεγέθυνσης
Correlations
GDP
Pearson Correlation
GDP
EKSAGO
1
.387*
Sig. (2-tailed)
EKSAGO
.031
N
31
31
Pearson Correlation
.387*
1
Sig. (2-tailed)
.031
N
31
31
Π. IV.2.7.4. : Γραμμική Σχέση Μεταξύ των Εξαγωγών του Εκουαδόρ και της
Οικονομικής του Μεγέθυνσης
70
C2 General
Για τις υπό εξέταση μεταβλητές του Εκουαδόρ, δηλαδή για το Ακαθάριστο
Εθνικό Προϊόν της, για τις εισαγωγές και τις εξαγωγές της καθώς επίσης και για την
συναλλαγματική ισοτιμία της για τα έτη 1984-2014 ισχύουν τα παρακάτω γραφήματα:
Π. IV.2.7.5. : Η Πορεία του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος του Εκουαδόρ από το 1984-2014
Α.Ε.Π
Π. IV.2.7.6. Η Πορεία των Εισαγωγών του Εκουαδόρ από το 1984-2014
Εισαγωγές
Π. IV.2.7.7. Η Πορεία των Εισαγωγών του Εκουαδόρ από το 1984-2014
71
C2 General
Εξαγωγές
4.2.8. Μεξικό
Αναφορικά με το Μεξικό, οι έλεγχοι στασιμότητας έχουν ως εξής: DF: 0, PP: 0
και KPSS:1, οπότε δεν υπάρχει στασιμότητα για το κράτος αυτό και άρα οι προβλέψεις
που προκύπτουν ενδέχεται να μην είναι ακριβείς.
Π. IV.2.8.1. Συσχέτιση μεταξύ Ελαστικότητας των Εισαγωγών του Μεξικό και της Οικονομικής
του Μεγέθυνσης
Correlations
GDP
Pearson Correlation
GDP
Εισαγωγές
1
.090
Sig. (2-tailed)
.632
N
Εισαγωγές Pearson Correlation
31
31
.090
1
Sig. (2-tailed)
.632
N
31
31
Π. IV.2.8.2. Γραμμική Σχέση Μεταξύ Εισαγωγών του Μεξικό και της Οικονομικής του
Μεγέθυνσης
72
C2 General
Π. IV.2.8.3. : Συσχέτιση Μεταξύ Εξαγωγών του Μεξικό και της Οικονομικής του Μεγέθυνσης
Correlations
GDP
Pearson Correlation
GDP
Εξαγωγές
1
.286
Sig. (2-tailed)
Εξαγωγές
.119
N
31
31
Pearson Correlation
.286
1
Sig. (2-tailed)
.119
N
31
31
Π. IV.2.8.4. Γραμμική Σχέση Μεταξύ Εξαγωγών του Μεξικό και της Οικονομικής του
Μεγέθυνσης
73
C2 General
Για τις υπό εξέταση μεταβλητές του Μεξικό, δηλαδή για το Ακαθάριστο Εθνικό
Προϊόν της, για τις εισαγωγές και τις εξαγωγές της καθώς επίσης και για την
συναλλαγματική ισοτιμία της για τα έτη 1984-2014 ισχύουν τα παρακάτω γραφήματα:
Π. IV.2.8.5. Η Πορεία του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος του Μεξικό για το 1984-2014
Α.Ε.Π
Π. IV.2.8.6. Η Πορεία των Εισαγωγών του Μεξικό για το 1984-2014
Εισαγωγές
74
C2 General
Π. IV.2.8.7. Η Πορεία των Εξαγωγών του Μεξικό για το 1984-2014
Εξαγωγές
4.2.9. Βενεζουέλα
Αναφορικά με τη Βενεζουέλα, οι έλεγχοι στασιμότητας έχουν ως εξής: DF: 1,
PP: 1 και KPSS:0, οπότε στασιμότητα για το κράτος αυτό και οι προβλέψεις που
εξάγονται είναι ακριβείς αναλογικά και με την οικονομική μεγέθυνση της χώρας.
Π. IV.2.9.1. Συσχέτιση Οικονομικής Μεγέθυνσης της Βενεζουέλας και Ελαστικότητας Εισαγωγών
της
Correlations
GDP
Pearson Correlation
GDP
Εισαγωγές
1
.156
Sig. (2-tailed)
.403
N
Εισαγωγές Pearson Correlation
31
31
.156
1
Sig. (2-tailed)
.403
N
31
31
Π. IV.2.9.2. Γραμμική Σχέση Οικονομικής Μεγέθυνσης της Βενεζουέλας και των Εισαγωγών της
75
C2 General
Π. IV.2.9.3. Συσχέτιση της Οικονομικής Μεγέθυνσης της Βενεζουέλας με τις Εξαγωγές της
Correlations
GDP
Pearson Correlation
GDP
Εξαγωγές
1
.310
Sig. (2-tailed)
Εξαγωγές
.089
N
31
31
Pearson Correlation
.310
1
Sig. (2-tailed)
.089
N
31
76
C2 General
31
Π. IV.2.9.4. Γραμμική Σχέση της Οικονομικής Μεγέθυνσης της Βενεζουέλας με τις Εξαγωγές της
Για τις υπό εξέταση μεταβλητές της Βενεζουέλας, δηλαδή για το Ακαθάριστο
Εθνικό Προϊόν της, για τις εισαγωγές και τις εξαγωγές της καθώς επίσης και για την
συναλλαγματική ισοτιμία της για τα έτη 1984-2014 ισχύουν τα παρακάτω γραφήματα:
Π. IV.2.9.5. Η Πορεία του Α.Ε.Π. της Βενεζουέλας για τα Έτη 1984 – 2014
77
C2 General
Α.Ε.Π
Π. IV.2.9.6. Η Εισαγωγές της Βενεζουέλας για τα Έτη 1984- 2014
Εισαγωγές
Π. IV.2.6.7. Οι Εξαγωγές της Βενεζουέλας για τα Έτη 1984-2014
Εξαγωγές
78
C2 General
4.2.10 Ουρουγουάη
Αναφορικά με την Ουρουγουάη, οι έλεγχοι στασιμότητας έχουν ως εξής: DF: 1,
PP: 1 και KPSS:0, οπότε στασιμότητα για το κράτος αυτό και οι προβλέψεις που
εξάγονται είναι ακριβείς αναλογικά και με την οικονομική μεγέθυνση της χώρας.
Π. IV.2.10.1. : Συσχέτιση Οικονομικής Μεγέθυνσης και Ελαστικότητας Εισαγωγών της
Ουρουγουάης
Correlations
GDP
Pearson Correlation
GDP
Εισαγωγές
1
.375*
Sig. (2-tailed)
.038
N
Εισαγωγές Pearson Correlation
31
31
.375*
1
Sig. (2-tailed)
.038
N
31
31
*. Correlation is significant at the 0.05 level (2-tailed).
Πίνακας 70
Πίνακας 71: Γραμμική Σχέση Μεταξύ Οικονομικής Μεγέθυνσης και Εισαγωγών της
Ουρουγουάης
79
C2 General
Correlations
Εξαγ
GDP ωγές
GDP
Pearson Correlation
1
Sig. (2-tailed)
Εξαγ
ωγές
.498**
.004
N
31
31
Pearson Correlation
.498**
1
Sig. (2-tailed)
.004
N
31
31
**. Correlation is significant at the 0.01 level (2-tailed).
Πίνακας 72: Συσχέτιση Μεταξύ Οικονομικής Μεγέθυνσης της Ουρουγουάης και Εξαγωγών
της
Πίνακας 73: Γραμμική Σχέση Μεταξύ Οικονομικής Μεγέθυνσης της Ουρουγουάης και
Εξαγωγών της
Για τις υπό εξέταση μεταβλητές της Ουρουγουάης, δηλαδή για το Ακαθάριστο
Εθνικό Προϊόν της, για τις εισαγωγές και τις εξαγωγές της καθώς επίσης και για την
συναλλαγματική ισοτιμία της για τα έτη 1984-2014 ισχύουν τα παρακάτω γραφήματα:
80
C2 General
Α.Ε.Π.
Πίνακας 74: Η Πορεία του Α.Ε.Π. της Ουρουγουάης για τα Έτη 1984-2014
(Πηγή: World Data Bank, 2020)
Εισαγωγές
Πίνακας 75: Η Πορεία των Εισαγωγών της Ουρουγουάης για τα Έτη 1984-2014
(Πηγή: World Data Bank, 2020)
Εξαγωγές
Πίνακας 76: Η Πορεία των Εξαγωγών της Ουρουγουάης για τα Έτη 1984-2014
(Πηγή: World Data Bank, 2020)
4.3. Σύνοψη
Στα παραπάνω γραφήματα παρουσιάζεται η συσχέτιση της οικονομικής
μεγέθυνσης των χωρών που εξετάζονται για να διαπιστωθεί εάν η οικονομική
81
C2 General
μεγέθυνση μίας χώρας εξαρτάται από το ισοζύγιο πληρωμών της. Στο επόμενο
κεφάλαια παρατίθεται μία ανάλυση των υπολογισμών του κεφαλαίου αυτού.
Κεφάλαιο Τέταρτο
Εμπειρικά
Ευρήματα
Οικονομοτεχνικής
και
Στατιστικής
Ανάλυσης
Εισαγωγή
Στο
παραπάνω
κεφάλαιο
παρουσιάζονται
τα
αποτελέσματα
της
οικονομοτεχνικής και στατιστικής ανάλυσης που πραγματοποιήθηκε για συγκεκριμένα
οικονομικά μεγέθη χωρών της Λατινικής Αμερικής και της Ελλάδας. Συγκεκριμένα,
τα βασικά μεγέθη τα οποία αναλύθηκαν ήταν το Α.Ε.Π. των χωρών, οι εισαγωγές του,
οι εξαγωγές τους και ο δείκτης αποπληθωρισμού τους. Οι χώρες για τις οποίες γίνεται
η ανάλυση με σκοπό να βγει το συμπέρασμα για το αν και κατά πόσο το ισοζύγιο
πληρωμών επηρεάζει την οικονομική τους μεγέθυνση είναι η Βολιβία, το Εκουαδόρ,
το Μεξικό, η Ελλάδα, η Αργεντινή, η Βενεζουέλα, η Χιλή, η Ουρουγουάη, η Κολομβία
και η Βραζιλία.
4.1. Ευρήματα Οικονομοτεχνικής Θεωρίας
Κατά
τη
συγκεκριμένη
μελέτη
χρησιμοποιήθηκαν
στατιστικές
και
οικονομοτεχνικές μέθοδοι για την ανάλυση των οικονομικών μεγεθών που
παρουσιάζουν οι χώρες που αναφέρθηκαν. Καταρχάς πραγματοποιήθηκε έρευνα και
82
C2 General
αναζήτηση για το Α.Ε.Π. των χωρών, τις εισαγωγές τους τις εξαγωγές τους, τα μεγέθη
δηλαδή που ήταν και τα σημαντικότερα για την ανάλυση. Στη συνέχεια
πραγματοποιήθηκε έλεγχος για την στασιμότητα των δεδομένων.
Πραγματοποιήθηκε συσχέτιση του Α.Ε.Π. της κάθε χώρας ξεχωριστά, τόσο με
τις εισαγωγές της αλλά και με τις εξαγωγές της έτσι ώστε να διαπιστωθεί αν υπάρχει
συσχέτιση μεταξύ αυτών των δεδομένων. Σε όλες τις χώρες που αναλύθηκαν, άλλες σε
μεγαλύτερο βαθμό και σε άλλες σε μικρότερο, υπάρχει θετική συσχέτιση μεταξύ των
συνισταμένων αυτών. Ακόμα, λόγω του γεγονότος ότι η μέθοδος VΑΡ δεν ήταν η
κατάλληλη για όλες τις χώρες, σε αρκετές από αυτές πραγματοποιήθηκε ανάλυση με
το στατιστικό πρόγραμμα SPSS. Τέλος πολύ σημαντικό είναι να αναφερθεί ότι σε
συγκεκριμένες χώρες και για συγκεκριμένες περιόδους υπάρχουν καταστάσεις οι
οποίες δεν είναι συνήθεις, όπως η οικονομική κρίση στην Ελλάδα η οποία ξεκίνησε το
2008 ή η γενικότερη οικονομική ύφεση που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν οι χώρες της
Λατινικής Αμερική τις δεκαετίες του 1980 και του 1990. Στις συγκεκριμένες περιόδους
παρατηρείται πτώση του Α.Ε.Π. αλλά όχι απαραίτητα από τη δυσλειτουργία του
ισοζυγίου πληρωμών της εκάστοτε χώρας, το οποίο ενδέχεται να επηρεάζεται και από
εξωτερικούς παράγοντες. Παρόλα αυτά, σε περιόδους με σταθερή οικονομική
λειτουργία, το ισοζύγιο πληρωμών δείχνει να επηρεάζει την οικονομική μεγέθυνση.
4.2. Συζήτηση Ευρημάτων
Όπως παρατηρείται από τα παραπάνω ευρήματα αλλά και με τη γενικότερη
πρωτογενή έρευνα και θεωρία που ήδη υφίσταται, το ισοζύγιο πληρωμών μίας χώρας
επηρεάζει και περιορίζει ή ευεργετεί την οικονομική μεγέθυνση αυτής. Υπό κανονικές
συνθήκες μία χώρα θα πρέπει να προσπαθεί να εξάγει περισσότερα προϊόντα έτσι ώστε
να αυξάνει τα έσοδά της και να πραγματοποιεί τις απαραίτητες για αυτήν εισαγωγές.
Όλα βέβαια εξαρτώνται και από την οικονομική και δημοσιονομική πολιτική που θέλει
να ακολουθήσει η χώρα που εξετάζεται. Στο επόμενο και τελευταίο κεφάλαιο της
εργασίας ακολουθεί συζήτηση και παράθεση των συμπερασμάτων για το σύνολο
αυτής.
83
C2 General
Κεφάλαιο Πέμπτο
Συμπεράσματα
5.1. Αντικείμενο Έρευνας
Το αντικείμενο της έρευνας της παρούσας διατριβής είναι το αν και κατά πόσο
το ισοζύγιο πληρωμών μίας χώρας επηρεάζει την οικονομική της μεγέθυνση, τόσο σε
μακροπρόθεσμο, μεσοπρόθεσμο αλλά και σε βραχυπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα. Το
ισοζύγιο πληρωμών μίας χώρας συντίθεται από τις εξαγωγές και τις εισαγωγές της και
για την οικονομική μεγέθυνση μίας χώρας εξετάζονται βασικά μικροοικονομικά και
μακροοικονομικά μεγέθη όπως είναι το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν της, η
απασχόληση που υφίσταται εντός της χώρας και άλλα.
5.2. Μέθοδος Έρευνας
Για την διαπίστωση αναφορικά με το κατά πόσο το ισοζύγιο πληρωμών μίας
χώρας επηρεάζει την οικονομική της μεγέθυνση, χρησιμοποιήθηκαν οικονομοτεχνικές
και στατιστικές μέθοδοι. Καταρχάς έγινε έρευνα και εντοπίστηκαν τα βασικότερα
οικονομικά μεγέθη χωρών της Λατινικής Αμερικής αλλά και της Ελλάδας για μία σειρά
ετών, στη συνέχεια τα μεγέθη αυτή συγκρίθηκαν, πραγματοποιήθηκε συσχέτιση
μεταξύ τους και βγήκε το τελικό πόρισμα της διατριβής.
5.3. Ευρήματα Διατριβής
Μετά την εξέταση των μεγεθών που εντοπίστηκαν, το πόρισμα που βγαίνει είναι
ότι, υπό κανονικές συνθήκες, το ισοζύγιο πληρωμών μίας χώρας, δηλαδή οι εισαγωγές
της και οι εξαγωγές της, μπορούν να επηρεάσουν θετικά και αρνητικά την οικονομική
της μεγέθυνση. Σε αρκετές περιπτώσεις βέβαια, η οικονομική μεγέθυνση μίας χώρας,
όπως επίσης και το ισοζύγιο πληρωμών της επηρεάζονται και από άλλους παράγοντες
όπως είναι περίοδοι μεγάλης οικονομικής μεγέθυνσης ή, για τις χώρες που εξετάζονται
σε αυτή τη διατριβή, περίοδοι μεγάλης και σημαντικής ύφεσης. Για παράδειγμα οι
χώρες τις Λατινικής Αμερικής επηρεάζονται σημαντικά από την οικονομική ύφεση που
αντιμετωπίζουν τις δεκαετίες του 1980 και 1990, περίοδος όπου η Αργεντινή πτωχεύει,
84
C2 General
και η Ελλάδα επηρεάζεται και αυτή σημαντικά από την οικονομική ύφεση του 2008.
Στις συγκεκριμένες περιόδους, ανεξάρτητα από το ισοζύγιο πληρωμών τους, οι
αντίστοιχες χώρες θα παρουσιάσουν οικονομική δυσχέρεια ανεξάρτητα από τις
εισαγωγές τους και τις εξαγωγές τους. Για αυτό το λόγο κρίθηκε χρήσιμο και δεν
χρησιμοποιήθηκε μόνο μία μέθοδος ανάλυσης.
Συνοψίζοντας, το ισοζύγιο πληρωμών μπορεί να επηρεάσει την οικονομική
μεγέθυνση μίας χώρας, αλλά είναι η μόνη ικανή και αναγκαία συνθήκη για να υπάρξει
μία τέτοια παρατήρηση.
5.4. Συμβολή Διπλωματικής
Η παρούσα διατριβή συνεισφέρει σημαντικά στην έρευνα που γίνεται αναφορικά
με το κατά πόσο το ισοζύγιο πληρωμών μίας χώρας μπορεί να επηρεάσει την
οικονομική μεγέθυνση μίας χώρας. Προσφέρει επαρκή θεωρία για τον αναγνώστη έτσι
ώστε αυτός να μπορέσει να κατανοήσει τι ακριβώς είναι το ισοζύγιο πληρωμών και τι
είναι η οικονομική
μεγέθυνση και πως ακριβώς τα δύο αυτά μεγέθη
αλληλοεπηρεάζονται. Επιπρόσθετα στο τρίτο κεφάλαιο της διατριβής, παρουσιάζεται
η στατιστική και οικονομοτεχνική ανάλυση μέσω της οποίας βγαίνει το συμπέρασμα
ότι το ισοζύγιο πληρωμών επηρεάζει την οικονομική μεγέθυνση των χωρών.
Η συγκεκριμένη διατριβή προσθέτει άλλη μία χρήσιμη παρατήρηση στο πως
ακριβώς επηρεάζονται τα έθνη από τα διάφορα χρηματοοικονομικά τους μεγέθη.
Συγκεκριμένα γίνεται παρατήρηση στην σχέση που υπάρχει, και το κατά πόσο υπάρχει
σχέση, στο αν τα κράτη μπορούν να βελτιώσουν την οικονομική τους κατάσταση αν
για παράδειγμα αυξήσουν τις εξαγωγές τους ή αν αρχίσουν να εισάγουν μόνο τα
απολύτως απαραίτητα αγαθά. Το κριτήριο αυτό κρίνεται χρήσιμο και προσδίδει μία
διαφοροποιημένη οπτική γωνία για το πως μπορούν να βελτιώσουν τα έθνη την
υφιστάμενη κατάστασή τους.
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση βιβλιογραφία
Αστερίου Δ. (2011), Vector Autoregressive (VAR) Models and Causality
Tests, Applied Econometrics
85
C2 General
Έκθεση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος (2020), Τράπεζα της Ελλάδος,
http://www.bankofgreece.gr
Hal V. (2018), Μικροοικονομική, Μία Σύγχρονη Προσέγγιση, Κριτική
Καζανάς
Θ.
(2017),
Το
Μακροοικονομικό
Περιβάλλον,
Οικονομικό
Πανεπιστήμιο Αθηνών
Κολτσίδα Ε. (2017), Η συµβολή των µεταβιβάσεων από την ΕΕ στο ισοζύγιο
πληρωµών και την οικονοµική μεγέθυνση, Έσοπτρον
Κουτεντάκης Μ (2015), Διεθνής Μικροοικονομική, Κάλλιπος
Κrugman P. (2011), Διεθνής Οικονομική , Κριτική
Λεβεντάκης Ι. (2003), Διεθνής Μακροοικονομική και Χρηματοοικονομική,
Σταμούλης
Παπαδημητρίου Β. (2014), Στρατηγική Ανάλυση των Εξαγωγών της Ελλάδας,
Levy Institute of Economics
Φλώρου Α. (2014), Το Ισοζύγιο Τρέχουσων Συναλλαγών της Ελλάδα για την
Περίοδο 2003-2014, Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης
Ξενόγλωσση βιβλιογραφία
Bernstein (1984). “Reflections on Bretton Woods.” In The International
Monetary System: Forty Years After Bretton Woods, 15-20. Boston: Federal Reserve
Bank of Boston, May 1984.
Bordο (2008). "Gold Standard." In The Concise Encyclopedia of Economics.
Library of Economics and Liberty. Article published 2008.
European Central Bank, (2006), Indicators of financial integration in the euro
area, ECB
Francis A. (2008), Balance of payments constrained growth in developing
countries: a theoretical perspective, Metroeconomica
Hardy O. (1923). Risk and Risk-Bearing, Chicago: University of Chicago Press
Hicks, J. R., (1935). A suggestion for simplifying the theory of money,
Economica, 11 (5), 1-19.
International Monetary Fund, (2012), The Balance of Payments Performance of
Latin America, IMF E-Library
86
C2 General
Kenen (2008). “Bretton Woods System.” In The New Palgrave Dictionary of
Economics, Second Edition, edited by Steven N. Durlauf and Lawrence E. Blume.
Palgrave Macmillan, 2008.
Leavens, Dickson H., (1945). Diversification of investments, Trusts and Estates,
80 (5), 469-473.
Lintner, J. (1965). The valuation of risk assets and the selection of risky
investments in stock portfolios and capital budgets, Review of Economics and Statistics,
47, 13-37.
Lima G. (2007), A structural economic dynamics approach to balance of
payments constrained growth, Cambridge Journal of Economics
Markowitz, Harry, M., (1952). Portfolio Selection, Journal of Finance, 7 (1), 7791.
Mc Combie J. (2009), Thirlwall’s Law and the long-run equilibrium growth rate,
Journal of Post Keynesian Economics
Johnson G. (2007), The Monetary Approach in Balance of Payments Theory,
JSTOR
Kaminskiy G. (1999), The Twin Crises: The Causes of Banking and Balance-ofPayments Problems, American Economy Review
Lutz K. (2019), Structural Vector Autoregressive Analysis, Cambridge
University Press
Patinkin (2018). “Keynes, John Maynard (1883–1946).” In The New Palgrave
Dictionary of Economics, Second Edition, edited by Steven N. Durlauf and Lawrence
E. Blume. Palgrave Macmillan, 2018.
Roberts M. (2002), Balance of Payments in Economic Growth, Economics on
Demand
Roy, Arthur D., (1952). Safety first and the holding of assets, Econometrica, 20
(3),431-449.
Sharma S. (2005), Macroeconomic Management, MacMillan Press
Stern R. (2007), Balance of Payments, Concepts and Measurement,Routledge
Witte R. S. (2017), Statistics, Wiley
The World Bank (2020), World Bank Open Data, https://data.worldbank.org/
87
C2 General
The World Bank, (2020),The Current Account Balance (BoP,Current US$),
https://data.worldbank.org/indicator/BN.CAB.XOKA.CD?locations=ZJ
The World Bank (2020), Net capital account (BoP, current US$) - Latin America,
https://data.worldbank.org/indicator/BN.TRF.KOGT.CD?locations=ZJ
World Data Bank (2020), Greece, https://data.worldbank.org/country/greece
World
Data
Bank
(2020),
Venezuela,
(2020),
Argentina,
(2020),
Colombia,
https://data.worldbank.org/country/venezuela
World
Data
Bank
https://data.worldbank.org/country/argentina
World
Data
Bank
https://data.worldbank.org/country/colombia
World Data Bank (2020), Brazil, https://data.worldbank.org/country/brazil
World Data Bank (2020), Bolivia, https://data.worldbank.org/country/bolivia
World Data Bank (2020), Mexico, https://data.worldbank.org/country/mexico
World Data Bank (2020), Chile, https://data.worldbank.org/country/chile
World Data Bank (2020), Ecuador, https://data.worldbank.org/country/ecuador
World Data Bank (2020), Uruguay, https://data.worldbank.org/country/uruguay
88
C2 General
Download